Μια φωνή μέσα από την Ε.Ρ.Τ. Ένας δημοσιογράφος που δουλεύει από το 1988 στο ραδιόφωνο της Ε.Ρ.Τ. και συνεχίζει σήμερα να μετέχει στο πρόγραμμα των εργαζομένων που μεταδίδεται από το δίκτυο της Ελληνικής Ραδιοφωνίας (Ε.ΡΑ.), σχολιάζει τις τελευταίες εξελίξεις της υπόθεσης.
Η ελληνική κυβέρνηση στις 11 Ιουνίου αποφάσισε και διέταξε το κλείσιμο της Ε.Ρ.Τ. Το επόμενο λεπτό οι εργαζόμενοί της σε όλη την επικράτεια αποφάσισαν ότι η Ε.Ρ.Τ. ήταν, είναι και θα παραμείνει ανοιχτή. Κι έτσι, σε λειτουργία, την κρατούν εδώ και τρεις μήνες, τόσο κεντρικά (Ν.Ε.Τ. και Ελληνική Ραδιοφωνία από την Αγία Παρασκευή και Ε.Τ.3 από τη Θεσσαλονίκη) όσο και περιφερειακά από τους 19 περιφερειακούς σταθμούς της Ε.ΡΑ. που συνεχίζουν κανονικά την παραγωγή ραδιοφωνικού προγράμματος.
Από μόνο του το γεγονός αυτό έχει καταγραφεί ήδη ως μοναδικό στην παγκόσμια ραδιοτηλεοπτική ιστορία: η κυβέρνηση μιας χώρας πραξικοπηματικά επιχειρεί να βάλει λουκέτο στον δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό φορέα με απανωτές παράνομες και παράτυπες αποφάσεις-πράξεις. Το εγχείρημά της αυτό ωστόσο ακυρώνεται στην πράξη από τους εργαζομένους, οι οποίοι κρατούν ανοιχτό στον ραδιοτηλεοπτικό «αέρα», αλλά κυρίως στην ελληνική κοινωνία, ό,τι η κυβέρνηση προσπάθησε να κλείσει.
Δύο είναι τα βασικά στοιχεία που διαμορφώνουν τις συνθήκες αυτού του πρωτοφανούς «πολέμου» που εξελίσσεται από τις 11 Ιουνίου:
Υπ’ αυτές τις συνθήκες βρισκόμαστε σήμερα στη φάση των εκούσιων υπογραφών ένταξης στη Δ.Τ. Εκτός όλων των παραπάνω, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον σε τι ακριβώς συναινούν και τι συνομολογούν όσοι δημοσιογράφοι εντάσσονται στο μεταβατικό τηλεμόρφωμα, όπως προκύπτει από τις δίμηνες συμβάσεις «έκτακτου εποχικού προσωπικού» που καλούνται και υπογράφουν:
Για να φτάσουμε ωστόσο στη φάση των υπογραφών, προηγήθηκε η προσπάθεια απόλυτης αντιστροφής της πραγματικότητας, ίδιον των πλέον απολυταρχικών καθεστώτων στην ιστορία.
Αίφνης η κυβέρνηση που προσπάθησε να κλείσει την Ε.Ρ.Τ., που επί εβδομάδες συκοφαντούσε και ελεεινολογούσε τους εργαζομένους της, εμφανίζεται διά στόματος Π. Καψή να κόπτεται και να οδύρεται για την τύχη 1.800 πρώην εργαζομένων της Ε.Ρ.Τ. Οι οποίοι –λέει ο υφυπουργός– δεν μπορούν να δουλέψουν, όχι επειδή η κυβέρνηση τους πέταξε στον δρόμο της ανεργίας, αλλά επειδή είναι όμηροι στα χέρια όσων εξακολουθούν να λειτουργούν το Ραδιομέγαρο.
Το δικαίωμα όμως και η ευκαιρία για τη διαμόρφωση τέτοιων, γκεμπελικού τύπου, επιχειρημάτων δόθηκαν «στο πιάτο» στην κυβέρνηση. Οι «1.800 εργαζόμενοι της Ε.Ρ.Τ.» (η σύσταση της Δ.Τ. έχει καταγραφεί ήδη σε πολλαπλά επίπεδα ως μνημείο αδιαφάνειας, αλλά για την οικονομία της συζήτησης δεχόμαστε ως ακριβή τον αριθμό που ανακοίνωσε ο Π. Καψής) που έκαναν αίτηση για μια θέση στον «μεταβατικό φορέα», έδωσαν το δικαίωμα στην κυβέρνηση, αφού τους λοιδόρησε, τους συκοφάντησε, τους άφησε άνεργους, τώρα να μιλά εξ ονόματός τους και να… ανησυχεί σφόδρα για το εργασιακό μέλλον τους.
Καταληκτικά, εκείνο που όλος ο κόσμος στην Ελλάδα και το εξωτερικό εξέλαβε εξαρχής ως βασικό θέμα δημοκρατίας, κάποιοι στην πορεία θέλησαν να το μετατρέψουν σε θέμα εργατολογικής αποσαφήνισης του περιεχομένου μιας σύμβασης ή μοριοδότησης της προϋπηρεσίας στη «φαύλη και αμαρτωλή» Ε.Ρ.Τ. Όσοι στην πορεία αυτή μπήκαν στη «λογική της Δ.Τ.», πρόσφεραν την καλύτερη υπηρεσία στους κυβερνητικούς δημίους τους και το χειρότερο παράδειγμα στους χιλιάδες πολίτες που από την πρώτη στιγμή βρέθηκαν στο πλευρό τους.
Γιώργος Γιουκάκης
yioukakis@gmail.com
Η ελληνική κυβέρνηση στις 11 Ιουνίου αποφάσισε και διέταξε το κλείσιμο της Ε.Ρ.Τ. Το επόμενο λεπτό οι εργαζόμενοί της σε όλη την επικράτεια αποφάσισαν ότι η Ε.Ρ.Τ. ήταν, είναι και θα παραμείνει ανοιχτή. Κι έτσι, σε λειτουργία, την κρατούν εδώ και τρεις μήνες, τόσο κεντρικά (Ν.Ε.Τ. και Ελληνική Ραδιοφωνία από την Αγία Παρασκευή και Ε.Τ.3 από τη Θεσσαλονίκη) όσο και περιφερειακά από τους 19 περιφερειακούς σταθμούς της Ε.ΡΑ. που συνεχίζουν κανονικά την παραγωγή ραδιοφωνικού προγράμματος.
Από μόνο του το γεγονός αυτό έχει καταγραφεί ήδη ως μοναδικό στην παγκόσμια ραδιοτηλεοπτική ιστορία: η κυβέρνηση μιας χώρας πραξικοπηματικά επιχειρεί να βάλει λουκέτο στον δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό φορέα με απανωτές παράνομες και παράτυπες αποφάσεις-πράξεις. Το εγχείρημά της αυτό ωστόσο ακυρώνεται στην πράξη από τους εργαζομένους, οι οποίοι κρατούν ανοιχτό στον ραδιοτηλεοπτικό «αέρα», αλλά κυρίως στην ελληνική κοινωνία, ό,τι η κυβέρνηση προσπάθησε να κλείσει.
Δύο είναι τα βασικά στοιχεία που διαμορφώνουν τις συνθήκες αυτού του πρωτοφανούς «πολέμου» που εξελίσσεται από τις 11 Ιουνίου:
1. Το τηλεοπτικό και ραδιοφωνικό περιεχόμενο που διαμόρφωσαν οι εργαζόμενοι της Ε.Ρ.Τ. σε μια μοναδική διαδραστική σχέση με την ελληνική κοινωνία. Η εξέλιξη αυτή άλλωστε ήταν «μονόδρομος», δεδομένου ότι τη συνέχιση της λειτουργίας της Ε.Ρ.Τ. τη διασφάλισαν από την πρώτη στιγμή μεγάλα τμήματα του πληθυσμού της χώρας που έσπευσαν πανελλαδικά να στηρίξουν την ύπαρξη της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης και να αντισταθούν και να ακυρώσουν τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς. Με αυτό τον τρόπο η Ε.Ρ.Τ. ανέκτησε τον πραγματικό της ρόλο ως πραγματικός δημόσιος φορέας, ανοιχτός στην κοινωνία και τα προβλήματά της και όχι μέσο διάδοσης της εκάστοτε κυβερνητικής προπαγάνδας.
2. Η λυσσαλέα προσπάθεια της κυβέρνησης να κερδίσει πάση θυσία αυτόν τον «πόλεμο» και να νομιμοποιήσει εκ των υστέρων τις σκαστές παρανομίες που καταγράφηκαν από τις 11 Ιουνίου. Στην προσπάθεια αυτή αναδείχτηκε ο πρωταγωνιστικός ρόλος του Παντελή Καψή, με βασικό «όπλο» τη σύσταση και λειτουργία του περίφημου «μεταβατικού φορέα» και του τηλεμορφώματος της Δ.Τ., τα πρώτα δείγματα του οποίου έχουμε πλέον στους δέκτες μας. Το μέσο αυτό χρησιμοποιήθηκε αφενός για την πολυδιάσπαση των εργαζομένων της Ε.Ρ.Τ., μερίδα των οποίων αφετέρου, με τη συναίνεση και την υπογραφή ένταξής τους στο τηλεμόρφωμα, νομιμοποιούν και κατοχυρώνουν θεσμικά τις παράνομες κυβερνητικές ενέργειες.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες βρισκόμαστε σήμερα στη φάση των εκούσιων υπογραφών ένταξης στη Δ.Τ. Εκτός όλων των παραπάνω, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον σε τι ακριβώς συναινούν και τι συνομολογούν όσοι δημοσιογράφοι εντάσσονται στο μεταβατικό τηλεμόρφωμα, όπως προκύπτει από τις δίμηνες συμβάσεις «έκτακτου εποχικού προσωπικού» που καλούνται και υπογράφουν:
«… Ο Ειδικός Διαχειριστής θα απασχολεί τον αντισυμβαλλόμενο (μισθωτό) με την ιδιότητά του ως ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟ με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου.
Ο αντισυμβαλλόμενος θα παρέχει τις υπηρεσίες του σύμφωνα με τις οδηγίες και υποδείξεις του ΕΙΔΙΚΟΥ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ αποδεχόμενος τους κανόνες οργάνωσης και τις διαδικασίες της λειτουργίας του. Θα συνεργάζεται δε κατά τα ειδικότερα προβλεπόμενα με τους άλλους υπαλλήλους του ΕΙΔΙΚΟΥ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΗ ώστε να υλοποιούνται κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο οι στόχοι και το έργο αυτού…»
Αν αυτό δεν είναι το τέλος της δημοσιογραφίας, τότε τι ακριβώς είναι; Από πότε η δημοσιογραφία ασκείται με βάση τις οδηγίες και τις υποδείξεις κάποιου διαχειριστή του Υπουργείου Οικονομικών, που εν προκειμένω ταυτίζεται με τον μακελάρη της Ε.Ρ.Τ. και τον δήμιο των εργαζομένων της;Για να φτάσουμε ωστόσο στη φάση των υπογραφών, προηγήθηκε η προσπάθεια απόλυτης αντιστροφής της πραγματικότητας, ίδιον των πλέον απολυταρχικών καθεστώτων στην ιστορία.
Αίφνης η κυβέρνηση που προσπάθησε να κλείσει την Ε.Ρ.Τ., που επί εβδομάδες συκοφαντούσε και ελεεινολογούσε τους εργαζομένους της, εμφανίζεται διά στόματος Π. Καψή να κόπτεται και να οδύρεται για την τύχη 1.800 πρώην εργαζομένων της Ε.Ρ.Τ. Οι οποίοι –λέει ο υφυπουργός– δεν μπορούν να δουλέψουν, όχι επειδή η κυβέρνηση τους πέταξε στον δρόμο της ανεργίας, αλλά επειδή είναι όμηροι στα χέρια όσων εξακολουθούν να λειτουργούν το Ραδιομέγαρο.
Το δικαίωμα όμως και η ευκαιρία για τη διαμόρφωση τέτοιων, γκεμπελικού τύπου, επιχειρημάτων δόθηκαν «στο πιάτο» στην κυβέρνηση. Οι «1.800 εργαζόμενοι της Ε.Ρ.Τ.» (η σύσταση της Δ.Τ. έχει καταγραφεί ήδη σε πολλαπλά επίπεδα ως μνημείο αδιαφάνειας, αλλά για την οικονομία της συζήτησης δεχόμαστε ως ακριβή τον αριθμό που ανακοίνωσε ο Π. Καψής) που έκαναν αίτηση για μια θέση στον «μεταβατικό φορέα», έδωσαν το δικαίωμα στην κυβέρνηση, αφού τους λοιδόρησε, τους συκοφάντησε, τους άφησε άνεργους, τώρα να μιλά εξ ονόματός τους και να… ανησυχεί σφόδρα για το εργασιακό μέλλον τους.
Καταληκτικά, εκείνο που όλος ο κόσμος στην Ελλάδα και το εξωτερικό εξέλαβε εξαρχής ως βασικό θέμα δημοκρατίας, κάποιοι στην πορεία θέλησαν να το μετατρέψουν σε θέμα εργατολογικής αποσαφήνισης του περιεχομένου μιας σύμβασης ή μοριοδότησης της προϋπηρεσίας στη «φαύλη και αμαρτωλή» Ε.Ρ.Τ. Όσοι στην πορεία αυτή μπήκαν στη «λογική της Δ.Τ.», πρόσφεραν την καλύτερη υπηρεσία στους κυβερνητικούς δημίους τους και το χειρότερο παράδειγμα στους χιλιάδες πολίτες που από την πρώτη στιγμή βρέθηκαν στο πλευρό τους.
Γιώργος Γιουκάκης
yioukakis@gmail.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου