του Ευκλειδη Τσακαλωτου, απο την Αυγη...
Μετά από την οικονομική αναποτελεσματικότητα και το κοινωνικό τσουνάμι των μνημονιακών πολιτικών, φθάνουμε στο στάδιο του απόλυτου παραλογισμού. Μαθαίνουμε από τον ΟΟΣΑ ότι θα μπορούσαμε να αυξήσουμε την ανταγωνιστικότητα του ελαιολάδου μας αν επιτρέπαμε την πρόσμειξη με κατώτερης ποιότητας φυτικά λάδια. Με αυτόν τον τρόπο θα έπεφτε η τιμή και θα αυξάνονταν οι πωλήσεις μας στις διεθνείς αγορές.
Φαντάζομαι ότι την ίδια ώρα ο διεθνής οργανισμός συμβουλεύει τους Γάλλους να αλλοιώσουν το φουά γκρα (από χήνα) με συκωτάκια γύπα και τους Ρώσους το χαβιάρι τους με ταραμά - είναι κανείς και καμία που αμφιβάλλει ότι θα έπεφτε η τιμή αυτών των προϊόντων μετά από αυτή τη ρηξικέλευθη παρέμβαση μακριά από τις αγκυλώσεις του παρελθόντος;
Την ίδια στιγμή ο υπουργός Ανάπτυξης δυσανασχετεί για τις αντιρρήσεις που αντιμετωπίζουν οι άλλες προτάσεις του ΟΟΣΑ και, με αυτή τη λεπτή ειρωνεία που διακρίνει τους εκσυγχρονιστές γενικότερα, αναρωτιέται πότε θα δημιουργηθεί κίνημα στη Ελλάδα υπέρ των υψηλών τιμών. Θέλουμε ή δεν θέλουμε χαμηλότερες τιμές, μας λέει, και αν θέλουμε, δεν θα έπρεπε να κάνουμε τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζονται; Τι λέει η Αριστερά;
Το πιο σημαντικό που λέμε είναι ότι η τιμή, και συνακόλουθα η ανταγωνιστικότητα μέσω χαμηλών τιμών, είναι μόνο ένας από τους παράγοντες που μας ενδιαφέρει. Επιπλέον, θεωρούμε ότι η πορεία της εξωστρεφούς ανάπτυξης, όπου η ανταγωνιστικότητα προωθείται με τη φιλελευθεροποίηση των αγορών για να μειωθούν οι τιμές, όχι μόνο δεν έχει φέρει τα αναμενόμενα οικονομικά αποτελέσματα, αλλά έχει οδηγήσει σε πολλές παράπλευρες αρνητικές συνέπειες σε όρους κοινωνίας.
Να δανειστώ μια φράση του Ντάνι Ρόντρικ: Θέλουμε την εξωστρέφεια και τις εξαγωγές για να υποστηρίξουν τις κοινωνίες μας, τις θέσεις εργασίας και γενικότερα την ευημερία των ανθρώπων. Αν κανείς βάζει τις κοινωνίες, και τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες, να εξυπηρετούν την εξωστρέφεια και τις εξαγωγές, τότε βλέπει τον κόσμο ανάποδα. Αν θέλουμε να κρατήσουμε τα καλά της παγκοσμιοποίησης, τότε πρέπει να αρχίσουμε με τις ανάγκες των ανθρώπων και τις κοινωνίες τους, αλλιώς, όπως έχει γίνει εν πολλοίς τα τελευταία χρόνια, το όλο εγχείρημα θα χάσει τη δημοκρατική νομιμοποίηση που χρειάζεται.
Και σε αυτή την εναλλακτική προσέγγιση υπάρχουν πολλές πτυχές που δεν ενσωματώνονται στην τιμή του προϊόντος. Ενδιαφερόμαστε για το φτηνό γάλα, αλλά μας ενδιαφέρει αυτό να μην γίνει σε βάρος των άμεσων παραγωγών μας. Θέλουμε φθηνότερα φάρμακα και ψωμί, αλλά ξέρουμε ότι δεν υπάρχει στην Ελλάδα μικρός αριθμών φαρμακείων και φούρνων (η πρώτη ένδειξη, υποτίθεται, όταν έχουμε "κλειστά" επαγγέλματα), αλλά και ότι τα φαρμακεία και οι φούρνοι μπορούν να παίξουν ένα θετικό ρόλο στις γειτονιές μας - ρόλος που δύσκολα θα αντικατασταθεί από τα σούπερ μάρκετ. Θέλουμε όλοι να ψωνίζουμε όλες τις ώρες, όλες τις μέρες, αλλά αναγνωρίζουμε ότι εκτός από καταναλωτές είμαστε και εργαζόμενοι και εργαζόμενες που χρειαζόμαστε ξεκούραση, γονείς που πρέπει να ασχοληθούμε με τα παιδιά μας, ενεργοί πολίτες που πρέπει να βρούμε τον χρόνο για τις πολιτικές και πολιτιστικές μας δραστηριότητες.
Αυτοί και άλλοι προβληματισμοί που θα μπορούσαμε να αναφέρουμε, απλώς δεν εμπεριέχονται στις τιμές και στους υπολογισμούς του ιδιωτικού τομέα. Αλλά και στο καθαρά οικονομικό σκέλος τα πράγματα δεν πάνε καλύτερα για τους θιασώτες των χαμηλών τιμών. Από την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη, που έθεσε τις βάσεις για την κοινή αγορά στην Ευρώπη, μέχρι τις σημερινές προτάσεις του ΟΟΣΑ πρέπει να ξέρουμε ότι το όφελος για τους καταναλωτές είναι και σχετικά μικρό και εφάπαξ - και αυτό αν πράγματι πέσουν οι τιμές και δεν ωφεληθούν ισχυρά ιδιωτικά συμφέροντα. Μια προδιάθεση για χαμηλότερες τιμές δεν συνιστά ολοκληρωμένη πρόταση για την αναγκαία παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας. Εκεί, από τη μια, πρέπει να ασχοληθούμε όχι μόνο με την τιμή, αλλά και με την ποιότητα, αν θέλουμε να σταθούμε στα πόδια μας. Από την άλλη, δεν μπορεί να αφήσουμε αυτή την ανασυγκρότηση αποκλειστικά στα χέρια των ιδιωτών. Χρειαζόμαστε παράλληλα και πολλούς κοινωνικούς φορείς παραγωγής, αλλά και κινήματα καταναλωτών που θα ασχοληθούν με τις τιμές, την ποιότητα, αλλά και τον κοινωνικό έλεγχο γενικότερα.
Στη ρητορεία των νεοφιλελεύθερων, σημασία δεν έχει μόνο τι λένε, αλλά τι αποκρύπτουν. Η ρητορεία τους, από την άλλη, έχει μια απλότητα που τους βοηθά στον δημόσιο λόγο. Η δική μας δουλειά είναι πιο σύνθετη και πιο δύσκολη στην εκφώνηση μιας και αμφισβητεί το κυρίαρχο μοντέλο παραγωγής και κατανάλωσης. Αλλά χωρίς αυτή την αμφισβήτηση δεν πάμε πουθενά.
Μετά από την οικονομική αναποτελεσματικότητα και το κοινωνικό τσουνάμι των μνημονιακών πολιτικών, φθάνουμε στο στάδιο του απόλυτου παραλογισμού. Μαθαίνουμε από τον ΟΟΣΑ ότι θα μπορούσαμε να αυξήσουμε την ανταγωνιστικότητα του ελαιολάδου μας αν επιτρέπαμε την πρόσμειξη με κατώτερης ποιότητας φυτικά λάδια. Με αυτόν τον τρόπο θα έπεφτε η τιμή και θα αυξάνονταν οι πωλήσεις μας στις διεθνείς αγορές.
Φαντάζομαι ότι την ίδια ώρα ο διεθνής οργανισμός συμβουλεύει τους Γάλλους να αλλοιώσουν το φουά γκρα (από χήνα) με συκωτάκια γύπα και τους Ρώσους το χαβιάρι τους με ταραμά - είναι κανείς και καμία που αμφιβάλλει ότι θα έπεφτε η τιμή αυτών των προϊόντων μετά από αυτή τη ρηξικέλευθη παρέμβαση μακριά από τις αγκυλώσεις του παρελθόντος;
Την ίδια στιγμή ο υπουργός Ανάπτυξης δυσανασχετεί για τις αντιρρήσεις που αντιμετωπίζουν οι άλλες προτάσεις του ΟΟΣΑ και, με αυτή τη λεπτή ειρωνεία που διακρίνει τους εκσυγχρονιστές γενικότερα, αναρωτιέται πότε θα δημιουργηθεί κίνημα στη Ελλάδα υπέρ των υψηλών τιμών. Θέλουμε ή δεν θέλουμε χαμηλότερες τιμές, μας λέει, και αν θέλουμε, δεν θα έπρεπε να κάνουμε τις μεταρρυθμίσεις που χρειάζονται; Τι λέει η Αριστερά;
Το πιο σημαντικό που λέμε είναι ότι η τιμή, και συνακόλουθα η ανταγωνιστικότητα μέσω χαμηλών τιμών, είναι μόνο ένας από τους παράγοντες που μας ενδιαφέρει. Επιπλέον, θεωρούμε ότι η πορεία της εξωστρεφούς ανάπτυξης, όπου η ανταγωνιστικότητα προωθείται με τη φιλελευθεροποίηση των αγορών για να μειωθούν οι τιμές, όχι μόνο δεν έχει φέρει τα αναμενόμενα οικονομικά αποτελέσματα, αλλά έχει οδηγήσει σε πολλές παράπλευρες αρνητικές συνέπειες σε όρους κοινωνίας.
Να δανειστώ μια φράση του Ντάνι Ρόντρικ: Θέλουμε την εξωστρέφεια και τις εξαγωγές για να υποστηρίξουν τις κοινωνίες μας, τις θέσεις εργασίας και γενικότερα την ευημερία των ανθρώπων. Αν κανείς βάζει τις κοινωνίες, και τους εργαζόμενους και τις εργαζόμενες, να εξυπηρετούν την εξωστρέφεια και τις εξαγωγές, τότε βλέπει τον κόσμο ανάποδα. Αν θέλουμε να κρατήσουμε τα καλά της παγκοσμιοποίησης, τότε πρέπει να αρχίσουμε με τις ανάγκες των ανθρώπων και τις κοινωνίες τους, αλλιώς, όπως έχει γίνει εν πολλοίς τα τελευταία χρόνια, το όλο εγχείρημα θα χάσει τη δημοκρατική νομιμοποίηση που χρειάζεται.
Και σε αυτή την εναλλακτική προσέγγιση υπάρχουν πολλές πτυχές που δεν ενσωματώνονται στην τιμή του προϊόντος. Ενδιαφερόμαστε για το φτηνό γάλα, αλλά μας ενδιαφέρει αυτό να μην γίνει σε βάρος των άμεσων παραγωγών μας. Θέλουμε φθηνότερα φάρμακα και ψωμί, αλλά ξέρουμε ότι δεν υπάρχει στην Ελλάδα μικρός αριθμών φαρμακείων και φούρνων (η πρώτη ένδειξη, υποτίθεται, όταν έχουμε "κλειστά" επαγγέλματα), αλλά και ότι τα φαρμακεία και οι φούρνοι μπορούν να παίξουν ένα θετικό ρόλο στις γειτονιές μας - ρόλος που δύσκολα θα αντικατασταθεί από τα σούπερ μάρκετ. Θέλουμε όλοι να ψωνίζουμε όλες τις ώρες, όλες τις μέρες, αλλά αναγνωρίζουμε ότι εκτός από καταναλωτές είμαστε και εργαζόμενοι και εργαζόμενες που χρειαζόμαστε ξεκούραση, γονείς που πρέπει να ασχοληθούμε με τα παιδιά μας, ενεργοί πολίτες που πρέπει να βρούμε τον χρόνο για τις πολιτικές και πολιτιστικές μας δραστηριότητες.
Αυτοί και άλλοι προβληματισμοί που θα μπορούσαμε να αναφέρουμε, απλώς δεν εμπεριέχονται στις τιμές και στους υπολογισμούς του ιδιωτικού τομέα. Αλλά και στο καθαρά οικονομικό σκέλος τα πράγματα δεν πάνε καλύτερα για τους θιασώτες των χαμηλών τιμών. Από την Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη, που έθεσε τις βάσεις για την κοινή αγορά στην Ευρώπη, μέχρι τις σημερινές προτάσεις του ΟΟΣΑ πρέπει να ξέρουμε ότι το όφελος για τους καταναλωτές είναι και σχετικά μικρό και εφάπαξ - και αυτό αν πράγματι πέσουν οι τιμές και δεν ωφεληθούν ισχυρά ιδιωτικά συμφέροντα. Μια προδιάθεση για χαμηλότερες τιμές δεν συνιστά ολοκληρωμένη πρόταση για την αναγκαία παραγωγική ανασυγκρότηση της οικονομίας. Εκεί, από τη μια, πρέπει να ασχοληθούμε όχι μόνο με την τιμή, αλλά και με την ποιότητα, αν θέλουμε να σταθούμε στα πόδια μας. Από την άλλη, δεν μπορεί να αφήσουμε αυτή την ανασυγκρότηση αποκλειστικά στα χέρια των ιδιωτών. Χρειαζόμαστε παράλληλα και πολλούς κοινωνικούς φορείς παραγωγής, αλλά και κινήματα καταναλωτών που θα ασχοληθούν με τις τιμές, την ποιότητα, αλλά και τον κοινωνικό έλεγχο γενικότερα.
Στη ρητορεία των νεοφιλελεύθερων, σημασία δεν έχει μόνο τι λένε, αλλά τι αποκρύπτουν. Η ρητορεία τους, από την άλλη, έχει μια απλότητα που τους βοηθά στον δημόσιο λόγο. Η δική μας δουλειά είναι πιο σύνθετη και πιο δύσκολη στην εκφώνηση μιας και αμφισβητεί το κυρίαρχο μοντέλο παραγωγής και κατανάλωσης. Αλλά χωρίς αυτή την αμφισβήτηση δεν πάμε πουθενά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου