Σάββατο 28 Ιανουαρίου 2012

Το "κατηγορώ" του Εμίλ Ζολά ...

Η Αυγή online...
ΤΗΣ ΒΙΚΥΣ ΚΑΡΑΦΟΥΛΙΔΟΥ*
Ιανουάριος του 1898. Ο Εμίλ Ζολά δημοσιεύει το περίφημο «κατηγορώ» του προς τον πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας για την πολύκροτη υπόθεση Dreyfus. Με ισχυρότατη την αίσθηση της ιστορικής και πολιτικής του ευθύνης, ο δημιουργός της «Νανάς» μιλάει μέσα από το πρωτοσέλιδο μιας εφημερίδας που γίνεται ανάρπαστη. Η φωνή του μοιάζει να αντλεί τη δύναμή της από τους πολίτες μιας πολιτείας που θέλει να είναι δημοκρατική, από το δικό τους απαράγραπτο δικαίωμα να ακούσουν την αλήθεια. Ξεκάθαρη, λιτή, οδυνηρή. Μια ισότιμη συνομιλία ανάμεσα σε έναν στοχαστή και έναν λαό: «Κατηγορώ» τη συνενοχή στο έγκλημα, την τερατώδη μεροληψία, τη σύνταξη ψεύτικων εκθέσεων και την επαίσχυντη εκστρατεία παραπλάνησης της κοινής γνώμης. «Εγώ», ο υπογράφων, ο Εμίλ Ζολά, «κατηγορώ».
Η μεγαλειώδης καταγγελία του στηρίζεται σε ένα αδιαμφισβήτητο ηθικό πλεονέκτημα. Εκπορεύεται μέσα από ένα βαθύ αίσθημα ειλικρίνειας και δικαιοσύνης. Σήμερα, τον Ιανουάριο του 2012, στην Ελλάδα που παραλυμένη οδηγείται στην καταστροφή, φαίνεται πως καμιά εκδοχή του δημόσιου λόγου δεν μπορεί να υψώσει ένα ανάλογο κατηγορητήριο, με την ίδια ένταση και το ίδιο, κορυφαίο, συμβολικό εκτόπισμα.
Από τη μια πλευρά, εκείνοι οι πνευματικοί άνθρωποι που επέλεξαν να στηρίξουν την μνημονιακή πολιτική αρθρώνουν το κομβικό ηθικοπολιτικό τους επιχείρημα με βάση τόσο την προνομιακά φορτισμένη ανάγνωση του νοσηρού εθνικού παρελθόντος όσο και την εκκωφαντική αποσιώπηση του τραγικού οικονομικοκοινωνικού παρόντος. Προσωπικότητες προερχόμενες στην πλειοψηφία τους από τον χώρο της κεντροαριστεράς επιθυμούν να θέσουν εκ νέου το οικείο δίλημμα του εκσυγχρονισμού, μετατοπίζοντας ωστόσο διαρκώς τη διχοτομία προόδου και συντήρησης προς αντιδραστικότερες κατευθύνσεις. Για να σκιαγραφήσουν το ζοφερό πορτρέτο της μεταπολίτευσης με αληθοφάνεια μεν, πλην χωρίς κοινωνική γείωση, αφού, στο όνομα της «ανάπτυξης» και της δυτικής φυσιογνωμίας της χώρας, προσφέρουν ιδεολογικό έρεισμα στις πολιτικές που αντί να θεραπεύουν κατεδαφίζουν. Άνθρωποι που τάχθηκαν στην υπηρεσία των επιστημών, των τεχνών και των γραμμάτων σήμερα επικυρώνουν τη διάλυση της κοινωνικής συνοχής, διαιωνίζουν τη μεταφυσική του νεοφιλελεύθερου μονοδρόμου και προσφέρουν γενναιόδωρα τη συνηγορία τους στη συρρίκνωση της δημοκρατίας.
Πίσω από όλα αυτά, διαφαίνεται αχνά η πιο σκληρή περιφρόνηση για την ελληνική κοινωνία με τα χρόνια πολιτισμικά ελλείμματα και τις πολυδαίδαλες στρεβλώσεις της. Με σημαία την καυτηρίαση του λαϊκισμού, αναδύεται η συγκατάθεση για την τιμωρητική, σχεδόν σαδιστική, συντριβή ενός «ανάξιου λαού». Ενός «λαού», που επειδή ποτέ δεν έγινε επαρκώς «ευρωπαϊκός», δεν δικαιούται σήμερα να ακούσει πως η Ευρώπη των τραπεζών δεν έχει πλέον καμία σχέση με την κλασική, ανθρωπιστική έννοια της Ευρώπης του Διαφωτισμού. Ενός «λαού» που, επειδή κακομεταχειρίστηκε τον κοινοβουλευτικό θεσμό και αφέθηκε στο κακοχωνεμένο φαντασιακό του καταναλωτικού εξισωτισμού, δεν δικαιούται σήμερα να διαφυλάξει τη Δημοκρατία του. Έτσι, καμιά φωνή από τον χώρο του πολιτικού φιλελευθερισμού δεν βρέθηκε να καταγγείλει τις σωρευτικές παραβιάσεις του Συντάγματος, καμιά δημοκρατική μνήμη δεν στάθηκε αρκετά ισχυρή να ονοματίσει τον ολοκαίνουργιο οικονομικό μας ολοκληρωτισμό. Καμιά φωνή δεν απευθύνθηκε στην κοινωνία την ίδια, δεν αξίωσε την ελεύθερη, ισότιμη απεύθυνση. Αντίθετα, στο κάλεσμά της αναζήτησε ξανά εκείνες τις φθαρμένες εξουσίες, που σήμερα στερούνται πλέον κάθε νομιμοποίησης.
Από την άλλη, οι στοχαστές του αντιμνημονιακού λόγου βρίσκονται ασφυκτικά φυλακισμένοι στην τραγωδία ενός χρόνου που πέρασε ανεπιστρεπτί. Σήμερα καταδεικνύουν με θάρρος και ακρίβεια το πολιτικό και κοινωνικό διακύβευμα της συγκυρίας, αλλά είναι πλέον αργά. Γιατί, οι συνειδήσεις και οι πολιτικές πρακτικές, στον συνδικαλισμό, στο πανεπιστήμιο και όπου αλλού, δεν διεκδικήθηκαν επαρκώς από την αριστερά όταν έπρεπε. Γιατί η αριστερά προσπάθησε, αλλά δεν μπόρεσε πολιτισμικά να λογαριαστεί εγκαίρως ούτε με εκείνους τους παλαιούς «μη προνομιούχους» του ΠΑΣΟΚ, ούτε με τους εκσυγχρονιστές του Σημίτη. Βέβαια, το γεγονός ότι, στις συνθήκες της τωρινής ακραίας πόλωσης, σημαντικοί διανοούμενοι υπερασπίζονται τη δημοκρατία και τον κόσμο της εργασίας, δεν παύει να τους τιμά ιδιαιτέρως. Η δική τους συμβολή είναι ό,τι καλύτερο διαθέτουμε. Ποιος όμως «λαός» είναι τώρα διατεθειμένος να τους ακούσει; Κουφή στα λόγια τους, η κοινωνία, αβέβαιη και οργισμένη, δίχως ισχυρά πολιτισμικά και ιδεολογικά αναχώματα, προς το παρόν θα πορεύεται σκοτεινά, αδύναμη να βρει εκείνον τον λαμπερό και σπουδαίο Εμίλ Ζολά της.
* Η Β. Καραφουλίδου είναι ιστορικός.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροη αρθρων