Χριστόφορος Κάσδαγλης...
Θέλω να είμαι απολύτως ειλικρινής: κι εγώ ένιωσα ένα σκίρτημα με την απόφαση της κυπριακής βουλής που είπε όχι στο Eurogroup – κάποιος έπρεπε να το κάνει επιτέλους. Σκίρτησα, λοιπόν, αλλά δεν έπεσα στον πειρασμό να θριαμβολογήσω κιόλας. Ήξερα, και το ’χα ήδη γράψει, ότι η ζημιά είχε ήδη γίνει.
Η ζημιά είχε ήδη γίνει, το μέλλον του κυπριακού τραπεζικού συστήματος είχε ήδη προδιαγραφεί, μαζί και της οικονομίας και της Κύπρου ολόκληρης – χώρια οι παράπλευρες συνέπειες στην ελληνική οικονομία που ακόμα και τώρα, μια εβδομάδα μετά, είναι δύσκολο να υπολογιστούν.
Ήξερα επίσης ότι πολύ καλά ότι τα υπερβατικά σενάρια για διάσωση της Κύπρου έξω από το πλαίσιο της Ε.Ε. ήταν όχι μόνο αφελή αλλά και επικίνδυνα. Είναι γνωστό άλλωστε ότι ο πρόεδρος Χριστόφιας, προτού πάρει τη δραματική απόφαση να ζητήσει ευρωπαϊκή διάσωση της κυπριακής οικονομίας, είχε προηγουμένως βολιδοσκοπήσει τη ρωσική ηγεσία η οποία του το είχε ξεκόψει: Δεν πρόκειται να κάνουμε κινήσεις που θα μπορούσαν να θεωρηθούν παρέμβασή μας στα εσωτερικά της Ε.Ε.. Βρείτε τα με το Eurogroup πρώτα, και μετά όλα τ’ άλλα τα συζητάμε. Θα ήταν παιδικό να πιστεύει κανείς ότι αυτό που δεν πέτυχε ο Χριστόφιας υπό σχετικά άνετες συνθήκες, θα το κατόρθωνε ο Αναστασιάδης κάτω από τα πιεστικά δεδομένα που είχαν εν τω μεταξύ διαμορφωθεί, τα οποία ήταν επιβαρυμένα και από τους μονομερείς χειρισμούς της κυβέρνησης Αναστασιάδη στο θέμα του κουρέματος των καταθέσεων.
Ήξερα ότι όλη αυτή η παραφιλολογία για τα κοιτάσματα φυσικού αερίου στην κυπριακή ΑΟΖ αποτελούν και στην περίπτωση της Κύπρου (πολύ περισσότερο βέβαια στη δική μας), φυγή από την πραγματικότητα, αναζήτηση της εύκολης λύσης εκεί που οι εύκολες λύσεις έχουν πλέον προ πολλού εξαντληθεί, προεξόφληση εθνικών φαντασιώσεων περισσότερο, παρά πραγματικών μελλοντικών εσόδων.
Το λέω αυτό ανεξάρτητα από το αν θα επιβεβαιωθεί η ύπαρξη και η εκμεταλλευσιμότητα των κοιτασμάτων αυτών, βάζοντας εδώ και μια υποσημείωση, ότι δεν θεωρώ καθόλου αυτονόητο ότι η ύπαρξη και η εκμετάλλευσή τους (στην Κύπρο αλλά ακόμα περισσότερο στην Ελλάδα) θα αποδειχτεί τελικά επωφελής. Από οικονομική, από περιβαλλοντική και από τουριστική άποψη, πολύ δε περισσότερο από την άποψη της δυνατότητας των δύο χωρών να αποκρούσουν τους γεωστρατηγικούς κινδύνους που αυτή ακριβώς η προοπτική συνεπάγεται. Για να το πω με άλλα λόγια, διαισθάνομαι ότι μόνο συμφορές, ξένες επιβουλές και περιβαλλοντικές καταστροφές θα φέρει ο εντοπισμός μεγάλων κοιτασμάτων πετρελαίου ή φυσικού αερίου, τόσο στην Κύπρο όσο και στην Ελλάδα. (Ειδικά για το Αιγαίο, που είναι μια «στενή» θάλασσα, κλαίω από τώρα τα νησιά, τον τουρισμό και την -όποια- αλιεία).
Αντιμετωπίζω με δέος την κυπριακή κρίση. Ως Έλληνας, ως Ευρωπαίος και ως αριστερός.
Αν και δεν θεωρώ τον εαυτό μου ειδικό στα κυπριακά ζητήματα, ως Έλληνας νιώθω δέος, γιατί ξέρω ότι η Κύπρος, για μία ακόμη φορά, πληρώνει τα δικά μας σπασμένα, το «άδειο μας πρόσωπο» που έλεγε ο Σαββόπουλος, πριν προσχωρήσει σε έναν εύπεπτο συντηρητισμό. Δικαίως η σημερινή περιπέτεια της Κύπρου, που πυροδοτήθηκε από τις ακροβασίες της Marfin και από τα ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου, συγκρίνεται με το πραξικόπημα του Σαμψών, που οδήγησε στον Αττίλα. Αλλά νιώθω δέος επίσης γιατί ξέρω πολύ καλά, πως αν η μικρή Κύπρος, παρά τις αντίθετες εκτιμήσεις των μυώπων Γερμανών ιθυνόντων, αποτελεί συστημικό κίνδυνο, η διάχυση του κινδύνου αυτού θα περάσει πρώτα από την τελεσίδικη κατάρρευση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και της ελληνικής οικονομίας.
Ως Ευρωπαίος νιώθω δέος γιατί με την απόφαση του Eurogroup άνοιξαν μια για πάντα οι ασκοί του Αιόλου. Γιατί κανένας καταθέτης στη Νότια Ευρώπη, αλλά πολύ σύντομα και στη Βόρεια, δεν πρόκειται να αισθανθεί ξανά ασφαλής, και θα σπεύδει να δυναμιτίζει τις τράπεζες σε κάθε ένδειξη επικείμενης κρίσης. Κι ακόμα, γιατί ξέρω πως η εμπέδωση της -γερμανικής εμπνεύσεως- δημοσιονομικής πειθαρχίας περνάει αναγκαστικά από τη συντριβή κάθε αντίστασης. Η Κύπρος αποτελεί γι’ αυτούς ιδανική περίπτωση. Αν σηκώσουν κεφάλι οι Κύπριοι έρχονται από πίσω οι Ιταλοί, οι Ισπανοί, οι Πορτογάλοι, οι Έλληνες. Αν συντριβούν οι Κύπριοι, που είναι συγκριτικά πιο ανώδυνη περίπτωση, θα το ξανασκεφτούν όλοι οι άλλοι.
Ως αριστερός, τέλος, δεν μπορώ να μη λάβω υπόψη μου την αποτυχία της αριστερής διακυβέρνησης στην Κύπρο. Μια πικρή ιστορία αναβλητικότητας, έλλειψης σχεδίου και εντέλει αποτυχίας, που μπορεί να μη σχετίζεται ευθέως με τα εδώ τεκταινόμενα, αλλά δεν μπορεί να μη βάλει σε σκέψεις κάθε αριστερό στοχαστή.
Δεν γνωρίζω κατά πόσον η διακυβέρνηση Χριστόφια γνώριζε και, πολύ περισσότερο, είχε συναινέσει στο σενάριο κουρέματος των καταθέσεων – κι αν ναι, κάτω από ποιους όρους και προϋποθέσεις.
Εκείνο όμως για το οποίο είμαι απολύτως σίγουρος είναι ότι αν και αναγκάστηκε να οδηγήσει την Κύπρο στη λογική των μνημονίων, έκανε ό,τι μπορούσε για να αποφύγει το πικρό ποτήρι και να πασάρει την καυτή πατάτα στον επόμενο πρόεδρο. Λογικό από πολιτικάντικη άποψη, αλλά εντελώς ανεδαφικό από την άποψη ενός πολιτικού οργανισμού που διαθέτει στρατηγική και σχέδιο, και φιλοδοξεί να βγάλει μια χώρα κι ένα λαό από την οικονομική κρίση με αξιοπρέπεια και με αριστερή προοπτική.
Η ζημιά είχε ήδη γίνει, το μέλλον του κυπριακού τραπεζικού συστήματος είχε ήδη προδιαγραφεί, μαζί και της οικονομίας και της Κύπρου ολόκληρης – χώρια οι παράπλευρες συνέπειες στην ελληνική οικονομία που ακόμα και τώρα, μια εβδομάδα μετά, είναι δύσκολο να υπολογιστούν.
Ήξερα επίσης ότι πολύ καλά ότι τα υπερβατικά σενάρια για διάσωση της Κύπρου έξω από το πλαίσιο της Ε.Ε. ήταν όχι μόνο αφελή αλλά και επικίνδυνα. Είναι γνωστό άλλωστε ότι ο πρόεδρος Χριστόφιας, προτού πάρει τη δραματική απόφαση να ζητήσει ευρωπαϊκή διάσωση της κυπριακής οικονομίας, είχε προηγουμένως βολιδοσκοπήσει τη ρωσική ηγεσία η οποία του το είχε ξεκόψει: Δεν πρόκειται να κάνουμε κινήσεις που θα μπορούσαν να θεωρηθούν παρέμβασή μας στα εσωτερικά της Ε.Ε.. Βρείτε τα με το Eurogroup πρώτα, και μετά όλα τ’ άλλα τα συζητάμε. Θα ήταν παιδικό να πιστεύει κανείς ότι αυτό που δεν πέτυχε ο Χριστόφιας υπό σχετικά άνετες συνθήκες, θα το κατόρθωνε ο Αναστασιάδης κάτω από τα πιεστικά δεδομένα που είχαν εν τω μεταξύ διαμορφωθεί, τα οποία ήταν επιβαρυμένα και από τους μονομερείς χειρισμούς της κυβέρνησης Αναστασιάδη στο θέμα του κουρέματος των καταθέσεων.
Ήξερα ότι όλη αυτή η παραφιλολογία για τα κοιτάσματα φυσικού αερίου στην κυπριακή ΑΟΖ αποτελούν και στην περίπτωση της Κύπρου (πολύ περισσότερο βέβαια στη δική μας), φυγή από την πραγματικότητα, αναζήτηση της εύκολης λύσης εκεί που οι εύκολες λύσεις έχουν πλέον προ πολλού εξαντληθεί, προεξόφληση εθνικών φαντασιώσεων περισσότερο, παρά πραγματικών μελλοντικών εσόδων.
Το λέω αυτό ανεξάρτητα από το αν θα επιβεβαιωθεί η ύπαρξη και η εκμεταλλευσιμότητα των κοιτασμάτων αυτών, βάζοντας εδώ και μια υποσημείωση, ότι δεν θεωρώ καθόλου αυτονόητο ότι η ύπαρξη και η εκμετάλλευσή τους (στην Κύπρο αλλά ακόμα περισσότερο στην Ελλάδα) θα αποδειχτεί τελικά επωφελής. Από οικονομική, από περιβαλλοντική και από τουριστική άποψη, πολύ δε περισσότερο από την άποψη της δυνατότητας των δύο χωρών να αποκρούσουν τους γεωστρατηγικούς κινδύνους που αυτή ακριβώς η προοπτική συνεπάγεται. Για να το πω με άλλα λόγια, διαισθάνομαι ότι μόνο συμφορές, ξένες επιβουλές και περιβαλλοντικές καταστροφές θα φέρει ο εντοπισμός μεγάλων κοιτασμάτων πετρελαίου ή φυσικού αερίου, τόσο στην Κύπρο όσο και στην Ελλάδα. (Ειδικά για το Αιγαίο, που είναι μια «στενή» θάλασσα, κλαίω από τώρα τα νησιά, τον τουρισμό και την -όποια- αλιεία).
Αντιμετωπίζω με δέος την κυπριακή κρίση. Ως Έλληνας, ως Ευρωπαίος και ως αριστερός.
Αν και δεν θεωρώ τον εαυτό μου ειδικό στα κυπριακά ζητήματα, ως Έλληνας νιώθω δέος, γιατί ξέρω ότι η Κύπρος, για μία ακόμη φορά, πληρώνει τα δικά μας σπασμένα, το «άδειο μας πρόσωπο» που έλεγε ο Σαββόπουλος, πριν προσχωρήσει σε έναν εύπεπτο συντηρητισμό. Δικαίως η σημερινή περιπέτεια της Κύπρου, που πυροδοτήθηκε από τις ακροβασίες της Marfin και από τα ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου, συγκρίνεται με το πραξικόπημα του Σαμψών, που οδήγησε στον Αττίλα. Αλλά νιώθω δέος επίσης γιατί ξέρω πολύ καλά, πως αν η μικρή Κύπρος, παρά τις αντίθετες εκτιμήσεις των μυώπων Γερμανών ιθυνόντων, αποτελεί συστημικό κίνδυνο, η διάχυση του κινδύνου αυτού θα περάσει πρώτα από την τελεσίδικη κατάρρευση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος και της ελληνικής οικονομίας.
Ως Ευρωπαίος νιώθω δέος γιατί με την απόφαση του Eurogroup άνοιξαν μια για πάντα οι ασκοί του Αιόλου. Γιατί κανένας καταθέτης στη Νότια Ευρώπη, αλλά πολύ σύντομα και στη Βόρεια, δεν πρόκειται να αισθανθεί ξανά ασφαλής, και θα σπεύδει να δυναμιτίζει τις τράπεζες σε κάθε ένδειξη επικείμενης κρίσης. Κι ακόμα, γιατί ξέρω πως η εμπέδωση της -γερμανικής εμπνεύσεως- δημοσιονομικής πειθαρχίας περνάει αναγκαστικά από τη συντριβή κάθε αντίστασης. Η Κύπρος αποτελεί γι’ αυτούς ιδανική περίπτωση. Αν σηκώσουν κεφάλι οι Κύπριοι έρχονται από πίσω οι Ιταλοί, οι Ισπανοί, οι Πορτογάλοι, οι Έλληνες. Αν συντριβούν οι Κύπριοι, που είναι συγκριτικά πιο ανώδυνη περίπτωση, θα το ξανασκεφτούν όλοι οι άλλοι.
Ως αριστερός, τέλος, δεν μπορώ να μη λάβω υπόψη μου την αποτυχία της αριστερής διακυβέρνησης στην Κύπρο. Μια πικρή ιστορία αναβλητικότητας, έλλειψης σχεδίου και εντέλει αποτυχίας, που μπορεί να μη σχετίζεται ευθέως με τα εδώ τεκταινόμενα, αλλά δεν μπορεί να μη βάλει σε σκέψεις κάθε αριστερό στοχαστή.
Δεν γνωρίζω κατά πόσον η διακυβέρνηση Χριστόφια γνώριζε και, πολύ περισσότερο, είχε συναινέσει στο σενάριο κουρέματος των καταθέσεων – κι αν ναι, κάτω από ποιους όρους και προϋποθέσεις.
Εκείνο όμως για το οποίο είμαι απολύτως σίγουρος είναι ότι αν και αναγκάστηκε να οδηγήσει την Κύπρο στη λογική των μνημονίων, έκανε ό,τι μπορούσε για να αποφύγει το πικρό ποτήρι και να πασάρει την καυτή πατάτα στον επόμενο πρόεδρο. Λογικό από πολιτικάντικη άποψη, αλλά εντελώς ανεδαφικό από την άποψη ενός πολιτικού οργανισμού που διαθέτει στρατηγική και σχέδιο, και φιλοδοξεί να βγάλει μια χώρα κι ένα λαό από την οικονομική κρίση με αξιοπρέπεια και με αριστερή προοπτική.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου