Του Παντελή Μπουκάλα, απο την Καθημερινη...
«Και κόκαλα τσακίζει». Αυτό μαθαίνουμε από μικροί για την πανίσχυρη και παμπόνηρη γλώσσα, που όλο πιστεύουμε ότι τη γραπώσαμε κι όλο ξεφεύγει αδέσποτη και σαρκαστική, να βγάζει... γλώσσα και να μας ειρωνεύεται για την υπεροψία μας. Ιδού άλλη μία επαλήθευση του λαϊκού λόγου: Παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας για τη διάβρωση των Σωμάτων Ασφαλείας, ο επίσημος εκπρόσωπος της ΕΛ.ΑΣ. εισήγαγε μιαν οιονεί μετεωρολογική θεωρία.
Για να εξηγήσει (ή να δικαιολογήσει) το γιατί συνεχίζονται «τα μεμονωμένα περιστατικά» βίαιης δράσης από αστυνομικούς (μαζί με χρυσαυγίτες ή όχι), είπε τα εξής: «Μεμονωμένοι αστυνομικοί ενεργούν κατά τρόπο που είναι σε έντονη αντίθεση με τις τυπικές διατάξεις που διέπουν τα καθήκοντά τους. Η προηγούμενη παρατήρηση συνδέεται στενά με τη χαμηλή ορατότητα των διευθυντικών στελεχών (ανεπαρκής εποπτεία, ατελής έλεγχος), αφού οι αστυνομικοί που επιχειρούν απλώνονται στον χώρο και δεν υπόκεινται σε άμεση παρατήρηση. Αυτό δίνει τη δυνατότητα (!) για μη συμμόρφωση σε εντολές, κανόνες ή πειθαρχικές διαδικασίες». Δηλαδή, σε απλά ελληνικά, τα στελέχη, από εκεί που κάθονται, δεν βλέπουν καλά, δεν έχουν πλήρη εικόνα. Ετσι, λίγο έξω από τον ορίζοντά τους συμβαίνουν τα «μεμονωμένα». Που μένουν αδιερεύνητα ακόμα κι όταν καταγράφονται από κάμερες και προβάλλονται σε κανάλια και Διαδίκτυο, αφού τα στελέχη δεν τα παίρνουν είδηση.
Ο εκπρόσωπος της ΕΛ.ΑΣ. επέλεξε να παρακάμψει τα απλά ελληνικά.
Τον αιχμαλώτισε η παράδοση του αστυνομικού ιδιολέκτου, γερή όπως κι εκείνη του στρατιωτικού και του δικαστικού ιδιώματος. Και τον καθοδήγησε η επιθυμία της αστυνομικής ηγεσίας να ειπωθούν ορισμένα πράγματα, αλλά κατά το δυνατόν ηπιότερα, στρογγυλεμένα, άρα συγχωρητέα. Η όλη έρευνα άλλωστε, αν και δεν ήταν μία από τις συνήθεις ΕΔΕ, μάλλον άφησε στην ησυχία τους και το κόκαλο και το μαχαίρι – και τους μαύρους θυλάκους.
Αντί λοιπόν να πει «δεν βλέπουν καλά», είπε «έχουν χαμηλή ορατότητα». Και η γλώσσα ξανάπιασε την αγαπημένη της δουλειά να τσακίζει. Γιατί η ορατότητα είναι η ιδιότητα του οράσθαι, όχι του οράν. Αρα, τα διευθυντικά στελέχη «με τη χαμηλή ορατότητα» δεν εποπτεύονται καλά, και όχι δεν εποπτεύουν καλά. Με το ορατόμετρο, λ.χ., μετράμε την ορατότητα της ατμόσφαιρας, όχι την εποπτική ικανότητα των μετεωρολόγων που το χρησιμοποιούν.
Θα μπορούσε να μιλήσει για τη χαμηλή οξυδέρκεια των στελεχών ο εκπρόσωπος. Αλλά τότε, για να μην παρεξηγηθεί, θα έπρεπε να δηλώσει ότι χρησιμοποιεί τη λέξη οξυδέρκεια μόνο με την αρχαία σημασία της (οξεία όραση) και όχι με τη νεότερη (οξεία πνευματική αντίληψη). Ετσι, όμως, η παρουσίαση του πορίσματος θα γινόταν φιλολογικό σεμινάριο, οπότε θα έπρεπε να καλέσουν τον ειδήμονα κ. Γεωργιάδη. Αν τον έβρισκαν εύκαιρο με την τόσο βαριά τηλεοπτική του απασχόληση. Ε, αυτό συμβαίνει όταν τηρούνται κατά γράμμα οι πρωθυπουργικές εντολές.
«Και κόκαλα τσακίζει». Αυτό μαθαίνουμε από μικροί για την πανίσχυρη και παμπόνηρη γλώσσα, που όλο πιστεύουμε ότι τη γραπώσαμε κι όλο ξεφεύγει αδέσποτη και σαρκαστική, να βγάζει... γλώσσα και να μας ειρωνεύεται για την υπεροψία μας. Ιδού άλλη μία επαλήθευση του λαϊκού λόγου: Παρουσιάζοντας τα αποτελέσματα της έρευνας για τη διάβρωση των Σωμάτων Ασφαλείας, ο επίσημος εκπρόσωπος της ΕΛ.ΑΣ. εισήγαγε μιαν οιονεί μετεωρολογική θεωρία.
Για να εξηγήσει (ή να δικαιολογήσει) το γιατί συνεχίζονται «τα μεμονωμένα περιστατικά» βίαιης δράσης από αστυνομικούς (μαζί με χρυσαυγίτες ή όχι), είπε τα εξής: «Μεμονωμένοι αστυνομικοί ενεργούν κατά τρόπο που είναι σε έντονη αντίθεση με τις τυπικές διατάξεις που διέπουν τα καθήκοντά τους. Η προηγούμενη παρατήρηση συνδέεται στενά με τη χαμηλή ορατότητα των διευθυντικών στελεχών (ανεπαρκής εποπτεία, ατελής έλεγχος), αφού οι αστυνομικοί που επιχειρούν απλώνονται στον χώρο και δεν υπόκεινται σε άμεση παρατήρηση. Αυτό δίνει τη δυνατότητα (!) για μη συμμόρφωση σε εντολές, κανόνες ή πειθαρχικές διαδικασίες». Δηλαδή, σε απλά ελληνικά, τα στελέχη, από εκεί που κάθονται, δεν βλέπουν καλά, δεν έχουν πλήρη εικόνα. Ετσι, λίγο έξω από τον ορίζοντά τους συμβαίνουν τα «μεμονωμένα». Που μένουν αδιερεύνητα ακόμα κι όταν καταγράφονται από κάμερες και προβάλλονται σε κανάλια και Διαδίκτυο, αφού τα στελέχη δεν τα παίρνουν είδηση.
Ο εκπρόσωπος της ΕΛ.ΑΣ. επέλεξε να παρακάμψει τα απλά ελληνικά.
Τον αιχμαλώτισε η παράδοση του αστυνομικού ιδιολέκτου, γερή όπως κι εκείνη του στρατιωτικού και του δικαστικού ιδιώματος. Και τον καθοδήγησε η επιθυμία της αστυνομικής ηγεσίας να ειπωθούν ορισμένα πράγματα, αλλά κατά το δυνατόν ηπιότερα, στρογγυλεμένα, άρα συγχωρητέα. Η όλη έρευνα άλλωστε, αν και δεν ήταν μία από τις συνήθεις ΕΔΕ, μάλλον άφησε στην ησυχία τους και το κόκαλο και το μαχαίρι – και τους μαύρους θυλάκους.
Αντί λοιπόν να πει «δεν βλέπουν καλά», είπε «έχουν χαμηλή ορατότητα». Και η γλώσσα ξανάπιασε την αγαπημένη της δουλειά να τσακίζει. Γιατί η ορατότητα είναι η ιδιότητα του οράσθαι, όχι του οράν. Αρα, τα διευθυντικά στελέχη «με τη χαμηλή ορατότητα» δεν εποπτεύονται καλά, και όχι δεν εποπτεύουν καλά. Με το ορατόμετρο, λ.χ., μετράμε την ορατότητα της ατμόσφαιρας, όχι την εποπτική ικανότητα των μετεωρολόγων που το χρησιμοποιούν.
Θα μπορούσε να μιλήσει για τη χαμηλή οξυδέρκεια των στελεχών ο εκπρόσωπος. Αλλά τότε, για να μην παρεξηγηθεί, θα έπρεπε να δηλώσει ότι χρησιμοποιεί τη λέξη οξυδέρκεια μόνο με την αρχαία σημασία της (οξεία όραση) και όχι με τη νεότερη (οξεία πνευματική αντίληψη). Ετσι, όμως, η παρουσίαση του πορίσματος θα γινόταν φιλολογικό σεμινάριο, οπότε θα έπρεπε να καλέσουν τον ειδήμονα κ. Γεωργιάδη. Αν τον έβρισκαν εύκαιρο με την τόσο βαριά τηλεοπτική του απασχόληση. Ε, αυτό συμβαίνει όταν τηρούνται κατά γράμμα οι πρωθυπουργικές εντολές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου