Κανένα από όσα σημαντικά θυμάμαι στη ζωή μου δεν σχετίζεται με το χρήμα, τα καλοκαίρια στις ελληνικές παραλίες, στη δροσιά του βουνού, στα ξέφρενα γέλια των παιδικών μου φίλων, στις αγκαλιές των γονιών μου, στις μυρωδιές της κουζίνας της γιαγιάς μου, στα διδακτικά νεύρα του παππού μου, στις ανθισμένες αμυγδαλιές της γειτονιάς μου, στους παλιούς τοίχους του σπιτιού μου, στα καλοριφέρ με τα πλυμένα ρούχα, στην μπασκέτα της αυλής μου, στην ελιά μέσα στον κήπο μας, στα λαχανικά που καλλιεργούσε ο πατέρας μου.
Το σπίτι μου βρισκόταν στο σταυροδρόμι με ονόματα δρόμων από ελληνικά νησιά που δεν έτυχε να πάω ποτέ. Κι όμως οι μυρωδιές εκεί δεν θα είναι διαφορετικές από τις μυρωδιές των δρόμων της Βαρκελώνης, τα σοκάκια θα μοιάζουν με τα ιστορικά σοκάκια της Ρώμης, οι μεγάλοι δρόμοι με τις λεωφόρους της Μαδρίτης, οι ανθισμένες γλάστρες των σπιτιών με τα λουλούδια κρεμασμένα στα μπαλκόνια της Λισαβόνας.
Τα βλέμματα των ανθρώπων μας, των δικών μας και των ξένων μας, των επισκεπτών και μεταναστών μας συναντιούνται στις δοκιμαζόμενες περιοχές του Νότου αφού πρώτα μέθυσαν με τις ψευδαισθήσεις της καλής ζωής, αγορασμένης με δανεικά από αρπακτικά ή από προσδοκίες σωτηρίας που προϋπέθεταν την ενσωμάτωση στα χειρότερα δείγματα ζωής που παράχθηκαν μέσα στις πόλεις μας και τις εξοχές μας. Μάθαμε από τον καπιταλισμό να κοιτάμε βουνά με δάση και να βλέπουμε σήραγγες και ορυχεία χρυσού, δεχτήκαμε να δηλητηριάσουμε τα νερά μας με τα υποπροϊόντα του πολιτισμού που καταναλώναμε για να γεμίζουν τα θησαυροφυλάκια και όταν οι πρώτοι ατίθασοι Γαλάτες με τον κρυφό μαγικό ζωμό της ζωής αντιστάθηκαν στο δικό μας παραλογισμό τους είπαμε αλήτες, αναρχικούς, προβοκάτορες, τρομοκράτες. Ας το παραδεχτούμε, εμείς που συναινέσαμε είμαστε οι αλήτες…
Προχτές, κοιτώντας τη γυναίκα μου και τα παιδιά μου μια αστραπιαία σκέψη δηλητηρίασε το μυαλό μου. Οι οικονομικές υποχρεώσεις, τα φροντιστήρια, οι δόσεις των δανείων, οι κάρτες, η ΔΕΗ, το τηλέφωνο, τα ρούχα της γυναίκας μου, τα παπούτσια των παιδιών μου. Κάθε μέρα αυτά σκέφτομαι αλλά προχτές ένιωσα βαθιά μέσα μου ότι έχω συνδέσει τους ανθρώπους που αγαπώ περισσότερο από κάθε τι σε αυτόν τον κόσμο μου με χρήματα, δάνεια και οικονομικές υποχρεώσεις. Μια τρομερή σκέψη με κυρίεψε, ότι βλέπω τους ανθρώπους μου ως μονάδες χρήματος που φέρνουν και δαπανούν, σαν να έχω μια βιομηχανία με εργάτες που κοστίζουν και παράγουν. Και για πρώτη φορά μετά από καιρό, αισθάνθηκα άσχημα και το ένιωθα μέσα, πόνεσα στα σώψυχά μου όχι για το καθημερινό άγχος της οικονομικής συναλλαγής αλλά για κάθε μέρα, για κάθε δευτερόλεπτο που δέχτηκα να αντικαταστήσω τα συναισθήματα για τη ζωή και τους ανθρώπους μου με το δηλητήριο της οικονομίστικης αντίληψης της ζωής.
Και τότε, μια βαθιά επιθυμία για ζωή αναρριχήθηκε, κάτι που νόμιζα ότι είχα χάσει, κάτι που σχεδόν παρακαλούσα να είχα χάσει όταν δεχόμουν να γίνω μηχανή παραγωγής κέρδους. Κάτι που έμεινε βαθιά ριζωμένο μέσα μου, κρυμμένο σε απλησίαστες σκοτεινές σπηλιές που καταχωνιάζεις πολύτιμους θησαυρούς για να παραμείνουν απροσπέλαστοι από την απειλή των γύρω μου ανθρώπων.
Πώς δέχτηκα να αντικαταστήσω το χαμόγελο των παιδιών μου με τις υποσχέσεις για παιχνίδια και δώρα που τους έταζα? Πώς δέχτηκα να ανταλλάζω τα χάδια και τις αγκαλιές της γυναίκας μου με πληρωμένους έρωτες του ενός τετάρτου ή τα κρύα βλέμματα ψηφιακών ερωμένων? Πώς δέχτηκα να φιμώνω τα ξέφρενα γέλια των παιδιών μου με ηλεκτρονικές συσκευές και βιντεοπαιχνίδια? Τι έχασα από τη ζωή μου όταν με συνεπαίρναν οι ίπποι του σπορ αμαξιού μου? Πόσο καταχώνιασα τις γλυκές αναμνήσεις των παιδικών μου χρόνων στο παλιό μου σπίτι όταν απολάμβανα τους φρεσκοβαμμένους τοίχους του νέου μου διαμερίσματος? Πόσο υπονόμευσα τη ζωή μου όταν αντάλλαξα την απόλαυση ενός ήρεμου περίπατου στο δάσος με παραπάνω ώρες εργασίας για να πληρώσω τα δάνεια? Πόσες μυρωδιές έχασα από την κουζίνα της γιαγιάς μου όταν έθαβα την πείνα μου στα γκουρμέ πιάτα των πολυτελών εστιατορίων?
Κάπου μέσα μου ένα ζιζάνιο που δεν μπόρεσα να ξεπαστρέψω, ένας σπόρος ξαναβλάστησε για να μου θυμίσει ότι η αξιοπρέπεια μου, η ελευθερία μου, η αυτοδιάθεσή μου, η απόλαυση της ζωής, η ευτυχία δεν περνάει μέσα από την εκμετάλλευση του συνανθρώπου μου, από την πολυτελή ζωή των αστών ή τον κομφορμισμό της στολής εργασίας των κοστουμιών.
Για την αξιοπρέπεια μου, τη ζωή μέσα από τα συναισθήματά μου για τους συνανθρώπους μου, για την ελευθερία που με ολοκληρώνει ως άνθρωπο, για την αυτοδιάθεση μας, για την αλληλεγγύη και την αυτοδιαχείριση των ζωών μας…
Για την επανακατάληψη των ζωών μας…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου