Χρήστος Λάσκος, απο το AlterThess...
Ή, σε μια περισσότερο διαλεκτική και καταφατική διατύπωση, έτσι κι αλλιώς η Γη θα γίνει κόκκινη. Κομμουνισμός ή Μαντ Μαξ κατάσταση.
Που σημαίνει πως ο καπιταλισμός έχει πλέον σε τέτοιο βαθμό μετατραπεί σε ύβρι πλανητικών διαστάσεων,
που η ανατροπή του αποτελεί, αναγκαστικά, το στόχο της ιστορικής περιόδου, στην οποία βρισκόμαστε ήδη.
Η αδηφάγα ροπή του να εισαγάγει τα πάντα στην επικράτεια του εμπορεύματος και της κερδοφορίας, η κανιβαλική και χαοτική του μετεξέλιξη μέσω των συνεχών απορρυθμίσεων, η τάση του προς την εκθετικά εντεινόμενη οικολογική διακινδύνευση, η επαύξηση της διατροφικής και ενεργειακής επισφάλειας για όλο και μεγαλύτερα τμήματα του ανθρώπινου πληθυσμού κάνει το αίτημα της υπέρβασής του επιτακτικό.
Πράγμα, που, κατά τη γνώμη μου, σημαίνει πως ο ρητός αντικαπιταλισμός δεν μπορεί παρά να είναι πυρήνας οποιασδήποτε, άξιας του ονόματός της, αριστερής πολιτικής.
Που σημαίνει, επομένως, δύο πράγματα:
Πρώτον, πρέπει ο αντίπαλος να δείχνεται με σαφήνεια.
Αντί να αφιερώνουμε τόνους μελάνης και εκατομμύρια λέξεων στις «εξωτερικές» θεσμικές του εκπροσωπήσεις, το ΔΝΤ, την ΕΕ, τη Μέρκελ και το Ρεν είναι καλύτερο να ασχολούμαστε πολύ περισσότερο με το ΣΕΒ, το ΣΕΤΕ και τις λοιπές εργοδοτικές οργανώσεις. Αντί πληθωριστικά να μας ξεφεύγει (;) η ρητορική της υποτέλειας, του μερκελισμού και του κυβερνητικού ραγιαδισμού είναι πολύ καλύτερο να αναφερόμαστε με σαφήνεια στα ενδογενή ταξικά συμφέροντα που υπηρετεί η πολιτική των μνημονίων. Θέλετε δοσολογία; Νομίζω, ¾ ΣΕΒ, ¼ Μέρκελ και Λανγκάρντ θα ήταν μια καλή πρόταση.
Να δείχνεται, λοιπόν, με σαφήνεια ο αντίπαλος. Που περισσότερο από τους «τοκογλύφους» γενικώς είναι οι έλληνες «επιχειρηματίες», οι οποίοι όχι μόνο είδαν τα τέσσερα τελευταία χρόνια να πραγματοποιούνται τα πιο τρελά τους όνειρα, αλλά συνεχίζουν να προηγούνται διεθνώς όλων των αδελφών τους. Και ανοίγουν το δρόμο, με τις «κατακτήσεις» τους, για το ευρωπαϊκό και παγκόσμιο κεφάλαιο, προς τη … βικτωριανή εποχή. Θα μου πείτε, τα «επιβάλλει» όλα τούτα η τρόικα, οι εργοδότες δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς, η κυβέρνηση είναι υποτελής, πώς θα γίνει, δηλαδή; Η πάλη είναι πατριωτική λόγω αυτής της επιβολής.
Ε, δεν υπάρχει ευνοϊκότερη αφήγηση για τον ταξικό αντίπαλο από αυτήν. Και πιο παραπειστική ως προς τα πράγματα. Ας επαναλάβω, λοιπόν, μερικά χιλιοειπωμένα, ελάχιστα, όμως, αφομοιωμένα.
Στα χρόνια της κρίσης οι έλληνες καπιταλιστές κατόρθωσαν, υπό τον «εξαναγκασμό» της τρόικας και με όχημα την θηριώδη ανεργία και την καταστροφή των εργασιακών δικαιωμάτων, μια πρωτοφανή αύξηση του ποσοστού εκμετάλλευσης. Συγκεκριμένα, βάσει των στοιχείων της AMECO (www.ioakimoglou.net), ο λόγος κερδών/μισθών στην Ελλάδα, για τις εταιρίες, από 1.2, που ήταν πάνω κάτω στα χρόνια 1995-2009, έφθασε στο 1.7 το 2013. Οι αντίστοιχοι αριθμοί για την Ισπανία και την Πορτογαλία είναι περίπου 0.6 (1995-2009) και 0.75 (2013). Στη Γαλλία ο λόγος αυτός διατηρήθηκε σχεδόν σταθερός στο 0.5 σε όλη την περίοδο 1995-2013 –με μικρή πτωτική τάση στα χρόνια της κρίσης. Στη Γερμανία, τέλος, διαπιστώνεται μια αύξηση από περίπου 0.5 σε 0.8 μεταξύ 1995 και 2007, για να πέσει σχεδόν στο 0.7 το 2013[1].
Αλλιώς, στα χρόνια της κρίσης, ο λόγος εταιρικών κερδών προς μισθούς αυξήθηκε κατά 40%, πράγμα απολύτως συνδεδεμένο με το γεγονός πως το πραγματικό εισόδημα των εργαζομένων έχει μειωθεί κατά 40%.
Με αποτέλεσμα μερικές εκατοντάδες πλούσιοι συμπατριώτες μας να αυξήσουν μέσα σε ένα μόλις χρόνο, από το ’12 στο ’13, την περιουσία του από 50 σε 60 δισεκατομμύρια ευρώ, και πολλές χιλιάδες άλλοι να ανήκουν στη διεθνή των εκατομμυριούχων.
Συνοψίζοντας, οι έλληνες καπιταλιστές –και όχι μόνο οι μεγάλοι- κάνουν το πάρτι της ζωής τους[2]. Και δεν είναι μόνο τα μέχρι σήμερα επιτευχθέντα, τα οποία μαζί με την άνεσή τους να πληρώνουν -και τα ελάχιστα που υποχρεούνται ακόμη- όποτε θέλουν και όπως θέλουν, να θεωρούν τις υπερωρίες εθελοντική συνεισφορά στον εθνικό στόχο «να παν καλά οι δουλειές» τους και να φοροκλέβουν ασύστολα τους έχουν κάνει παγκόσμιο πρότυπο. Έχουν να επιδιώξουν και νέα επιτεύγματα μια και, ως γνωστόν, από τις «διαπραγματεύσεις» προκύπτει πως η τρόικα … πιέζει για κατάργηση όσων επιδομάτων απέμειναν, για αποκλειστική ισχύ των ατομικών συμβάσεων και για πολύ μεγαλύτερη διείσδυση των δουλεμπορικών εταιριών ενοικίασης εργαζομένων στην αγορά εργασίας. Έστω κι … εξαναγκασμένοι από την τρόικα, λοιπόν, αυτοί αποτελούν τον πρώτο αντίπαλο της εργατικής μας τάξης, τον πρώτο αντίπαλο της αριστερής πολιτικής.
Δεύτερον, πρέπει να απειλείται ο αντίπαλος.
Να διευκρινίζεται, δηλαδή, μεταξύ άλλων, πως χωρίς μια ριζική αναδιανομή του πλούτου σε βάρος των καπιταλιστών μας δεν υπάρχει καμία πιθανότητα επίτευξης μιας καλύτερης ζωής για την πλειοψηφία του πληθυσμού. Για τους φτωχούς, τους περισσότερους νέους, την πλειοψηφία των παιδιών, για τους δημόσιους και ιδιωτικούς χαμηλόμισθους δεν υπάρχει άλλος δρόμος από αυτόν. Και αυτός, για όσους δεν μπερδεύουν τη φιλεργατική πολιτική με τον κεϋνσιανισμό, αναβαθμίζοντας τον τελευταίο χωρίς λόγο, είναι ο πιο άμεσος και έμπρακτος αντικαπιταλισμός.
Θέλω να πω, ούτε η απαραίτητη διαγραφή του χρέους, ούτε η αναγκαία κοινωνικοποίηση των τραπεζών, ούτε η επίτευξη νομισματικής αυτονομίας ή η δημιουργία ενός στιβαρού εναλλακτικού νομίσματος αποτελούν τη λύση στο κοινωνικό μας ζήτημα, το οποίο έχει πλέον πάρει διαστάσεις ακραίου επιβιωτικού προβλήματος.
Αν οι γερμανοί πλούσιοι με περιουσία άνω των 120000 μάρκων εξαναγκάστηκαν, στη δεκαετία του ’50, να αποδώσουν τη μισή στο κράτος, ίσως με τους δικούς μας πρέπει να μην υπάρχουν καν άνω όρια. Έτσι ώστε να εξασφαλιστεί πως κανείς άνεργος δεν θα είναι χωρίς εισόδημα, κανείς δεν θα μένει εκτός του συστήματος υγείας, κανείς δεν θα πεινάει και θα κρυώνει, κανείς δεν θα χάνει το σπίτι του.
Αυτή η ατζέντα, στο μέτρο που «χρηματοδοτείται» κάνοντας τους πλούσιους να πληρώσουν, είναι ήδη μια αντικαπιταλιστική ατζέντα και κάνει την κυβέρνηση της Αριστεράς μια κυβέρνηση για το σοσιαλισμό.
«Η κρίση είναι κρίση καπιταλιστική. Οι μαρξιστές επέμεναν ακόμη και στις εποχές της «ευημερίας» –και δικαιώθηκαν για πολλοστή φορά- πως κανένα από τα κέρδη των εκμεταλλευόμενων στον καπιταλισμό δεν είναι διαρκές. Η ανορθολογικότητα του συστήματος, όπως με τρομώδη τρόπο ξεσπάει στην κρίση, είναι τέτοια που του προσδίδει μια ασύλληπτη καταστροφική δυναμική και θέτει εν αμφιβόλω την ίδια την επιβίωση της ανθρωπότητας και του πλανήτη.
Η υπέρβαση του καπιταλισμού επιβάλλεται ακόμη περισσότερο σήμερα –και για λόγους στοιχειώδους ασφάλειας. Η περίσταση είναι τέτοια που θα πρέπει να μιλήσουμε ξανά για την επικαιρότητα και την αναγκαιότητα του κομμουνισμού. Αν δεν αρχίσουμε να το φωνάζουμε σήμερα πότε θα το κάνουμε;»
Ή, σε μια περισσότερο διαλεκτική και καταφατική διατύπωση, έτσι κι αλλιώς η Γη θα γίνει κόκκινη. Κομμουνισμός ή Μαντ Μαξ κατάσταση.
Που σημαίνει πως ο καπιταλισμός έχει πλέον σε τέτοιο βαθμό μετατραπεί σε ύβρι πλανητικών διαστάσεων,
που η ανατροπή του αποτελεί, αναγκαστικά, το στόχο της ιστορικής περιόδου, στην οποία βρισκόμαστε ήδη.
Η αδηφάγα ροπή του να εισαγάγει τα πάντα στην επικράτεια του εμπορεύματος και της κερδοφορίας, η κανιβαλική και χαοτική του μετεξέλιξη μέσω των συνεχών απορρυθμίσεων, η τάση του προς την εκθετικά εντεινόμενη οικολογική διακινδύνευση, η επαύξηση της διατροφικής και ενεργειακής επισφάλειας για όλο και μεγαλύτερα τμήματα του ανθρώπινου πληθυσμού κάνει το αίτημα της υπέρβασής του επιτακτικό.
Πράγμα, που, κατά τη γνώμη μου, σημαίνει πως ο ρητός αντικαπιταλισμός δεν μπορεί παρά να είναι πυρήνας οποιασδήποτε, άξιας του ονόματός της, αριστερής πολιτικής.
Που σημαίνει, επομένως, δύο πράγματα:
Πρώτον, πρέπει ο αντίπαλος να δείχνεται με σαφήνεια.
Αντί να αφιερώνουμε τόνους μελάνης και εκατομμύρια λέξεων στις «εξωτερικές» θεσμικές του εκπροσωπήσεις, το ΔΝΤ, την ΕΕ, τη Μέρκελ και το Ρεν είναι καλύτερο να ασχολούμαστε πολύ περισσότερο με το ΣΕΒ, το ΣΕΤΕ και τις λοιπές εργοδοτικές οργανώσεις. Αντί πληθωριστικά να μας ξεφεύγει (;) η ρητορική της υποτέλειας, του μερκελισμού και του κυβερνητικού ραγιαδισμού είναι πολύ καλύτερο να αναφερόμαστε με σαφήνεια στα ενδογενή ταξικά συμφέροντα που υπηρετεί η πολιτική των μνημονίων. Θέλετε δοσολογία; Νομίζω, ¾ ΣΕΒ, ¼ Μέρκελ και Λανγκάρντ θα ήταν μια καλή πρόταση.
Να δείχνεται, λοιπόν, με σαφήνεια ο αντίπαλος. Που περισσότερο από τους «τοκογλύφους» γενικώς είναι οι έλληνες «επιχειρηματίες», οι οποίοι όχι μόνο είδαν τα τέσσερα τελευταία χρόνια να πραγματοποιούνται τα πιο τρελά τους όνειρα, αλλά συνεχίζουν να προηγούνται διεθνώς όλων των αδελφών τους. Και ανοίγουν το δρόμο, με τις «κατακτήσεις» τους, για το ευρωπαϊκό και παγκόσμιο κεφάλαιο, προς τη … βικτωριανή εποχή. Θα μου πείτε, τα «επιβάλλει» όλα τούτα η τρόικα, οι εργοδότες δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς, η κυβέρνηση είναι υποτελής, πώς θα γίνει, δηλαδή; Η πάλη είναι πατριωτική λόγω αυτής της επιβολής.
Ε, δεν υπάρχει ευνοϊκότερη αφήγηση για τον ταξικό αντίπαλο από αυτήν. Και πιο παραπειστική ως προς τα πράγματα. Ας επαναλάβω, λοιπόν, μερικά χιλιοειπωμένα, ελάχιστα, όμως, αφομοιωμένα.
Στα χρόνια της κρίσης οι έλληνες καπιταλιστές κατόρθωσαν, υπό τον «εξαναγκασμό» της τρόικας και με όχημα την θηριώδη ανεργία και την καταστροφή των εργασιακών δικαιωμάτων, μια πρωτοφανή αύξηση του ποσοστού εκμετάλλευσης. Συγκεκριμένα, βάσει των στοιχείων της AMECO (www.ioakimoglou.net), ο λόγος κερδών/μισθών στην Ελλάδα, για τις εταιρίες, από 1.2, που ήταν πάνω κάτω στα χρόνια 1995-2009, έφθασε στο 1.7 το 2013. Οι αντίστοιχοι αριθμοί για την Ισπανία και την Πορτογαλία είναι περίπου 0.6 (1995-2009) και 0.75 (2013). Στη Γαλλία ο λόγος αυτός διατηρήθηκε σχεδόν σταθερός στο 0.5 σε όλη την περίοδο 1995-2013 –με μικρή πτωτική τάση στα χρόνια της κρίσης. Στη Γερμανία, τέλος, διαπιστώνεται μια αύξηση από περίπου 0.5 σε 0.8 μεταξύ 1995 και 2007, για να πέσει σχεδόν στο 0.7 το 2013[1].
Αλλιώς, στα χρόνια της κρίσης, ο λόγος εταιρικών κερδών προς μισθούς αυξήθηκε κατά 40%, πράγμα απολύτως συνδεδεμένο με το γεγονός πως το πραγματικό εισόδημα των εργαζομένων έχει μειωθεί κατά 40%.
Με αποτέλεσμα μερικές εκατοντάδες πλούσιοι συμπατριώτες μας να αυξήσουν μέσα σε ένα μόλις χρόνο, από το ’12 στο ’13, την περιουσία του από 50 σε 60 δισεκατομμύρια ευρώ, και πολλές χιλιάδες άλλοι να ανήκουν στη διεθνή των εκατομμυριούχων.
Συνοψίζοντας, οι έλληνες καπιταλιστές –και όχι μόνο οι μεγάλοι- κάνουν το πάρτι της ζωής τους[2]. Και δεν είναι μόνο τα μέχρι σήμερα επιτευχθέντα, τα οποία μαζί με την άνεσή τους να πληρώνουν -και τα ελάχιστα που υποχρεούνται ακόμη- όποτε θέλουν και όπως θέλουν, να θεωρούν τις υπερωρίες εθελοντική συνεισφορά στον εθνικό στόχο «να παν καλά οι δουλειές» τους και να φοροκλέβουν ασύστολα τους έχουν κάνει παγκόσμιο πρότυπο. Έχουν να επιδιώξουν και νέα επιτεύγματα μια και, ως γνωστόν, από τις «διαπραγματεύσεις» προκύπτει πως η τρόικα … πιέζει για κατάργηση όσων επιδομάτων απέμειναν, για αποκλειστική ισχύ των ατομικών συμβάσεων και για πολύ μεγαλύτερη διείσδυση των δουλεμπορικών εταιριών ενοικίασης εργαζομένων στην αγορά εργασίας. Έστω κι … εξαναγκασμένοι από την τρόικα, λοιπόν, αυτοί αποτελούν τον πρώτο αντίπαλο της εργατικής μας τάξης, τον πρώτο αντίπαλο της αριστερής πολιτικής.
Δεύτερον, πρέπει να απειλείται ο αντίπαλος.
Να διευκρινίζεται, δηλαδή, μεταξύ άλλων, πως χωρίς μια ριζική αναδιανομή του πλούτου σε βάρος των καπιταλιστών μας δεν υπάρχει καμία πιθανότητα επίτευξης μιας καλύτερης ζωής για την πλειοψηφία του πληθυσμού. Για τους φτωχούς, τους περισσότερους νέους, την πλειοψηφία των παιδιών, για τους δημόσιους και ιδιωτικούς χαμηλόμισθους δεν υπάρχει άλλος δρόμος από αυτόν. Και αυτός, για όσους δεν μπερδεύουν τη φιλεργατική πολιτική με τον κεϋνσιανισμό, αναβαθμίζοντας τον τελευταίο χωρίς λόγο, είναι ο πιο άμεσος και έμπρακτος αντικαπιταλισμός.
Θέλω να πω, ούτε η απαραίτητη διαγραφή του χρέους, ούτε η αναγκαία κοινωνικοποίηση των τραπεζών, ούτε η επίτευξη νομισματικής αυτονομίας ή η δημιουργία ενός στιβαρού εναλλακτικού νομίσματος αποτελούν τη λύση στο κοινωνικό μας ζήτημα, το οποίο έχει πλέον πάρει διαστάσεις ακραίου επιβιωτικού προβλήματος.
Αν οι γερμανοί πλούσιοι με περιουσία άνω των 120000 μάρκων εξαναγκάστηκαν, στη δεκαετία του ’50, να αποδώσουν τη μισή στο κράτος, ίσως με τους δικούς μας πρέπει να μην υπάρχουν καν άνω όρια. Έτσι ώστε να εξασφαλιστεί πως κανείς άνεργος δεν θα είναι χωρίς εισόδημα, κανείς δεν θα μένει εκτός του συστήματος υγείας, κανείς δεν θα πεινάει και θα κρυώνει, κανείς δεν θα χάνει το σπίτι του.
Αυτή η ατζέντα, στο μέτρο που «χρηματοδοτείται» κάνοντας τους πλούσιους να πληρώσουν, είναι ήδη μια αντικαπιταλιστική ατζέντα και κάνει την κυβέρνηση της Αριστεράς μια κυβέρνηση για το σοσιαλισμό.
***
Κλείνοντας, ας επαναληφθώ, μεταφέροντας από το σχετικά ανυποψίαστο ακόμη ελλαδικό παρελθόν[3], την προτροπή να ονομάζουμε τον καπιταλισμό (και να καταλαβαίνει κι ο κόσμος, όμως):«Η κρίση είναι κρίση καπιταλιστική. Οι μαρξιστές επέμεναν ακόμη και στις εποχές της «ευημερίας» –και δικαιώθηκαν για πολλοστή φορά- πως κανένα από τα κέρδη των εκμεταλλευόμενων στον καπιταλισμό δεν είναι διαρκές. Η ανορθολογικότητα του συστήματος, όπως με τρομώδη τρόπο ξεσπάει στην κρίση, είναι τέτοια που του προσδίδει μια ασύλληπτη καταστροφική δυναμική και θέτει εν αμφιβόλω την ίδια την επιβίωση της ανθρωπότητας και του πλανήτη.
Η υπέρβαση του καπιταλισμού επιβάλλεται ακόμη περισσότερο σήμερα –και για λόγους στοιχειώδους ασφάλειας. Η περίσταση είναι τέτοια που θα πρέπει να μιλήσουμε ξανά για την επικαιρότητα και την αναγκαιότητα του κομμουνισμού. Αν δεν αρχίσουμε να το φωνάζουμε σήμερα πότε θα το κάνουμε;»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου