Του Γιωργου Παπασωτηριου...
«Συγχωρέστε με, δεν αντέχω άλλο» έγραψε ο 46χρονος υπολοχαγός από τη Χαλκίδα και βούτηξε στο κενό. Έκανε και δεύτερη δουλειά για να ζήσει αξιοπρεπώς την οικογένειά του. Δεν άντεξε. Τα στημόνια της ψυχής κόπηκαν.
Πολλοί συν-Έλληνες βρίσκονται ομοίως στα όριά τους. Γι’ αυτό η πιο συνηθισμένη πασχαλινή ευχή φέτος ήταν «Καλές αντοχές»! Όμως, η αντοχή είναι υποκειμενική κατάσταση.
Άλλος δεν αντέχει να μην έχει να πάει γάλα στα παιδιά του κι άλλος, όπως η γνωστή ποιήτρια, να συγκλονίζεται από τους μετανάστες που… «πιάνουν τα παγκάκια» στην πλατεία Κυψέλης. Και διερωτάται κανείς, πόση τάχα ευαισθησία χρειάζεται η ποίηση! Ποιος ήταν εκείνος που έλεγε ότι η ποίηση είναι το δόσιμο του εαυτού, το δώρο που μιλά; Γιατί πράγμα όμως μιλά; Άλλοτε η ποιητική γλώσσα υποθάλπει την αλλαγή, ανατρέποντας την ισχύουσα συμβολική τάξη και δημιουργώντας τη νέα κοινωνικότητα, τη νέα συλλογικότητα, αυτή που θάλλει στις οπωροφόρες λέξεις και στην ποιητικότητα των δρόμων, εκεί όπου κατοικούν οι εξόριστοι νέοι και ο νέος λόγος. Άλλοτε η ποίηση ενισχύει την καθεστηκυία τάξη.
Οι ποιητές που δεν λαμβάνουν θέση υπέρ των αδικημένων, υποθάλπουν τους σύγχρονους ολοκληρωτισμούς και, μάλιστα, την ώρα που αυτοί βρίσκονται σε αδιέξοδο. Ήδη τρεις στους τέσσερις Ευρωπαίους μιλούν, σήμερα, για μία «ζοφερή κατάσταση και ένα δύσκολο μέλλον» της κοινωνίας της γηραιάς ηπείρου(έρευνα Ipsos/CGI). Ακόμη και οι ίδιοι οι Γερμανοί (το 73%) φοβούνται ότι η κρίση θα φτάσει και σ’ αυτούς.
Το αδιέξοδο καθρεφτίζεται ήδη στο παγωμένο πρόσωπο της Λαγκάρντ καθώς οι νέοι φοιτητές διαμαρτύρονται κόσμια στο πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ για την περίφημη «ανταγωνιστικότητα» που σημαίνει 19,2 εκατομμύρια ανέργους και πολλές δεκάδες εκατομμύρια εξαθλιωμένους υποαπασχολούμενους στην Ευρώπη.
Οι γορίλες της ασφάλειας θα εξοστρακίσουν κακήν κακώς από την πανεπιστημιακή αίθουσα τον «άλλο λόγο», αυτόν που ακούγεται υποχρεωτικά σε κάθε δημοκρατία.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν απομένει παρά ο ένας και μοναδικός λόγος της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας(του consensus του Βερολίνου), που υποστηρίζει το γερμανικό μοντέλο της άγριας λιτότητας.
Αλλά χωρίς τον διαφορετικό λόγο, τον λόγο των αδυνάτων η δημοκρατία δεν υφίσταται, ειμή μόνο ως ο ολοκληρωτισμός της μίας και μοναδικής αλήθειας, της μίας και μοναδικής λύσης. Γι’ αυτό επιδιώκεται να καταπνιγούν οι άλλες φωνές.
Όμως, ο ουμανισμός θα επανέρχεται αδιαλείπτως. Γιατί χωρίς τον όλο Άνθρωπο, χωρίς την Αγάπη ως συνεκτικό αρμό, δεν υπάρχει το αίτιο που νοηματοδοτεί τη ζωή και αρμολογεί τις κοινωνίες. Εντέλει, τι είναι η ποίηση; Το ποιητικώς ζην ενός ερωτευμένου Σίσυφου (Καμύ), που περιφρονεί τις εξουσίες και τους θεούς, που μισεί το θάνατο και στον οποίο το πάθος για ζωή του στοιχίζει ένα ανείπωτο μαρτύριο.
Ο Σίσυφος οικειοποιείται το βράχο, που μπορεί να είναι ως μορφή κι ένα ξύλινο παγκάκι-κρεβάτι. «Ο βράχος είναι δικός του» και η «νίκη του βράχου» δική του. Ο «αγώνας και μόνο προς την κορυφή αρκεί…». Αυτό, λοιπόν, είναι το νόημα της ζωής.
Ο αέναος Αγώνας και η ανάσα-συνείδηση την ώρα της καθόδου. Αλλά τι να καταλάβει η… ποιήτρια απ’ όλα αυτά;
Πολλοί συν-Έλληνες βρίσκονται ομοίως στα όριά τους. Γι’ αυτό η πιο συνηθισμένη πασχαλινή ευχή φέτος ήταν «Καλές αντοχές»! Όμως, η αντοχή είναι υποκειμενική κατάσταση.
Άλλος δεν αντέχει να μην έχει να πάει γάλα στα παιδιά του κι άλλος, όπως η γνωστή ποιήτρια, να συγκλονίζεται από τους μετανάστες που… «πιάνουν τα παγκάκια» στην πλατεία Κυψέλης. Και διερωτάται κανείς, πόση τάχα ευαισθησία χρειάζεται η ποίηση! Ποιος ήταν εκείνος που έλεγε ότι η ποίηση είναι το δόσιμο του εαυτού, το δώρο που μιλά; Γιατί πράγμα όμως μιλά; Άλλοτε η ποιητική γλώσσα υποθάλπει την αλλαγή, ανατρέποντας την ισχύουσα συμβολική τάξη και δημιουργώντας τη νέα κοινωνικότητα, τη νέα συλλογικότητα, αυτή που θάλλει στις οπωροφόρες λέξεις και στην ποιητικότητα των δρόμων, εκεί όπου κατοικούν οι εξόριστοι νέοι και ο νέος λόγος. Άλλοτε η ποίηση ενισχύει την καθεστηκυία τάξη.
Το αδιέξοδο καθρεφτίζεται ήδη στο παγωμένο πρόσωπο της Λαγκάρντ καθώς οι νέοι φοιτητές διαμαρτύρονται κόσμια στο πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ για την περίφημη «ανταγωνιστικότητα» που σημαίνει 19,2 εκατομμύρια ανέργους και πολλές δεκάδες εκατομμύρια εξαθλιωμένους υποαπασχολούμενους στην Ευρώπη.
Οι γορίλες της ασφάλειας θα εξοστρακίσουν κακήν κακώς από την πανεπιστημιακή αίθουσα τον «άλλο λόγο», αυτόν που ακούγεται υποχρεωτικά σε κάθε δημοκρατία.
Κατ’ αυτόν τον τρόπο δεν απομένει παρά ο ένας και μοναδικός λόγος της οικονομικής και πολιτικής εξουσίας(του consensus του Βερολίνου), που υποστηρίζει το γερμανικό μοντέλο της άγριας λιτότητας.
Αλλά χωρίς τον διαφορετικό λόγο, τον λόγο των αδυνάτων η δημοκρατία δεν υφίσταται, ειμή μόνο ως ο ολοκληρωτισμός της μίας και μοναδικής αλήθειας, της μίας και μοναδικής λύσης. Γι’ αυτό επιδιώκεται να καταπνιγούν οι άλλες φωνές.
Όμως, ο ουμανισμός θα επανέρχεται αδιαλείπτως. Γιατί χωρίς τον όλο Άνθρωπο, χωρίς την Αγάπη ως συνεκτικό αρμό, δεν υπάρχει το αίτιο που νοηματοδοτεί τη ζωή και αρμολογεί τις κοινωνίες. Εντέλει, τι είναι η ποίηση; Το ποιητικώς ζην ενός ερωτευμένου Σίσυφου (Καμύ), που περιφρονεί τις εξουσίες και τους θεούς, που μισεί το θάνατο και στον οποίο το πάθος για ζωή του στοιχίζει ένα ανείπωτο μαρτύριο.
Ο Σίσυφος οικειοποιείται το βράχο, που μπορεί να είναι ως μορφή κι ένα ξύλινο παγκάκι-κρεβάτι. «Ο βράχος είναι δικός του» και η «νίκη του βράχου» δική του. Ο «αγώνας και μόνο προς την κορυφή αρκεί…». Αυτό, λοιπόν, είναι το νόημα της ζωής.
Ο αέναος Αγώνας και η ανάσα-συνείδηση την ώρα της καθόδου. Αλλά τι να καταλάβει η… ποιήτρια απ’ όλα αυτά;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου