Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου 2011

Περί «Ελευθεροτυπίας», αλληλεγγύης και Πιτσιρίκου ...

Τεχνηέντως....

Του Αυγουστινου Ζενακου ...

Η πρώτη μου σκέψη για τις αντιδράσεις στο κείμενο του Πιτσιρίκου, «Ελευθεροτυπία», ήταν πως δεν δέχομαι η ανάρτηση ενός χιουμορίστα ιστολόγου να αποτελεί τόσο βαρύνον πεδίο διαξιφισμών για ένα θέμα όπως η εντεινόμενη κρίση στον χώρο του Τύπου και το κύμα απολύσεων που τη συνοδεύει. Ιδιαίτερα καθότι έτσι πέφτει κανείς στην παγίδα που πέφτουν οι διάφοροι επικριτές του κειμένου: να αναδεικνύουν ως ρυθμιστή της συζήτησης τον ίδιο ακριβώς στον οποίο αρνούνται με την κριτική τους αυτόν τον ρόλο και αποκαλούν «ασήμαντο» ή και, απλούστερα, «μαλάκα».
Ύστερα, όμως, σκέφτηκα ότι πίσω από την αντίδραση κατά του κειμένου του Πιτσιρίκου κρύβονται αντιλήψεις και παρανοήσεις που έχει σημασία να επισημανθούν. Αν λοιπόν την ευκαιρία τούτη τη φορά τη δίνει το κείμενο αυτό (έχουν υπάρξει κι άλλες ευκαιρίες, τις οποίες μπορείτε να δείτε στην κατηγορία ΜΜΕ), ας είναι, ας βουτήξω στην παγίδα με τα μάτια ανοιχτά˙ κι ας αποδοθεί η δυσανάλογη βαρύτητα που προσλαμβάνει το κείμενο στην οκνηρία που ενδημεί στα – κατά τα άλλα υπέροχα – κοινωνικά δίκτυα. (Αν έχετε κέφι και χρόνο, δείτε εδώ τη συζήτηση στο facebook.)
Υπάρχει μια άλλη παγίδα, ωστόσο, στην οποία δεν θα πέσω. Το κείμενο δεν θα το υπερασπιστώ ούτε θα δώσω τροφή σε όσους περιμένουν ότι θα το κάνω επειδή συμμετέχω με τον συγγραφέα του στη συντακτική ομάδα του UNFOLLOW. Από την άλλη, δεν θα παρασυρθώ και από όσους αντιδρούν. Τα κείμενα του Πιτσιρίκου μου αρέσουν πάρα πολύ συχνά, θεωρώ εκπληκτικό φαινόμενο την απήχηση του ιστολογίου του, εκτιμώ την πολιτική του στάση σε πολλά ζητήματα, γελάω πολύ με τα γραφόμενά του, και χαίρομαι που είναι μαζί μας. Ακόμη περισσότερο από το χιούμορ του και τη γραφή του, μου αρέσει ότι είναι πάντοτε συνεπώς ασεβής προς όλους και όλα. Οι διακηρύξεις ενός ψευδώνυμου ιστολόγου – με άβαταρ έναν μπέμπη – για το πώς «έγινε εκδότης», είναι πρωτίστως αυτό: ασεβείς και, ναι, αστείες. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει τίποτα – ΤΙΠΟΤΑ: ούτε απολύσεις ούτε θάνατοι ούτε γενοκτονίες – με το οποίο να απαγορεύεται το χιούμορ. Απεχθάνομαι τέτοιου είδους όρια το ίδιο είτε τίθενται από ρασοφόρους είτε από νομικιστές των «δικαιωμάτων» είτε από ηθικολόγους των «κινημάτων». Πάλι, όμως, δεν υποχρεούμαι να συμφωνώ με το κείμενο.
Η βασική μου διαφωνία είναι ότι διαπιστώνω τουλάχιστον μία σοβαρή παράλειψη και ένα σοβαρό λάθος: Η παράλειψη είναι ότι υπό απόλυση στην «Ελευθεροτυπία», όπως και σε όλα τα κάποτε κραταιά ΜΜΕ, δεν είναι μόνο δημοσιογράφοι αλλά και άλλοι κλάδοι. Αν στους δημοσιογράφους, ή σε πολλούς από αυτούς, αρμόζει μια κριτική για τα πεπραγμένα τους, που φωτίζει διαφορετικά το ζήτημα των απολύσεών τους, δεν ισχύει το ίδιο για τους άλλους. Το λάθος βρίσκεται στη φράση ότι «οι άξιοι δημοσιογράφοι της Ελευθεροτυπίας δεν θα δυσκολευτούν να βρουν δουλειά». Αυτό δεν είναι αλήθεια. Σε έναν κλάδο που καταρρέει, θα δυσκολευτούν, ακόμη και αν η αξιοκρατία γινόταν ξαφνικά βασικό κριτήριο. Κι έπειτα, ξανά, δεν μιλούμε μόνο για δημοσιογράφους. Οι «άξιοι» διοικητικοί πού θα δουλέψουν;
Δευτερευόντως, δεν το βρίσκω και τόσο κομψό να συνοψίζει κανείς ένα τέτοιο ζήτημα σε μια προσωπική του διένεξη. (Αυτό, όμως, δεν με ενοχλεί και τόσο: επί της ουσίας, ο Πιτσιρίκος έχει δίκιο. Αυτός είναι ένας, έστω και δημοφιλής, blogger, ενώ η επίθεση εναντίον του έγινε με όλον τον οπλισμό που μια επώνυμη και έγκυρη δημοσιογράφος είχε στη διάθεσή της: τις σελίδες μιας από τις πρώτες σε κυκλοφορία πανελλαδικής εφημερίδας. Συχνά έχει γίνει συζήτηση για το αν οι bloggers είναι δημοσιογράφοι. Αλλά κι εμείς, οι δημοσιογράφοι, δεν αντιμετωπίσαμε φορές-φορές τις σελίδες των εφημερίδων μας ως blog, με συχνά μεγάλη ελευθερία, έλλειψη τεκμηρίωσης και άφθονη κακεντρέχεια, μην υπολογίζοντας το τεράστιο εκτόπισμα του Μέσου μας σε σύγκριση με τη δύναμη οποιουδήποτε άλλου;)
Πρόκειται, λοιπόν, κατά τη γνώμη μου, για ένα από τα πιο ατυχή κείμενα ενός εξαιρετικού ιστολογίου. Από εκεί και πέρα, όμως, αρχίζουν για μένα τα σοβαρότερα ζητήματα. Με πρώτο το εξής: Έστω και άτεχνα διατυπωμένη, έστω και με έλλειμμα κομψότητας, έστω και συνδεδεμένη δυστυχώς με προσωπικές διενέξεις, η βασική θέση του κειμένου είναι ότι ο καταρράκτης των απολύσεων δεν είναι σωστό να ξεπλύνει μονομιάς τα πεπραγμένα ενός ΜΜΕ ούτε ως τίτλου ούτε ως αποτελέσματος των μεμονωμένων επιλογών των δημοσιογράφων του. Γι’ αυτή τη θέση, όσοι αντιδρούν τηρούν σιωπή.
Όταν, πριν λίγο καιρό, αντιλήφθηκα στον «Παραλληλογράφο» το κείμενο με τίτλο «Όταν σου αξίζει και απόλυση και περιφρόνηση», είχα σχολιάσει: «Το ποστ γράφει: “…όταν εγινε το πρώτο πογκρόμ απολύσεων και το κλείσιμο του καθημερινού Βήματος, κάποιοι παρακαλούσαν τους συναδέλφους τους να κατέβουν για λίγα λεπτά στη συναυλία διαμαρτυρίας που γινόταν ακριβώς έξω από τη γιάφκα του Ψυχάρη και να εκφράσουν την ηθική στήριξή τους προς τους απολυμένους.” Ποιοι «παρακαλούσαν»; Ποιοι διοργάνωσαν τη συναυλία; Ποιοι είναι η Εργασιακή Επιτροπή; Δημοσιογράφοι είναι κι αυτοί. Και διοικητικοί. Που και μιλάνε και αγωνίζονται. Κάποιοι απολύθηκαν (εκδικητικά, επειδή μίλησαν), άλλοι είναι εκεί ακόμη επειδή χρειάζονται να φάνε και να ταϊσουν τα παιδιά τους. Παρόλα αυτά, φωνάζουν. Μολονότι το ποστ έχει πολλά δίκια, είναι ελλιπές και άδικο. Ή απλώς απληροφόρητο, πράγμα που αποδεικνύει για μια ακόμη φορά την αξία της επαγγελματικής δημοσιογραφίας…» Και συνέχισα: «Η “εντύπωση” που δίνει οποιασδήποτε χώρος δεν θα έπρεπε να αρκεί για να τσουβαλιαστεί. Όπως το διεκδικώ αυτό για τους δημοσίους υπαλλήλους ή όποιους άλλους συκοφάντησε το Βήμα ή η Καθημερινή, έτσι το διεκδικώ και για τους δημοσιογράφους, ακόμη και γι’ αυτούς του Βήματος και της Καθημερινής. […] Οι “εντυπώσεις” δεν μου αρκούν. Είναι αυτό ακριβώς που με ενοχλεί στα κείμενα των ψευτοφιλελεύθερων περί δημοσίων υπαλλήλων, μεγάλου κράτους, κτλ. “Εντύπωση” εκφράζει ο Θ. Πάγκαλος με το “μαζί τα φάγαμε”, μια εντύπωση που υποστηρίζεται από την αόριστη αίσθηση ότι όλοι διορίσαμε ανίψια και ζητήσαμε ρουσφέτι στον στρατό. Οι “εντυπώσεις” είναι καφενειακό είδος, ακόμη και όταν κάποιος επιστρατεύει πραγματικά περιστατικά για να τις τεκμηριώσει. Όντως πολλοί διόρισαν ανίψια, όντως πολλοί ζήτησαν ρουσφέτι στον στρατό, και πάλι, όμως, η “εντύπωση” του “μαζί τα φάγαμε” είναι παραπλανητική και επιζήμια. Δεν γίνεται όσοι υποτίθεται ότι αντιστεκόμαστε στην ιδεολογική προπαγάνδα αυτή, να αποδεχόμαστε τις ίδιες ακριβώς φόρμες για να κάνουμε κριτική…»
Δεν γίνεται όμως ούτε να ταλαντωνόμαστε ως εκκρεμές στο άλλο άκρο: η αλληλεγγύη μας δεν είναι χριστιανική. Είναι πολιτική. Όπως δεν δέχομαι να τσουβαλιαστούν όλοι επειδή η «εντύπωση» είναι ότι οι δημοσιογράφοι είναι «πουλημένοι», έτσι δεν δέχομαι ότι οφείλω άνευ όρων αλληλεγγύη σε οποιονδήποτε. (Πόσο μάλλον που από τότε που έγραφα «Γιατί να νοιαστούμε για τους δημοσιογράφους», έχει κυλήσει αρκετό νερό στο αυλάκι: συνάδελφοι που ψήφισαν κατά των ίδιων τους των ψηφισμάτων μιλώντας για «προβοκάτσιες» κι έμειναν κολλημένοι στα γραφεία τους όταν τους εκλιπαρούσαν οι υπό απόλυση διπλανοί τους…) Πράγμα που με κάνει να αναρωτιέμαι: Γιατί άνθρωποι που θα αντιμετώπιζαν πολύ λίγα προβλήματα με ένα κείμενο όπως αυτό του Παραλληλογράφου, παθαίνουν τέτοια υστερία με ένα κείμενο όπως αυτό του Πιτσιρίκου, μολονότι πολύ ηπιότερο;
Την απάντηση τη βρίσκει κανείς σε μια από τις υπερασπιστικές γραμμές της «Ελευθεροτυπίας», αυτή που όχι απλώς μιλάει για τους εργαζόμενους αλλά διεκδικεί να μείνει ανοιχτό το έντυπο επειδή πρόκειται για «ιστορική εφημερίδα». Εν πρώτοις, θα μπορούσε να απορήσει κανείς επισημαίνοντας ότι, σε μια τέτοια αξιολόγηση, κερδίζει το «Βήμα»: ιδρυθέν ως όργανο του Κόμματος των Φιλελευθέρων το 1922, πρόκειται για πολύ «ιστορικότερη» εφημερίδα. Ουδείς όμως επιστράτευσε αυτό το επιχείρημα όταν έκλεινε το καθημερινό φύλλο ή γενικότερα ως υπερασπιστική γραμμή για τις απολύσεις του ΔΟΛ. Δεν είπε κανένας για κείμενα όπως του Παραλληλογράφου: «Όλα κι όλα. Τα Νέα είναι ιστορική εφημερίδα.» Δεν είπε κανένας όταν στο twitter γενικευόταν η επίθεση στον Πάσχο Μανδραβέλη: «Αρκετά. Η Καθημερινή είναι ιστορική εφημερίδα.»
Η απορία παραμένει μέχρι να συνειδητοποιήσει κανείς ότι το «ιστορική» είναι μετωνυμία για το «αριστερή». Η κριτική εκπορεύεται από αριστερούς δημοσιολογούντες, πολλοί από τους οποίους – αν και όχι όλοι – νιώθουν ότι στην περίπτωση του «Βήματος», όλα τα χτυπήματα επιτρέπονται, ενώ η «Ελευθεροτυπία» αξίζει άσυλο. Εδώ τα χαλάμε.
Διαφωνώ ότι πρέπει να είμαστε με όλους τους εργαζόμενους, άνευ όρων. Οι δημοσιογράφοι δεν είναι «γραμμή παραγωγής». Με αυτούς που απολύθηκαν από τον ΔΟΛ, στη συνέχεια τη γλύτωσαν επειδή οι συνάδελφοί τους κατέβηκαν στον δρόμο, και όταν απέλυαν τους συναδέλφους τους μία εβδομάδα αργότερα, κοίταζαν το πληκτρολόγιό τους – με αυτούς δεν είμαι. Με αυτούς που απήλαυσαν προνόμια και καταξίωση (δεν μιλώ για τον Γιάννη Πρετεντέρη αλλά για εμάς, με τα κρασιά μας τις γιορτές και τα ταξίδια μας το καλοκαίρι, με τις προσκλήσεις μας σε δείπνα και το γλείψιμο στις παρέες) και τώρα θέλουν απλώς να γίνουν όλα όπως πριν, η επιχείρηση να διασωθεί κι ο εργοδότης τους να πάρει δάνειο για να τους πληρώνει – με αυτούς δεν είμαι.
Ακόμη λιγότερο είμαι με όσους ύστερα από την εκκωφαντική σιωπή των συντακτών για το κλείσιμο του «Ιού», στριγγλίζουν για την «ιστορική» Ελευθεροτυπία, προς χάριν του δικού τους, ευγενούς, αλληλέγγυου προφίλ και της δικής τους ανέλιξης στα «αριστερά» Μέσα, και ξεπλένουν την άλλη «Ελευθεροτυπία» που έχει κι αυτή υπάρξει: την «Ελευθεροτυπία» της ντεμέκ αριστεροσύνης με τα λεφτά του Βαρδινογιάννη.
Έχει και η «Ελευθεροτυπία» σκελετούς, όχι μόνο το «Βήμα» και ο «ΣΚΑΪ». Όποιος είναι με τους εργαζόμενους άνευ όρων, ας επιδείξει την ίδια λύσσα και για εκεί. Μέχρι τότε, όποιος τα βάζει με τέτοια ένταση και παραληρηματική υστερία με κείμενα σαν του Πιτσιρίκου, δεν είναι για μένα «αλληλέγγυος». Είναι υποκριτής. Κι εγώ προτιμώ το χιούμορ. Τουλάχιστον η πίκρα του ξεχνιέται γρήγορα.
Υ.Γ. Πιστεύω και κάτι ακόμη: Πολλοί από όσους επιτίθενται με οξύ τρόπο στον Πιτσιρίκο διεκδικούν δημόσιο λόγο, είναι δημοσιογράφοι ή πολιτικοποιούνται σε κινήματα, οργανώσεις κτλ. Η απήχηση των λεγομένων τους αποτελεί ζήτημα, πόσο μάλλον από τη στιγμή που πολλοί πιστεύουν ότι αν οι πεποιθήσεις τους εισακούονταν από μεγάλο μέρος της κοινωνίας, ο κόσμος θα γινόταν καλύτερος. Από επαγγελματική εμμονή, κοίταζα τα embed statistics στο blog του Πιτσιρίκου για το διαφημιστικό video του UNFOLLOW: ο άνθρωπος έχει 31.200 loads μόνο γι’ αυτή την ανάρτηση, που δεν είναι ούτε η πιο αστεία ούτε η πιο δημοφιλής. Πόσα ιστολόγια, πόσοι δημοσιολογούντες δεν θα ήταν ικανοποιημένοι με τα μισά; Μεγάλο μέρος της οξύτητας των κριτικών στον Πιτσιρίκο είναι σκέτος φθόνος. Λογικό: κοντά στη χριστιανική αλληλεγγύη πάνε και τα θανάσιμα αμαρτήματα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροη αρθρων