Στάθης στον enikos.gr...
Από την αρχή αυτής της ιστορίας, όταν η εγκληματική ναζιστική οργάνωση της Χρυσής Αυγής εμφανίστηκε στο προσκήνιο ως πολιτικό κόμμα με εκλογική απήχηση, η άποψη αυτής της στήλης ήταν ότι το μόρφωμα αυτό δεν θα μπορέσει να αντέξει το φως και θα καεί.
Οπερ και εγένετο. Η Χρυσή Αυγή δεν άντεξε τον εαυτόν της. Δεν άντεξε τα έργα της. Και τώρα το σκοτάδι της καίγεται.
Αυτοί που έκαναν ότι δεν ξέρουν, τώρα ξέρουν, όπως ήξερε και το κράτος πολλά χρόνια τώρα - κι εδώ εγείρονται μεγάλα πολιτικά ερωτήματα – τα έργα και τις ημέρες που μέσα στις νύχτες κατόρθωνε αυτό το τέρας, ξυλοφορτώνοντας, απειλώντας, ληστεύοντας, εκβιάζοντας, φονεύοντας.
Ξέρουμε όλοι ότι το κράτος βολεύεται με το παρακράτος, όσον αναλόγως και η ακροδεξιά του δικομματισμού χρειάζεται πάντα τη μαύρη ακροδεξιά χείρα της για να πρακτορεύει τα συμφέροντα και τις επιλογές της μέσα στον λαό.
Αν λοιπόν όχι για τη γέννηση του νεοφασισμού (διότι ο ναζισμός προϋπήρχε της κρίσης, όπως άλλωστε υπάρχει σε κάθε κοινωνία), αλλά για τη γιγάντωσε του ευθύνεται (κυρίως) η κρίση, άλλο τόσον ευθύνεται και το κράτος, διά των διαδοχικών κυβερνήσεων του δικομματισμού, διότι στα «έργα και τις ημέρες» του υποκόσμου, έβλεπε ο «καλός κόσμος» να εξυπηρετούνται και τα δικά του συμφέροντα.
Το παίγνιον ήταν καλά στημένο και διήρκεσε πολλά χρόνια – πλήθος ψυχών έφαγε το σκοτάδι, πολλά κεφάλια άνοιξαν, πήγαινε το νταβατζιλίκι σύννεφο, βούλωναν στόματα, μπούκωναν στόματα – μια «αυλή μαύρων θαυμάτων», ανεφύη στα σπλάχνα της Αθήνας και στα πέριξ της χώρας.
Γινόταν της σφαγής και δεν εκινείτο φύλλο. Αντιθέτως το κράτος αγκάλιαζε έτι περαιτέρω το παρακράτος, πράγμα που έκανε το τελευταίο όλο και πιο ασύδοτο. Και στο σημείο αυτό άρχισαν τα λάθη.
Η Χρυσή Αυγή πήγε να υπερβεί τον προδιαγεγραμμένο της ρόλο, πήγε να μπει στο «σύστημα» με διαθέσεις αυτονομίας, πήγε από «κινηματική» να γίνει «συστημική» κι έτσι προεκλήθη σύγκρουση του κράτους με το παρακράτος. Γιατί;
Διότι ο φασισμός είναι πρώτα απ’ όλα μπίζνες. Φράγκα. Φράγκα μαύρα, φράγκα λερωμένα με αίμα, αλλά φράγκα! Τα τελευταία χρόνια έχοντας η Χρυσή Αυγή το ακαταδίωκτο απ’ το κράτος για τα μέλη της που διέπρατταν εγκλήματα, διεύρυνε τον ορίζοντά της. Απ’ το νταβατζιλίκι στην υπεργολαβία, απ’ το μαύρο χρήμα στο θεσμικό. Της άνοιξε η όρεξη κι άρχισε να βγάζει γλώσσα στα αφεντικά της. Εκείνο όμως που την «τρέλανε» ήταν άλλο. Εβλεπε πως όσο πιο θεσμική πάει να γίνει, τόσο πιο πολύ άρχιζαν να πέφτουν τα ποσοστά της – ήδη πριν από το τελευταίο φονικό είχε εμφανισθεί κόπωση στην αρχή κι ύστερα κάμψη, σαφής κάμψη στα ποσοστά της. Κι έτσι η οργάνωση ξαναβγήκε στο κλαρί του κινηματισμού, αφήνοντας τη «σοβαρότητα» για αργότερα. Οι στόχοι που οδήγησαν τη Χρυσή Αυγή σε αυτήν την επιλογή ήταν τέσσερις:
α) να καταλαγιάσει την εσωτερική της αντιπολίτευση, όταν ως άλλα Τάγματα Εφόδου του Ερνστ Ρεμ, διάφορα στελέχη κατηγορούσαν την ηγεσία Μιχαλολιάκου ότι «τα έχει βρει» με το σύστημα (πράγμα που θα ήθελαν να κάνουν ή να έχουν κάνει οι ίδιοι)
β) Να κατευνάσει εκείνους που την έστειλαν στη Βουλή για να ρίχνει φάπες κι όχι για να νέμεται μισθούς και χρηματοδοτήσεις.
γ) Στη φάση που, λόγω του ακαταδίωκτου, η οργάνωση φαινόταν ότι έχει ισχύ και πάει για μεγαλύτερη, να δελεαστούν ακόμα περισσότερα ποντίκια για να επιβιβασθούν στο σκάφος της.
δ) Με πλήρωμα περισσότερα ποντίκια για το εγκληματικό της έργο αυτή η μαφιόζικη – ναζιστική οργάνωση να διευρύνει εκ νέου την εκλογική της πελατεία απ’ τα στρώματα εκείνα του πληθυσμού που πάνε με τον «δυνατόν» και τον «ανερχόμενον», ώστε στο εξής να κυνηγήσει χοντρά ψάρια – καναλάρχες, επιχειρηματίες, εφοπλιστές όχι για να τους φάει, αλά για να της δίνουν να τρώει.
Το σχήμα ήταν πολύ απλό: μικρά ψάρια που τα έτρωγε το σκοτάδι της βίας και του εγκλήματος στο επίπεδο του λαού και μεγάλα ψάρια για αλληλοευωχούμενο φαγοπότι στο επίπεδο των «τεμπέληδων της εύφορης κοιλάδας» που τρέφονται απ’ τον ιδρώτα του λαού. Με έναν λόγο τις νύχτες εγκλήματα και φόνοι, τις ημέρες χειροφιλήματα στη Βουλή και υποκλίσεις ο κ. Μιχαλολιάκος,
όταν δεν γκάριζε απ’ τα έδρανα αγριάδες για να ρίχνει στάχτη στα μάτια των ψηφοφόρων του. Ε, όπως λένε στο χωριό μου, «πήγε η στάμνα για νερό στη βρύση, ξαναπήγε, και δεν γύρισε», αποθρασυμένο ένα απ’ τα ποντίκια αυτού του υπόκοσμου, εν μέσω μιας επιδρομικής αγέλης του είδους του, σκότωσε. Για πολλοστή φορά – αλλά αυτήν τη φορά έσπασε ο διάολος το πόδι του, έσπασε η στάμνα, γκρεμίστηκε ο φούρνος και συνελήφθη.
Και βρέθηκε η κυβέρνηση προ των ευθυνών της. Ευθύνες που επί χρόνια δεν αναγνώριζε, ευθύνες των οποίων αφίστατο, αφήνοντας ταυτοχρόνως και το κράτος να διαβρώνεται περισσότερο ίσως απ’ όσον η ίδια θα ήθελε για να κρατάει υπό έλεγχον τη δομή κράτος – παρακράτος – υπόκοσμος – «καλός κόσμος».
Εγινε φόνος μπροστά στα μάτια του κόσμου – τι να «σφυρίξει ο διαιτητής»; - οφ σάιντ; Δεν γινόταν! Το παίγνιον διεκόπη κι άρχισαν οι ποντικοί να συλλαμβάνονται.
Αναγκασμένη στην κίνηση αυτή η κυβέρνηση έκαψε δύο από τα τρία χαρτιά της. Της κάηκε η θεωρία των δύο άκρων και πήγε περίπατο το Συνταγματικό τόξο – αφήνοντας πίσω τον στα στελέχη του ΠΑΣΟΚ την πίκρα να μυρικάζουν ότι «εμείς πρώτοι κ.τ.λ.» χωρίς πλέον να μπορούν να τσουβαλιάσουν άλλες δυνάμεις όχι μόνον στον μνημονιακό παρονομαστή, αλλά στον εγκληματικό «εκσυγχρονισμό» που άνοιξε τον δρόμο στον νεοφιλελευθερισμό για να κάνει τη χώρα κρανίου τόπο.
Το τρίτο χαρτί της κυβέρνησης Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ αλλά απόκοντα και της ΔΗΜΑΡ καθώς και των ΜΜΕ της Διαπλοκής είναι «η καταδίκη της βίας απ’ όπου κι αν προέρχεται».
Βεβαίως, καλοί μου άνθρωποι – μην είσθε και μαθητές του Μαχάτμα Γκάντι; Βεβαίως και καταδικάζουμε τη βία εναντίον των μισθών μας. Τη βία εναντίον του Συντάγματος που το έχετε κάνει απολειφάδι.
Καταδικάζουμε τη βία εναντίον των συνταξιούχων, εκείνων που οδηγήθηκαν στην αυτοκτονία, τη βία των δημεύσεων εναντίον εστιών (και συνεπώς βωμών), είμαστε εναντίον της βίας εκείνων που παραχώρησαν την Ασυλία της Ελλάδος, εκείνων που αποκρύπτουν απ’ τον ελληνικό λαό ότι έχουν υπογράψει πως δεν μπορούν να επαναδιαπραγματευθούν τις δανειακές συμβάσεις,
είμαστε εναντίον της βίας που οδήγησε και οδηγεί παιδιά να πεινούν και να κρυώνουν.
Είμαστε εναντίον της βίας που ασκούν οι μπάχαλοι, οι προβοκάτορες, οι Χρυσαυγίτες και οι «μπάτσοι», όταν διαλύουν τις διαδηλώσεις, όταν βάζουν φωτιά στη Μαρφίν διαπράττοντας έτσι τέσσερις φόνους.
Είμαστε εναντίον της φασιστικής βίας ό,τι κι αν δηλώνει πως είναι ο φασίστας που τη μετέρχεται.
Αλλά δεν είμαστε εναντίον κάθε μορφής βίας – αυτά τα παιδαριώδη αφήστε τα για τον κ. Κεδίκογλου και τους βουλευτές της Ν.Δ. ή του ΠΑΣΟΚ που πιάνονται απ’ την ηθελημένη τους ανοησία όπως ο πνιγμένος απ’ τα μαλλιά του.
Διότι εμείς είμαστε υπέρ της βίας που χρησιμοποίησαν οι παρτιζάνοι εναντίον των ναζί, υπέρ της βίας που χρησιμοποίησε ο κ. Σημίτης όταν έβαζε βόμβες επί χούντας, είμαστε υπέρ της βίας που χρησιμοποιούν οι Κούρδοι, οι Παλαιστίνιοι κι όσοι μάχονται για την ελευθερία τους.
Και σε συνθήκες Δημοκρατίας, αν η υπεράσπιση του πολιτισμού της εργασίας συνεπάγεται απεργίες, αν η υπεράσπιση του Συντάγματος συνεπάγεται διαδηλώσεις, αν η υπεράσπιση, όσον και η αλλαγή νόμων επαφίενται στη λαϊκή κυριαρχία, είμαστε υπέρ της βίας που προβλέπουν για όλα αυτά οι ίδιοι οι θεσμοί.
Είμαστε υπέρ της βίας που ασκεί ο φυσικός μας δικαστής, όπως τώρα που διώκει στελέχη της εγκληματικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή για να προστατεύσει πρόσωπα και πολίτες όσον και για δικαιωθούν τα θύματά της. Τόσον απλό.
Τέλος, οι 300!
Τόσοι και μετά βίας τόσοι, βρέθηκαν για να συμπαρασταθούν στους συλληφθέντες Χρυσαυγίτες. Παρά την έκκληση της Χρυσής Αυγής για συγκέντρωση συμπαράστασης μελών και ψηφοφόρων, μόνον διακόσιοι – τριακόσιοι βρέθηκαν απέναντι στη ΓΑΔΑ. Βεβαίως όχι οι Τριακόσιοι του Λεωνίδα, αλλά τριακόσια ποντίκια που δεν έχουν αντιληφθεί ακόμα ότι τα υπόλοιπα εγκαταλείπουν το σκάφος που βυθίζεται τρέχοντας. Γιοκ μπίζνες πια, ψιλονταβατζιλίκι, εκβιασμοί και προστασία, γιοκ. Προς τι λοιπόν τα μαχαιρώματα. Ασε να την κάνουμε τώρα μη μας τσιμπήσει και κανένας ανανήψας ασφαλίτης για να αποδείξει κι αυτός ότι «ουδεμίαν σχέσιν ήχε με τοιούτον τι μόρφωμα». Πάνε οι καλές ημέρες και οι μαύρες νύχτες. Για λίγον καιρό ακόμα θα κρώζουν τα κοράκια που νόμισαν ότι γίνονται γρύπες κι ύστερα θα επιστρέψουν στα κιλά τους. Τριακόσιοι λεχρίτες, όπως την πρώτη τους εποχή, την εποχή του Περιάνδρου, που θα ομνύουν στον Χίτλερ, θα πίνουν απ’ το βρυκολακιασμένο αίμα του και θα σκληρίζουν αίμα και τιμή ελπίζοντας ότι η Γονιμοποιός Αρχή (έτσι αποκαλούν τον φύρερ τους στο καταστατικό τους) θα τους...γονιμοποιήσει.
email: stathis@enikos.gr
Οπερ και εγένετο. Η Χρυσή Αυγή δεν άντεξε τον εαυτόν της. Δεν άντεξε τα έργα της. Και τώρα το σκοτάδι της καίγεται.
Αυτοί που έκαναν ότι δεν ξέρουν, τώρα ξέρουν, όπως ήξερε και το κράτος πολλά χρόνια τώρα - κι εδώ εγείρονται μεγάλα πολιτικά ερωτήματα – τα έργα και τις ημέρες που μέσα στις νύχτες κατόρθωνε αυτό το τέρας, ξυλοφορτώνοντας, απειλώντας, ληστεύοντας, εκβιάζοντας, φονεύοντας.
Ξέρουμε όλοι ότι το κράτος βολεύεται με το παρακράτος, όσον αναλόγως και η ακροδεξιά του δικομματισμού χρειάζεται πάντα τη μαύρη ακροδεξιά χείρα της για να πρακτορεύει τα συμφέροντα και τις επιλογές της μέσα στον λαό.
Αν λοιπόν όχι για τη γέννηση του νεοφασισμού (διότι ο ναζισμός προϋπήρχε της κρίσης, όπως άλλωστε υπάρχει σε κάθε κοινωνία), αλλά για τη γιγάντωσε του ευθύνεται (κυρίως) η κρίση, άλλο τόσον ευθύνεται και το κράτος, διά των διαδοχικών κυβερνήσεων του δικομματισμού, διότι στα «έργα και τις ημέρες» του υποκόσμου, έβλεπε ο «καλός κόσμος» να εξυπηρετούνται και τα δικά του συμφέροντα.
Το παίγνιον ήταν καλά στημένο και διήρκεσε πολλά χρόνια – πλήθος ψυχών έφαγε το σκοτάδι, πολλά κεφάλια άνοιξαν, πήγαινε το νταβατζιλίκι σύννεφο, βούλωναν στόματα, μπούκωναν στόματα – μια «αυλή μαύρων θαυμάτων», ανεφύη στα σπλάχνα της Αθήνας και στα πέριξ της χώρας.
Γινόταν της σφαγής και δεν εκινείτο φύλλο. Αντιθέτως το κράτος αγκάλιαζε έτι περαιτέρω το παρακράτος, πράγμα που έκανε το τελευταίο όλο και πιο ασύδοτο. Και στο σημείο αυτό άρχισαν τα λάθη.
Η Χρυσή Αυγή πήγε να υπερβεί τον προδιαγεγραμμένο της ρόλο, πήγε να μπει στο «σύστημα» με διαθέσεις αυτονομίας, πήγε από «κινηματική» να γίνει «συστημική» κι έτσι προεκλήθη σύγκρουση του κράτους με το παρακράτος. Γιατί;
Διότι ο φασισμός είναι πρώτα απ’ όλα μπίζνες. Φράγκα. Φράγκα μαύρα, φράγκα λερωμένα με αίμα, αλλά φράγκα! Τα τελευταία χρόνια έχοντας η Χρυσή Αυγή το ακαταδίωκτο απ’ το κράτος για τα μέλη της που διέπρατταν εγκλήματα, διεύρυνε τον ορίζοντά της. Απ’ το νταβατζιλίκι στην υπεργολαβία, απ’ το μαύρο χρήμα στο θεσμικό. Της άνοιξε η όρεξη κι άρχισε να βγάζει γλώσσα στα αφεντικά της. Εκείνο όμως που την «τρέλανε» ήταν άλλο. Εβλεπε πως όσο πιο θεσμική πάει να γίνει, τόσο πιο πολύ άρχιζαν να πέφτουν τα ποσοστά της – ήδη πριν από το τελευταίο φονικό είχε εμφανισθεί κόπωση στην αρχή κι ύστερα κάμψη, σαφής κάμψη στα ποσοστά της. Κι έτσι η οργάνωση ξαναβγήκε στο κλαρί του κινηματισμού, αφήνοντας τη «σοβαρότητα» για αργότερα. Οι στόχοι που οδήγησαν τη Χρυσή Αυγή σε αυτήν την επιλογή ήταν τέσσερις:
α) να καταλαγιάσει την εσωτερική της αντιπολίτευση, όταν ως άλλα Τάγματα Εφόδου του Ερνστ Ρεμ, διάφορα στελέχη κατηγορούσαν την ηγεσία Μιχαλολιάκου ότι «τα έχει βρει» με το σύστημα (πράγμα που θα ήθελαν να κάνουν ή να έχουν κάνει οι ίδιοι)
β) Να κατευνάσει εκείνους που την έστειλαν στη Βουλή για να ρίχνει φάπες κι όχι για να νέμεται μισθούς και χρηματοδοτήσεις.
γ) Στη φάση που, λόγω του ακαταδίωκτου, η οργάνωση φαινόταν ότι έχει ισχύ και πάει για μεγαλύτερη, να δελεαστούν ακόμα περισσότερα ποντίκια για να επιβιβασθούν στο σκάφος της.
δ) Με πλήρωμα περισσότερα ποντίκια για το εγκληματικό της έργο αυτή η μαφιόζικη – ναζιστική οργάνωση να διευρύνει εκ νέου την εκλογική της πελατεία απ’ τα στρώματα εκείνα του πληθυσμού που πάνε με τον «δυνατόν» και τον «ανερχόμενον», ώστε στο εξής να κυνηγήσει χοντρά ψάρια – καναλάρχες, επιχειρηματίες, εφοπλιστές όχι για να τους φάει, αλά για να της δίνουν να τρώει.
Το σχήμα ήταν πολύ απλό: μικρά ψάρια που τα έτρωγε το σκοτάδι της βίας και του εγκλήματος στο επίπεδο του λαού και μεγάλα ψάρια για αλληλοευωχούμενο φαγοπότι στο επίπεδο των «τεμπέληδων της εύφορης κοιλάδας» που τρέφονται απ’ τον ιδρώτα του λαού. Με έναν λόγο τις νύχτες εγκλήματα και φόνοι, τις ημέρες χειροφιλήματα στη Βουλή και υποκλίσεις ο κ. Μιχαλολιάκος,
όταν δεν γκάριζε απ’ τα έδρανα αγριάδες για να ρίχνει στάχτη στα μάτια των ψηφοφόρων του. Ε, όπως λένε στο χωριό μου, «πήγε η στάμνα για νερό στη βρύση, ξαναπήγε, και δεν γύρισε», αποθρασυμένο ένα απ’ τα ποντίκια αυτού του υπόκοσμου, εν μέσω μιας επιδρομικής αγέλης του είδους του, σκότωσε. Για πολλοστή φορά – αλλά αυτήν τη φορά έσπασε ο διάολος το πόδι του, έσπασε η στάμνα, γκρεμίστηκε ο φούρνος και συνελήφθη.
Και βρέθηκε η κυβέρνηση προ των ευθυνών της. Ευθύνες που επί χρόνια δεν αναγνώριζε, ευθύνες των οποίων αφίστατο, αφήνοντας ταυτοχρόνως και το κράτος να διαβρώνεται περισσότερο ίσως απ’ όσον η ίδια θα ήθελε για να κρατάει υπό έλεγχον τη δομή κράτος – παρακράτος – υπόκοσμος – «καλός κόσμος».
Εγινε φόνος μπροστά στα μάτια του κόσμου – τι να «σφυρίξει ο διαιτητής»; - οφ σάιντ; Δεν γινόταν! Το παίγνιον διεκόπη κι άρχισαν οι ποντικοί να συλλαμβάνονται.
Αναγκασμένη στην κίνηση αυτή η κυβέρνηση έκαψε δύο από τα τρία χαρτιά της. Της κάηκε η θεωρία των δύο άκρων και πήγε περίπατο το Συνταγματικό τόξο – αφήνοντας πίσω τον στα στελέχη του ΠΑΣΟΚ την πίκρα να μυρικάζουν ότι «εμείς πρώτοι κ.τ.λ.» χωρίς πλέον να μπορούν να τσουβαλιάσουν άλλες δυνάμεις όχι μόνον στον μνημονιακό παρονομαστή, αλλά στον εγκληματικό «εκσυγχρονισμό» που άνοιξε τον δρόμο στον νεοφιλελευθερισμό για να κάνει τη χώρα κρανίου τόπο.
Το τρίτο χαρτί της κυβέρνησης Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ αλλά απόκοντα και της ΔΗΜΑΡ καθώς και των ΜΜΕ της Διαπλοκής είναι «η καταδίκη της βίας απ’ όπου κι αν προέρχεται».
Βεβαίως, καλοί μου άνθρωποι – μην είσθε και μαθητές του Μαχάτμα Γκάντι; Βεβαίως και καταδικάζουμε τη βία εναντίον των μισθών μας. Τη βία εναντίον του Συντάγματος που το έχετε κάνει απολειφάδι.
Καταδικάζουμε τη βία εναντίον των συνταξιούχων, εκείνων που οδηγήθηκαν στην αυτοκτονία, τη βία των δημεύσεων εναντίον εστιών (και συνεπώς βωμών), είμαστε εναντίον της βίας εκείνων που παραχώρησαν την Ασυλία της Ελλάδος, εκείνων που αποκρύπτουν απ’ τον ελληνικό λαό ότι έχουν υπογράψει πως δεν μπορούν να επαναδιαπραγματευθούν τις δανειακές συμβάσεις,
είμαστε εναντίον της βίας που οδήγησε και οδηγεί παιδιά να πεινούν και να κρυώνουν.
Είμαστε εναντίον της βίας που ασκούν οι μπάχαλοι, οι προβοκάτορες, οι Χρυσαυγίτες και οι «μπάτσοι», όταν διαλύουν τις διαδηλώσεις, όταν βάζουν φωτιά στη Μαρφίν διαπράττοντας έτσι τέσσερις φόνους.
Είμαστε εναντίον της φασιστικής βίας ό,τι κι αν δηλώνει πως είναι ο φασίστας που τη μετέρχεται.
Αλλά δεν είμαστε εναντίον κάθε μορφής βίας – αυτά τα παιδαριώδη αφήστε τα για τον κ. Κεδίκογλου και τους βουλευτές της Ν.Δ. ή του ΠΑΣΟΚ που πιάνονται απ’ την ηθελημένη τους ανοησία όπως ο πνιγμένος απ’ τα μαλλιά του.
Διότι εμείς είμαστε υπέρ της βίας που χρησιμοποίησαν οι παρτιζάνοι εναντίον των ναζί, υπέρ της βίας που χρησιμοποίησε ο κ. Σημίτης όταν έβαζε βόμβες επί χούντας, είμαστε υπέρ της βίας που χρησιμοποιούν οι Κούρδοι, οι Παλαιστίνιοι κι όσοι μάχονται για την ελευθερία τους.
Και σε συνθήκες Δημοκρατίας, αν η υπεράσπιση του πολιτισμού της εργασίας συνεπάγεται απεργίες, αν η υπεράσπιση του Συντάγματος συνεπάγεται διαδηλώσεις, αν η υπεράσπιση, όσον και η αλλαγή νόμων επαφίενται στη λαϊκή κυριαρχία, είμαστε υπέρ της βίας που προβλέπουν για όλα αυτά οι ίδιοι οι θεσμοί.
Είμαστε υπέρ της βίας που ασκεί ο φυσικός μας δικαστής, όπως τώρα που διώκει στελέχη της εγκληματικής οργάνωσης Χρυσή Αυγή για να προστατεύσει πρόσωπα και πολίτες όσον και για δικαιωθούν τα θύματά της. Τόσον απλό.
Τέλος, οι 300!
Τόσοι και μετά βίας τόσοι, βρέθηκαν για να συμπαρασταθούν στους συλληφθέντες Χρυσαυγίτες. Παρά την έκκληση της Χρυσής Αυγής για συγκέντρωση συμπαράστασης μελών και ψηφοφόρων, μόνον διακόσιοι – τριακόσιοι βρέθηκαν απέναντι στη ΓΑΔΑ. Βεβαίως όχι οι Τριακόσιοι του Λεωνίδα, αλλά τριακόσια ποντίκια που δεν έχουν αντιληφθεί ακόμα ότι τα υπόλοιπα εγκαταλείπουν το σκάφος που βυθίζεται τρέχοντας. Γιοκ μπίζνες πια, ψιλονταβατζιλίκι, εκβιασμοί και προστασία, γιοκ. Προς τι λοιπόν τα μαχαιρώματα. Ασε να την κάνουμε τώρα μη μας τσιμπήσει και κανένας ανανήψας ασφαλίτης για να αποδείξει κι αυτός ότι «ουδεμίαν σχέσιν ήχε με τοιούτον τι μόρφωμα». Πάνε οι καλές ημέρες και οι μαύρες νύχτες. Για λίγον καιρό ακόμα θα κρώζουν τα κοράκια που νόμισαν ότι γίνονται γρύπες κι ύστερα θα επιστρέψουν στα κιλά τους. Τριακόσιοι λεχρίτες, όπως την πρώτη τους εποχή, την εποχή του Περιάνδρου, που θα ομνύουν στον Χίτλερ, θα πίνουν απ’ το βρυκολακιασμένο αίμα του και θα σκληρίζουν αίμα και τιμή ελπίζοντας ότι η Γονιμοποιός Αρχή (έτσι αποκαλούν τον φύρερ τους στο καταστατικό τους) θα τους...γονιμοποιήσει.
email: stathis@enikos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου