Είμαι από αυτούς που υποδέχτηκαν με εξαιρετική επιφυλακτικότητα την ξαφνική επίθεση κυβέρνησης-«δικαιοσύνης» και ΜΜΕ στη Χρυσή Αυγή. Αυτή η ενορχηστρωμένη ομοβροντία όσων μέχρι χθες τους είχαν κάνει συνομιλητές, δεν μπορεί παρά να γεννά πολλές υποψίες και δεύτερες σκέψεις σε όποιον είναι έστω και λίγο υποψιασμένος. Σίγουρα είναι ένα γεγονός που δεν προσφέρεται για εύκολους πανηγυρισμούς.
Αλήθεια, ποιοι ορθώνουν τάχα το ανάστημά τους σήμερα εναντίον του φασισμού; Η κυβέρνηση, που έχει μαντρώσει χιλιάδες μετανάστες στα ναζιστικής έμπνευσης στρατόπεδα συγκέντρωσης, που βγάζει παράνομες τις απεργίες, που έχει οδηγήσει τον κόσμο στην εξαθλίωση με τα χαράτσια και τις χιλιάδες απολύσεις για χάρη των εφοπλιστών και των τραπεζιτών; Ο Σαμαράς δεν ήταν αυτός που μίλαγε για «ανακατάληψη των πόλεων από τους μετανάστες»; Ο ίδιος δεν είναι που έχει στην κυβέρνησή του τους αρχιφασίστες Γεωργιάδη, Βορίδη και Δένδια; Η κυβέρνηση δεν είχε επιτρέψει στη Χρυσή Αυγή να διεισδύσει στην αστυνομία, σε σημείο να βγαίνει ο «Καιάδας» και να λέει ότι «ξηλώσανε την ΕΥΠ, ξηλώσανε την αστυνομία για να καταφέρουν να μας συλλάβουν», παραδεχόμενος, μέσα στη βλακεία του, ότι αυτοί τους προστάτευαν τόσον καιρό; Ο Δένδιας, που έβγαλε 32 υποθέσεις «από το συρτάρι», θα απολογηθεί για το γεγονός ότι τις κρατούσε συνειδητά στο συρτάρι όλο αυτό το διάστημα; Ο Άρειος Πάγος, που ξαφνικά ανακάλυψε ότι η Χρυσή Αυγή ήταν εγκληματική οργάνωση από το 1987, φέρει ή δεν φέρει ευθύνες για το ότι από το 1994 τους επιτρέπει να κατεβαίνουν στις εκλογές ως «νόμιμο κόμμα»; Τα ΜΜΕ, που μέχρι χθες έθρεφαν το «αντισυστημικό» προφίλ τους, ενώ παράλληλα τους έδιναν βήμα και προωθούσαν τη ρατσιστική ατζέντα Νέας Δημοκρατίας και Χρυσής Αυγής, τώρα ξαφνικά «πέφτουν από τα σύννεφα» που η Χρυσή Αυγή είναι ναζιστική και εγκληματική οργάνωση; Εμείς γιατί το ξέραμε και το φωνάζαμε τόσα χρόνια, και αυτοί το έμαθαν τώρα; Ποιον πάνε να κοροϊδέψουν;
Ωστόσο, σε αυτό το κείμενο δεν θέλω να επικεντρωθώ στην υποκρισία και τις σκοπιμότητες που βεβαίως κρύβονται πίσω από αυτήν την εξέλιξη. Θέλω να πω δυο λόγια για την αντίληψη ότι την εξάρθρωση της Χρυσής Αυγής δεν την έφερε το κίνημα αλλά… ο Σαμαράς, και άρα δεν έχουμε ουσιαστικά κανέναν λόγο να χαιρόμαστε. Αυτό είναι μεγάλο λάθος, και οφείλουμε να το ξεκαθαρίσουμε!
Το ότι φτάσαμε στις χτεσινές συλλήψεις είναι αποτέλεσμα μιας πορείας άρρηκτα συνδεδεμένης με το μαχητικό αντιφασιστικό κίνημα που πάντα υπήρχε στη χώρα μας, όμως γιγαντώθηκε τα τελευταία χρόνια, όταν επιχείρησαν να βάλουν τους νεοναζί να παίξουν κεντρικό ρόλο στην πολιτική σκηνή. Είναι ο κόσμος που δεν μάσησε τα λόγια του, που δεν φοβήθηκε τις απειλές της συμμορίας, που δεν δέχτηκε ποτέ το επιχείρημα «μα, είναι νόμιμο κόμμα!», τα συνδικάτα που δεν τους δέχτηκαν ποτέ ως συνομιλητές. Είναι ο κόσμος που έβαλε το κεφάλι του στον ντορβά, που φώναζε στους δρόμους «ποτέ ξανά φασισμός» παρά το ότι έβρισκε απέναντί του δίπλα-δίπλα τα ΜΑΤ και τους χρυσαυγίτες, ο κόσμος που διώχθηκε επειδή συμμετείχε σε «αντιφασιστικές μοτοπορείες», αυτός είναι ο κόσμος που επέβαλλε το να πεταχτεί το σχέδιο «Χρυσή Αυγή» στα σκουπίδια.
Ας γίνουμε πιο συγκεκριμένοι. Η Χρυσή Αυγή χρηματοδοτήθηκε και προστατεύτηκε όλα αυτά τα χρόνια από αυτούς που κάνουν κουμάντο στην αστική δημοκρατία: δεν είναι τόσο τα κόμματα (οι «προδότες πολιτικοί», όπως αρέσκονταν να λένε οι χρυσαυγίτες) όσο η αστική τάξη. Τα αστικά κόμματα εξουσίας είναι τα εργαλεία της αστικής τάξης για να διαιωνίζει την κυριαρχία της επί του λαού, μέσω του κράτους. Η Χρυσή Αυγή, λοιπόν, ήταν το «plan B» της αστικής τάξης, όταν είδε το αντιμνημονιακό-αντικαπιταλιστικό κίνημα να θεριεύει. Έβαλαν μπροστά αυτούς τους πληρωμένους μπράβους για να απορροφήσουν ένα μέρος της οργής του κόσμου, να το στρέψουν σε ακίνδυνους γι’αυτούς στόχους («όχι, δεν φταίνε ο Μπόμπολας, ο Βαρδινογιάννης, ο Σαμαράς και η ΕΕ που φτωχαίνεις αλλά ο μετανάστης») αλλά κυρίως για να φτιάξουν έναν στρατό που θα «εκπαιδευτεί» χτυπώντας μετανάστες, αλλά θα είναι ετοιμοπόλεμος για να χτυπήσει αγωνιστές, συνδικαλιστές, αριστερούς, αντιεξουσιαστές, όποιον ενοχλεί πραγματικά την κυρίαρχη τάξη. Ε, λοιπόν, το αντιφασιστικό κίνημα είναι που δεν το επέτρεψε αυτό.
Η Χρυσή Αυγή, πέρα από τον αποπροσανατολιστικό της ρόλο, θα μπορούσε να έχει δύο βασικές χρησιμότητες για το σύστημα: Η πρώτη είναι η παραπάνω, να δημιουργήσει μαζικό κίνημα στο δρόμο. Απέτυχε οικτρά, καθώς μετά από όλο αυτό το διάστημα εξακολουθούσε να λειτουργεί με μισθοφόρους όπως ο Ρουπακιάς. Η άλλη χρησιμότητα θα ήταν να λειτουργήσει ως κυβερνητικός εταίρος, ως ένας νέος Καρατζαφέρης, όμως και πάλι το αντιφασιστικό κίνημα ήταν αυτό που έδειξε πως δεν θα ανεχόταν ούτε λεπτό μία κυβέρνηση με νεοναζί. Τι κι αν τα παπαγαλάκια του συστήματος, όπως ο Θέμος Αναστασιάδης (νομίζεις ότι ξεχνάμε τα γελάκια με τον Καιάδα;) ή ο Μπάμπης Παπαδημητρίου (ο οποίος προσπαθούσε να μας πείσει ότι «ο εθνικισμός δεν είναι ντροπή»!) έκαναν ό,τι μπορούσαν για να τους ξεπλύνουν; Την απάντησή τους την πήραν στον δρόμο. Οι αντιφασίστριες και οι αντιφασίστες είναι αυτοί που είπαν ένα μεγάλο «ΟΧΙ» σε αυτά τα σχέδια, που δεν κατάφεραν να στρατολογήσουν όσους χρειάζονταν για να επιβληθούν, και έτσι έμεινε η τελευταία χρησιμότητα που μπορούσε να έχει η Χρυσή Αυγή αυτή τη στιγμή: να αποδεκατιστεί ώστε το μεγαλύτερο μέρος των ψηφοφόρων της να επιστρέψει, στις επόμενες εκλογές, στην πιο συγγενή πολιτική δύναμη. Αυτήν πίσω από την οποία συσπειρώνεται σήμερα η αστική τάξη ώστε να διαφυλάξει τα συμφέροντά της, τη Νέα Δημοκρατία.
Δεν είμαστε λοιπόν αφελείς, γνωρίζουμε καλά ότι δεν πρόκειται για διάλυση του νεοναζιστικού ρεύματος αλλά για αναδιάταξη αυτών των δυνάμεων. Κάποιοι θα επιστρέψουν στην αγκαλιά της μεγάλης αυταρχικής παράταξης, κάποιοι ίσως να ανασυγκροτηθούν σε ένα πιο «σοβαρό» φασιστικό μόρφωμα, είτε με το όνομα της Χρυσής Αυγής είτε με κάποιο νέο. Οι φασιστικές αντιλήψεις που έχουν περίτεχνα εμποτίσει μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας εξακολουθούν να είναι εδώ. Είναι οι αντιλήψεις που λένε ότι, αντί να πολεμήσουμε αυτούς που συνεχίζουν να κερδίζουν όχι μόνο παρά, αλλά και εξαιτίας της κρίσης, είναι ευκολότερο να ζητάμε το κεφάλι του διπλανού μας, που βρίσκεται στην ίδια ή και σε χειρότερη μοίρα. Είναι η λογική που λέει ότι τα πράγματα δεν αλλάζουν, οι αφέντες θα είναι πάντα αφέντες, οπότε «ο θάνατός σου, η ζωή μου»: ας απολυθεί ο διπλανός μπας και τη γλιτώσω εγώ. Είναι, στην ουσία, η λογική που εκφράζει και η Νέα Δημοκρατία!
Ξέρουμε, επίσης, ότι η επίθεση στη Χρυσή Αυγή θα επιχειρηθεί να λειτουργήσει ως άλλοθι για ακόμα μεγαλύτερη καταστολή της αριστεράς και όσων αγωνίζονται. Αυτό πρέπει να γεννά επαγρύπνηση, αλλά όχι φόβο. Ούτως ή άλλως, όσοι σηκώνουν κεφάλι ήταν πάντα στο στόχαστρο της εξουσίας. Μην ξεχνάμε ότι τα τελευταία χρόνια το κίνημα έχει δεχτεί τρομερή καταστολή, πχ στην Κερατέα, στις Σκουριές, στο σφράγισμα καταλήψεων-κοινωνικών χώρων, και όλα αυτά έγιναν χωρίς να γίνεται παράλληλα επίθεση στο «άλλο άκρο», που απολάμβανε την πλήρη ασυλία της αστυνομίας και των ΜΜΕ. Η θεωρία των «δύο άκρων» θα ακούγεται όλο και περισσότερο από εδώ και πέρα, στην προσπάθεια της κυβέρνησης να επιβάλει «ησυχία, τάξη και ασφάλεια» και να συνεχίσουν να περνάνε οι πολιτικές της εξαθλίωσης. Προσωπικά πάντως δεν κατάλαβα ποτέ γιατί είναι κακό να είσαι το αντίθετο από τους μισαλλόδοξους νεοναζί δολοφόνους…
Από χτες στριφογυρνάει στο μυαλό μου το σύνθημα «απόψε πεθαίνει ο φασισμός» που είχα δει γραμμένο σε πανό σε αρκετές αντιφασιστικές κινητοποιήσεις. Δεν είμαι περήφανος γι’αυτό, μα είχα πιάσει τον εαυτό μου μερικές φορές να το αντιμετωπίζει με ένα ελαφρύ χαμόγελο, με ένα «ΚΑΙ απόψε;». Τελικά όμως το σύνθημα είχε δίκιο: ο φασισμός πέθαινε κάθε φορά που ήμασταν στον δρόμο, λίγο-λίγο κάθε φορά. Πέθαινε όταν στην Καλαμάτα ήμασταν 1500 αντιφασίστες-ριες, ενώ στην αντισυγκέντρωση των νεοναζί δεν ήταν ούτε 50 άτομα. Πέθαινε σε κάθε πορεία, σε κάθε πόλη, κάθε φορά που δηλώναμε ότι δεν θα ανεχτούμε μια κοινωνία όπου οι νοσταλγοί του Χίτλερ θεωρούνται κάτι «φυσιολογικό». Πέθαινε όταν στο Κερατσίνι και στο Σύνταγμα βρέθηκαν την προηγούμενη βδομάδα δεκάδες χιλιάδες για τη δολοφονία του Παύλου Φύσσα από τους νεοναζί. Έτσι οδηγηθήκαμε στο ότι το σύστημα φαίνεται να τους φτύνει, υπό αυτή τη μορφή έστω, και να τους θεωρεί «καμένο χαρτί». Εμείς τους «κάψαμε»! Και θα συνεχίσουν να μας βρίσκουν μπροστά τους, γιατί η πάλη ενάντια στον φασισμό σε καμία περίπτωση δεν τελείωσε – έχουμε δρόμο μπροστά μας.
Και να μην ξεχνάμε πως η μεγαλύτερή μας νίκη, το αποτέλεσμα όλων αυτών των αγώνων μέχρι στιγμής, δεν ήταν η παραπομπή της ηγεσίας της Χρυσής Αυγής στα δικαστήρια. Ήταν ότι χτες έξω από τη ΓΑΔΑ δεν μαζεύτηκαν ούτε 200 άτομα για συμπαράσταση. Σκεφτείτε το! Αυτοί που «θα έρχονταν και η γη θα έτρεμε», που έλεγαν παντού ότι τους στηρίζουν ένα εκατομμύριο Έλληνες, που έταζαν σε όλους ότι σε λίγα χρόνια θα είναι αυτοί στην εξουσία, που πήγαιναν τάχα τις γιαγιάδες στα ΑΤΜ, που μοίραζαν τρόφιμα και ρούχα, τη ΜΙΑ φορά που τους χρειάστηκαν όλους αυτούς, δεν εμφανίστηκε κανείς! Γιατί, όσο κι αν δεν αρέσει στους δημοσιογραφίσκους που τους στήριζαν, ο εθνικισμός ΕΙΝΑΙ ντροπή. Το να αγαπάς τον τόπο σου και τους ανθρώπους του δεν είναι εθνικισμός: αντίθετα, αν αγαπάς τον τόπο σου, τότε είναι που δεν θέλεις να τον δεις να βυθίζεται στο σκοτάδι του μίσους, του ρατσισμού και της τυφλής υποταγής σε έναν γελοίο φυρερίσκο. Και ακριβώς επειδή είναι ντροπή και ξεφτίλα να είσαι εθνικιστής και νεοναζί, μόλις όλοι αυτοί έχασαν τη στήριξη του συστήματος με την οποία το έπαιζαν μάγκες, κρύφτηκαν στις τρύπες τους.
Τον φασισμό, τελικά, δεν τον νικάμε με τη βοήθεια της άρχουσας τάξης, αλλά σε πείσμα της άρχουσας τάξης. Λοιπόν, ψηλά το κεφάλι και καλή συνέχεια στους αγώνες μας. Ώρα να τελειώνουμε και με την ακροδεξιά συμμορία του Σαμαρά!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου