του Δημητρη Σεβαστακη, απο το Εθνος...
Κάθε σκέψη για αλλαγή γεννάει φοβερό άγχος. Ολοι οι εργαζόμενοι στον δημόσιο χώρο είναι πεπεισμένοι ότι «μεταρρύθμιση» είναι το τέχνασμα ώστε να φύγουν αυτοί και να έρθουν οι «άλλοι, οι δικοί τους». Οχι άδικα. Τροφοδοτείται η πεποίθηση αυτή από τον νοσηρό τρόπο που κτίστηκε το κράτος, από τον τρόπο που εκπαιδεύτηκαν πολιτικά οι ίδιοι οι εργαζόμενοι ώστε να τρυπώνουν και επιβιώνουν, αλλά και από τον τρόπο που κτίζεται η θεσμική αντιμετώπιση της κρίσης.
Η συμφωνία π.χ. για ποσοστώσεις στους συμβούλους των διοικήσεων οργανισμών και του υψηλού κράτους που έκαναν τα κυβερνητικά κόμματα, οι συγκρούσεις προσωπικών επικρατειών και επιρροών σε οργανισμούς και υπηρεσίες, η μάχη για τον πρώτο λόγο στα ταμεία ανεργίας ή τα προγράμματα απασχόλησης (άρα ρουσφετιού), δείχνουν ότι όλα μπορούν να ανατραπούν εκτός από το κακό χούι του «δικού μας παιδιού». Αλλωστε τα ίδια τα κόμματα, με πραιτωριανούς, ομαδάρχες, εύνοιες και άκρες, είναι γραφειοκρατικοποιημένοι μηχανισμοί αλληλεξαρτήσεων, ανίκανοι για πολιτική παραγωγή και απόδοση, αλλά εξαιρετικά ικανοί στην αναγέννηση του μείγματος κρατισμού και κομματισμού που διοικεί τον τόπο. Η «μεταρρύθμιση» έχει ακυρωθεί και από την ποιότητά της και από τη μέση, εδραία πεποίθηση ότι οι κυβερνητικοί και εξωκυβερνητικοί μηχανισμοί ισχύος επινοούν διάφορα πολιτικά τεχνάσματα, ώστε να κατοχυρώσουν τους όρους της πολιτικής αναπαραγωγής τους, «πετώντας του άλλους απέξω».
Το ίδιο συνέβη με την «Αλλαγή» του Αντρέα, τον «Εκσυγχρονισμό» και την «Ισχυρή Ελλάδα» του Σημίτη, την «Πολιτική Αλλαγή και τη Σεμνότητα» του Καραμανλή, την «Επανίδρυση του Κράτους» τον αριστερό ή κεντρώο ή δεξιό «Μεταρρυθμισμό» και τόσες άλλες πολιτικές, συνθηματολογικές κατασκευές, που εντόπιζαν ένα πρόβλημα και παράχωναν τη λύση του. Ετσι μοιραία, κυλάει (σε συνθήκες πολέμου) το τίποτα, το καθόλου, το μηδέν, το ασχεδίαστο, σε μια μαύρη και αντιδραστική τυχαιότητα.
Και έτσι η πολιτική σκηνή, ανίκανη, δέσμια και μικρή, αναθέτει στον Σόιμπλε να αναμορφώσει το κράτος, την οικονομία, την κοινωνία, την ηγεμονική αφήγηση.
Θα δούμε σε λίγο τι θα συμβεί, όταν δεν θα έχει πλέον καμιά χρησιμότητα το ίδιο το καθεστώς των γραφειοκρατικοποιημένων κομμάτων και όταν τα χρέη τους θα χρησιμοποιηθούν εναντίον τους, όπως συμβαίνει πάντα στη Ιστορία, με τις στημένες λεμονόκουπες και την πολιτική ανεπάρκεια.
dsevastakis@arch.ntua.gr
Κάθε σκέψη για αλλαγή γεννάει φοβερό άγχος. Ολοι οι εργαζόμενοι στον δημόσιο χώρο είναι πεπεισμένοι ότι «μεταρρύθμιση» είναι το τέχνασμα ώστε να φύγουν αυτοί και να έρθουν οι «άλλοι, οι δικοί τους». Οχι άδικα. Τροφοδοτείται η πεποίθηση αυτή από τον νοσηρό τρόπο που κτίστηκε το κράτος, από τον τρόπο που εκπαιδεύτηκαν πολιτικά οι ίδιοι οι εργαζόμενοι ώστε να τρυπώνουν και επιβιώνουν, αλλά και από τον τρόπο που κτίζεται η θεσμική αντιμετώπιση της κρίσης.
Η συμφωνία π.χ. για ποσοστώσεις στους συμβούλους των διοικήσεων οργανισμών και του υψηλού κράτους που έκαναν τα κυβερνητικά κόμματα, οι συγκρούσεις προσωπικών επικρατειών και επιρροών σε οργανισμούς και υπηρεσίες, η μάχη για τον πρώτο λόγο στα ταμεία ανεργίας ή τα προγράμματα απασχόλησης (άρα ρουσφετιού), δείχνουν ότι όλα μπορούν να ανατραπούν εκτός από το κακό χούι του «δικού μας παιδιού». Αλλωστε τα ίδια τα κόμματα, με πραιτωριανούς, ομαδάρχες, εύνοιες και άκρες, είναι γραφειοκρατικοποιημένοι μηχανισμοί αλληλεξαρτήσεων, ανίκανοι για πολιτική παραγωγή και απόδοση, αλλά εξαιρετικά ικανοί στην αναγέννηση του μείγματος κρατισμού και κομματισμού που διοικεί τον τόπο. Η «μεταρρύθμιση» έχει ακυρωθεί και από την ποιότητά της και από τη μέση, εδραία πεποίθηση ότι οι κυβερνητικοί και εξωκυβερνητικοί μηχανισμοί ισχύος επινοούν διάφορα πολιτικά τεχνάσματα, ώστε να κατοχυρώσουν τους όρους της πολιτικής αναπαραγωγής τους, «πετώντας του άλλους απέξω».
Το ίδιο συνέβη με την «Αλλαγή» του Αντρέα, τον «Εκσυγχρονισμό» και την «Ισχυρή Ελλάδα» του Σημίτη, την «Πολιτική Αλλαγή και τη Σεμνότητα» του Καραμανλή, την «Επανίδρυση του Κράτους» τον αριστερό ή κεντρώο ή δεξιό «Μεταρρυθμισμό» και τόσες άλλες πολιτικές, συνθηματολογικές κατασκευές, που εντόπιζαν ένα πρόβλημα και παράχωναν τη λύση του. Ετσι μοιραία, κυλάει (σε συνθήκες πολέμου) το τίποτα, το καθόλου, το μηδέν, το ασχεδίαστο, σε μια μαύρη και αντιδραστική τυχαιότητα.
Και έτσι η πολιτική σκηνή, ανίκανη, δέσμια και μικρή, αναθέτει στον Σόιμπλε να αναμορφώσει το κράτος, την οικονομία, την κοινωνία, την ηγεμονική αφήγηση.
Θα δούμε σε λίγο τι θα συμβεί, όταν δεν θα έχει πλέον καμιά χρησιμότητα το ίδιο το καθεστώς των γραφειοκρατικοποιημένων κομμάτων και όταν τα χρέη τους θα χρησιμοποιηθούν εναντίον τους, όπως συμβαίνει πάντα στη Ιστορία, με τις στημένες λεμονόκουπες και την πολιτική ανεπάρκεια.
dsevastakis@arch.ntua.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου