Πριν από έναν χρόνο περίπου, κατά την πρώτη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου μετά την αποχώρηση της ΔΗΜ.ΑΡ. από την κυβέρνηση, ο Αντώνης Σαμαράς έθετε στις προτεραιότητες της κυβέρνησης την "αποφυγή λήψης νέων μέτρων".
Στις 2 Αυγούστου 2013 η "Αυγή" αποκάλυψε την επιστολή Σαμαρά, Στουρνάρα, Προβοπουλου προς την Κομισόν, με την οποία δεσμεύονται πως "αν χρειαστεί, θα ληφθούν πρόσθετα μέτρα για την επίτευξη των στόχων". Έκτοτε "κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι" και όλος ο κόσμος γνωρίζει πλέον ότι ελήφθησαν νέα επώδυνα μέτρα, για τα οποία η κυβέρνηση κάθε φορά έσκιζε τα ιμάτιά της ότι θα ήταν τα τελευταία.
Και σήμερα όλοι γνωρίζουν ότι μέχρι το τέλος του Ιουνίου πρέπει να έχουν περικοπεί οι επικουρικές συντάξεις και το εφάπαξ και μέχρι το τέλος του χρόνου να έχουν ολοκληρωθεί οι αναλογιστικές μελέτες για τα ασφαλιστικά ταμεία και, αν χρειαστεί, να περικοπούν εκ νέου οι κύριες συντάξεις, καθώς εφαρμόζεται η αρχή του μηδενικού ελλείμματος. Και δεν είναι τα μόνα μέτρα, καθώς έρχονται πολλά ακόμη, είτε με τον μανδύα των μεταρρυθμίσεων είτε ως φορολογικές αλλαγές είτε ως εκποίηση της δημόσιας περιουσίας με τις ιδιωτικοποιήσεις. Το Μνημόνιο δεν είναι στιγμιαίο, είναι διαρκείας...
Στη νέα επιστολή Σαμαρά, Στουρνάρα, Προβόπουλου προς την επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ, με ημερομηνία 14 Μαΐου 2014, δηλαδή πριν από τις εκλογές, που αποκάλυψε η χθες η "Αυγή", δεσμεύτηκαν και πάλι: "Είμαστε έτοιμοι να λάβουμε οποιαδήποτε μέτρα τα οποία μπορεί να αποδειχθούν αναγκαία", προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι του Μνημονίου. Η δέσμευση αυτή είναι πλέον συνήθης, αφού πηγάζει από τις μνημονιακές υποχρεώσεις σαν αυτές που... σχίζει καθημερινά ο πρωθυπουργός.
Η δέσμευση αυτή είναι δυστυχώς αυτονόητη, καθώς η κυβέρνηση δέχθηκε τη λογική του ισοδύναμου αποτελέσματος στις συμφωνίες που έκανε με τους δανειστές. Επομένως, αν κάποια μέτρα δεν αποδώσουν όσο έχουν υπολογιστεί, δεν εξετάζεται αν φταίει για παράδειγμα το βάθεμα της ύφεσης εξαιτίας της πολιτικής της εσωτερικής υποτίμησης, αλλά επιβάλλονται νέα για να αναπληρωθούν οι απώλειες, αδιαφορώντας για τις επιπτώσεις στην κοινωνία και την οικονομία.