Τετάρτη 14 Μαΐου 2014

Η Ευρώπη των Untermenschen και η Ευρώπη των Λαών...

Της Κατέ  Καζάντη, απο το Red Note Book...
Η Ενωμένη Ευρώπη, η Ευρώπη των Λαών, χάριν της οποίας πάλευε κάποτε η Αριστερά, όχι ως κοινή αγορά, αλλά ως ιδεολογικό οικοδόμημα, έφτασε στα όριά της. Ο ορισμός του Homo Εuropaeus τίθεται ξανά στο τραπέζι και μαζί μ’ αυτό και το ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα στο σύνολό του, αφού αδυνατεί να δώσει πειστικές απαντήσεις σε προβλήματα, τα οποία το ίδιο παρήγαγε, δια της νεοφιλελεύθερης διολίσθησής του.
 
Πώς, όμως, η «θριαμβεύουσα Ευρώπη», όπως τόσο αισιόδοξα την περιγράφει ο Πολ Βαλερί, το «χρηματιστήριο όπου οι διδασκαλίες, οι ιδέες, οι ανακαλύψεις, τα πιο διαφορετικά δόγματα, κινητοποιούνται, διατιμώνται, ανεβαίνουν, κατεβαίνουν, γίνονται αντικείμενο της πιο ανελέητης κριτικής», εξέπεσε στο αλλοτριωμένο εγώ της;
Είναι καταρχάς προφανές πως η έκπτωση, και της εποχής του Μεσοπολέμου και της δικής μας, δεν είναι απλά αποτέλεσμα αποκλίσεων στα δημοσιονομικά μεγέθη των «αμαρτωλών» χωρών, όπως διατείνεται η προπαγάνδα. Άλλωστε, τα κριτήρια τίθενται αυθαίρετα από συγκεκριμένες οικονομικές και πολιτικές ελίτ και χρησιμοποιούνται κατά το δοκούν για να οδηγήσουν τους ευρωπαϊκούς λαούς στην αναγκαστική υιοθέτηση  απάνθρωπων πολιτικών.
   
Είναι οι ίδιες ελίτ που δεν διδάσκονται από τη θλιβερή ιστορία του πρώτου μισού του 20ου αιώνα. Επιδίδονται λοιπόν εκ νέου σε παιχνίδια ηγεμονίας. Για να ξεπεράσουν την καπιταλιστική κρίση, μέσω μιας νέας πρωταρχικής συσσώρευσης κεφαλαίου, απαξιώνουν την εργασία, καταργούν το κοινωνικό κράτος, εκποιούν τη δημόσια περιουσία, εκφυλίζουν τα αστικά κοινοβούλια, περιστέλλουν τη δημοκρατία. Δείχνουν να μην τους τρομάζουν οι εθνικισμοί  και ο ρατσισμός που γεννούν οι πολιτικές τους, ακόμα κι όταν το θηρίο δείχνει ξεκάθαρα τα δόντια του. Αν, μάλιστα, κάποιος παρατηρήσει πιο προσεκτικά θα διακρίνει πως, όπως και τότε, επιχειρούν, τρόπον τινά, να το εξημερώσουν, ώστε να το χρησιμοποιήσουν, όταν και εφόσον χρειαστεί, απέναντι στον ένα και μοναδικό τους εφιάλτη: την αντίδραση του κόσμου της εργασίας.
Γίνεται, λοιπόν, προφανές ότι η δική μας τόσο πολυσυζητημένη κρίση υπήρξε και υπάρχει ως αποτέλεσμα μιας βαθιάς αδυναμίας ανάγνωσης των διδαγμάτων της ιστορίας.
Το μεταπολεμικό όραμα της Ευρώπης των λαών και των κινημάτων, που επικράτησε ακριβώς εξαιτίας της πίεσης αυτών των κινημάτων, δεν υπέκυψε φυσικά σε κάποιο σκοτεινό πεπρωμένο, αλλά στραγγαλίστηκε από μια προϊούσα παρακμή κατά την οποία ο ελιτισμός και ο ανταγωνισμός για την πολιτική ηγεμονία επικρατούσε διαρκώς του κοινοτικού πνεύματος. Κάπως έτσι χάθηκε το παιχνίδι της πολιτικής ενοποίησης, αφού προηγουμένως η όλη προσπάθεια απαξιώθηκε στις συνειδήσεις των –παραγκωνισμένων- «κυρίαρχων» λαών. Τούτο το «ασύγκριτο εργοστάσιο της νόησης» -πάλι η φωνή του αισιόδοξου Βαλερί- μεταβλήθηκε σε νεκροταφείο ιδεών, ηττημένο και σε επίπεδο πολιτισμού από το νεωτερικό της τέκνο, τις ΗΠΑ.
Η Ευρώπη, αποκενωμένη των ιδιωμάτων της, έπαψε να εμπνέει τους πολίτες της: το λίκνο της προοδευτικότητας, της κοινωνικής αλληλεγγύης και του κράτους πρόνοιας κατέληξε κοινωνία των δύο τρίτων.
Ό,τι βιώνουμε σήμερα δεν είναι παρά οπισθοδρόμηση, σε δρόμους συντηρητικούς και επικίνδυνους. Η ευρωαδιαφορία, που διαδέχεται τον ευρωσκεπτικισμό, ή και το ευρωμίσος, δεν απεικονίζει παρά το τέλμα του Ευρωπαίου ανθρώπου, που από πολίτης του κόσμου τείνει να μεταβληθεί σε σαρκοβόρο ον. Ευθύνη των λαών; Μάλλον όχι.
Η κοινωνική βία που υποκρύπτει κάθε προσπάθεια πλεονασματικού ή ισοσκελισμένου προϋπολογισμού, σε συνθήκες ώριμου καπιταλισμού,  είναι παραπάνω από φανερή: περικοπές στις δαπάνες για την περίθαλψη και την παιδεία, μαζικές απολύσεις, λουκέτα στις επιχειρήσεις. Κι αν όλα τούτα περιστέλλουν ούτως ή άλλως την ελευθερία του ανθρώπου, έρχεται το κράτος, με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς, να επισημοποιήσει την περιστολή. Ο τρόπος παλαιότατος και απλούστατος: ποινικοποιούνται οι κοινωνικές αντιστάσεις. Με πρόσχημα την ευταξία, την ομαλή λειτουργία της αγοράς, την τουριστική κίνηση και άλλους συναφείς πομφόλυγες, όποιος διαφωνεί και εναντιώνεται, όποιος δεν υποκλίνεται, δεν καταφάσκει, ευθύς μετατρέπεται σε εγκληματική φυσιογνωμία. Οι νέοι Γκεμπελίσκοι είναι εδώ. Εκατοντάδες πολίτες τοποθετούν εαυτούς στην κατηγορία των Untermenschen. Θεωρούν αυτονόητο να ζουν ως Υπάνθρωποι. Ο αυταρχισμός του κράτους, με το απολύτως ορατό του χέρι –σε αντιδιαστολή με εκείνο το αόρατο της αγοράς- είναι εδώ για να απαξιώσει ηθικά, να διασπάσει, να διαφθείρει συνειδήσεις και τελικά να εξοντώσει πνευματικά και υλικά τους αντιδρώντες. Το «δημόσιο συμφέρον» αναγιγνώσκεται μόνο ως συμφέρον του συστήματος.
Ο πολιτισμός μας τείνει να γίνει φυσικός πολιτισμός, πολιτισμός της ύλης, δίχως ηθική, όπου ο κραταιός επιβιώνει κι ευημερεί τρώγοντας σάρκες ενώ ο ασθενέστερος μπορεί άνετα να πεθάνει, δίχως να λείψει από κανέναν. «Η μοντέρνα πάλη για την εξουδετέρωση των συμφορών ακολουθεί το πρότυπο της οικοδόμησης της τάξης και της οικονομικής προόδου: εκ προθέσεως διαιρεί την ανθρωπότητα σε εκείνες τις κατηγορίες που αξίζουν μέριμνα και στην unwertes Leben», λέει στον «Ρευστό φόβο» ο Ζίγκμουντ Μπάουμαν. Κάπως έτσι οι Έλληνες, και όχι μόνο, γίναμε οι «ζωές που δεν αξίζουν μία».
Αλλά, χωρίς αντίθεση στη θέση του κυρίαρχου, επαναλαμβάνεται η καταστροφική δύναμη της ιστορίας. Αναπαράγεται το ισοδύναμο των προηγούμενων συμφορών. Οι συνθήκες αλλάζουν μόνο, το χωρόχρονο και ο περίγυρος. Η υποτίμηση της κρίσης του μεσοπολέμου, η υποτίμηση του ναζισμού και του ιδίου του Χίτλερ έφερε τόσες καταστροφές όσες, κατ’ αναλογία, μπορεί να επιφέρει σήμερα η επικράτηση των σκληρών νεοφιλελεύθερων της Ευρώπης. Κι αν η Ενωμένη Ευρώπη δημιουργήθηκε ακριβώς για να μην προσκρούσει η ανθρωπότητα στην ίδια καταστροφική ανορθολογικότητα, η διάλυσή της γυρνάει τους λαούς καμιά ογδονταριά χρόνια πίσω.
Έτσι, και σήμερα, το πρόβλημα εκφεύγει πλέον του κυνισμό των δημοσιονομικών. Γίνεται πρόβλημα πολιτισμού, πρόβλημα πολιτειακό, ευθεία βολή στην καρδιά της δημοκρατίας: «στο εσώτατο περίβλημα του ουμανισμού, σαν δική του ψυχή, μαίνεται φυλακισμένος ο αγριάνθρωπος, ο οποίος ως φασίστας μετατρέπει τον κόσμο σε φυλακή», λέει ο Τεοντόρ Αντόρνο. Ναι, φασιστικά μορφώματα κάθε είδους κοσμούν πλέον τις περισσότερες χώρες της Γηραιάς Ηπείρου. Το σύστημα τα εκτρέφει ξανά.
Η νόσος προσπάθησε, κι ακόμα προσπαθεί –βλέπε επίσκεψη Μέρκελ στην Αθήνα κ.ο.κ.-, να επιβληθεί ως η λογική τελική λύση η οποία θα δοθεί, τάχα, από εκείνους που διαθέτουν υγιές τεχνοκρατικό φρόνημα. Η πανουργία της ιστορίας, που κατέστησε γράμμα κενό την Ευρώπη των λαών, μοιάζει αήττητη. Γυρίσαμε, λοιπόν, ανεπιστρεπτί σε μιαν Ευρώπη βαθιάς φτώχειας και κοινωνικού αυταρχισμού; Η αηθικότητα του οικονομισμού με την ταυτόχρονη αποκένωση των ιδεών θα είναι η αναπόφευκτη τελεολογία μας; Θα ζούμε εις το εξής δίχως καν μια παραμυθητική μεγάλη αφήγηση;
Το ευρωπαϊκό ζήτημα είναι, όμως, εν τέλει, ζήτημα προοπτικής. Αν δηλαδή θέλουμε ή όχι να ζήσουμε στο μέλλον στην Ευρώπη των λαών –όλων των λαών- και των ανοιχτών οριζόντων ή σε μιαν ήπειρο με αυτιστικές χώρες, αυτιστικούς λαούς, κλειστά σύνορα. Όσο λοιπόν θα υπάρχουν λαοί, και εκπρόσωποι αυτών, που ξέρουν να αντιστέκονται, υπάρχει ακόμα ζωή. Άρα και προοπτική. Τη δύναμή τους, άλλωστε, οι δυνάστες την αντλούν από την υπακοή των δυναστευομένων και μόνο.
Την ώρα που οι παλιοί εφιάλτες επιστρέφουν, όσοι διαθέτουν ακόμη αρκετή λογική, ώστε να μπορούν να αντισταθούν στην παραφροσύνη που πλασάρεται ως αντικειμενικότητα, αποτελούν το μόνο ιστορικό υποκείμενο που μπορεί να φέρει την τομή στο χρόνο. Και να μετασχηματίσει την κοινωνία.
«Η κρίση της ευρωπαϊκής ύπαρξης» έγραφε, το 1935, ο Έντμουντ Χούσσερλ «έχει δύο μόνο διεξόδους: το χαμό της Ευρώπης, την πτώση στην έχθρα, ως προς το πνεύμα και το βαρβαρισμό, ή την αναγέννηση της εκ πνεύματος φιλοσοφίας μέσα από έναν ηρωισμό του Λόγου».
Αν μπορεί να αναγεννηθεί, εκ πνεύματος πολιτικής, η Ευρώπη του σήμερα είναι ερώτημα που μένει να απαντηθεί. Κι έχει, πρωτίστως, να κάνει με τα επαναστατικά ανακλαστικά των λαών της και την εκ νέου αφύπνισή τους.
Τέλος, αν το ευρώ είναι κάτι παρά πέρα από ένα νόμισμα, είναι διότι η αξία που αντιπροσωπεύει είναι εκείνη που αντιστρατεύεται τους εθνικισμούς. Ναι, να μετρούμε την ύλη με την ίδια μονάδα, σημαίνει ότι καταργούμε ένα μη φυσικό σύνορο, ότι διαθέτουμε ένα κοινό εργαλείο για να μετρούμε την αξία του εργάτη. Σημαίνει εν τέλει ότι επενδύουμε σε ό,τι μπορεί μας ενώνει.
Από το περιοδικό «Πολίτες»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ροη αρθρων