του Χριστοφορου Βερναρδακη...
Ενας αρκετά διαδεδομένος μύθος θέλει την ελληνική κοινωνία να
«συναινούσε» έστω και παθητικά στη δικτατορία, φέρει δε ως απόδειξη
τούτου το γεγονός ότι δεν αναπτύχθηκε ποτέ ένα μεγάλο και καταλυτικό
αντιδικτατορικό κίνημα, οι δε αντιδικτατορικές οργανώσεις αποτελούσαν
μάλλον αποκομμένες πρωτοπορίες.
Κατά την εκδοχή αυτή, η δικτατορία ενίσχυσε σημαντικά τον «μικροαστικό ατομικισμό» και κατάφερε έτσι να κρατήσει «χαμηλά» τις κοινωνικές αντιδράσεις, πολλώ δε μάλλον όταν κατάφερε στο πεδίο της οικονομίας να εμφανίσει υπαρκτή «ανάπτυξη». Ο μύθος αυτός έχει βεβαίως το ακροατήριό του στη «δεξιά», αλλά περιέργως απέκτησε και ένα μεγάλο ακροατήριο αργότερα κατά τη μεταπολίτευση και στην «αριστερά», πολλές φορές δε ακόμα και στις πιο επαναστατικές και ριζοσπαστικές της τάσεις. Θα προσπαθήσω να θυμίσω ορισμένες παραμέτρους, ιστορικές και κοινωνικές, για να γίνει περισσότερο αντιληπτός αυτός ο μύθος περί «παθητικής συναίνεσης» στη δικτατορία.
1.Αρχικά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο πολιτικός και κοινωνικός χρόνος της δικτατορίας (μία επταετία) είναι εξαιρετικά μικρός έως απειροελάχιστος ιστορικά χρόνος. Το γεγονός αυτό έχει τη σημασία του, αφού η δικτατορία, η οποία πράγματι ως «πολιτικό κόμμα» επεδίωκε πολιτική νομιμοποίηση, δεν πρόλαβε να φτιάξει τάξεις-στηρίγματα, όπως επίσης δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τη συγκρότηση ενός «καθαρού» πολιτικού και διοικητικού προσωπικού. Εχει μεγάλη επομένως διαφοροποίηση από την φρανκική, π.χ., δικτατορία, η οποία κατάφερε στον άπλετο χρόνο που διέθετε να αλλάξει ριζικά τις δομές της χώρας. Ναι, πράγματι στο χρόνο της επταετίας θα δούμε τις απαρχές συγκρότησης μιας νέας μικροαστικής τάξης, με την οποία όμως δεν πρόλαβε να «κτίσει» ισχυρούς δεσμούς πολιτικής εκπροσώπησης, γιατί δεν πρόλαβε να «μοιράσει πλεονάσματα» από την ανάπτυξη που δημιουργούσε. Τα στρώματα αυτής της τάξης θα διαδραματίσουν πρωτεύοντα ρόλο στη μεταπολίτευση, εκπροσωπούμενα όμως από άλλα πολιτικά υποκείμενα, αριστερής και αντιϊμπεριαλιστικής μάλιστα κατεύθυνσης.
2. Ο ίδιος λόγος, δηλαδή ο περιορισμένος ιστορικός χρόνος, εμπόδισε και από την άλλη πλευρά, την εμφάνιση νέων κοινωνικών υποκειμένων με σαφή αντιδικτατορική και ριζοσπαστική κατεύθυνση. Η νέα βιομηχανική εργατική τάξη, π.χ., με τα εξαθλιωμένα μεροκάματα και τα απάνθρωπα ωράρια, αποτέλεσμα της ταχείας εκβιομηχάνισης των αρχών του ’60, δεν πρόλαβε να μπει για τα καλά στην κοινωνική πάλη. Θα βρούμε την πρωτοπορία αυτού του νέου κοινωνικού υποκειμένου στο Πολυτεχνείο το ’73 (περίπου 5.000 άνθρωποι αποτελούσαν την εργατική συνέλευση). Θα το βρούμε όμως πιο μαζικό και πιο διευρυμένο στο εργοστασιακό κίνημα της μεταπολίτευσης, μετά το ’75. Στο χρόνο της δικτατορίας δεν είχε προλάβει να μορφοποιηθεί.
3. Και τα παλιά «κοινωνικά υποκείμενα»; O «λαός της αριστεράς» της μετεμφυλιακής περιόδου; Tι’ απέγιναν στη δικτατορία; Ας θυμηθούμε εδώ ορισμένες ιστορικές συνθήκες: α) η δικτατορία του ’67 επιβάλλεται μόλις 15-16 χρόνια μετά το τέλος του Εμφυλίου, που είχε οδηγήσει στην φυσική εξόντωση εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους και στην πολιτική εξόντωση της επίσημης αριστεράς. Παρά τα γεγονότα αυτά, η (πολιτική) αντοχή των λαϊκών τάξεων αποδεικνύεται ισχυρή και οδηγεί στην ανασύνταξη των κοινωνικών κινημάτων της δεκαετίας του ’60. β) Όμως εκεί, λαμβάνει χώρα η δεύτερη μεγάλη ήττα του λαϊκού κινήματος, η ήττα των Ιουλιανών του ’65. Οι περίφημες «70 ημέρες» που έθεσαν καθεστωτικό και πολιτικό ζήτημα στη χώρα με όρους «πεζοδρομίου», δεν βρήκαν πολιτική ολοκλήρωση. Η επίσημη αριστερά (ΕΔΑ και ΚΚΕ) αποδείχτηκε ακόμα μια φορά αναντίστοιχη με τις λαϊκές δυναμικές. γ) Και ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, από το ’62 και μετά περίπου 1.000.000 εργάτες και εργάτισσες, οργανικά κομμάτια των χειμαζόμενων λαϊκών τάξεων της χώρας, οδηγούνται στη μετανάστευση λόγω της εξαθλίωσης των πόλεων και της υπαίθρου.
Τρεις καταλυτικές συνθήκες, τρεις τεράστιες ιστορικές και κοινωνικο-πολιτικές μεταβολές, μέσα σε λίγα χρόνια. Όταν τα τανκς επιβάλλονται την 21η Απριλίου 1967, οι λαϊκές τάξεις, οι πρωτοπορίες των κινημάτων, οι οικογένειες των αγωνιστών, είναι πια πολύ κουρασμένες. Και χωρίς πολιτική καθοδήγηση, από μια ηγεσία που προσπαθούσε να κάνει το αντίθετο απ’αυτό που έπρεπε να κάνει: προσπαθούσε να πείσει γιατί δεν θα γίνει δικτατορία, δίνοντας τα πάντα στο καθεστώς, αντί να προετοιμάζεται για αυτό που ήταν προδιαγεγραμμένο ότι θα γίνει. Και δεν χρειαζόταν να είσαι τίποτα σπουδαίος μαρξιστής για να το «προβλέψεις».
Η δικτατορία είναι ένα σοκ. Ο αόρατος σκηνοθέτης της ταξικής πάλης επιβάλλει στις λαϊκές τάξεις να αποσυρθούν, να ξανασκεφτούν τι πήγε στραβά περίπου 20 χρόνια πίσω, τι μπορεί να γίνει από εδώ και πέρα….Οποιος επομένως «κατηγορεί» για παθητικότητα απέναντι στη δικτατορία κάνει στην καλύτερη περίπτωση μια μεγάλη αφαίρεση.
Κατά την εκδοχή αυτή, η δικτατορία ενίσχυσε σημαντικά τον «μικροαστικό ατομικισμό» και κατάφερε έτσι να κρατήσει «χαμηλά» τις κοινωνικές αντιδράσεις, πολλώ δε μάλλον όταν κατάφερε στο πεδίο της οικονομίας να εμφανίσει υπαρκτή «ανάπτυξη». Ο μύθος αυτός έχει βεβαίως το ακροατήριό του στη «δεξιά», αλλά περιέργως απέκτησε και ένα μεγάλο ακροατήριο αργότερα κατά τη μεταπολίτευση και στην «αριστερά», πολλές φορές δε ακόμα και στις πιο επαναστατικές και ριζοσπαστικές της τάσεις. Θα προσπαθήσω να θυμίσω ορισμένες παραμέτρους, ιστορικές και κοινωνικές, για να γίνει περισσότερο αντιληπτός αυτός ο μύθος περί «παθητικής συναίνεσης» στη δικτατορία.
1.Αρχικά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο πολιτικός και κοινωνικός χρόνος της δικτατορίας (μία επταετία) είναι εξαιρετικά μικρός έως απειροελάχιστος ιστορικά χρόνος. Το γεγονός αυτό έχει τη σημασία του, αφού η δικτατορία, η οποία πράγματι ως «πολιτικό κόμμα» επεδίωκε πολιτική νομιμοποίηση, δεν πρόλαβε να φτιάξει τάξεις-στηρίγματα, όπως επίσης δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τη συγκρότηση ενός «καθαρού» πολιτικού και διοικητικού προσωπικού. Εχει μεγάλη επομένως διαφοροποίηση από την φρανκική, π.χ., δικτατορία, η οποία κατάφερε στον άπλετο χρόνο που διέθετε να αλλάξει ριζικά τις δομές της χώρας. Ναι, πράγματι στο χρόνο της επταετίας θα δούμε τις απαρχές συγκρότησης μιας νέας μικροαστικής τάξης, με την οποία όμως δεν πρόλαβε να «κτίσει» ισχυρούς δεσμούς πολιτικής εκπροσώπησης, γιατί δεν πρόλαβε να «μοιράσει πλεονάσματα» από την ανάπτυξη που δημιουργούσε. Τα στρώματα αυτής της τάξης θα διαδραματίσουν πρωτεύοντα ρόλο στη μεταπολίτευση, εκπροσωπούμενα όμως από άλλα πολιτικά υποκείμενα, αριστερής και αντιϊμπεριαλιστικής μάλιστα κατεύθυνσης.
2. Ο ίδιος λόγος, δηλαδή ο περιορισμένος ιστορικός χρόνος, εμπόδισε και από την άλλη πλευρά, την εμφάνιση νέων κοινωνικών υποκειμένων με σαφή αντιδικτατορική και ριζοσπαστική κατεύθυνση. Η νέα βιομηχανική εργατική τάξη, π.χ., με τα εξαθλιωμένα μεροκάματα και τα απάνθρωπα ωράρια, αποτέλεσμα της ταχείας εκβιομηχάνισης των αρχών του ’60, δεν πρόλαβε να μπει για τα καλά στην κοινωνική πάλη. Θα βρούμε την πρωτοπορία αυτού του νέου κοινωνικού υποκειμένου στο Πολυτεχνείο το ’73 (περίπου 5.000 άνθρωποι αποτελούσαν την εργατική συνέλευση). Θα το βρούμε όμως πιο μαζικό και πιο διευρυμένο στο εργοστασιακό κίνημα της μεταπολίτευσης, μετά το ’75. Στο χρόνο της δικτατορίας δεν είχε προλάβει να μορφοποιηθεί.
3. Και τα παλιά «κοινωνικά υποκείμενα»; O «λαός της αριστεράς» της μετεμφυλιακής περιόδου; Tι’ απέγιναν στη δικτατορία; Ας θυμηθούμε εδώ ορισμένες ιστορικές συνθήκες: α) η δικτατορία του ’67 επιβάλλεται μόλις 15-16 χρόνια μετά το τέλος του Εμφυλίου, που είχε οδηγήσει στην φυσική εξόντωση εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους και στην πολιτική εξόντωση της επίσημης αριστεράς. Παρά τα γεγονότα αυτά, η (πολιτική) αντοχή των λαϊκών τάξεων αποδεικνύεται ισχυρή και οδηγεί στην ανασύνταξη των κοινωνικών κινημάτων της δεκαετίας του ’60. β) Όμως εκεί, λαμβάνει χώρα η δεύτερη μεγάλη ήττα του λαϊκού κινήματος, η ήττα των Ιουλιανών του ’65. Οι περίφημες «70 ημέρες» που έθεσαν καθεστωτικό και πολιτικό ζήτημα στη χώρα με όρους «πεζοδρομίου», δεν βρήκαν πολιτική ολοκλήρωση. Η επίσημη αριστερά (ΕΔΑ και ΚΚΕ) αποδείχτηκε ακόμα μια φορά αναντίστοιχη με τις λαϊκές δυναμικές. γ) Και ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, από το ’62 και μετά περίπου 1.000.000 εργάτες και εργάτισσες, οργανικά κομμάτια των χειμαζόμενων λαϊκών τάξεων της χώρας, οδηγούνται στη μετανάστευση λόγω της εξαθλίωσης των πόλεων και της υπαίθρου.
Τρεις καταλυτικές συνθήκες, τρεις τεράστιες ιστορικές και κοινωνικο-πολιτικές μεταβολές, μέσα σε λίγα χρόνια. Όταν τα τανκς επιβάλλονται την 21η Απριλίου 1967, οι λαϊκές τάξεις, οι πρωτοπορίες των κινημάτων, οι οικογένειες των αγωνιστών, είναι πια πολύ κουρασμένες. Και χωρίς πολιτική καθοδήγηση, από μια ηγεσία που προσπαθούσε να κάνει το αντίθετο απ’αυτό που έπρεπε να κάνει: προσπαθούσε να πείσει γιατί δεν θα γίνει δικτατορία, δίνοντας τα πάντα στο καθεστώς, αντί να προετοιμάζεται για αυτό που ήταν προδιαγεγραμμένο ότι θα γίνει. Και δεν χρειαζόταν να είσαι τίποτα σπουδαίος μαρξιστής για να το «προβλέψεις».
Η δικτατορία είναι ένα σοκ. Ο αόρατος σκηνοθέτης της ταξικής πάλης επιβάλλει στις λαϊκές τάξεις να αποσυρθούν, να ξανασκεφτούν τι πήγε στραβά περίπου 20 χρόνια πίσω, τι μπορεί να γίνει από εδώ και πέρα….Οποιος επομένως «κατηγορεί» για παθητικότητα απέναντι στη δικτατορία κάνει στην καλύτερη περίπτωση μια μεγάλη αφαίρεση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου