Σάββατο 14 Απριλίου 2012

Η φάρμα των ζώων...

Σφυροδρέπανο...
Ο σαββόπουλος είχε προτείνει να μεταφέρουμε τους μετανάστες στα ξερονήσια του αιγαίου, αλλά είναι γνωστός και δηλωμένος καραγκιόζης –κείνο που τον τρώει, κείνο που τον σώζει... Σε τι διαφέρει επί της ουσίας όμως το σύνθημα: έξω η πρέζα από την πλατεία; Πόσο διαφορετική είναι μια λογική που διώχνει τα συμπτώματα από τον χώρο της ή τη γειτονιά της και μεταθέτει απλώς την «αρρώστια» παραδίπλα, είτε πρόκειται για ναρκωτικά, είτε για τους μετανάστες; (Έτσι κι αλλιώς οι περισσότεροι χρήστες μετανάστες είναι. Κάτι πρέπει να βρουν κι αυτοί για παρηγοριά απ’ το μαρτύριο που ζούνε. Κι αφού δεν τη βρίσκουν στον πραγματικό κόσμο, την ψάχνουν σε παυσίπονα και φευγάτα υποκατάστατα). Ο λογικός πυρήνας δεν αλλάζει. Μακριά από τον κώλο μας κι όπου θέλει ας είναι. Κι αυτή είναι σε μικρογραφία η αντίληψη του δυτικού κόσμου απέναντι στη φτώχια και τα προβλήματα του τρίτου κόσμου.
Ο κόσμος φοβάται τους μετανάστες γιατί βλέπει σε αυτούς την εξαθλίωση ως εικόνα από το μέλλον του. Κι επειδή η εξαθλίωση δεν είναι μονοσήμαντη, ο φόβος αυτός και τα προληπτικά μέτρα που συνεπάγεται μπορεί να επεκταθεί και στους ανέργους, που θα αντιμετωπίζονται σα να έχουν μεταδοτική αρρώστια και θα γκετοποιούνται για να μην χαλάνε την ψυχολογία μας. Μπορούν επίσης εναλλακτικά να κλείνονται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπως οι μετανάστες, ή ακόμα καλύτερα σε στρατόπεδα εργασίας, για να μην μένουν με σταυρωμένα τα χέρια και ζημιώνουν την οικονομία.
Αυτό που φοβόμαστε στην πραγματικότητα, είναι η φτώχια, οι άγριες συνθήκες που εξαγριώνουν τους ανθρώπους, κάνοντας το κοινωνικό κράτος πρόνοιας να φαίνεται ως έννοια μια ιστορία για αγρίους. Σε μια κοινωνία που ενσωματώνει πρόθυμα τους φιλήσυχους αλλοδαπούς μαγαζάτορες, που εξημερώθηκαν από τα καπιταλιστικά ήθη κι εκμεταλλεύονται τους ομοεθνείς τους. Έμαθαν πού να κάνουν τα κακά τους, πώς να τα κρύβουν κάτω από την άμμο και πού πρέπει να δείξουν το καλό τους πρόσωπο. Οι υπόλοιποι είναι απλώς ανεπίδεκτοι, για τους οποίους ισχύει η λαική θυμοσοφία ότι ήρθαν τα άγρια να διώξουν τα ήμερα.
Επιλέγουμε για τον εαυτό μας το ρόλο του ήμερου, αλλά έτσι κατατασσόμαστε αυτομάτως στην κατηγορία του ζώου. Αυτό δηλαδή που πρωτίστως απεχθανόμαστε, κλείνουμε τα μάτια και δε θέλουμε να το παραδεχτούμε. Η επιβεβαίωση της ανθρώπινης ουσίας μας έρχεται δια του ετεροπροσδιορισμού. Εμείς δεν είμαστε σαν αυτούς (σσ τους μετανάστες) που ζούνε σε στάβλους κι είναι υγιειονομική βόμβα για τα σπίτια και για τις πόλεις μας.
Κι ενώ την ίδια στιγμή υπάρχουν ένα σωρό στοιχεία που επιβεβαιώνουν την άρνηση αυτής ακριβώς της ουσίας. Επιβεβαιώνουν τον υποβιβασμό του ανθρώπου στην κατάσταση του ομιλούντος εργαλείου, του πράγματος που γίνεται εμπόρευμα, του φιλοθεάμονα σκουπιδοφάγου που καταναλώνει ό,τι του πετάξουν, του πειθήνιου κατοικίδιου που βολεύεται με τα ψίχουλα που του πετάνε από το τραπέζι.
Μπορεί να έχει θλιμμένα μάτια, αν το επιθυμεί, αρκεί να είναι πάντα υπάκουο(ς) στους κυρίους του. Να γαβγίζει, αλλά να μη δαγκώνει, και να κουνά χαρούμενα την ουρά του όταν χρειάζεται. Να γλείφει τα αφεντικά του και τα κοκαλάκια που του αφήνουν. Να μην κατεβαίνει στους δρόμους με ταραχοποιούς κοπρίτες που θα τους μαζέψει ο μπόγιας, αλλά να περιμένει τη σειρά του για να βγει με το λουράκι –ελεγχόμενη- βόλτα, με προκαθορισμένα όρια. Ζωή και κότα! του λένε. Κάποια κουτορνίθια το πιστεύουν και πορεύονται με την πίστη τους –και μη ερεύνα. Οι περισσότεροι δεν το χάφτουν, αλλά φοβούνται να αντιδράσουν και περιμένουν έναν ηγέτη κόκορα, για να στοιχηθούν πίσω του.
Κλειδί για όλα αυτά είναι το διαίρει και βασίλευε, που διαιωνίζει τις διακρίσεις και την πολυδιάσπαση. Η ψυχολογία του μικρού αφεντικού, του «ανώτερου» που ξεσπάει στους υφιστάμενούς του, βρίσκει ευκαιρία να εκτονωθεί, να τους φωνάξει, να νιώσει ένα είδος αυτοεπιβεβαίωσης. Κι αυτή η λογική περνά δυστυχώς ανάμεσα και στους ίδιους τους μετανάστες.
Όποιος έχει γατάκια πχ ξέρει από πρώτο χέρι πώς κάνουν το ένα απέναντι στο άλλο για να διασφαλίσουν την τροφή τους και πόσο υποτακτικά γίνονται σε αυτόν που τους την δίνει. Χωρίς μνησικακία που τους χτύπησε πριν από λίγα λεπτά, χωρίς αξιοπρέπεια –που την άφησαν στην είσοδο τους στην χώρα μαζί με τα άλλα προσωπικά τους αντικείμενα, γεμάτα φόβο για την επιβίωσή τους, που εξαρτάται από άλλους. Γίνονται μικρά γούνινα μπαλάκια, στριμωγμένα στη γωνία, που τρέμουν από ένστικτο το νερό, χωρίς να καταλαβαίνουν ότι ο βρεγμένος δε φοβάται τη βροχή, γιατί δεν έχει τίποτα να χάσει.
Ο άνθρωπος παύει να είναι κοινωνικό ζωάκι και μαθαίνει να αναπτύσσει επιθετικά αντανακλαστικά προς τον πλησίον του. Ιδιωτικοί υπάλληλοι vs δημόσιο, ρωσοπόντιοι εναντίον μελαμψών, σαν τη γάτα με τον σκύλο, για να μην χτιστεί ποτέ η φάρμα των ζώων και να γίνουμε πειθήνιο κοπάδι που τρώει τις σάρκες του για να ζήσει, αλλά κατά βάθος μισεί τα τσομπανόσκυλα που τον φυλάνε. Ο βαθύτερος σκοπός είναι να υποβιβαστούμε στο επίπεδο του ζώου, χωρίς συνείδηση, που στην καλύτερη μπορεί να συγκροτήσει έναν όχλο, χωρίς στόχευση. Να φτάσουμε να έχουμε λιγότερη ταξική συνείδηση κι από τον λουκάνικο, που δεν είναι καν άνθρωπος για να έχει συνείδηση, έχει όμως ένστικτο, ταξικό κι αλάνθαστο. Να γίνουμε εξημερωμένα κατοικίδια που ζητάνε από το μπόγια να πιάσει τα αδέσποτα και να τα κλείσει σε κλουβιά με τροφή και νερό, γιατί χέζουν στα πάρκα και μολύνουν τον χώρο μας, τα παιδιά μας, τις ψευδαισθήσεις μας. Και να απορούμε εκ του ασφαλούς κι εκ του μακρόθεν, με ειλικρινή αφέλεια, αν χέζουν οι αρκούδες στο δάσος. Ντάξει μωρέ, στα πάρκα μόνο να μην το κάνουν, έχουμε και μια βιτρίνα να φυλάξουμε.
Γιατί γίνεται όμως τόσος ντόρος αυτό το χρονικό διάστημα; Η σύνδεση με το θέμα γίνεται προεκλογικά, ίσως γιατί η προηγούμενη εκλογική διαδικασία είχε γίνει 4 οκτώβρη ανήμερα της παγκόσμιας μέρας των ζώων. Τέτοιους που βγάζουμε, για ζώα μας περνάνε. Είναι πολύ βολικό άλλωστε να αλλάξει το θέμα της προεκλογικής συζήτησης και να βρεθεί ένας ένοχος για την κρίση και την ανεργία –αφού ως γνωστόν οι πτυχιούχοι κι οι επιστήμονες, δε μπορούν να βρουν δουλειά, γιατί τις έχουν πάρει όλες οι μετανάστες.
Έστω κι έτσι πάντως αναδεικνύεται η σοφή προειδοποίηση του τζακ λόντον στη σιδερένια φτέρνα για το λούμπεν προλεταριάτο, που αν δεν ενσωματωθεί στις γραμμές του εργατικού κινήματος, μπορεί να γίνει εύφλεκτο υλικό που θα πυροδοτήσει την χειρότερη αντεπανάσταση του μέλλοντος. Οι συμβατικές λύσεις δεν αρκούν πλέον. Χρειάζεται δουλειά μέσα στους μετανάστες, έμπρακτη στήριξη –που θα φέρει μαζική υποστήριξη- οργάνωση των πιο μαζικών στοιχείων, κοινωνικούς δεσμούς και κώδικες επικοινωνίας που πρέπει να εφευρεθούν περίπου από το μηδέν. Και μια έμπρακτη αυτοκριτική για την χαμένη ευκαιρία της δεκαετίας του 90’, που μας βρήκε αποδιοργανωμένους κι αδύναμους, μολονότι υπήρχε κοινή βάση, κουλτούρας και συνεννόησης με τους μετανάστες από τα βαλκάνια, και το πλεονέκτημα των θετικών τους εμπειριών από το σοσιαλισμό που γνωρίσαμε –με όλες τις στρεβλώσεις και τις αντιφάσεις του.
Εν κατακλείδι. Αν οι μετανάστες ζούνε σαν ζώα, αυτό χαρακτηρίζει πρωτίστως εμάς τους ιθαγενείς –αναλόγως πώς το αντιμετωπίζουμε. Κάποιοι μένουν σε μια αφ’ υψηλού «φιλοζωική» στάση, που μοιάζει με τη φιλανθρωπία των καπιταλιστών, που είναι οι κατεξοχήν εχθροί της ανθρωπότητας, κι έχει όλα τα χαρακτηριστικά της υποκρισίας της.
Αλλά το θέμα δεν προσφέρεται για αφ’ υψηλού θεώρηση. Είμαστε όλοι μετανάστες κι αποξενωμένοι. Για αλλού ξεκινήσαμε κι αλλού αναγκαστήκαμε να πάμε, χωρίς να είναι ακριβώς επιλογή μας, σε αυτόν τον «ελεύθερο κόσμο». Για την ακρίβεια, είμαστε όλοι ζώα, μακριά από κάθε ανθρώπινη ουσία, σα μουλάρια που τα ζεύουν με το άροτρο και τους δίνουν λίγη ζαχαρίτσα, μαζί με σανό και μπόλικο κουτόχορτο, που το καταπίνουμε αμάσητο. Και τώρα κόβουν και τις συντάξεις από τα άλογα που γερνάνε και τα αφήνουν να πεθάνουν μόνα τους, σαν το σκυλί στο αμπέλι.
Οπότε είναι απλά τα πράγματα. Ή το συνειδητοποιούμε και ξεσηκωνόμαστε, να φέρουμε ανάποδα τον ντουνιά, ή μένουμε θύμα και ψώνιο, για το υπόλοιπο της ζωής μας.
Ή με τον μπόγια, ή με τον μπογιό...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροη αρθρων