του Κωστα Κρεμμυδα απο την Εποχη...
Γι’ αυτό πυροβολείτε τους ποιητές / όπου τους βρίσκετε / είναι ικανοί να ταράξουν / τη γαλήνη του ύπνου σας
Κ.Κ.
Δε φανταζόμουν ότι στην Κομοτηνή, παρότι και στο παρελθόν έχω ζήσει στην πόλη ανάλογες εμπειρίες (χάρη στην Τζένη Κατσαρή, τον συγγραφέα, μεταφραστή, συνεργάτη του Μανδραγόρα Χρήστο Χαρτοματσίδη και τον άλλοτε δήμαρχο της πόλης Τάσο Βαβατσικλή), θα συναντούσα τόσο ολοζώντανη πολυπολιτισμική, πολύχρωμη, πολύμορφη και γι’ αυτό μοναδική εικόνα.
Αφορμή στάθηκαν δυο βιβλία των ποιητών Βλαντιμίρ Μπογιαρίνοβ και Μαξίμ Ζάμσεβ, προέδρου και αντιπροέδρου αντίστοιχα της Ένωσης Ρώσων Συγγραφέων, και ένα παλαιότερο του Αζέρου ποιητή Ελτσίν Ισγκεντερζάντε, γεννημένου στην περιοχή του Καραμπάγ του Αζερμπαϊτζάν. Με πλήθος επιστημονικών και λογοτεχνικών μονογραφιών στο ενεργητικό του, μεταφρασμένα στις γλώσσες των χωρών της Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών (της πρώην ΕΣΣΔ), αλλά και μεταφράσεις ξένων έργων στην Αζερμπαϊζανοτουρκική.
Δεν είναι τυπική η αναφορά μου σήμερα, αλλά τιμητική υποχρέωση και παράδειγμα μίμησης στον διαπολιτισμικό χαρακτήρα που εδώ και χρόνια κατακτά συστηματικά η Ροδόπη μέσα από τον αγώνα και την κοινή δράση του πολύφωνου πληθυσμιακού δυναμικού της περιοχής. Ο πληθυσμός της Κομοτηνής –εξαιρετικά πολύγλωσσος για το μέγεθός της– αποτελείται από Έλληνες, απόγονους προσφύγων από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη, Έλληνες Μειονοτικούς (Τουρκόφωνους, Πομάκους και Αθίγγανους, κυρίως Μουσουλμάνους στο θρήσκευμα) και απογόνους Αρμενίων προσφύγων. Οι Τσιγγάνοι μένουν στον Ήφαιστο (παλιά ονομασία: Καλκάτζα), βορειοδυτικά της πόλης και στην περιοχή Αλάν Κουγιού (Αλάνκιοϊ) γνωστό και ως «Τενεκέ Μαχαλά» μέσα στην Κομοτηνή. Την δεκαετία του 1990 εγκαταστάθηκαν και παλιννοστούντες ομογενείς από χώρες της πρώην ΕΣΣΔ (κυρίως Γεωργία, Αρμενία, Ρωσία, Ουκρανία και Καζακστάν).
Κι ενώ από τη μια πλευρά που υπάρχουν οι διαφορετικές γλώσσες, κουλτούρες, παραδόσεις, προκύπτει ως ανάγκη η συνεργασία/συνύπαρξη/κοινή δράση φορέων: το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, πολιτικών (ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Ροδόπης Αϊχάν Καρά Γιουσούφ), κοινωνικών συλλόγων (Ποντίων νομού Ροδόπης), πολιτιστικών και καλλιτεχνικών ομάδων (π.χ. η ομάδα «Ανθρώπινα», το περιοδικό insanca, και βέβαια η εφημερίδα «Παρατηρητής της Θράκης», με την πολύχρονη δυναμική παρουσία της Τζένης Κατσαρή), αλλά και ιδιωτών (ο φίλος πρώην βουλευτής του ΣΥΝ Μουσταφά Μουσταφά, η οικογένεια του Κομοτηνέου γιατρού και λογοτέχνη Χασάν Αχμέτ, ο Ισίδωρος Αμοιρίδης, που γεννήθηκε και έζησε μέχρι το 1992 στη Δημοκρατία της Αρμενίας και είχε με τη Σουζάνα Γκιουρτζίδη την ευθύνη της ταυτόχρονης μετάφρασης στη ρωσική), από την άλλη, στα αθηναϊκά κανάλια και τις ειδήσεις προβάλλεται και καλλιεργείται, κυρίως εξ αιτίας κυβερνητικών σχεδιασμών, η μισαλλοδοξία και ο ναζισμός. Σημάδια εκπεσμού ή απόγνωσης ενός συστήματος που πασχίζει έναντι όποιου τιμήματος να επιβιώσει; Επιθανάτιος ρόγχος ενός επιτέλους τέλους, ή μεθοδικά λαγούμια των αρουραίων της εξουσίας που θα τα καταφέρει και πάλι να μας εγκλωβίσει;
Το Ιμαρέτ της Κομοτηνής (δηλ πτωχοκομείο στην τουρκική) είναι από τα παλαιότερα σωζόμενα οθωμανικά μνημεία της Ευρώπης, από τα αρχαιότερα δείγματα οθωμανικής αρχιτεκτονικής στη Θράκη. Χρονολογείται μεταξύ των αρχών της δεκαετίας του 1360 και του τέλους του 14ου αιώνα και χτίστηκε από τον Οθωμανό κατακτητή Γαζή Αχμέτ Εβρενό, κοντά στα ανατολικά τείχη του βυζαντινού κάστρου των Κουμουτζηνών (βυζαντινή ονομασία της πόλης που στα τουρκικά λέγεται Γκιουμουλτζίνα). Το Ιμαρέτ αποτελείται από τρεις χώρους που διαμορφώνουν στην κάτοψη το σχήμα Τ (τύπου ζαβιγέ) και είναι κτισμένο με τη βυζαντινή τεχνική χρησιμοποιώντας πλινθοπερίκλειστη τοιχοδομία, χαρακτηριστικό των πρώιμων οθωμανικών κτισμάτων. Στη νότια πλευρά μάλιστα του κτίσματος έχει ανακαλυφθεί εντοιχισμένο μαρμάρινο γυναικείο κεφάλι ρωμαϊκών χρόνων.
Κοντά και το Γενί Τζαμί (1585) (τουρκ. Νέο Τέμενος) και τον Πύργο του Ωρολογίου (1884), επίσης οθωμανικά κτίσματα, βρίσκονται τα μαγαζιά της μειονότητας: σιδεράδικα, στραγαλάδικα (λεμπλιεμπλιά), καφεπωλεία με ιδιαίτερα χαρμάνια τούρκικου καφέ και παραδοσιακά γλυκά: μαλεμπί και σουτζούκ λουκούμ, που θεωρείται αντιπροσωπευτικό τοπικό έδεσμα και παρασκευάστηκε για πρώτη φορά από τον Νεντίμ Μεμέτ σε ένα λουκουμάδικο της πόλης. Άλλοτε εβραϊκά μαγαζιά μέχρι το ξεκλήρισμα της εβραϊκής κοινότητας, καθώς του Ολοκαυτώματος επέζησαν οκτώ άτομα (!), με αποτέλεσμα το 1958 να διαλυθεί η Ισραηλίτικη Κοινότητα λόγω έλλειψης μελών, και να κατεδαφιστεί η Εβραϊκή συναγωγή το 1994, μολονότι δέκα χρόνια πριν είχε κριθεί διατηρητέα!
Η ξενάγηση θα συνεχιζόταν για ώρες από τον ποιητή και συνεργάτη του Μανδραγόρα Χάρη Μιχαλόπουλο, καθηγητή σήμερα λατινικών στο Δημοκρίτειο, (απ’ τον οποίο έμαθα και τη λέξη βουλγορογραμμένος και το ρήμα «βουλγαρογράφομαι»), αν δεν έφτανε η ώρα της εκδήλωσης στην κατάμεστη αίθουσα της Περιφέρειας.
Να σημειώσω, επίσης, την ξεχωριστή απαγγελία ποιημάτων στα ρωσικά και ελληνικά (ακούστηκαν βεβαίως και στα τουρκικά ποιήματα) από τους φοιτητές Βασίλη Ανθιμιάδη, Ραφαέλα Γιαπιτζόγλου, Αλίσια Ντολέσοβα, Ευθύμη Φιλήντρα, Όλγα Αλεξέεβα, Γρηγόρη Πιτσικάκη, Ραφαέλα Καναρίδη, Θωμαή Χριστόφα, Σπύρο Κοργιαλά Καρύδα, Αλεξάνδρα Τσιαμούλη, Αθηνά Τισκαρίδου, Δήμητρα Σπυριάδου και Μαρία Μπιλμπίλη, του Τμήματος Φιλολογίας και Πολιτισμού Παρευξείνιων Χωρών του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου.
Βρισκόμαστε σε μια μεταβατική κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά εποχή. Αυτό δεν μπορεί παρά να αποτυπωθεί στην τέχνη. Στην περίπτωση των δύο ρώσων ποιητών, που έχουν πίσω τους μια 20ετή οδυνηρή εμπειρία κατάρρευσης, αποτυπώνεται/ωριμάζει και γίνεται έκδηλο. Στην Ελλάδα τώρα ξεκινά.
Η τέχνη άλλοτε γίνεται παρακολούθημα κι άλλοτε πρωτοπορία. Μακάρι στις σημερινές συνθήκες να πρωταγωνιστήσει, όχι μόνο για ν’ αποτελέσει την καταφυγή, αλλά να δώσει και ώθηση στις αναγκαίες, και ήδη καθυστερημένες, κοινωνικές ανατροπές. Απ’ τη σκοπιά αυτή τα δυο βιβλία και η προσπάθεια που ζήσαμε στη διαπολιτισμική Κομοτηνή, μας έδωσαν ελπίδα.
Για άλλη μια φορά η τέχνη έδειξε το δρόμο. Μακάρι κι οι πολιτικοί να πάρουν το μήνυμα.
Κώστας Κρεμμύδας
Κ.Κ.
Δε φανταζόμουν ότι στην Κομοτηνή, παρότι και στο παρελθόν έχω ζήσει στην πόλη ανάλογες εμπειρίες (χάρη στην Τζένη Κατσαρή, τον συγγραφέα, μεταφραστή, συνεργάτη του Μανδραγόρα Χρήστο Χαρτοματσίδη και τον άλλοτε δήμαρχο της πόλης Τάσο Βαβατσικλή), θα συναντούσα τόσο ολοζώντανη πολυπολιτισμική, πολύχρωμη, πολύμορφη και γι’ αυτό μοναδική εικόνα.
Αφορμή στάθηκαν δυο βιβλία των ποιητών Βλαντιμίρ Μπογιαρίνοβ και Μαξίμ Ζάμσεβ, προέδρου και αντιπροέδρου αντίστοιχα της Ένωσης Ρώσων Συγγραφέων, και ένα παλαιότερο του Αζέρου ποιητή Ελτσίν Ισγκεντερζάντε, γεννημένου στην περιοχή του Καραμπάγ του Αζερμπαϊτζάν. Με πλήθος επιστημονικών και λογοτεχνικών μονογραφιών στο ενεργητικό του, μεταφρασμένα στις γλώσσες των χωρών της Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών (της πρώην ΕΣΣΔ), αλλά και μεταφράσεις ξένων έργων στην Αζερμπαϊζανοτουρκική.
Δεν είναι τυπική η αναφορά μου σήμερα, αλλά τιμητική υποχρέωση και παράδειγμα μίμησης στον διαπολιτισμικό χαρακτήρα που εδώ και χρόνια κατακτά συστηματικά η Ροδόπη μέσα από τον αγώνα και την κοινή δράση του πολύφωνου πληθυσμιακού δυναμικού της περιοχής. Ο πληθυσμός της Κομοτηνής –εξαιρετικά πολύγλωσσος για το μέγεθός της– αποτελείται από Έλληνες, απόγονους προσφύγων από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη, Έλληνες Μειονοτικούς (Τουρκόφωνους, Πομάκους και Αθίγγανους, κυρίως Μουσουλμάνους στο θρήσκευμα) και απογόνους Αρμενίων προσφύγων. Οι Τσιγγάνοι μένουν στον Ήφαιστο (παλιά ονομασία: Καλκάτζα), βορειοδυτικά της πόλης και στην περιοχή Αλάν Κουγιού (Αλάνκιοϊ) γνωστό και ως «Τενεκέ Μαχαλά» μέσα στην Κομοτηνή. Την δεκαετία του 1990 εγκαταστάθηκαν και παλιννοστούντες ομογενείς από χώρες της πρώην ΕΣΣΔ (κυρίως Γεωργία, Αρμενία, Ρωσία, Ουκρανία και Καζακστάν).
Κι ενώ από τη μια πλευρά που υπάρχουν οι διαφορετικές γλώσσες, κουλτούρες, παραδόσεις, προκύπτει ως ανάγκη η συνεργασία/συνύπαρξη/κοινή δράση φορέων: το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, πολιτικών (ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Ροδόπης Αϊχάν Καρά Γιουσούφ), κοινωνικών συλλόγων (Ποντίων νομού Ροδόπης), πολιτιστικών και καλλιτεχνικών ομάδων (π.χ. η ομάδα «Ανθρώπινα», το περιοδικό insanca, και βέβαια η εφημερίδα «Παρατηρητής της Θράκης», με την πολύχρονη δυναμική παρουσία της Τζένης Κατσαρή), αλλά και ιδιωτών (ο φίλος πρώην βουλευτής του ΣΥΝ Μουσταφά Μουσταφά, η οικογένεια του Κομοτηνέου γιατρού και λογοτέχνη Χασάν Αχμέτ, ο Ισίδωρος Αμοιρίδης, που γεννήθηκε και έζησε μέχρι το 1992 στη Δημοκρατία της Αρμενίας και είχε με τη Σουζάνα Γκιουρτζίδη την ευθύνη της ταυτόχρονης μετάφρασης στη ρωσική), από την άλλη, στα αθηναϊκά κανάλια και τις ειδήσεις προβάλλεται και καλλιεργείται, κυρίως εξ αιτίας κυβερνητικών σχεδιασμών, η μισαλλοδοξία και ο ναζισμός. Σημάδια εκπεσμού ή απόγνωσης ενός συστήματος που πασχίζει έναντι όποιου τιμήματος να επιβιώσει; Επιθανάτιος ρόγχος ενός επιτέλους τέλους, ή μεθοδικά λαγούμια των αρουραίων της εξουσίας που θα τα καταφέρει και πάλι να μας εγκλωβίσει;
Το Ιμαρέτ της Κομοτηνής (δηλ πτωχοκομείο στην τουρκική) είναι από τα παλαιότερα σωζόμενα οθωμανικά μνημεία της Ευρώπης, από τα αρχαιότερα δείγματα οθωμανικής αρχιτεκτονικής στη Θράκη. Χρονολογείται μεταξύ των αρχών της δεκαετίας του 1360 και του τέλους του 14ου αιώνα και χτίστηκε από τον Οθωμανό κατακτητή Γαζή Αχμέτ Εβρενό, κοντά στα ανατολικά τείχη του βυζαντινού κάστρου των Κουμουτζηνών (βυζαντινή ονομασία της πόλης που στα τουρκικά λέγεται Γκιουμουλτζίνα). Το Ιμαρέτ αποτελείται από τρεις χώρους που διαμορφώνουν στην κάτοψη το σχήμα Τ (τύπου ζαβιγέ) και είναι κτισμένο με τη βυζαντινή τεχνική χρησιμοποιώντας πλινθοπερίκλειστη τοιχοδομία, χαρακτηριστικό των πρώιμων οθωμανικών κτισμάτων. Στη νότια πλευρά μάλιστα του κτίσματος έχει ανακαλυφθεί εντοιχισμένο μαρμάρινο γυναικείο κεφάλι ρωμαϊκών χρόνων.
Κοντά και το Γενί Τζαμί (1585) (τουρκ. Νέο Τέμενος) και τον Πύργο του Ωρολογίου (1884), επίσης οθωμανικά κτίσματα, βρίσκονται τα μαγαζιά της μειονότητας: σιδεράδικα, στραγαλάδικα (λεμπλιεμπλιά), καφεπωλεία με ιδιαίτερα χαρμάνια τούρκικου καφέ και παραδοσιακά γλυκά: μαλεμπί και σουτζούκ λουκούμ, που θεωρείται αντιπροσωπευτικό τοπικό έδεσμα και παρασκευάστηκε για πρώτη φορά από τον Νεντίμ Μεμέτ σε ένα λουκουμάδικο της πόλης. Άλλοτε εβραϊκά μαγαζιά μέχρι το ξεκλήρισμα της εβραϊκής κοινότητας, καθώς του Ολοκαυτώματος επέζησαν οκτώ άτομα (!), με αποτέλεσμα το 1958 να διαλυθεί η Ισραηλίτικη Κοινότητα λόγω έλλειψης μελών, και να κατεδαφιστεί η Εβραϊκή συναγωγή το 1994, μολονότι δέκα χρόνια πριν είχε κριθεί διατηρητέα!
Η ξενάγηση θα συνεχιζόταν για ώρες από τον ποιητή και συνεργάτη του Μανδραγόρα Χάρη Μιχαλόπουλο, καθηγητή σήμερα λατινικών στο Δημοκρίτειο, (απ’ τον οποίο έμαθα και τη λέξη βουλγορογραμμένος και το ρήμα «βουλγαρογράφομαι»), αν δεν έφτανε η ώρα της εκδήλωσης στην κατάμεστη αίθουσα της Περιφέρειας.
Να σημειώσω, επίσης, την ξεχωριστή απαγγελία ποιημάτων στα ρωσικά και ελληνικά (ακούστηκαν βεβαίως και στα τουρκικά ποιήματα) από τους φοιτητές Βασίλη Ανθιμιάδη, Ραφαέλα Γιαπιτζόγλου, Αλίσια Ντολέσοβα, Ευθύμη Φιλήντρα, Όλγα Αλεξέεβα, Γρηγόρη Πιτσικάκη, Ραφαέλα Καναρίδη, Θωμαή Χριστόφα, Σπύρο Κοργιαλά Καρύδα, Αλεξάνδρα Τσιαμούλη, Αθηνά Τισκαρίδου, Δήμητρα Σπυριάδου και Μαρία Μπιλμπίλη, του Τμήματος Φιλολογίας και Πολιτισμού Παρευξείνιων Χωρών του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου.
Βρισκόμαστε σε μια μεταβατική κοινωνικά, πολιτικά, οικονομικά εποχή. Αυτό δεν μπορεί παρά να αποτυπωθεί στην τέχνη. Στην περίπτωση των δύο ρώσων ποιητών, που έχουν πίσω τους μια 20ετή οδυνηρή εμπειρία κατάρρευσης, αποτυπώνεται/ωριμάζει και γίνεται έκδηλο. Στην Ελλάδα τώρα ξεκινά.
Η τέχνη άλλοτε γίνεται παρακολούθημα κι άλλοτε πρωτοπορία. Μακάρι στις σημερινές συνθήκες να πρωταγωνιστήσει, όχι μόνο για ν’ αποτελέσει την καταφυγή, αλλά να δώσει και ώθηση στις αναγκαίες, και ήδη καθυστερημένες, κοινωνικές ανατροπές. Απ’ τη σκοπιά αυτή τα δυο βιβλία και η προσπάθεια που ζήσαμε στη διαπολιτισμική Κομοτηνή, μας έδωσαν ελπίδα.
Για άλλη μια φορά η τέχνη έδειξε το δρόμο. Μακάρι κι οι πολιτικοί να πάρουν το μήνυμα.
Κώστας Κρεμμύδας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου