Ενα ακομα εξαιρετικο αρθρο του κ. Νικου Ξυδακη, απο το Βλεμμα...
Ειδήσεις στο αυτοκίνητο. Ουκρανία, Ρωσία, Ευρώπη, ΗΠΑ, μνήμες Ψυχρού Πολέμου μηδέποτε εξαφανισθέντος, μνήμες σχεδίων Βίσμαρκ και δογμάτων γεωπολιτικής στην Ευρασία. Το παρελθόν αναδύεται στο παρόν μεταμορφωμένο. Ειδήσεις από την Ελλάδα: η τρόικα σαν μέρα της μαρμότας, μικροκινήσεις ενόψει ευρωεκλογών, και μια κουβέντα με τεράστιο συμβολικό βάρος από νεόκοπο πολιτικό ηγέτη: «Δεν έχουμε το αμάρτημα του παρελθόντος…». Εδώ ας σταθώ.
Πιθανόν να ήθελε να πει «δεν κουβαλάμε αμαρτίες του παρελθόντος», δηλαδή, είμαστε καθαροί, άσπιλοι. Αυτό που έχει βαρύνουσα σημασία όμως είναι η κυριολεξία της σόλοικης διατύπωσης: Το αμάρτημα του παρελθόντος. Δηλαδή: Το παρελθόν ως αμάρτημα. Γλώσσα λανθάνουσα τ’ αληθή λέγει.
Για τον συγκεκριμένο λόγο, πολιτικό δια του απολιτικού, συμπεριληπτικό των πάντων δια της ασάφειας, είναι κομβικής σημασίας η καταδίκη του παρελθόντος και η υπόσχεση του μέλλοντος: καταδικάζεις τον ζόφο και τον πόνο, τις αποτυχίες των άλλων, και οικειοποιείσαι τη λύτρωση και το φως του άδηλου μέλλοντος. Κανείς δεν νοσταλγεί το καταδικασμένο παρελθόν, όλοι λαχταρούν το λαμπρό μέλλον. Win-win.
Αμέσως θυμήθηκα τον λόγο του τότε πρωθυπουργού Κ. Σημίτη προς τους διανοουμένους, δύο εβδομάδες προ των εκλογών του 2000. Στο σκοτεινό παρελθόν (των άλλων) αντιπαρέβαλε το λαμπρό παρόν, το δικό του παρόν: «Δεν νοσταλγώ την πτωχή και ταπεινή Ελλάδα της μεταπολεμικής ή της προπολεμικής περιόδου, την Ελλάδα της ήττας. Αντίθετα: έχω βαθιά εμπιστοσύνη στον δυναμισμό, την πνευματικότητα, τον πλούτο της σημερινής Ελλάδας…» Προσδιόριζε τα οράματα της ισχυράς Ελλάδος του χρηματιστηρίου έτσι: «απτά, συγκεκριμένα, προσιτά». Και κατέληγε: «Ως σήμερα η Ελλάδα κοίταγε τον κόσμο. Σήμερα ο κόσμος κοιτάει την Ελλάδα.»
Ολη η μεταμοντέρνα τσογλανιά των νάιντις συμπυκνώθηκε τότε έτσι, με ισοπεδωτικά δίπολα νικητών-ηττημένων, πλούτου-φτώχειας, νέου-παλιού. Τραβούσαμε την ανηφόρα της Μεγάλης Φενάκης, με πιστωτική επέκταση και λαϊκή χλιδή, στο βάθος έλαμπαν φάροι ολυμπισμού και αθλητικού κλέους, αυτοκινητόδρομοι και διακοποδάνεια. Το νέο επέλαυνε σίγουρο για το ποιοι θα κέρδιζαν και θα κυριαρχούσαν, για το ποιοι θα έχαναν και θα υποτάσσονταν. Προτού εξαντληθεί η δεκαετία της νεολατρίας, είχαμε ήδη δει ποιοι ήταν οι νικητές και οι ηττημένοι, οι κυρίαρχοι και οι υποτελείς. Ποιοι συγκροτούσαν τους στρατιές των ανέργων και των νεόπτωχων, για μια-δυο-τρεις γενεές, άχρι καιρού.
Ενδιαμέσως, ακούσαμε άλλη μια εκδοχή του νέου και της παρελθοντοκτονίας, από τον κατεξοχήν νεωτεριστή Γιώργο Α. Παπανδρέου: το μέλλον ερχόταν ολόφωτο και ευρυζωνικό, συμμετοχικό και μη κυβερνητικό, επινοημένο ως πεδίο για κατίσχυση, χωρίς κριτήρια, χωρίς πλαίσιο αναφορών, χωρίς επώδυνες συγκρίσεις. Στο δικό του μέλλον, ο νεωτεριστής συγκρίνεται μόνο με τον εαυτό του. Ο Κ. Σημίτης αντιπαρέβαλε την Ισχυρή Ελλάδα στην υπανάπτυξη και την ήττα του παρελθόντος, κήρυττε μια διαρκή λήθη. Ο ΓΑΠ επαγγελλόταν μεσσιανικά ένα διεσταλμένο μέλλον, αρνούμενος όχι μόνο να αναφερθεί στο παρελθόν αλλά και να δεσμευθεί επί του παρόντος. Εξαφανίζοντας το παρελθόν του διέπραττε πατροκτονία, και υποσχόταν ένα μέλλον όπου όλα θα ήταν δυνατά οριζόμενα εξαρχής. Ως εξής: μετονομάζοντας όλα τα υπουργεία με New Age ονομασίες.
Τι μας χωρίζει από το 2000, το 2004, το 2007, το 2009 ακόμη; Ενας σωρός ερειπίων. Η Ισχυρή Ελλάδα του χρηματιστηρίου και του e-gov είναι μια γονατισμένη χώρα με ξέπνοους πολίτες. Η παρούσα ήττα συντρίβει πρωτίστως τους κυριαρχούμενους, τους υποτελείς, όσους πίστεψαν προσώρας ότι το παρελθόν δεν τους αφορά, δεν τους συνέχει, δεν αξίζει να το αναχωνεύουν· όσους πίστεψαν ότι το μέλλον τούς προσφέρεται στο πιάτο από μεσσίες, χωρίς να το ονειρευτούν οι ίδιοι και χωρίς να το χτίσουν με τον ιδρώτα τους· όσους βούλιαξαν στην φενακισμένη ετερονομία τότε, όσους βουλιάζουν στην ενοχοποίηση και την απόγνωση τώρα. Η λήθη συμφέρει και πάλι τους κυρίαρχους: μέσα της θα ξεπλυθούν ανομήματα και αμαρτίες, ίχνη εγκλημάτων, τεκμήρια, υποσχέσεις παραδείσων, για να αναδυθούν ξανά κυρίαρχοι.
Την ιστορία τη γράφουν οι νικητές. Ναι. Ομως η μνήμη καλλιεργείται από τους ηττημένους· είναι παρηγοριά και όπλο. Κι εδώ όμως μέτρο: μνήμη ναι, οπωσδήποτε, αλλά όχι παρελθοντική καθήλωση και υπεραναπλήρωση· μνήμη αναστοχαστική και δημιουργός, και ταυτοχρόνως μια πολιτικά λυσιτελής χρήση της λήθης που θα ρυθμίζει τις εκδικητικές τάσεις και της καταστροφικές πολώσεις. Σε τέτοιο κρίσιμο σταυροδρόμι στεκόμαστε σήμερα.
Ειδήσεις στο αυτοκίνητο. Ουκρανία, Ρωσία, Ευρώπη, ΗΠΑ, μνήμες Ψυχρού Πολέμου μηδέποτε εξαφανισθέντος, μνήμες σχεδίων Βίσμαρκ και δογμάτων γεωπολιτικής στην Ευρασία. Το παρελθόν αναδύεται στο παρόν μεταμορφωμένο. Ειδήσεις από την Ελλάδα: η τρόικα σαν μέρα της μαρμότας, μικροκινήσεις ενόψει ευρωεκλογών, και μια κουβέντα με τεράστιο συμβολικό βάρος από νεόκοπο πολιτικό ηγέτη: «Δεν έχουμε το αμάρτημα του παρελθόντος…». Εδώ ας σταθώ.
Πιθανόν να ήθελε να πει «δεν κουβαλάμε αμαρτίες του παρελθόντος», δηλαδή, είμαστε καθαροί, άσπιλοι. Αυτό που έχει βαρύνουσα σημασία όμως είναι η κυριολεξία της σόλοικης διατύπωσης: Το αμάρτημα του παρελθόντος. Δηλαδή: Το παρελθόν ως αμάρτημα. Γλώσσα λανθάνουσα τ’ αληθή λέγει.
Για τον συγκεκριμένο λόγο, πολιτικό δια του απολιτικού, συμπεριληπτικό των πάντων δια της ασάφειας, είναι κομβικής σημασίας η καταδίκη του παρελθόντος και η υπόσχεση του μέλλοντος: καταδικάζεις τον ζόφο και τον πόνο, τις αποτυχίες των άλλων, και οικειοποιείσαι τη λύτρωση και το φως του άδηλου μέλλοντος. Κανείς δεν νοσταλγεί το καταδικασμένο παρελθόν, όλοι λαχταρούν το λαμπρό μέλλον. Win-win.
Αμέσως θυμήθηκα τον λόγο του τότε πρωθυπουργού Κ. Σημίτη προς τους διανοουμένους, δύο εβδομάδες προ των εκλογών του 2000. Στο σκοτεινό παρελθόν (των άλλων) αντιπαρέβαλε το λαμπρό παρόν, το δικό του παρόν: «Δεν νοσταλγώ την πτωχή και ταπεινή Ελλάδα της μεταπολεμικής ή της προπολεμικής περιόδου, την Ελλάδα της ήττας. Αντίθετα: έχω βαθιά εμπιστοσύνη στον δυναμισμό, την πνευματικότητα, τον πλούτο της σημερινής Ελλάδας…» Προσδιόριζε τα οράματα της ισχυράς Ελλάδος του χρηματιστηρίου έτσι: «απτά, συγκεκριμένα, προσιτά». Και κατέληγε: «Ως σήμερα η Ελλάδα κοίταγε τον κόσμο. Σήμερα ο κόσμος κοιτάει την Ελλάδα.»
Ολη η μεταμοντέρνα τσογλανιά των νάιντις συμπυκνώθηκε τότε έτσι, με ισοπεδωτικά δίπολα νικητών-ηττημένων, πλούτου-φτώχειας, νέου-παλιού. Τραβούσαμε την ανηφόρα της Μεγάλης Φενάκης, με πιστωτική επέκταση και λαϊκή χλιδή, στο βάθος έλαμπαν φάροι ολυμπισμού και αθλητικού κλέους, αυτοκινητόδρομοι και διακοποδάνεια. Το νέο επέλαυνε σίγουρο για το ποιοι θα κέρδιζαν και θα κυριαρχούσαν, για το ποιοι θα έχαναν και θα υποτάσσονταν. Προτού εξαντληθεί η δεκαετία της νεολατρίας, είχαμε ήδη δει ποιοι ήταν οι νικητές και οι ηττημένοι, οι κυρίαρχοι και οι υποτελείς. Ποιοι συγκροτούσαν τους στρατιές των ανέργων και των νεόπτωχων, για μια-δυο-τρεις γενεές, άχρι καιρού.
Ενδιαμέσως, ακούσαμε άλλη μια εκδοχή του νέου και της παρελθοντοκτονίας, από τον κατεξοχήν νεωτεριστή Γιώργο Α. Παπανδρέου: το μέλλον ερχόταν ολόφωτο και ευρυζωνικό, συμμετοχικό και μη κυβερνητικό, επινοημένο ως πεδίο για κατίσχυση, χωρίς κριτήρια, χωρίς πλαίσιο αναφορών, χωρίς επώδυνες συγκρίσεις. Στο δικό του μέλλον, ο νεωτεριστής συγκρίνεται μόνο με τον εαυτό του. Ο Κ. Σημίτης αντιπαρέβαλε την Ισχυρή Ελλάδα στην υπανάπτυξη και την ήττα του παρελθόντος, κήρυττε μια διαρκή λήθη. Ο ΓΑΠ επαγγελλόταν μεσσιανικά ένα διεσταλμένο μέλλον, αρνούμενος όχι μόνο να αναφερθεί στο παρελθόν αλλά και να δεσμευθεί επί του παρόντος. Εξαφανίζοντας το παρελθόν του διέπραττε πατροκτονία, και υποσχόταν ένα μέλλον όπου όλα θα ήταν δυνατά οριζόμενα εξαρχής. Ως εξής: μετονομάζοντας όλα τα υπουργεία με New Age ονομασίες.
Τι μας χωρίζει από το 2000, το 2004, το 2007, το 2009 ακόμη; Ενας σωρός ερειπίων. Η Ισχυρή Ελλάδα του χρηματιστηρίου και του e-gov είναι μια γονατισμένη χώρα με ξέπνοους πολίτες. Η παρούσα ήττα συντρίβει πρωτίστως τους κυριαρχούμενους, τους υποτελείς, όσους πίστεψαν προσώρας ότι το παρελθόν δεν τους αφορά, δεν τους συνέχει, δεν αξίζει να το αναχωνεύουν· όσους πίστεψαν ότι το μέλλον τούς προσφέρεται στο πιάτο από μεσσίες, χωρίς να το ονειρευτούν οι ίδιοι και χωρίς να το χτίσουν με τον ιδρώτα τους· όσους βούλιαξαν στην φενακισμένη ετερονομία τότε, όσους βουλιάζουν στην ενοχοποίηση και την απόγνωση τώρα. Η λήθη συμφέρει και πάλι τους κυρίαρχους: μέσα της θα ξεπλυθούν ανομήματα και αμαρτίες, ίχνη εγκλημάτων, τεκμήρια, υποσχέσεις παραδείσων, για να αναδυθούν ξανά κυρίαρχοι.
Την ιστορία τη γράφουν οι νικητές. Ναι. Ομως η μνήμη καλλιεργείται από τους ηττημένους· είναι παρηγοριά και όπλο. Κι εδώ όμως μέτρο: μνήμη ναι, οπωσδήποτε, αλλά όχι παρελθοντική καθήλωση και υπεραναπλήρωση· μνήμη αναστοχαστική και δημιουργός, και ταυτοχρόνως μια πολιτικά λυσιτελής χρήση της λήθης που θα ρυθμίζει τις εκδικητικές τάσεις και της καταστροφικές πολώσεις. Σε τέτοιο κρίσιμο σταυροδρόμι στεκόμαστε σήμερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου