→Μεθοδεύεται έξωση 50.000 μαθητών από το νέο Λύκειο και μείωση των θέσεων εισακτέων κατά 30% μέχρι το 2015.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου Παιδείας, μέσα στο πρώτο 10ήμερο του Σεπτεμβρίου θα ψηφιστούν οι αλλαγές στη δευτεροβάθμια Γενική και Επαγγελματική Εκπαίδευση και οι μαθητές που θα φοιτήσουν τη νέα σχολική χρονιά (2013/14), σε λίγες μέρες δηλαδή, στην Α΄ τάξη του Λυκείου, θα είναι οι πρώτοι που θα πάρουν μέρος, στο τέλος της χρονιάς, σε νέου τύπου εξετάσεις. Οι εξετάσεις αυτές διαφοροποιούνται από όλες τις προηγούμενες σε δυο καθοριστικά σημεία. Πρώτον, οι μαθητές θα εξετάζονται σε θέματα τα οποία σε ποσοστό 50% θα προέρχονται από μια απρόσωπη Κεντρική Τράπεζα Ερωτήσεων και όχι από τον διδάσκοντα. Δεύτερον, η βαθμολογία και αυτής της τάξης και των επόμενων τάξεων του Λυκείου θα «μετράνε» στις παραμέτρους εισόδου στα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ.
Είναι ηλίου φαεινότερον ότι σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του Λυκείου οι μαθητές θα διαγωνίζονται σε εξετάσεις πανελλαδικού τύπου και όποιος καταφέρνει και «επιζήσει σχολικά», μετά το τέλος του Λυκείου, θα δίνει πανελλαδικές εξετάσεις για την εισαγωγή του στην ανώτατη εκπαίδευση.
Με τις πανελλαδικού χαρακτήρα εξετάσεις σε όλες τις τάξεις του Λυκείου επιδιώκεται να καλλιεργηθεί η αυταπάτη ότι το σύνολο της διαδικασίας θα είναι απόλυτα αντικειμενικό και αξιοκρατικό, αποκρύπτοντας έντεχνα το γεγονός ότι όσο «αντικειμενικό» κι αν είναι το διαδικαστικό μέρος της διαδικασίας, τα υπόλοιπα στοιχεία που «συναρμολογούν» τη λογική του, και διαμορφώνουν την κρίση για την επιλογή/πρόκριση – απόρριψη του μαθητικού πληθυσμού δεν μπορούν να «απογαλακτιστούν» από τις ανισωτικές λειτουργίες της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Με άλλα λόγια, η κρυφή ενσωμάτωση του συστήματος επιλογής στην καρδιά της λυκειακής βαθμίδας με τις πανελλαδικού χαρακτήρα εξετάσεις από την Α΄ τάξη, που όλοι γνωρίζουν πόσο εύκολα μπορεί να απλώσουν τη «σκιά τους» στην ημερήσια διάταξη της εκπαιδευτικής διαδικασίας, οδηγεί, με μαθηματική ακρίβεια, στην απόρριψη και στον εξοστρακισμό, τουλάχιστον του 25% του μαθητικού πληθυσμού. Είναι φανερό ότι μέσα σε λιγότερο από μια πενταετία λειτουργίας του Γενικού Λυκείου, αυτό θα έχει χάσει περίπου 50.000 μαθητές από τους 200.000 που φοιτούν σήμερα.
Δεν χρειάζεται να καταναλώσουμε πολλή στατιστική για να αποδείξουμε ότι το επιχειρούμενο «ρεκτιφιέ» της μεταγυμνασιακής Δημόσιας Εκπαίδευσης περνάει όχι μέσα από τη βελτίωση των όρων λειτουργίας της για όλους τους μαθητές, αλλά, μέσα από τη νομιμοποίηση της «έξωσης» χιλιάδων μαθητών, οι οποίοι αντιμετωπίζονται ως «πλεονάζον προσωπικό» σε επιχείρηση που «εξυγιαίνεται».
Οι παραλήπτες του «μηνύματος», που προβάλλεται σαν το τέλος της «εποχής χάριτος», δεν θα περιοριστούν, βεβαίως, στους «αποτυχόντες» της νέας σχολικής χρονιάς. Στήνεται ήδη ένας ολοκληρωμένος και «θωρακισμένος μηχανισμός αναχαίτισης» όσων ετοιμάζονται στο μέλλον να χτυπήσουν τις πόρτες του νέου Λυκείου.
Επειδή υπάρχουν «ιστορικά προηγούμενα», τηρουμένων, φυσικά, των αναλογιών, ας δούμε τι έγινε σε μια παρόμοια περίπτωση, περισσότερο εξεταστικά βίαιη ομολογουμένως, το 1999-2000, όταν εφαρμόστηκε η «μεταρρύθμιση Αρσένη», με τις πανελλαδικές εξετάσεις στις δύο τελευταίες τάξεις του Λυκείου. Είχαμε από διπλασιασμό μέχρι και επταπλασιασμό των απορριπτόμενων μαθητών σε σχέση με όλη την προηγούμενη περίοδο.
Το σχολείο των «ίσων ευκαιριών» και της υποεκπαίδευσης
«Το δημόσιο σχολείο για ένα τμήμα μαθητών, των πιο στερημένων μορφωτικά και κοινωνικά λειτούργησε όπως και η Δημόσια Υγεία για τους φτωχούς αρρώστους: Δημόσια και Δωρεάν Υγεία για όλους, δηλαδή, σπανίως διάγνωση, ποτέ θεραπεία και ράντζο και ουρές για τους φτωχούς», (Σ.Σ., καθηγητής Λυκείου). Στη δεκαετία του 1980, η επίσημη εκπαιδευτική πολιτική με βικτωριανή υποκρισία πρόβαλλε τον «εκδημοκρατισμό» και το άνοιγμα της εκπαίδευσης σαν απόδειξη της διακηρυγμένης «ισότητας ευκαιριών», κρατώντας τους «μαθητές των τελευταίων θρανίων» μέσα στο Γυμνάσιο και το Λύκειο σε καθεστώς υποεκπαίδευσης.
Με απαράδεκτα χαμηλούς τους ρυθμούς χρηματοδότησης της Δημόσιας Εκπαίδευσης, πριμοδοτήθηκε η λειτουργία ενός σχολείου που χαρακτηρίζονταν από έναν βαθύ και αδυσώπητο διχασμό. Στα σχολικά θρανία «στοιχίζονταν» από τη μια, το τμήμα εκείνο του μαθητικού πληθυσμού που με «φροντιστηριακό εμβολιασμό» είτε «επιβίωνε» σχολικά είτε «θριάμβευε» στην πορεία προς την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και από την άλλη οι «ναυαγοί» της εκπαιδευτικής διαδικασίας για τους οποίους το σχολείο δεν προέβλεπε «θεραπεία», προέβλεπε, όμως, «σχολική φιλανθρωπία», ένα είδος «νοσοκομειακής περίθαλψης» – άλλοθι για την αδιαφορία με την οποία τους αντιμετώπιζε, όταν φυσικά δεν τους εξοστράκιζε.
Η ανικανότητα του σχολείου να ελευθερώσει την επίδοση του μαθητή από τις επιδράσεις του οικογενειακού περιβάλλοντος και των χαρακτηριστικών που το συνιστούν, η υποεκπαίδευση την οποία πρόσφερε στους «τεμπέληδες, χωρίς διάθεση για μάθηση, αδιάφορους» των σχολικών θρανίων, εξαγνίζονταν στην κολυμβήθρα της «χαλαρής βαθμολογίας», της «ήπιας» αντιμετώπισης των μαθητών που παραπέμπονταν ως μετεξεταστέοι τον Σεπτέμβριο, της «χαλαρής», γενικά, επιλεκτικότητας στη μετάβαση από τη μια τάξη στην άλλη,
Το σχολείο, όταν δεν κατάφερνε να αποκλείσει ή να «σπρώξει» σε άλλα υποδεέστερα «εκπαιδευτικά κανάλια» εκείνο το τμήμα των μαθητών που «δεν έπαιρνε τα γράμματα», το άφηνε να παραμένει μέσα στις σχολικές τάξεις, χωρίς την παραμικρή προσπάθεια να το ελαφρύνει από τη –γερά δεμένη στα πόδια του– «σιδερένια μπάλα» των «μορφωτικών του ελλειμμάτων», με την οποία ερχόταν στο σχολείο.
Εκπαιδευτικός μαλθουσιανισμός;
Είναι φανερό ότι οι πρόσφατες εκπαιδευτικές αλλαγές, οι όροι λειτουργίας και οι προδιαγραφές του νέου Λυκείου οδηγούν σε μια εκπαιδευτική «Ηρωδιάδα»! Μαζί με την υποεκπαίδευση το υπουργείο Παιδείας έρχεται να επιχειρήσει τη μαζική έξωση των αδυνάτων. Η λυκειακή βαθμίδα επιφορτίζεται όχι στο να προετοιμάσει το σύνολο του μαθητικού πληθυσμού αλλά στο να διαπιστώσει-νομιμοποιήσει την ικανότητα εκείνων που προορίζονται να φοιτήσουν στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
Κλείνει τα μάτια στην πραγματικότητα του διαφοροποιημένου σχολικού πληθυσμού, στο γεγονός ότι οι μαθητές έχουν διαφορετικές/άνισες μορφωτικές αποσκευές, ανάβει στο φουλ τις μηχανές της επιλεκτικής λειτουργίας του σχολείου και καλεί τους εκπαιδευτικούς να λειτουργήσουν σαν μια «εκπαιδευτική ΥΠΕΔΑ». Αποκλειστικός ρόλος αυτού του νέου σχολείου γίνεται να χωρίσει με «αντικειμενικό» τρόπο τους «μπροστάρηδες» από τους «ουραγούς», τους ικανούς από τους «ανίκανους» και να εξωθήσει τους δεύτερους σε μια γρήγορη έξοδο από το Λύκειο.
Το σύνδρομο του Αγαμέμνονα
Ετσι, στο «σχολείο που αλλάζει», η υποεκπαίδευση, στην οποία είχαν καταδικαστεί χρόνια τώρα οι «μαθητές που δεν έπαιρναν τα γράμματα» μεταλλάσσεται, αργά και επίσημα σε μαζική αποφοίτηση από το νέο Λύκειο μαθητευόμενων ηλικίας 14 ή 15 ετών. Φυσικά, ας μην έχει κανείς αμφιβολία σε ποια κοινωνική πλευρά θα οριοθετούνται. Οι μη ευνοημένοι μαθητές καλούνται να παίξουν τον ρόλο της Ιφιγένειας για να φυσήξει ούριος άνεμος στον κυρίαρχο στόχο για κατάρτιση αντί για εκπαίδευση και φθηνό εργατικό δυναμικό μέσω της γενικευμένης μαθητείας.
Παράλληλα η μείωση του μαθητικού πληθυσμού των Γενικών Λυκείων συνδέεται με την προοπτική δραστικής μείωσης των εισακτέων στα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ. Το υπουργείο Παιδείας «υφαίνει» μεθοδικά τρεις παρεμβάσεις για να πετύχει τον σκοπό του. Το πρώτο μέτρο αφορά την παραπέρα συρρίκνωση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης με τη συγχώνευση ή και το κλείσιμο και άλλων τμημάτων Πανεπιστημίων και ΤΕΙ. Το δεύτερο μέτρο αφορά τη σταδιακή μείωση του αριθμού των εισακτέων.
Το τρίτο μέτρο αφορά την επαναφορά μιας μορφής της βάσης του 10, η οποία, με τους «κατάλληλους» ελιγμούς στον βαθμό δυσκολίας των θεμάτων μπορεί να κόψει την είσοδο στην τριτοβάθμια εκπαίδευση χιλιάδων υποψηφίων. Στόχος; Το 2015 οι εισακτέοι να είναι μειωμένοι κατά 30% σε σχέση με το 2012.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του υπουργείου Παιδείας, μέσα στο πρώτο 10ήμερο του Σεπτεμβρίου θα ψηφιστούν οι αλλαγές στη δευτεροβάθμια Γενική και Επαγγελματική Εκπαίδευση και οι μαθητές που θα φοιτήσουν τη νέα σχολική χρονιά (2013/14), σε λίγες μέρες δηλαδή, στην Α΄ τάξη του Λυκείου, θα είναι οι πρώτοι που θα πάρουν μέρος, στο τέλος της χρονιάς, σε νέου τύπου εξετάσεις. Οι εξετάσεις αυτές διαφοροποιούνται από όλες τις προηγούμενες σε δυο καθοριστικά σημεία. Πρώτον, οι μαθητές θα εξετάζονται σε θέματα τα οποία σε ποσοστό 50% θα προέρχονται από μια απρόσωπη Κεντρική Τράπεζα Ερωτήσεων και όχι από τον διδάσκοντα. Δεύτερον, η βαθμολογία και αυτής της τάξης και των επόμενων τάξεων του Λυκείου θα «μετράνε» στις παραμέτρους εισόδου στα πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ.
Είναι ηλίου φαεινότερον ότι σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του Λυκείου οι μαθητές θα διαγωνίζονται σε εξετάσεις πανελλαδικού τύπου και όποιος καταφέρνει και «επιζήσει σχολικά», μετά το τέλος του Λυκείου, θα δίνει πανελλαδικές εξετάσεις για την εισαγωγή του στην ανώτατη εκπαίδευση.
Με τις πανελλαδικού χαρακτήρα εξετάσεις σε όλες τις τάξεις του Λυκείου επιδιώκεται να καλλιεργηθεί η αυταπάτη ότι το σύνολο της διαδικασίας θα είναι απόλυτα αντικειμενικό και αξιοκρατικό, αποκρύπτοντας έντεχνα το γεγονός ότι όσο «αντικειμενικό» κι αν είναι το διαδικαστικό μέρος της διαδικασίας, τα υπόλοιπα στοιχεία που «συναρμολογούν» τη λογική του, και διαμορφώνουν την κρίση για την επιλογή/πρόκριση – απόρριψη του μαθητικού πληθυσμού δεν μπορούν να «απογαλακτιστούν» από τις ανισωτικές λειτουργίες της εκπαιδευτικής διαδικασίας.
Με άλλα λόγια, η κρυφή ενσωμάτωση του συστήματος επιλογής στην καρδιά της λυκειακής βαθμίδας με τις πανελλαδικού χαρακτήρα εξετάσεις από την Α΄ τάξη, που όλοι γνωρίζουν πόσο εύκολα μπορεί να απλώσουν τη «σκιά τους» στην ημερήσια διάταξη της εκπαιδευτικής διαδικασίας, οδηγεί, με μαθηματική ακρίβεια, στην απόρριψη και στον εξοστρακισμό, τουλάχιστον του 25% του μαθητικού πληθυσμού. Είναι φανερό ότι μέσα σε λιγότερο από μια πενταετία λειτουργίας του Γενικού Λυκείου, αυτό θα έχει χάσει περίπου 50.000 μαθητές από τους 200.000 που φοιτούν σήμερα.
Δεν χρειάζεται να καταναλώσουμε πολλή στατιστική για να αποδείξουμε ότι το επιχειρούμενο «ρεκτιφιέ» της μεταγυμνασιακής Δημόσιας Εκπαίδευσης περνάει όχι μέσα από τη βελτίωση των όρων λειτουργίας της για όλους τους μαθητές, αλλά, μέσα από τη νομιμοποίηση της «έξωσης» χιλιάδων μαθητών, οι οποίοι αντιμετωπίζονται ως «πλεονάζον προσωπικό» σε επιχείρηση που «εξυγιαίνεται».
Οι παραλήπτες του «μηνύματος», που προβάλλεται σαν το τέλος της «εποχής χάριτος», δεν θα περιοριστούν, βεβαίως, στους «αποτυχόντες» της νέας σχολικής χρονιάς. Στήνεται ήδη ένας ολοκληρωμένος και «θωρακισμένος μηχανισμός αναχαίτισης» όσων ετοιμάζονται στο μέλλον να χτυπήσουν τις πόρτες του νέου Λυκείου.
Επειδή υπάρχουν «ιστορικά προηγούμενα», τηρουμένων, φυσικά, των αναλογιών, ας δούμε τι έγινε σε μια παρόμοια περίπτωση, περισσότερο εξεταστικά βίαιη ομολογουμένως, το 1999-2000, όταν εφαρμόστηκε η «μεταρρύθμιση Αρσένη», με τις πανελλαδικές εξετάσεις στις δύο τελευταίες τάξεις του Λυκείου. Είχαμε από διπλασιασμό μέχρι και επταπλασιασμό των απορριπτόμενων μαθητών σε σχέση με όλη την προηγούμενη περίοδο.
Το σχολείο των «ίσων ευκαιριών» και της υποεκπαίδευσης
«Το δημόσιο σχολείο για ένα τμήμα μαθητών, των πιο στερημένων μορφωτικά και κοινωνικά λειτούργησε όπως και η Δημόσια Υγεία για τους φτωχούς αρρώστους: Δημόσια και Δωρεάν Υγεία για όλους, δηλαδή, σπανίως διάγνωση, ποτέ θεραπεία και ράντζο και ουρές για τους φτωχούς», (Σ.Σ., καθηγητής Λυκείου). Στη δεκαετία του 1980, η επίσημη εκπαιδευτική πολιτική με βικτωριανή υποκρισία πρόβαλλε τον «εκδημοκρατισμό» και το άνοιγμα της εκπαίδευσης σαν απόδειξη της διακηρυγμένης «ισότητας ευκαιριών», κρατώντας τους «μαθητές των τελευταίων θρανίων» μέσα στο Γυμνάσιο και το Λύκειο σε καθεστώς υποεκπαίδευσης.
Με απαράδεκτα χαμηλούς τους ρυθμούς χρηματοδότησης της Δημόσιας Εκπαίδευσης, πριμοδοτήθηκε η λειτουργία ενός σχολείου που χαρακτηρίζονταν από έναν βαθύ και αδυσώπητο διχασμό. Στα σχολικά θρανία «στοιχίζονταν» από τη μια, το τμήμα εκείνο του μαθητικού πληθυσμού που με «φροντιστηριακό εμβολιασμό» είτε «επιβίωνε» σχολικά είτε «θριάμβευε» στην πορεία προς την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και από την άλλη οι «ναυαγοί» της εκπαιδευτικής διαδικασίας για τους οποίους το σχολείο δεν προέβλεπε «θεραπεία», προέβλεπε, όμως, «σχολική φιλανθρωπία», ένα είδος «νοσοκομειακής περίθαλψης» – άλλοθι για την αδιαφορία με την οποία τους αντιμετώπιζε, όταν φυσικά δεν τους εξοστράκιζε.
Η ανικανότητα του σχολείου να ελευθερώσει την επίδοση του μαθητή από τις επιδράσεις του οικογενειακού περιβάλλοντος και των χαρακτηριστικών που το συνιστούν, η υποεκπαίδευση την οποία πρόσφερε στους «τεμπέληδες, χωρίς διάθεση για μάθηση, αδιάφορους» των σχολικών θρανίων, εξαγνίζονταν στην κολυμβήθρα της «χαλαρής βαθμολογίας», της «ήπιας» αντιμετώπισης των μαθητών που παραπέμπονταν ως μετεξεταστέοι τον Σεπτέμβριο, της «χαλαρής», γενικά, επιλεκτικότητας στη μετάβαση από τη μια τάξη στην άλλη,
Το σχολείο, όταν δεν κατάφερνε να αποκλείσει ή να «σπρώξει» σε άλλα υποδεέστερα «εκπαιδευτικά κανάλια» εκείνο το τμήμα των μαθητών που «δεν έπαιρνε τα γράμματα», το άφηνε να παραμένει μέσα στις σχολικές τάξεις, χωρίς την παραμικρή προσπάθεια να το ελαφρύνει από τη –γερά δεμένη στα πόδια του– «σιδερένια μπάλα» των «μορφωτικών του ελλειμμάτων», με την οποία ερχόταν στο σχολείο.
Εκπαιδευτικός μαλθουσιανισμός;
Είναι φανερό ότι οι πρόσφατες εκπαιδευτικές αλλαγές, οι όροι λειτουργίας και οι προδιαγραφές του νέου Λυκείου οδηγούν σε μια εκπαιδευτική «Ηρωδιάδα»! Μαζί με την υποεκπαίδευση το υπουργείο Παιδείας έρχεται να επιχειρήσει τη μαζική έξωση των αδυνάτων. Η λυκειακή βαθμίδα επιφορτίζεται όχι στο να προετοιμάσει το σύνολο του μαθητικού πληθυσμού αλλά στο να διαπιστώσει-νομιμοποιήσει την ικανότητα εκείνων που προορίζονται να φοιτήσουν στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση.
Κλείνει τα μάτια στην πραγματικότητα του διαφοροποιημένου σχολικού πληθυσμού, στο γεγονός ότι οι μαθητές έχουν διαφορετικές/άνισες μορφωτικές αποσκευές, ανάβει στο φουλ τις μηχανές της επιλεκτικής λειτουργίας του σχολείου και καλεί τους εκπαιδευτικούς να λειτουργήσουν σαν μια «εκπαιδευτική ΥΠΕΔΑ». Αποκλειστικός ρόλος αυτού του νέου σχολείου γίνεται να χωρίσει με «αντικειμενικό» τρόπο τους «μπροστάρηδες» από τους «ουραγούς», τους ικανούς από τους «ανίκανους» και να εξωθήσει τους δεύτερους σε μια γρήγορη έξοδο από το Λύκειο.
Το σύνδρομο του Αγαμέμνονα
Ετσι, στο «σχολείο που αλλάζει», η υποεκπαίδευση, στην οποία είχαν καταδικαστεί χρόνια τώρα οι «μαθητές που δεν έπαιρναν τα γράμματα» μεταλλάσσεται, αργά και επίσημα σε μαζική αποφοίτηση από το νέο Λύκειο μαθητευόμενων ηλικίας 14 ή 15 ετών. Φυσικά, ας μην έχει κανείς αμφιβολία σε ποια κοινωνική πλευρά θα οριοθετούνται. Οι μη ευνοημένοι μαθητές καλούνται να παίξουν τον ρόλο της Ιφιγένειας για να φυσήξει ούριος άνεμος στον κυρίαρχο στόχο για κατάρτιση αντί για εκπαίδευση και φθηνό εργατικό δυναμικό μέσω της γενικευμένης μαθητείας.
Παράλληλα η μείωση του μαθητικού πληθυσμού των Γενικών Λυκείων συνδέεται με την προοπτική δραστικής μείωσης των εισακτέων στα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ. Το υπουργείο Παιδείας «υφαίνει» μεθοδικά τρεις παρεμβάσεις για να πετύχει τον σκοπό του. Το πρώτο μέτρο αφορά την παραπέρα συρρίκνωση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης με τη συγχώνευση ή και το κλείσιμο και άλλων τμημάτων Πανεπιστημίων και ΤΕΙ. Το δεύτερο μέτρο αφορά τη σταδιακή μείωση του αριθμού των εισακτέων.
Το τρίτο μέτρο αφορά την επαναφορά μιας μορφής της βάσης του 10, η οποία, με τους «κατάλληλους» ελιγμούς στον βαθμό δυσκολίας των θεμάτων μπορεί να κόψει την είσοδο στην τριτοβάθμια εκπαίδευση χιλιάδων υποψηφίων. Στόχος; Το 2015 οι εισακτέοι να είναι μειωμένοι κατά 30% σε σχέση με το 2012.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου