του Κωστα Καπνιση, απο το Periodista.gr...
Μιλώντας σε ρεαλιστική βάση δεν υπάρχει κάποιος δημοκρατικός –
προοδευτικός πολίτης, ο οποίος δεν είχε καταλάβει από την αρχή ότι η
Χρυσή Αυγή ήταν το μακρύ χέρι του συστήματος, μια παρακρατική ομάδα
εγκληματιών από τα παλιά τα σκοτεινά τα χρόνια. Στην πολιτική ή στην
«πολιτική» δεν δύναται να υπάρξει κενό. Το ίδιο ισχύει και για τις
ιδεολογίες ή για τις «ιδεολογίες».
Το αυτό ισχύει και για τα κόμματα ή τα «κόμματα». Τα κόμματα είναι ζωντανοί οργανισμοί. Γεννιούνται, ζουν και πεθαίνουν. Η επιτυχημένη ή όχι διαδρομή τους πάντοτε εξαρτάται από τις ιδέες και το ποιόν των ανθρώπων που τα υπηρετούν.
Η Χρυσή Αυγή ποτέ δεν ήταν κόμμα με την ακριβή έννοια του πολιτικού όρου. Ουσιαστικά ήταν η συνέχιση ή και το παρακλάδι της ΕΠΕΝ και ο σκληρός πυρήνας των αμετανόητων. Εκείνων δηλαδή που μετά τη λήξη του Β’ ΠΠ, και ενώ υπηρέτησαν τον Γερμανό κατακτητή, αρνήθηκαν να μπουν στη δημοκρατική – πολιτική διαδικασία όχι μόνο από δική τους επιλογή, αλλά και από τα λεγόμενα κλειστά – σκοτεινά συστήματα εξουσίας. Αρκετοί μάλιστα από εκείνους βρέθηκαν με αμύθητες περιουσίες, λόγω της συναλλαγής τους με τους Ναζί, αλλά και από την εκμετάλλευση του εξαθλιωμένου και πεινασμένου ελληνικού λαού, ο οποίος τους πουλούσε το σπίτι του για να αγοράσει λίγο ψωμί, ρύζι και μερικά σακιά αλεύρι για να καταφέρει να επιβιώσει.
Οι έχοντες ιστορική μνήμη θα θυμούνται τη δικαιολόγηση των αμύθητων περιουσιών. «Κερδίσαμε το λαχείο». Αυτή ήταν η χυδαία δικαιολόγηση των τότε «επιχειρηματιών». Χιλιάδες κερδισμένα λαχεία, αλλά ο κόσμος ήξερε. Γνώριζε, αλλά επειδή η δράση των ταγματασφαλιτών, των δωσίλογων και των λοιπών παρασίτων ήταν σχετικά πρόσφατη και η δύναμή τους αρκετά μεγάλη, φοβόταν να μιλήσει. Η Ιστορία συνεχίστηκε και πήγε από τον Εμφύλιο μέχρι την μαύρη επταετία της Χούντας των Συνταγματαρχών. Όλο αυτό το χρονικό διάστημα τα παράσιτα είχαν αποκτήσει και πάλι πρόσβαση τόσο στο κεντρικό σύστημα εξουσίας όσο και στο παρασκήνιο και καθόριζαν ή προσπαθούσαν να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο στις εξελίξεις. Δυστυχώς για τον ελληνικό λαό τα κατάφεραν.
Το διάστημα από την Μεταπολίτευση του 1974 και την επαναφορά του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην Ελλάδα μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1980 του Ανδρέα Παπανδρέου, ήταν εκείνο στο οποίο έγινε μεγάλη προσπάθεια, η οποία μερικώς ήταν επιτυχής, καθώς υπήρξε η ιδέα της εθνικής συμφιλίωσης. Τόσο ο πολιτικός ηγέτης της τότε ΝΔ όσο και ο πολιτικός ηγέτης του τότε ΠΑΣΟΚ προέταξαν την άνοδο του καταβαραθρωμένου βιοτικού επιπέδου ενός εξαθλιωμένου λαού από τις κακουχίες ενός Παγκοσμίου Πολέμου, όσο και από την ταραχώδη πολιτική ζωή μέχρι το 1974. Ήταν προφανές ότι η χώρα έπρεπε να ορθοποδήσει και αυτή ήταν μια καθαρά πολιτική επιλογή. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι τότε πολιτικοί ηγέτες δεν γνώριζαν το τι γινόταν κάτω από την μύτη τους. Απλώς είχαν την κατάσταση υπό πολιτικό έλεγχο και δεν επέτρεψαν στο παρακράτος, επίσημο και ανεπίσημο να παρεμβαίνει σε πολιτικό τουλάχιστον επίπεδο.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 ξεκίνησε η προετοιμασία των διεθνών αρπακτικών να «βάλουν πόδι» στην Ευρωπαϊκή Ένωση, να τελειώνουν με την πολιτική και να επιβάλλουν τον λεγόμενο «νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό», την κυριαρχία των αγορών, των Τραπεζών και των υπαλλήλων - υπηρετών τους. Οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες είχαν τελειώσει με τις δικές τους πληγές, τα δικά τους καρτέλ, είχαν την μεσαία τάξη τους και οι οικονομίες τους βρίσκονταν σε ανοδική τροχιά. Για την Ελλάδα, η μεσαία τάξη ήταν κάτι πρωτόγνωρο. Δυστυχώς για τον λαό, στα μέσα της δεκαετίας του 1990 επικράτησε στην πολιτική ζωή του τόπου το νέο ρεύμα των τεχνοκρατών – θιασωτών της νέας τάξης πραγμάτων της Φρανκφούρτης και των Βρυξελλών. Τούτο, έγινε ακριβώς την ώρα που έπρεπε να ξεκινήσει μια σοβαρή συζήτηση στη χώρα, αφού είχε σταθεί πλέον στα πόδια της, σε ότι αφορά την άνοδο του βιοτικού επιπέδου, για την απαραίτητη παραγωγική ανασυγκρότηση και το οικονομικό μοντέλο που θα ακολουθούσε η χώρα.
Αλήθεια είναι ότι άλλαξαν πολλά στη χώρα σε σχέση με τις προηγούμενες δεκαετίες. Έγιναν όμως και λάθη. Σοβαρά λάθη. Η χώρα δεν προετοιμάστηκε για το τέλος των εθνικών κυβερνήσεων και την επικράτηση του διευθυντηρίου Βρυξελλών – Φρανκφούρτης. Παράλληλα με αυτές τις οικονομικές εξελίξεις, υπήρξαν κάποιες προσπάθειες στην Ελλάδα για να λυθεί τουλάχιστον το ζήτημα της ντόπιας παρασιτικής ολιγαρχίας, η οποία καταλήστεψε την Ελλάδα από το 1830 και μετά. Ο Κώστας Καραμανλής, το 2004 είχε πει το περίφημο «Δεν θα αφήσω τους νταβατζήδες να χειραγωγήσουν την πολιτική ζωή της χώρας». Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Γιώργος Παπανδρέου το 2009 είχε δηλώσει ότι «Κυβερνώ μια διεφθαρμένη χώρα». Και οι δύο όμως αποδείχθηκε ότι δεν κατάφεραν να τελειώσουν μια και καλή τους «νταβατζήδες» και τους «διεφθαρμένους» αντίστοιχα. Είτε λόγω αδυναμίας είτε λανθασμένων υπολογισμών και υποτίμησης του αντιπάλου, δεν κατάφεραν να εξοστρακίσουν αυτά τα παράσιτα από την πολιτική εξουσία και τις υπόγειες διαδρομές.
Κοντολογίς, οι εξελίξεις με την Χρυσή Αυγή, τη διαλυμένη και ρέπουσα προς την ακροδεξιά ΝΔ του Αντώνη Σαμαρά, το διαλυμένο και μεταλλαγμένο σε ακραίο συνονθύλευμα νεοφιλελεύθερων σταγονιδίων ΠΑΣΟΚ, του Ευάγγελου Βενιζέλου, είναι η επιβεβαίωση του τέλους δύο κομμάτων – απομειναριών, τα οποία διέλυσαν τη χώρα στα τελευταία 4 μνημονιακά χρόνια με την υπηρέτηση ξένων και ντόπιων συμφερόντων, αλλά και της δικής τους «πολιτικής» επιβίωσης. Είναι πολλά αυτά που οφείλει να κάνει η νέα κυβέρνηση, η οποία θα προκύψει πολύ σύντομα από τις εθνικές εκλογές, οι οποίες είναι πλέον αναπόφευκτες. Τα τρία όμως πράγματα, τα οποία δεν μπορούν να περιμένουν είναι η επαναφορά του τόπου στην πολιτική ομαλότητα με την υπεράσπιση της ίδιας της Δημοκρατίας, η απαλλαγή από τα ξένα και ντόπια συμφέροντα με γνώμονα την αποκλειστική υπηρέτηση των λαϊκών και εθνικών συμφερόντων, αλλά και η άμεση στήριξη του μισού τουλάχιστον λαού, ο οποίος βρίσκεται σε κατάσταση ανθρωπιστικής καταστροφής με το παράλληλο ξεδίπλωμα του σχεδίου για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας.
Η νέα κυβέρνηση, με τη βοήθεια και στήριξη του λαού θα κόψει μια και για πάντα τα σχοινιά των υπογείων διαδρομών με την πολιτική εξουσία και θα προχωρήσει στο έργο της, πάντοτε υπό τον διαρκή έλεγχο της κοινωνίας. Παράλληλα, θα δοθεί ο απαραίτητος χρόνος για τη δημιουργία από τα θεμέλια ενός νέου – υγιούς πολιτικούς συστήματος. Αυτό είναι ένα έργο που μόνο η Αριστερά μαζί με τη στήριξη των γνήσιων δημοκρατικών – προοδευτικών δυνάμεων μπορεί να κάνει. Τελεία, παράγραφος…
Το αυτό ισχύει και για τα κόμματα ή τα «κόμματα». Τα κόμματα είναι ζωντανοί οργανισμοί. Γεννιούνται, ζουν και πεθαίνουν. Η επιτυχημένη ή όχι διαδρομή τους πάντοτε εξαρτάται από τις ιδέες και το ποιόν των ανθρώπων που τα υπηρετούν.
Η Χρυσή Αυγή ποτέ δεν ήταν κόμμα με την ακριβή έννοια του πολιτικού όρου. Ουσιαστικά ήταν η συνέχιση ή και το παρακλάδι της ΕΠΕΝ και ο σκληρός πυρήνας των αμετανόητων. Εκείνων δηλαδή που μετά τη λήξη του Β’ ΠΠ, και ενώ υπηρέτησαν τον Γερμανό κατακτητή, αρνήθηκαν να μπουν στη δημοκρατική – πολιτική διαδικασία όχι μόνο από δική τους επιλογή, αλλά και από τα λεγόμενα κλειστά – σκοτεινά συστήματα εξουσίας. Αρκετοί μάλιστα από εκείνους βρέθηκαν με αμύθητες περιουσίες, λόγω της συναλλαγής τους με τους Ναζί, αλλά και από την εκμετάλλευση του εξαθλιωμένου και πεινασμένου ελληνικού λαού, ο οποίος τους πουλούσε το σπίτι του για να αγοράσει λίγο ψωμί, ρύζι και μερικά σακιά αλεύρι για να καταφέρει να επιβιώσει.
Οι έχοντες ιστορική μνήμη θα θυμούνται τη δικαιολόγηση των αμύθητων περιουσιών. «Κερδίσαμε το λαχείο». Αυτή ήταν η χυδαία δικαιολόγηση των τότε «επιχειρηματιών». Χιλιάδες κερδισμένα λαχεία, αλλά ο κόσμος ήξερε. Γνώριζε, αλλά επειδή η δράση των ταγματασφαλιτών, των δωσίλογων και των λοιπών παρασίτων ήταν σχετικά πρόσφατη και η δύναμή τους αρκετά μεγάλη, φοβόταν να μιλήσει. Η Ιστορία συνεχίστηκε και πήγε από τον Εμφύλιο μέχρι την μαύρη επταετία της Χούντας των Συνταγματαρχών. Όλο αυτό το χρονικό διάστημα τα παράσιτα είχαν αποκτήσει και πάλι πρόσβαση τόσο στο κεντρικό σύστημα εξουσίας όσο και στο παρασκήνιο και καθόριζαν ή προσπαθούσαν να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο στις εξελίξεις. Δυστυχώς για τον ελληνικό λαό τα κατάφεραν.
Το διάστημα από την Μεταπολίτευση του 1974 και την επαναφορά του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην Ελλάδα μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1980 του Ανδρέα Παπανδρέου, ήταν εκείνο στο οποίο έγινε μεγάλη προσπάθεια, η οποία μερικώς ήταν επιτυχής, καθώς υπήρξε η ιδέα της εθνικής συμφιλίωσης. Τόσο ο πολιτικός ηγέτης της τότε ΝΔ όσο και ο πολιτικός ηγέτης του τότε ΠΑΣΟΚ προέταξαν την άνοδο του καταβαραθρωμένου βιοτικού επιπέδου ενός εξαθλιωμένου λαού από τις κακουχίες ενός Παγκοσμίου Πολέμου, όσο και από την ταραχώδη πολιτική ζωή μέχρι το 1974. Ήταν προφανές ότι η χώρα έπρεπε να ορθοποδήσει και αυτή ήταν μια καθαρά πολιτική επιλογή. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι τότε πολιτικοί ηγέτες δεν γνώριζαν το τι γινόταν κάτω από την μύτη τους. Απλώς είχαν την κατάσταση υπό πολιτικό έλεγχο και δεν επέτρεψαν στο παρακράτος, επίσημο και ανεπίσημο να παρεμβαίνει σε πολιτικό τουλάχιστον επίπεδο.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1990 ξεκίνησε η προετοιμασία των διεθνών αρπακτικών να «βάλουν πόδι» στην Ευρωπαϊκή Ένωση, να τελειώνουν με την πολιτική και να επιβάλλουν τον λεγόμενο «νεοφιλελεύθερο καπιταλισμό», την κυριαρχία των αγορών, των Τραπεζών και των υπαλλήλων - υπηρετών τους. Οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες είχαν τελειώσει με τις δικές τους πληγές, τα δικά τους καρτέλ, είχαν την μεσαία τάξη τους και οι οικονομίες τους βρίσκονταν σε ανοδική τροχιά. Για την Ελλάδα, η μεσαία τάξη ήταν κάτι πρωτόγνωρο. Δυστυχώς για τον λαό, στα μέσα της δεκαετίας του 1990 επικράτησε στην πολιτική ζωή του τόπου το νέο ρεύμα των τεχνοκρατών – θιασωτών της νέας τάξης πραγμάτων της Φρανκφούρτης και των Βρυξελλών. Τούτο, έγινε ακριβώς την ώρα που έπρεπε να ξεκινήσει μια σοβαρή συζήτηση στη χώρα, αφού είχε σταθεί πλέον στα πόδια της, σε ότι αφορά την άνοδο του βιοτικού επιπέδου, για την απαραίτητη παραγωγική ανασυγκρότηση και το οικονομικό μοντέλο που θα ακολουθούσε η χώρα.
Αλήθεια είναι ότι άλλαξαν πολλά στη χώρα σε σχέση με τις προηγούμενες δεκαετίες. Έγιναν όμως και λάθη. Σοβαρά λάθη. Η χώρα δεν προετοιμάστηκε για το τέλος των εθνικών κυβερνήσεων και την επικράτηση του διευθυντηρίου Βρυξελλών – Φρανκφούρτης. Παράλληλα με αυτές τις οικονομικές εξελίξεις, υπήρξαν κάποιες προσπάθειες στην Ελλάδα για να λυθεί τουλάχιστον το ζήτημα της ντόπιας παρασιτικής ολιγαρχίας, η οποία καταλήστεψε την Ελλάδα από το 1830 και μετά. Ο Κώστας Καραμανλής, το 2004 είχε πει το περίφημο «Δεν θα αφήσω τους νταβατζήδες να χειραγωγήσουν την πολιτική ζωή της χώρας». Στο ίδιο μήκος κύματος, ο Γιώργος Παπανδρέου το 2009 είχε δηλώσει ότι «Κυβερνώ μια διεφθαρμένη χώρα». Και οι δύο όμως αποδείχθηκε ότι δεν κατάφεραν να τελειώσουν μια και καλή τους «νταβατζήδες» και τους «διεφθαρμένους» αντίστοιχα. Είτε λόγω αδυναμίας είτε λανθασμένων υπολογισμών και υποτίμησης του αντιπάλου, δεν κατάφεραν να εξοστρακίσουν αυτά τα παράσιτα από την πολιτική εξουσία και τις υπόγειες διαδρομές.
Κοντολογίς, οι εξελίξεις με την Χρυσή Αυγή, τη διαλυμένη και ρέπουσα προς την ακροδεξιά ΝΔ του Αντώνη Σαμαρά, το διαλυμένο και μεταλλαγμένο σε ακραίο συνονθύλευμα νεοφιλελεύθερων σταγονιδίων ΠΑΣΟΚ, του Ευάγγελου Βενιζέλου, είναι η επιβεβαίωση του τέλους δύο κομμάτων – απομειναριών, τα οποία διέλυσαν τη χώρα στα τελευταία 4 μνημονιακά χρόνια με την υπηρέτηση ξένων και ντόπιων συμφερόντων, αλλά και της δικής τους «πολιτικής» επιβίωσης. Είναι πολλά αυτά που οφείλει να κάνει η νέα κυβέρνηση, η οποία θα προκύψει πολύ σύντομα από τις εθνικές εκλογές, οι οποίες είναι πλέον αναπόφευκτες. Τα τρία όμως πράγματα, τα οποία δεν μπορούν να περιμένουν είναι η επαναφορά του τόπου στην πολιτική ομαλότητα με την υπεράσπιση της ίδιας της Δημοκρατίας, η απαλλαγή από τα ξένα και ντόπια συμφέροντα με γνώμονα την αποκλειστική υπηρέτηση των λαϊκών και εθνικών συμφερόντων, αλλά και η άμεση στήριξη του μισού τουλάχιστον λαού, ο οποίος βρίσκεται σε κατάσταση ανθρωπιστικής καταστροφής με το παράλληλο ξεδίπλωμα του σχεδίου για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας.
Η νέα κυβέρνηση, με τη βοήθεια και στήριξη του λαού θα κόψει μια και για πάντα τα σχοινιά των υπογείων διαδρομών με την πολιτική εξουσία και θα προχωρήσει στο έργο της, πάντοτε υπό τον διαρκή έλεγχο της κοινωνίας. Παράλληλα, θα δοθεί ο απαραίτητος χρόνος για τη δημιουργία από τα θεμέλια ενός νέου – υγιούς πολιτικούς συστήματος. Αυτό είναι ένα έργο που μόνο η Αριστερά μαζί με τη στήριξη των γνήσιων δημοκρατικών – προοδευτικών δυνάμεων μπορεί να κάνει. Τελεία, παράγραφος…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου