του Γιαννη Κιμπουροπουλου, απο την Αυγη...
«Νηστεία τέλος» ήταν ο διθυραμβικός
τίτλος του πρωτοσέλιδου της καθημερινής εφημερίδας του ΔΟΛ την περασμένη
(Μεγάλη) Δευτέρα. Ακολούθησε χοντρό δούλεμα, τόσο ώστε την επομένη η
εφημερίδα αποφάσισε να το ρίξει στην «αντιπολίτευση». Ανακάλυψε «κρυφά
χαράτσια» στα μέτρα για τα φάρμακα, για να λάβει τελικά την
καθησυχαστική, ευγενική διάψευση του Αδώνιδος.
Γενικώς, όλες οι συνιστώσες του «συστήματος» ρισκάρουν τα τελευταία ψήγματα σοβαρότητας και αυτοσεβασμού προκειμένου να στηρίξουν με φανατισμό το νεκραναστημένο "success story" της κυβέρνησης. Όταν, για παράδειγμα, το απολωλός συγκρότημα, το οποίο μεταπολιτευτικά έχει ταυτιστεί με εκδοχές του κέντρου και της Κεντροαριστεράς, αδιαφορεί για το αν η θερμή στήριξή του στην Ακροδεξιά του Σαμαρά το οδηγεί σε ρήξη με τους παραδοσιακούς αναγνώστες του, τότε γίνεται φανερό ότι κάτι μεγάλο διακυβεύεται εδώ. Κάτι μεγαλύτερο από τα 20 εκατ. ενός γκρίζου δανείου που δίνει μια κοντή ανάσα σε ακόμη έναν κρίκο της προβληματικής αλυσίδας της διαπλοκής.
«Μωραίνει Κύριος ον βούλεται απολέσαι» θα μπορούσε να είναι το σχόλιο για την υστερική επιχείρηση εξωραϊσμού της κατάστασης από τη μιντιακή διαπλοκή και για την επιθετικότητα των λειτουργών της απέναντι και στην πιο μετριοπαθή αμφισβήτησή της. Ωστόσο, δεν είναι μόνο τα καθεστωτικά ΜΜΕ που συνεργούν με αυτοεξευτελιστική εμμονή στη σκηνοθεσία της «ανάστασης». Είναι ο Σαμαράς που απευθύνει διαγγέλματα με συχνότητα νεοφώτιστου πραξικοπηματία για ψύλλου πήδημα. Είναι η αφελής, μέχρι βλακείας, καθημερινή προπαγάνδα για τη διανομή του «κοινωνικού μερίσματος». Είναι η συστηματική προβολή από τον Τύπο λεπτομερειών για τους δικαιούχους των ψιχίων που θυμίζουν το θαύμα του πολλαπλασιασμού των άρτων. Είναι η πύκνωση των αποφάσεων και κινήσεων για τη δωρεάν επανιδιωτικοποίηση των τραπεζών. Είναι η επίσπευση της ιδιωτικοποίησης στρατηγικής σημασίας δημόσιων περιουσιακών στοιχείων. Είναι η προσπάθεια να μοχλευθεί στο έπακρο η «επιτυχής» έξοδος στις αγορές. Είναι οι χαμηλές πτήσεις κερδοσκοπικών ιεράκων πάνω από τα υπολείμματα του κοινωνικού πλούτου. Είναι τα επιδεικτικά χειροκροτήματα του ευρωπαϊκού Τύπου. Είναι οι αδιάλειπτες θερμές δηλώσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων που αντιμετωπίζουν το μέχρι πρότινος απολωλός πρόβατο της τρόικας σαν μόλις αναστάντα Λάζαρο...
Γιατί τόσοι πολλοί, από τις Βρυξέλλες μέχρι την Αθήνα, και από τη Wall Street μέχρι... τη Μιχαλακοπούλου (έδρα του ΔΟΛ) επενδύουν στην τόσο χονδροειδή, αφελή, γελοία στρέβλωση της πραγματικότητας; Γιατί επιμένουν σε μια προπαγανδιστική επιχείρηση που εκ πρώτης όψεως έχει σχεδόν μηδενικές πιθανότητες να γίνει πειστική ακόμη και στα πιο απολίτικα τμήματα της κοινωνίας;
Μια πρώτη απάντηση μπορεί να είναι τεχνικής φύσεως και αντιστοιχεί στη μέθοδο του «πες, πες ψέματα, όλο και κάτι θα μείνει». Βεβαίως, ο Γκέμπελς, στον οποίο αποδίδεται η ρήση, μιλούσε κυρίως για ψέματα που δεν σχετίζονταν με την απτή καθημερινότητα των απλών Γερμανών, αλλά γι' αυτά που συντελούνταν πολύ μακριά τους, στα στρατόπεδα συγκέντρωσης ή στο Ανατολικό Μέτωπο. Στην περίπτωσή μας η πραγματικότητα που πρέπει να επινοηθεί και να τεκμηριωθεί με ένα μείγμα δημιουργικής λογιστικής και ενέσεων αισιοδοξίας βρίσκεται σε τόσο κραυγαλέα αντίθεση με την πραγματικότητα των ανθρώπων, που καταντά κωμική.
Μια δεύτερη ερμηνεία του γρίφου είναι ότι η ελίτ αυτής της χώρας, πολιτική και οικονομική, έχει σε τέτοιο βαθμό εκχωρήσει στους δανειστές το μονοπώλιο της άσκησης εξουσίας, ώστε γι' αυτή την ίδια απομένει μονάχα η επικοινωνία ως εργαλείο αυτοσυντήρησης. Καθώς στερούνται το δικαίωμα να ασκήσουν πολιτική για τις μεγάλες κοινωνικές ομάδες, να στήσουν γέφυρες με μεγάλα στρώματα, πέρα από την ολιγάριθμη επιχειρηματική μαφία στην οποία προσφέρουν γη και ύδωρ, περιορίζονται στην επικοινωνία, στα σλόγκαν, στις ατάκες και στο ντεκόρ. Στο τέλος καταλήγουν να ζουν αποκλειστικά στην πραγματικότητα που επινοούν, βυθισμένοι στην ψευδαίσθηση που προορίζουν για άλλους.
Η τρίτη και πιο δυσοίωνη ερμηνεία της σκηνοθετημένης ανάστασης είναι ότι το «σύστημα» που ορίζεται μεταξύ Βρυξελλών, Βερολίνου και Αθήνας τα δίνει όλα για να δημιουργήσει τετελεσμένα. Να προκαλέσει έναν μη αναστρέψιμο εγκλωβισμόο της καθημαγμένης από τον μνημονιακό Γολγοθά κοινωνίας, ώστε ακόμη κι αν στις εκλογές του Μαΐου ή λίγο αργότερα προκύψουν μεγάλες ανατροπές στους πολιτικούς συσχετισμούς και τελικά στη διακυβέρνηση, η επόμενη κυβέρνηση να βρεθεί κι αυτή εγκλωβισμένη σε αδιέξοδο. Μ' έναν κρατικό μηχανισμό αποδεκατισμένο κι εχθρικό, με ταμεία άδεια, με δεσμεύσεις έναντι των δανειστών αφόρητες και με εταίρους εντελώς απρόθυμους ακόμη και για μια μετριοπαθή διαπραγμάτευση. Γιατί πολύ απλά έχουν πια ξεπεράσει το ελληνικό ταμπού. Έχουν μετατρέψει την ελληνική οικονομία σε έναν άταφο νεκρό, κατάλληλο μεν για αναστάσιμα τρικ, αλλά ανίκανο να προκαλέσει δέος ως ζωντανός, νεκρός ή νεκροζώντανος. Η μόνη ελπίδα είναι να μην έχουν πετύχει το ίδιο και με την ελληνική κοινωνία.
Γενικώς, όλες οι συνιστώσες του «συστήματος» ρισκάρουν τα τελευταία ψήγματα σοβαρότητας και αυτοσεβασμού προκειμένου να στηρίξουν με φανατισμό το νεκραναστημένο "success story" της κυβέρνησης. Όταν, για παράδειγμα, το απολωλός συγκρότημα, το οποίο μεταπολιτευτικά έχει ταυτιστεί με εκδοχές του κέντρου και της Κεντροαριστεράς, αδιαφορεί για το αν η θερμή στήριξή του στην Ακροδεξιά του Σαμαρά το οδηγεί σε ρήξη με τους παραδοσιακούς αναγνώστες του, τότε γίνεται φανερό ότι κάτι μεγάλο διακυβεύεται εδώ. Κάτι μεγαλύτερο από τα 20 εκατ. ενός γκρίζου δανείου που δίνει μια κοντή ανάσα σε ακόμη έναν κρίκο της προβληματικής αλυσίδας της διαπλοκής.
«Μωραίνει Κύριος ον βούλεται απολέσαι» θα μπορούσε να είναι το σχόλιο για την υστερική επιχείρηση εξωραϊσμού της κατάστασης από τη μιντιακή διαπλοκή και για την επιθετικότητα των λειτουργών της απέναντι και στην πιο μετριοπαθή αμφισβήτησή της. Ωστόσο, δεν είναι μόνο τα καθεστωτικά ΜΜΕ που συνεργούν με αυτοεξευτελιστική εμμονή στη σκηνοθεσία της «ανάστασης». Είναι ο Σαμαράς που απευθύνει διαγγέλματα με συχνότητα νεοφώτιστου πραξικοπηματία για ψύλλου πήδημα. Είναι η αφελής, μέχρι βλακείας, καθημερινή προπαγάνδα για τη διανομή του «κοινωνικού μερίσματος». Είναι η συστηματική προβολή από τον Τύπο λεπτομερειών για τους δικαιούχους των ψιχίων που θυμίζουν το θαύμα του πολλαπλασιασμού των άρτων. Είναι η πύκνωση των αποφάσεων και κινήσεων για τη δωρεάν επανιδιωτικοποίηση των τραπεζών. Είναι η επίσπευση της ιδιωτικοποίησης στρατηγικής σημασίας δημόσιων περιουσιακών στοιχείων. Είναι η προσπάθεια να μοχλευθεί στο έπακρο η «επιτυχής» έξοδος στις αγορές. Είναι οι χαμηλές πτήσεις κερδοσκοπικών ιεράκων πάνω από τα υπολείμματα του κοινωνικού πλούτου. Είναι τα επιδεικτικά χειροκροτήματα του ευρωπαϊκού Τύπου. Είναι οι αδιάλειπτες θερμές δηλώσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων που αντιμετωπίζουν το μέχρι πρότινος απολωλός πρόβατο της τρόικας σαν μόλις αναστάντα Λάζαρο...
Γιατί τόσοι πολλοί, από τις Βρυξέλλες μέχρι την Αθήνα, και από τη Wall Street μέχρι... τη Μιχαλακοπούλου (έδρα του ΔΟΛ) επενδύουν στην τόσο χονδροειδή, αφελή, γελοία στρέβλωση της πραγματικότητας; Γιατί επιμένουν σε μια προπαγανδιστική επιχείρηση που εκ πρώτης όψεως έχει σχεδόν μηδενικές πιθανότητες να γίνει πειστική ακόμη και στα πιο απολίτικα τμήματα της κοινωνίας;
Μια πρώτη απάντηση μπορεί να είναι τεχνικής φύσεως και αντιστοιχεί στη μέθοδο του «πες, πες ψέματα, όλο και κάτι θα μείνει». Βεβαίως, ο Γκέμπελς, στον οποίο αποδίδεται η ρήση, μιλούσε κυρίως για ψέματα που δεν σχετίζονταν με την απτή καθημερινότητα των απλών Γερμανών, αλλά γι' αυτά που συντελούνταν πολύ μακριά τους, στα στρατόπεδα συγκέντρωσης ή στο Ανατολικό Μέτωπο. Στην περίπτωσή μας η πραγματικότητα που πρέπει να επινοηθεί και να τεκμηριωθεί με ένα μείγμα δημιουργικής λογιστικής και ενέσεων αισιοδοξίας βρίσκεται σε τόσο κραυγαλέα αντίθεση με την πραγματικότητα των ανθρώπων, που καταντά κωμική.
Μια δεύτερη ερμηνεία του γρίφου είναι ότι η ελίτ αυτής της χώρας, πολιτική και οικονομική, έχει σε τέτοιο βαθμό εκχωρήσει στους δανειστές το μονοπώλιο της άσκησης εξουσίας, ώστε γι' αυτή την ίδια απομένει μονάχα η επικοινωνία ως εργαλείο αυτοσυντήρησης. Καθώς στερούνται το δικαίωμα να ασκήσουν πολιτική για τις μεγάλες κοινωνικές ομάδες, να στήσουν γέφυρες με μεγάλα στρώματα, πέρα από την ολιγάριθμη επιχειρηματική μαφία στην οποία προσφέρουν γη και ύδωρ, περιορίζονται στην επικοινωνία, στα σλόγκαν, στις ατάκες και στο ντεκόρ. Στο τέλος καταλήγουν να ζουν αποκλειστικά στην πραγματικότητα που επινοούν, βυθισμένοι στην ψευδαίσθηση που προορίζουν για άλλους.
Η τρίτη και πιο δυσοίωνη ερμηνεία της σκηνοθετημένης ανάστασης είναι ότι το «σύστημα» που ορίζεται μεταξύ Βρυξελλών, Βερολίνου και Αθήνας τα δίνει όλα για να δημιουργήσει τετελεσμένα. Να προκαλέσει έναν μη αναστρέψιμο εγκλωβισμόο της καθημαγμένης από τον μνημονιακό Γολγοθά κοινωνίας, ώστε ακόμη κι αν στις εκλογές του Μαΐου ή λίγο αργότερα προκύψουν μεγάλες ανατροπές στους πολιτικούς συσχετισμούς και τελικά στη διακυβέρνηση, η επόμενη κυβέρνηση να βρεθεί κι αυτή εγκλωβισμένη σε αδιέξοδο. Μ' έναν κρατικό μηχανισμό αποδεκατισμένο κι εχθρικό, με ταμεία άδεια, με δεσμεύσεις έναντι των δανειστών αφόρητες και με εταίρους εντελώς απρόθυμους ακόμη και για μια μετριοπαθή διαπραγμάτευση. Γιατί πολύ απλά έχουν πια ξεπεράσει το ελληνικό ταμπού. Έχουν μετατρέψει την ελληνική οικονομία σε έναν άταφο νεκρό, κατάλληλο μεν για αναστάσιμα τρικ, αλλά ανίκανο να προκαλέσει δέος ως ζωντανός, νεκρός ή νεκροζώντανος. Η μόνη ελπίδα είναι να μην έχουν πετύχει το ίδιο και με την ελληνική κοινωνία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου