Σάββατο 25 Αυγούστου 2012

Τι έχει νόημα;



η Λέσχη...
του Θάνου Ανδρίτσου
Οι μέρες του Αυγούστου, όσες από αυτές βρίσκεσαι καθηλωμένος στην Αθήνα, είναι πάντοτε κατάλληλες για σκέψεις, προβληματισμούς, κείμενα, διάβασμα και όλα όσα στη συνηθισμένη ροή του χρόνου στοιβάζονται βίαια ανάμεσα σε δουλειές, κινηματικά καθήκοντα και κοινωνικές υποχρεώσεις. Πολλοί βέβαια θα έχουν δίκαιες κατηγορίες να προσάψουν στην παρατεταμένη νωθρότητα τη στιγμή που γύρω μας βαθαίνει ο πάτος της παρακμής. Είναι αλήθεια και όλοι το σκεφτόμαστε. Άλλο τόσο αλήθεια είναι όμως, ότι χρειάζονται στιγμές που διαταράσσεται η κανονικότητα, που προσπαθείς να κάνεις τις σκέψεις στο μυαλό σου να αποκτήσουν νόημα χωρίς να φοβάσαι να βυθιστείς και εσύ σε μια τρικυμία αδιεξόδων και παραλόγων.
Έτσι πρέπει. Οι καρικατούρες ατσαλένιων, πάντοτε πεισμένων και ακλόνητων, με πλήρη διαύγεια και ετοιμότητα, με διαρκή οξυδέρκεια, τιτάνια ηρεμία και αταλάντευτη μαχητικότητα, επαναστατών, μόνο στις ασπρόμαυρες ταινίες σοσιαλιστικού ρεαλισμού υπάρχουν. Δεν πειράζει να στοχεύεις κάπου εκεί κοντά. Όχι ότι πρέπει, άβουλο ανθρωπάκι, που σκιάζεται μόλις λίγο ζορίσει η κατάσταση, να γίνεις, κατηγορώντας δήθεν τη δύσκολη εποχή, για το δικό σου μικρό μπόι.
Πάντοτε δίπλα στο μεγαλείο υπήρχε η μηδαμινότητα, πλάι στις μεγάλες αποφάσεις για το μέλλον, οι μικρές για το παρόν. Κάτι τέτοιο, θυμάμαι, έγραφε ο Θανάσης, στις αγαπημένες εβδομαδιαίες τελευταίες λέξεις του. Και ξέρω πως τις μεγάλες αποφάσεις ποτέ δεν τις παίρνεις σε έναν στοχασμό για ένα ηρωικό μέλλον, αλλά όταν στις δοσμένες συνθήκες επιλέγεις κάθε φορά το δρόμο που επιτάσσουν τα μεγάλα σου όνειρα. Κι έτσι γίνονται οι αέρινες μεγάλες ιδέες σου, χειροπιαστά βήματα που σε οδηγούν στο θρίαμβο ή την καταστροφή, αλλά πάντως, με ψηλά το κεφάλι.
Και θυμάμαι που μνημονεύαμε με τον Κώστα, τις προσωπικές ιστορίες και τις συλλογικές αναζητήσεις της νέας γενιάς των ανταρτών και ανταρτισσών της ΕΠΟΝ, αμέσως μετά τον πόλεμο. Ηρεμία, χαρά, έρωτα, τέχνη, ελευθερία, να κάνουν βόλτα χωρίς να σκοτώνονται, να ζήσουν την ομορφιά της φύσης… Αυτά θέλανε. Και η μοίρα τους έφερε τριάντα χρόνια σκοτωμών, εξοριών και φυλακίσεων. Κι έτσι φτιάχτηκε η πιο σημαντική γενιά ηρώων που πάτησε ποτέ σε αυτόν εδώ τον τόπο. Από καθημερινούς ανθρώπους, σαν τον φιλαράκο σου που πίνατε καφέ, σαν την κοπελίτσα από την τάδε σχολή που της άρεσε το θέατρο. Καθημερινοί άνθρωποι, που η μη καθημερινή εποχή που έζησαν, τους ανάγκασε υπεράνθρωποι να γίνουν. Και σκέφτεσαι: Αυτοί εδώ γύρω μου, θα αλλάξουν τη ροή της ιστορίας; Αυτός, που δεν μου φαίνεται και πολύ διαβασμένος, ή ο άλλος που ήρθε μια ώρα αργότερα για μια δουλειά που είχαμε αναλάβει, ή αυτή παραδίπλα που σαν πολύ να νοιάζεται για την εμφάνισή της φαίνεται; Ή μήπως, πάνω από όλα, εσύ που πιάνεις καθημερινά τον εαυτό του να σκαρώνει δειλές υποχωρήσεις; Κι όμως, ναι, μπορεί τέτοιοι σαν εσένα, χρυσές σελίδες της ανθρωπότητας να γράψουν. Μπορεί και να λησμονηθούν από όλους, σαν άχρηστα και ανήμπορα πλάσματα, που ατύχησαν να ζήσουν σε ζοφερούς καιρούς, χωρίς να κάνουν κάτι για να τους αλλάξουν. Θα κριθεί αν θα ναι κάτι από τα δύο, ή κάτι από τα πολλά που βρίσκονται στη μέση, από τις μεγάλες, αλλά και από τις μικρές, τις καθημερινές αλλά και για αυτό ιστορικές, αποφάσεις που θα πάρουν. Θα κριθεί και από το πώς θα τα φέρει ο καιρός. Σίγουρα όμως δεν κρίθηκε ακόμα, καλά η κακά. Σίγουρα επίσης, δεν θα κριθεί από ηθικούς λεονταρισμούς ή μοιρολόγια έξω από την πραγματική κίνηση, έξω από την δράση, έξω από την εμπλοκή με την πραγματικότητα.
Η ζωή αλλάζει, δίχως να κοιτάζει τη δικιά σου μελαγχολία. Το ξέρουμε αυτό χρόνια τώρα. Και συνήθως αλλάζει προς το χειρότερο. Σίγουρα, άλλαξε προς το χειρότερο, το τελευταίο διάστημα. Και για μερικούς πια, δεν υπάρχει καν ζωή για να χειροτερέψει. Και ισχύει ότι στον αγώνα που έχουμε μπροστά μας – ένας αγώνας δύσκολος, μακροχρόνιος και καθημερινός, στον οποίο θα κριθεί αν θα ξεμυτίσει μια χαραμάδα φωτός στη χειμαζόμενη ανθρωπότητα ή αν θα βυθιστεί σε ένα αδυσώπητο μακροχρόνιο σκότος- κανείς δεν περισσεύει. Βέβαια, άλλο τόσο αποδεικνύεται καθημερινά ότι και κανείς δεν είναι αναντικατάστατος, κανένας δεν έχει προνομιακή μεταχείριση από τον χρόνο έτσι ώστε να παγώνει όποτε αυτός αισθάνεται προβληματισμένος, κουρασμένος ή απογοητευμένος. Και πιθανότατα από κανέναν μόνο του – και αν όχι από κανέναν σίγουρα όχι από εσένα- δεν εξαρτάται το μέλλον της παγκόσμιας επανάστασης. Όμως τις αποφάσεις που παίρνεις, μόνο έτσι μπορείς να τις πάρεις. Ξέροντας ότι και με την μικρότητά σου, ακόμα κι έτσι, το αν θα γενούνε τα σκοτάδια φώς, περνάει από σένα.Κι αν κατά καιρούς συννεφιασμένη και τρικυμισμένη είναι η σκέψη σου, και αν συνολικά σχέδια με εξακριβωμένη θριαμβευτική κατάληξη δεν μπορείς να διαλαλήσεις, δεν πειράζει. Πάντοτε θα υπάρχουν κάποιες βεβαιότητες, κάποια σίγουρα βήματα που χωρίς φόβο πρέπει να βαδίσεις.
Με τις παραπάνω σκέψεις, προσπαθώ μέρες τώρα, να γράψω ένα κείμενο για κάποιο θέμα. Να πω δυο τρεις ιδέες, μια πρόταση, να κάνω μια ανάλυση, έστω ένα συμπαθητικό αρθράκι κριτικής της καθημερινότητας. Και πάντοτε διστάζω. Τριγυρνάνε στο μυαλό μου σκόρπιες σκέψεις, καμια ωραία ατάκα, ένα ενδιαφέρον σχήμα λόγου, αλλά μετά από λίγο απορρίπτονται. Σαν ανούσιες, φλύαρες, χαζοχαρούμενες και σίγουρα ασόβαρες για την εποχή, ιδέες. Έκατσα και θυμήθηκα τα κείμενα που είχαν γραφτεί κατά καιρούς στη Λέσχη, αρκετά είχα γράψει και εγώ, μπας και μου έρθει καμιά ιδέα. Και τα απέρριπτα όλα. Τι, να γράψω κάνα εξυπνακίστικο σχόλιο, να πω μια ιστορία από τη ζωή μου, ή μήπως πάλι ένα κείμενο για το φοιτητικό κίνημα, τα βιβλία και τις αδιάφορες και μηδαμινές πράξεις μου; Τι νόημα έχει; Τη στιγμή που δίπλα μας ξεχειλίζει η απόγνωση και η απαθρωπιά, όλα αυτά μοιάζουν να μην έχουν νόημα.
Φλέρταρα για μέρες με αυτή την κατάρα της απουσίας νοήματος. Για οτιδήποτε. Τι νόημα έχει να γράψεις ένα κείμενο που να αντιπαρατίθεται στην κυβερνητική προπαγάνδα και στα ρατσιστικά ψέματα για τους μετανάστες; Ποιος θα το διαβάσει; Όσοι είναι από δω τα ξέρουν, όσοι είναι από κει δεν θα πειστούν. Τι νόημα έχει ένα κείμενο ενάντια στις αλλαγές στα πανεπιστήμια; Ενδιαφέρεται ακόμα κανένας για το φοιτητικό κίνημα; Έχει νόημα να βλέπω ειδήσεις, και να χαλάει το μυαλό μου; Με έπιασα να μη θυμάμαι καν τα ονόματα των νέων υπουργών. Ώσπου με έπιασα να κάνω τέτοιες σκέψεις για πολιτικές και κινηματικές ιδέες. Τι νόημα έχει αυτός ο αγώνας, αν δεν υπάρχει η τάδε προϋπόθεση, και το δείνα παράδειγμα έχασε, και οι τάδε έκαναν λάθος τότε, αλλά και οι δείνα που τους έκαναν κριτική και αυτοί λάθος κάνανε… Τώρα είναι στιγμή των δρόμων και της δράσης- ναι αλλά και αυτά χάνουν χωρίς θεωρία-  άρα είναι στιγμή θεωρίας-  ναι αλλά την ίδια ώρα στους δρόμους αναβιώνει ο φασισμός-  τότε χρειαζόμαστε επαναστατικό κόμμα- ναι αλλά και η εργατική τάξη.Και τελικά, ματαιότης, ματαιοτήτων τα πάντα ματαιότης. Ή αν όχι αυτό, επειδή είμαστε με την επανάσταση, επανάληψη αυτών που κάναμε μέχρι χθες, μηχανιστικά, αυτόματα, σαν αγγαρείες.
Όμως το σκέφτηκα ξανά. Όταν αρχίζεις να αμφισβητείς το νόημα που έχει ένα κείμενο που τεκμηριώνει το αυτονόητο, αμφισβητείς και τη δυνατότητα να παλέψεις για αυτό. Κι όταν δεν παλεύεις για το προφανές, πώς θα παλέψεις και για τα πιο μεγάλα. Κι όταν φοβάσαι ότι δεν μπορείς να πείσεις σήμερα, πως θα τα καταφέρεις αύριο. Και τελικά καταλαβαίνεις ότι η δικιά σου υποχώρηση ευθύνεται, ότι η δικιά σου πεποίθηση κλονίστηκε, και όχι ότι μέσα σε λίγους μήνες τα πάντα έχασαν το νόημά τους. Κι έτσι κατέληξα ξανά σε μια φράση που θυμόμουν από παλιά, του D. Harvey. Πες κάτι με νόημα και συνοχή, ή μείνε σιωπηλός. Και θα προσέθετα: κάνε, πρότεινε, δημιούργησε κάτι με νόημα και συνοχή ή μην κάνεις τίποτα. Δεν είναι ότι τα πάντα έχασαν το νόημά τους. Είναι που χρειάζεται να ψάξεις και να βρεις κάτι που να έχει νόημα. Δεν είναι ότι γίναν όλα μάταια. Αλλά ότι πρέπει να δώσεις μεγαλύτερο αγώνα για αποδειχτεί κάτι χρήσιμο. Δεν είναι ότι χάθηκε η μάχη, είναι ότι πρέπει να παλέψεις περισσότερο για να κερδίσεις.
Δε σημαίνει αυτό προφανώς ότι τα πάντα καλώς γίνονται, όλα βρίσκονται σε καθεστώς μόνιμης νέας νοηματοδότησης και άρα να κάνουμε ότι κάνουμε, προσπαθώντας λίγο να το βελτιώσουμε. Πρέπει να σκεφτούμε, όλοι, σοβαρά που βρισκόμαστε, γιατί φτάσαμε εδώ, που θέλουμε να πάμε και πως. Έχω στο μυαλό μου πρόχειρα πολλά που έχουν νόημα και άλλα τόσα που δεν έχουν. Και παίρνω το θάρρος να καταγράψω μερικά:
Έχει νόημα, να επιδιώκεις να βασίσεις πάνω στον ορθό λόγο, τα επιχειρήματα και την αναζήτηση μιας αλήθειας, έναν λόγο αντιπαραθετικό με την κυβερνητική εξουσία, τα τσιράκια της τρόικα, τους μεγαλοκαναλάρχες, τους προπαγανδιστές του ρατσιστικού και φασιστικού δηλητηρίου και τον λαϊκίστικο, ανορθολογικό, οπισθοδρομικό και κενό νοήματος καθημερινό λόγο της χειρότερης πλευράς της νεοελληνικής κοινωνίας, της οποίας η βρωμιά αναβλύζει τις μέρες αυτές. Έχει νόημα πρώτα και κύρια για εσένα, για τους συντρόφους σου, για τον κόσμο του αγώνα που πρέπει να γίνονται φάροι λογικής σε μια εποχή που όλα γίνονται παράλογα, ικανοί να αναλύουν μεθοδικά, αποδεικτικά και με πολιτικές απολήξεις. Αλλά έχει και νόημα για την πλειοψηφία της κοινωνίας, στην οποία πρέπει να φτάσεις, για να μπορεί να κρίνει, να μαθαίνει την αλήθεια, να απορρίπτει την μαύρη προπαγάνδα.
Δεν έχει νόημα, να βαφτίζεις επιχειρηματολογία, τα αυταπόδεικτά, τον ξύλινο λόγο των προκηρύξεων, την επανάληψη συνθημάτων. Δεν έχει νόημα να υποκρίνεσαι ότι γνωρίζεις τα πάντα και την επομένη να βρίσκεσαι εκτεθειμένος από παντού, όταν σε μια συζήτηση δεν μπορείς να απαντήσεις σε τίποτα, στο θέμα του χρέους, του ευρώ, στην επικείμενη χρεοκοπία, στο τάδε που είπε ένας υπουργός κτλ. Δεν έχει νόημα ο ρηχός συνδικαλισμός του τίποτα, η αφθονία στην μπουρδολογία. Αρκετή τέτοια έχουμε στα κανάλια από τους κυρίαρχους. Δεν χρειάζεται από την Αριστερά.
Έχει νόημα, να μελετάς, να θεμελιώνεις επιστημονικά την εναλλακτική αντιπρόταση απέναντι στην βαρβαρότητα του καπιταλισμού. Έχει νόημα να ερευνάς, να μαθαίνεις για οτιδήποτε. Οι μεγάλες στιγμές της ανθρωπότητας, στιγματίστηκαν από αυτή τη σύνδεση του αγώνα για την κοινωνική απελευθέρωση με τις επιστημονικές τομές, τις φιλοσοφικές αναζητήσεις και τις καλλιτεχνικές πρωτοπορίες. Έχει νόημα να αποκτάς μεθοδολογία, να διαβάζεις σε βάθος, να κατανοείς το σύνολο των στοιχείων που διαμορφώνουν την πραγματικότητα, να αποφεύγεις τις αυθαίρετες γενικεύσεις και τα λογικά άλματα. Να μπορείς να συμμετέχεις σε μια παγκόσμια συζήτηση με τις εξελίξεις στην επιστήμη, τις ιδέες, τις τέχνες. Να ξεφεύγεις από την προχειρότητα, την τσιτατολογία, την εξύψωση της αγκιτάτσιας σε ιδεολογία.
Δεν έχει νόημα, η αυτοαναφορικότητα και η κενότητα της υψηλής επιστημοσύνης, της ενδελεχούς μελέτης του τίποτα, της καταδίκης του μεγάλου, του γενικού και του παγκόσμιου. Οι ατελείωτες μελέτες που δεν γενικεύουν σε τίποτα, οι κλειστοί κύκλοι που βαυκαλίζονται για την ανωτερότητά τους, όταν δεν γλύφουν την εξουσία. Αλλά και οι δύσκολες συζητήσεις και οι νεολογισμοί όταν μένουν σαν μια ιδιότυπη αργκό των εκλεπτυσμένων και δεν προσπαθούν να τροφοδοτήσουν ιδέες και προτάσεις προσιτές στην κοινωνική πλειοψηφία.
Έχει νόημα, να σχεδιάζεις πολιτικά προγράμματα και στόχους, συνολικά σχέδια που να επιδιώκουν την κοινωνική ανατροπή. Έχει νόημα να αποκτάς έναν μεστό και συγκεκριμένο πολιτικό λόγο, αντίστοιχο των επιδιώξεων σου. Έχει νόημα η πολιτική, η πολιτική των μαζών και των κομμάτων, η πολιτική που έχει τακτική, στρατηγική, αρχή, μέση και τέλος, συγκεκριμένους στόχους και μέσα πάλης. Η πολιτική της μαζικής οργάνωσης της εργατικής τάξης, σε σωματεία, συλλογικότητες και κόμματα. Έχει νόημα να ξεφεύγουμε από τις σπασμωδικές κινηματικές εξάρσεις και υφέσεις, από τους ενθουσιασμούς και τις απογοητεύσεις της στιγμής. Να φτιάχνουμε ορίζοντες που μπορούν να στρατεύσουν στην προοπτική μιας άλλης κοινωνίας και όχι μόνο στη ρηχή υποταγή στο σήμερα. Να μπαίνουμε στη μάχη της αλλαγής των συνειδήσεων με όλο μας το οπλοστάσιο, όχι μόνο για την επόμενη μέρα, ούτε μόνο για το μακρινό μέλλον, αλλά για το πώς θα πάμε από σήμερα μέχρι το φωτεινό αύριο.
Δεν έχει νόημα, η ατέρμονη επανάληψη κοινότυπων φράσεων που δε σημαίνουν τίποτα. Φράσεις όπως με αίσθημα ευθύνης να ανταποκριθούμε στις προκλήσεις της εποχής, που δεν κρύβει τίποτα άλλο από παραλλαγές κυβερνητικών κουστουμιών. Φράσεις όπως ο λαός να μάθει και να συνταχτεί μαζί μας για τη λαϊκή εξουσία, βγαλμένες από νυσταλέες και ατάραχες κομματικές συνεδριάσεις. Φράσεις όπως μια διαλεκτική υπέρβαση σε ανώτερο επίπεδο του τάδε και μια ανασύνθεση της γεωμετρίας του δείνα και έναν αξονισμό της συγκυρίας για το άλλο, που κάτι θέλουν να πουν, αλλά δε σημαίνουν και τίποτα στην πραγματικότητα, όταν φεύγουν από φοιτητικά αμφιθέατρα τις πρώτες πρωινές ώρες. Πες κάτι συγκεκριμένο, φτιάξε ένα σχέδιο, κάνε μια πολιτική πρόταση ή επεξεργάσου ένα θεωρητικό ερώτημα. Δημιούργησε κάτι από τις φράσεις αυτές, ώστε να μη μένουν κενά γράμματα. Μεγαλώσαμε γενιές ολόκληρες με τέτοιες φράσεις. Ήρθε όμως η στιγμή να γίνουμε καλύτεροι, να υπερβούμε σε ανώτερο επίπεδο τον εαυτό μας, έτσι που να μη χρειάζεται να επαγγελλόμαστε την ανώτερη υπέρβαση αυτή. Δεν έχει νόημα να βαφτίζεται πολιτική γραμμή μια κινηματική πρόταση, θεωρία η πολιτική γραμμή, ιδεολογία μια πολιτική απόφαση.
Έχει νόημα, η επανεμφάνιση με πιο πολιτικό και αποφασιστικό τρόπο του εργατικού και λαϊκού κινήματος. Είναι προφανές ότι αυτό κι αν έχει νόημα. Πρέπει επιτέλους να βγει από το λήθαργο των τελευταίων έξι μηνών. Χρειάζεται ένα τεράστιο κείμενο για να αποτιμήσει τους αγώνες των τελευταίων χρόνων. Είναι όμως προφανές ότι αυτή η ουσιαστική κινηματική νηνεμία από τον περσινό Φλεβάρη, η αναντίστοιχη των περιστάσεων εμφάνιση του λαϊκού παράγοντα στο διάστημα πριν, κατά τη διάρκεια των δύο εκλογών, και κυρίως μετά, και η απογοητευτική αμηχανία και ανυπαρξία αντιστάσεων στον φασιστικό παροξυσμό του καλοκαιριού, φέρνει τον αγωνιζόμενο κόσμο και την Αριστερά μπροστά σε ένα τοπίο χειρότερο από πριν. Οι αγώνες των περασμένων χρόνων, που μπορούν να ειδωθούν και σαν ένας πρώτος κύκλος που έκλεισε, ούτε ξεχάστηκαν, ούτε σβήστηκαν ηττημένοι, ούτε είναι απλά αναμνήσεις μιας μακρινής εποχής. Οι κοινωνίες αλλάζουν ταχύτατα, όχι όμως τόσο που να δικαιολογούμε την ολιγωρία μας σε μια δήθεν συντριπτική αρνητική αλλαγή των συνειδήσεων σε σχέση με την 12η Φλεβάρη που πολλοί πιστεύαμε ότι θα σηματοδοτούσε το ξεκίνημα λαϊκής εξέγερσης. Προφανώς τα πράγματα είναι χειρότερα από πριν, προφανώς από τις εκλογές και μετά, υπάρχει ενίσχυση της αντίδρασης και μαζική εμφάνιση του φασισμού, πριμοδοτούμενου από την κρατική πολιτική. Σίγουρα έχουν επιτύχει σε ένα βαθμό την αλλαγή της συζήτησης, από το μνημόνιο στους μετανάστες. Όμως χρειάζεται ψυχραιμία στις αναγνώσεις μας, ακόμα μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνίας αναζητά προς την αριστερά και τον αγώνα, όμως νοιώθει ότι δεν μπορεί να βρει τον δρόμο της νίκης. Ίσως να νοιώθει ότι εξάντλησε όλα τα μέσα του, σίγουρα βρέθηκε μπροστά στα όρια που δυστυχώς είχαν τα κινήματα των τελευταίων χρόνων. Μεγάλο κομμάτι πείστηκε ότι θα ήταν μια εύκολη εκλογική μάχη, πολλοί – δυστυχώς και οι ηγεσίες της Αριστεράς- ακόμα πιστεύουν ότι θα είναι μια μελλοντική εύκολη εκλογική μάχη. Όμως, σίγουρα δεν είναι έτσι. Η ιστορία, όπως πάντα, θα κριθεί στους δρόμους, οι πόλεμοι νικιούνται στα πεδία των μαχών. Και αν δεν τους κερδίσεις εσύ, μπορεί να τους κερδίσουν οι άλλοι. Η ιστορία τα κενά τα σιχαίνεται, όπως λέει όλη την ώρα ένας σύντροφος. Ο  κόσμος, και ειδικά η νεολαία, πειθήνια να υπακούει τους Σαμαράδες και τους Βενιζέλους αποκλείεται. Θα αναζητήσει δρόμους έκφρασης της οργής και οργάνωσής της. Και αν δεν τους στρατεύσει η ελπίδα μπορεί να τους στρατεύσει η καταστροφή. Άρα, χωρίς χρονοτριβή, να βγούμε ξανά στον κόσμο, στο δρόμο, στη γειτονιά μας, στην πλατεία μας, στη σχολή μας, στο σχολείο μας. Εκεί που γεννιούνται και αλλάζουν προς το καλό ή το κακό οι συνειδήσεις. Έχει νόημα να κάνεις τα πάντα. Αγώνες, απεργίες, συνελεύσεις, πορείες, πρωτοβουλίες αλληλεγγύης, εργατικές λέσχες, επιτροπές ανέργων, δίκτυα ανταλλαγών, επιτροπές κατοίκων, εκδηλώσεις συμπαράστασης, καθιστικές διαμαρτυρίες, αφισοκολλήσεις, τα πάντα. Έχει νόημα, και κατά τη γνώμη περισσότερο από όλα, να πρωτοστατείς και να πειραματίζεσαι στη δημιουργία δομών και οργάνων έκφρασης των λαϊκών και εργατικών συμφερόντων, οργάνων που θα πάρουν στα χέρια τους την επιβίωση του λαού, την περιφρούρησή των αγωνιζόμενων, αλλά και θα διεκδικούν την ανατροπή της αστικής επίθεσης και δυνητικά την ίδια την κατάληψη της εξουσίας. Αυτά μπορούν – και μόνο αυτά-  να επιλύσουν και άλλα θέματα, όπως την ανάγκη για συλλογικότητα και διασκέδαση, την ανάγκη για ασφαλή συμβίωση Ελλήνων και μεταναστών στις πόλεις τους, την άρνηση του καταστροφικού δρόμου των ναρκωτικών κ.α.
Δεν έχει νόημα, η επανάληψη όλων αυτών σαν μια από τα ίδια από το προηγούμενο διάστημα. Σαν ένα ατελείωτο τρέξιμο από το ένα μέρος στο άλλο, χωρίς πρόγραμμα, σχέδιο, ιεράρχηση, καταμερισμό και εν τέλει χωρίς όρεξη και αποτελεσματικότητα. Σαν μια τεράστια λίστα από κινηματικές υποχρεώσεις που σαν από υποχρέωση να πρέπει να «βγουν». Χρειάζεται σκέψη, επιλογές και πάνω από όλα χρειάζεται να δοθούμε πραγματικά σε ότι κάνουμε, να αποφασίσουμε να το πάμε μέχρι τέλους, να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε πως θα γίνει κάποτε να αρχίσουμε να νικάμε κιόλας. Τι μπορεί να απαιτεί; Τι αποφασιστικότητα χρειάζεται; Μπορεί να έχει και θυσίες; Δεν είμαι υπέρμαχος των αφελών ηρωισμών αλλά δε γίνεται να πάμε άλλο στο κίνημα με τα γνωστά, με τα εύκολα. Δεν έχει νόημα ακόμα να πιθανολογούμε για το αν σήμερα, εχθές, προχθές ή σε ένα μήνα είναι η πιο σημαντική μέρα του κινήματος, για το πότε έρχεται η καταστροφή, για το πότε χάσαμε οριστικά. Το ξέρουμε όλοι ότι χάνουμε μέχρι τώρα, δεν είναι νέο. Όμως δεν βρισκόμαστε στην ήττα της επανάστασης, πρώτα και κύρια γιατί επανάσταση δεν κάναμε. Βρισκόμαστε σε μια περίοδο που το σχετικό προβάδισμα πήραν ξανά οι από πάνω και πρέπει αυτό να ανακοπεί. Γιατί πιθανότατα αν είχαμε ήδη ολοκληρωτικά χάσει, αυτό το κείμενο να μην το έγραφα τόσο εύκολα. Δεν έχει και νόημα, δυστυχώς, να δίνουμε τη ζωή μας σε αγώνες, χωρίς να αναγνωρίζουμε ότι κάτι πρέπει να αλλάξει και σε αυτούς για να νικήσουμε. Ότι χρειάζεται άλλο επίπεδο στο κίνημα, κι όχι η αέναη επανάληψη μέχρι μια νίκη που κάποτε σίγουρα θα έρθει. Γιατί πραγματικά φαίνεται ότι μπορεί και να καθυστερεί για πολλές δεκαετίες.
Έχει νόημα, να δώσουμε τη μάχη με τους φασίστες και τον φασισμό. Έχει νόημα να σταματήσουμε την πορεία προς την πιο μαύρη και αδίστακτη έκφραση του αιμοσταγούς συστήματος που είναι ο καπιταλισμός. Έχει νόημα να αναμετρηθούμε σε όλα τα επίπεδα και επομένως και στον δρόμο. Έχει νόημα πρώτα και κύρια να περιφρουρήσουμε τον εαυτό μας και τους διπλανούς μας. Στο στόχαστρο των φασιστών βρίσκονται ή θα βρεθούν σχεδόν όλοι, οι μετανάστες, οι φτωχοί, οι άστεγοι, οι απεργοί, οι αριστεροί, οι αναρχικοί, όσοι έχουν περίεργο ντύσιμο, όσοι θέλουν να κρατήσουν έστω και μια σταλιά αξιοπρέπειας. Και όλοι αυτοί πρέπει πρώτα και κύρια να προστατευτούν και να σπάσουν τον τσαμπουκά των ταγμάτων ασφαλείας που αλωνίζουν με την ανοχή της αστυνομίας και την στήριξη των ΜΜΕ και της πολιτείας. Οι δρόμοι πρέπει να επανα- κατακτηθούν από τον αγωνιζόμενο κόσμο. Όσο βρίσκονται στα χέρια των χιτλερικών δημιουργείται και μια νέα ελκυστική για μεγάλα κομμάτια νεολαίας κουλτούρα, που μπορεί κάποιος χωρίς κόστος να αλωνίζει χτυπώντας ή μαχαιρώνοντας όποιον δεν του αρέσει η φάτσα του. Αυτή η άνεση πρέπει να σταματήσει. Η πολιτική συνείδησή τους είναι τόσο μηδαμινή που και μόνο με την έλλειψη της μαγκιάς και της προστασίας που παρέχει η συμμορίτικη δομή, πολλοί θα αποστρατευτούν. Άρα θαρρετά και με μαζικούς όρους κινήματος, με μορφές αλληλεγγύης και με πρωτοβουλίες κάθε μορφής οφείλουμε να δώσουμε μάχη ενάντια στα τάγματα εφόδου. Όμως δεν αρκεί αυτό. Ακόμα περισσότερο νόημα, έχει να στοχεύσουμε ώστε η κοινωνική και πολιτική βάση, η διάλυση και απονομιμοποίηση του πολιτικού συστήματος, η ανεργία, η μαζική αίσθηση απελπισίας κ.α. αντί να τροφοδοτούν τις πιο άσχημες πλευρές της ανθρωπότητας, να δίνουν διαρκώς προβάδισμα στην ελπίδα, στον αγώνα και την αριστερά. Αυτό δε σημαίνει μια υπεκφυγή από άμεσες απαντήσεις, ωστόσο δεν μπορούμε να παραγνωρίζουμε ότι η μάχη με τον φασισμό, είναι μια μάχη για το μέλλον της χώρας και της ανθρωπότητας στα πλαίσια της ιστορικής κρίσης του καπιταλισμού, για το αν η απάντηση στα ιστορικά αδιέξοδα θα γίνει με το άνοιγμα μιας νέας σελίδας με σύγχρονης σοσιαλιστικής και κομμουνιστικής προοπτικής ή με μια βαθιά βουτιά στον πάτο της βαρβαρότητας. Έτσι τέθηκε, είναι η αλήθεια, και κατά τον μεσοπόλεμο. Επομένως η πραγματική απάντηση στις αιτίες που γεννούν τον φασισμό, δεν μπορεί παρά να σχετίζεται με την δημιουργία και ηγεμονία ενός σύγχρονου επαναστατικού ρεύματος που θα διεκδικήσει να απαντήσει στην πρόκληση της ιστορικής εποχής υπό το πρίσμα των συμφερόντων της εργατικής τάξης και εν τέλει της ανθρωπότητας ολάκερης. Γιατί έχει ιστορικά αποδειχθεί ότι σε τέτοιες περιόδους που κλονίζονται τα πάντα, δεν υπάρχει ελπίδα μέσα από τις προσευχές για ομαλότητα, για ήρεμη κοινοβουλευτική αντιπαράθεση. Άρα έχουν όλα νόημα, και η προπαγάνδα ενάντια στον φασισμό, και οι υπενθυμίσεις για τα μαθήματα της ιστορίας, και οι αντιφασιστικές πρωτοβουλίες. Πάνω από όλα έχει η προσπάθεια να γίνει πράξη το σύνθημα: Όχι στο ματοκύλισμα μεταξύ των εργατών, όχι στη διάσπαση της τάξης, όχι στην βρώμικη ρατσιστική και φασιστική προπαγάνδα. Κοινός ταξικός- επαναστατικός αγώνας ελλήνων και μεταναστών εργατών.
Δεν έχει νόημα, να περνάμε τις μέρες μας πανικοβαλλόμενοι μπροστά στις οθόνες των υπολογιστών μας, αναδημοσιεύοντας ειδήσεις στο Facebook και εγκαλώντας ο ένας τον άλλο για το τι θα κάνουμε, για το ποιος είναι πιο ατρόμητος και ποιος αράζει στον καναπέ του κτλ. Συγκεκριμένες προτάσεις και ιδέες υπάρχουν να κατατεθούν; Τόσες δυνατότητες έχει ο καθένας για να δράσει. Αν όχι, οι άναρχες κραυγές τίποτα δεν προσέφεραν ποτέ. Κανένα νόημα επίσης δεν έχει, να προσποιούμαστε ότι βρισκόμαστε στη Γερμανία το 36. Δεν βρισκόμαστε. Αν είχαμε φτάσει εκεί, πιθανώς να μην μπορούσαμε να το γράψουμε στο twitter μας αυτό. Προφανώς είμαστε σε δύσκολη εποχή, προφανώς υπάρχουν σημάδια που δείχνουν ότι υπάρχει κίνδυνος και εκεί να φτάσουμε ακόμα. Και πλέον σχεδόν όλοι το καταλαβαίνουν, ανεξάρτητα με το αν φαίνεται να επαναλαμβάνονται τα ίδια διλήμματα και λάθη που έγιναν σε περασμένες δεκαετίες. Είναι άλλο αυτό, και είναι άλλο το να θεωρούμε ότι η ύπαρξη της απειλής του φασισμού ισοδυναμεί με την επικράτησή του. Υπάρχει η τεράστια διαδικασία που περνάει από το ποιος θα κερδίσει την κοινωνία, την κοινωνία που οδεύει στον γκρεμό με την πολιτική των μνημονίων και αναζητά κάποια διέξοδο. Για αυτό και η μάχη ενάντια στον φασισμό οφείλει να είναι καθοριστική αλλά παραμένει πλευρά της μάχης ενάντια στην καταστροφική καπιταλιστική πολιτική, την πολιτική των μνημονίων, της διεθνούς και εγχώριας τρόικα. Ο Σεπτέμβρης θα δείξει ακόμα πιο έντονα την άβυσσο που βρίσκεται ο κόσμος της εργασίας, ενώ οι εξελίξεις θα είναι ραγδαίες και προς το χειρότερο. Αν η Αριστερά και ο κόσμος του κινήματος, μπορέσει να πρωτοστατήσει στον αγώνα της κοινωνίας για την επιβίωση και την ανατροπή, τότε θα είναι αυτή που θα εγχαραχθεί στις συνειδήσεις. Αν όχι, τότε ο φασισμός θα ενδυναμωθεί. Άλλωστε, δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι αυτή η εμφάνιση, όχι μόνο στα ποσοστά, αλλά και στον δρόμο, της Χρυσής Αυγής, συνδέεται με την παρατεταμένη ύφεση του κινήματος, με μια αίσθηση αδυναμίας να κερδηθεί στο δρόμο η κυβέρνηση και με την ενίσχυση της αναζήτησης ενός ομαλού κοινοβουλευτικού δρόμου σε μεγάλες μερίδες του αγωνιζόμενου κόσμου. Επίσης, δεν έχει νόημα, και είναι λάθος να θεωρούμε το μεγάλο, είναι αλήθεια, κομμάτι που φαίνεται να κοιτά προς τον φασισμό, πλειοψηφία της κοινωνίας. Όσο και αν μας ξαφνιάζει μια απάθεια που διαφαίνεται, όσο και αν τρομοκρατούμαστε με την ευκολία που μπήκε στα σπίτια μας από τις τηλεοράσεις η φασιστική προπαγάνδα, όσο και αν όλοι έχουν  να πουν για κάτι που τους είπε ο γείτονας, δεν παύει μεγαλύτερο κομμάτι της κοινωνίας να αναζητά την αντίθετη κατεύθυνση. Δεν παύει να είναι κομμάτι που βρέθηκε σε μάχες του περασμένου διαστήματος, που ελπίζει και αρχίζει να δρα ανατρεπτικά, που μπορεί να απογοητεύτηκε ή και να οπισθοχώρησε σε ένα βαθμό, αλλά σε κάθε περίπτωση θα βρεθεί και πάλι στις πρώτες γραμμές του αγώνα. Ή έλλειψη μαχητικότητας, οργάνωσης και αποφασιστικότητας  του αγωνιζόμενου κόσμου, γιγαντώνει τη δυναμική των ακροδεξιών και όχι η ηγεμονία της ακροδεξιάς στην κοινωνία. Άλλωστε, ακόμα και αν δεν αποτελούν απόλυτο κριτή, τα αποτελέσματα των εκλογών δεν συνηγορούν σε κάτι τέτοιο.
Έχει νόημα, να συζητάμε και να σκεφτόμαστε για τη ανάγκη ενός σύγχρονου πολιτικού υποκειμένου της επαναστατικής πάλης. Να αναζητούμε τους δρόμους για την ισχυροποίηση ενός επαναστατικού κομμουνιστικού ρεύματος που θα ανδρωθεί στους αγώνες της εποχής και θα θέσει πιο ψηλά τον πήχη της αναμέτρησης, κάνοντας υπόθεση του κινήματος την πάλη για την επανάσταση και τον κομμουνισμό. Να μελετάμε τα μαθήματα της ιστορίας του κομμουνιστικού κινήματος και τα έργα των κλασικών. Να επεξεργαζόμαστε κομμουνιστικά προγράμματα, να βλέπουμε δρόμους προώθησης των επαναστατικών ιδεών. Πράγματι, ο κόσμος της εργασίας πληρώνει πολύ ακριβά ακόμα και σήμερα, την ήττα και την πτώση του κομμουνιστικού οράματος. Η επαναφορά και η στράτευση στην υπόθεση του κομμουνισμού, σαν την μόνη λύση για την ανθρωπότητα που βυθίζεται σε ανείπωτα δεινά, είναι αναγκαία προϋπόθεση για την ενίσχυση του αγώνα, για την ταξική συνειδητοποίηση και βέβαια για να έρθει πιο κοντά το ζήτημα της επανάστασης και της νέας κοινωνίας.
Δεν έχει νόημα, αυτό να επαναλαμβάνεται σαν μια δήλωση κομμουνιστοσύνης και λενινισμού. Καλά ήταν και αυτά, αλλά πέρασε η εποχή που μετράνε οι προθέσεις και οι όμορφες φράσεις. Χρειάζεται ουσία, σχέδιο, ειδάλλως ο κομμουνισμός δεν θα γίνεται ποτέ κίνηση που καταργεί την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων και θα μετατρέπεται σε μυστικιστική έννοια που κάποιοι ορκίστηκαν σε αυτή. Και δεν έχει νόημα, να παθιάζεσαι με κόμματα και μπολσεβικισμούς αν αυτό δε σηματοδοτεί συγκεκριμένα βήματα οργάνωσης, αναδιάταξης, τομές στην πολιτική σου, πραγματικούς λενινισμούς δηλαδή, όχι φανταστικούς.
Φτάνοντας στο τέλος αυτού του κειμένου, προβληματίζομαι αρκετά για το αν κάτι προσφέρει. Μάλλον επαναλαμβάνει φλύαρα, προφανή πράγματα και – το χειρότερο από όλα- δεν έχει μια συγκεκριμένη συγκλονιστική πρόταση που να δίνει λύση σε όλα τα προβλήματα. Έχω όμως σοβαρά αρχίσει να πιστεύω ότι δεν υπάρχει ένα πράγμα που πρέπει να γίνει και το οποίο θα μας φτιάξει έναν σίγουρο δρόμο προς τη νίκη. Αν υπήρχε θα τον είχαμε ήδη βρει. Δε σημαίνει αυτό βέβαια ότι δεν πρέπει να σκεφτόμαστε σοβαρά για τις αναγκαίες αλλαγές που πρέπει να κάνουμε. Σημαίνει όμως ότι για να νικήσουμε αυτή τη φορά δεν χρειάζεται ένα πράγμα αλλά ένα σύνολο πραγμάτων, κάθε ένα εκ των οποίων είναι σημαντικό. Μπορεί να μην είναι πάντα εξίσου σημαντικά, μπορεί κάθε στιγμή να ιεραρχείς κάποια ψηλότερα, αλλά σίγουρα είναι όλα αναγκαία. Όποιος επιχειρεί να δώσει μονοσήμαντες απαντήσεις, ή να δώσει μια απάντηση που να λύνει τα πάντα, φοβάμαι ότι πλανάται ή παραπλανεί σκόπιμα.
Έτσι γίνεται και με τις αναγνώσεις της ιστορίας. Μέσα στη γενικευμένη ημιμάθεια, ότι ο καθένας ανασύρει ιστορικά για να τεκμηριώσει τις εκτιμήσεις του, το παρουσιάζει σαν το μοναδικό και σημαντικότερο στοιχείο που καθόρισε την τάδε ιστορική νίκη ή ήττα. Ήταν όμως έτσι; Νομίζω όχι. Και αν κάτι σίγουρα δεν έχει ανάγκη η εποχή είναι η άγνοια και η θεωρητική ένδεια ειδικά όταν προσπαθεί να αναβαπτιστεί σε γνώση και πλούτο. Με αυτή την έννοια αν σε κάτι θέλει να εστιάσει το κείμενο αυτό είναι στο να μη φοβόμαστε  να αντικρύσουμε την αμηχανία μας, τον φόβο μας και τα ερωτήματά μας. Όχι όμως για να υποταχτούμε σε αυτά, σε μια αέναη αγνωστικιστική αναζήτηση νοήματος, όχι για να ενισχύσουμε τη γενικευμένη αοριστολογία και τις φαφλατάδικες αποδοχές των πάντων ως σωστών ή των πάντων ως λανθασμένων. Αλλά για να προσπαθήσουμε να απαντήσουμε στα ερωτήματά μας με τον μοναδικό τρόπο που πάντοτε οι κομμουνιστές μπορούσαν. Μέσα στον αγώνα, την θεωρητική και πολιτική διαπάλη, μέσα στον κόσμο που διψά να αγωνιστεί, να μάθει αλλά και να διδάξει.
Δεν πρέπει η ψυχολογία μιας στιγμής να ζωγραφίζει στο μυαλό μας ψεύτικες εικόνες της πραγματικότητας. Όμως καμιά φορά είναι αναπόφευκτο να συμβαίνει. Και για να αλλάξει πρέπει και την πραγματικότητα να καταλαβαίνουμε να αναγνωρίζουμε, αλλά πάνω από όλα, πρέπει η μαζική πάλη, στους δρόμους και τη θεωρία, ξανά χαρούμενους και αισιόδοξους να μας κάνει. Και μια τέτοια νότα αισιοδοξίας έφερε το χθεσινό μαζικότατο αντιφασιστικό- αντιρατσιστικό συλλαλητήριο στην Αθήνα. Ελπίζω τις επόμενες μέρες, ίσως με κόμβο τη ΔΕΘ, να υπάρξουν και άλλες.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροη αρθρων