του Σταθη, απο το enikos.gr...
Κλεισμένοι στο καβούκι της κρίσης βράζουμε ο καθένας στο καζάνι του
και ψηνόμαστε όλοι μαζί στο τηγάνι της Τρόικας, με ολίγον λαδί από
«ελιά»
(νοθευμένο με σπορέλαιο καθώς θέλει ο ΟΟΣΑ) και πιπέρι στο στόμα από τα ΜΜΕ του καθεστώτος σ’ όποιον αγανακτήσει και βγει σε καμιά πλατεία ακατάγραπτος, ακηδεμόνευτος, ακαταχώριστος - δεν διαβάζουμε κι εφημερίδες, μαθαίνουμε συνήθως τα «χοντρά» νέα έτσι όπως τα πλασάρει το καθεστώς κυρίως μέσα απ’ τα δελτία ειδήσεων της τηλεόρασης. Εκεί που συνήθως το σκορ πληροφόρηση - προπαγάνδα είναι 0 - όσα θέλετε.
Βεβαίως (είπα «δεν διαβάζουμε κι εφημερίδες») και στις εφημερίδες του καθεστώτος της διαπλοκής τα ίδια (με όσα στην ομογάλακτή τους τηλεόραση) συμβαίνουν. Πλην ορισμένων δημοσιογράφων, εκλεκτών εργατών του Τύπου (γνωστών στους πολίτες κι αγνώστων), το υπόλοιπο σώμα αυτών των εφημερίδων διαφέρει από την τηλεόραση μόνον κατά την πολυθεματικότητα και την πολυμορφία (πολύτιμα βεβαίως και τα δύο, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία). Η ουσία, η «μακεδονική φάλαγγα» μιας εφημερίδας είναι ο τίτλος της, η πρώτη της σελίδα, το κύριο άρθρο της. Και σε αυτό το θέμα τα πράγματα στην Ελλάδα (και σε όλο τον κόσμο) είναι απλά: καμμιά κυβερνητική πολιτική σε καμμιά χώρα του κόσμου (μάλιστα νεοφιλελεύθερη, αντιδραστική και αυταρχική) δεν θα μπορούσε να επιβληθεί σε μαζική κλίμακα χωρίς την υποστήριξη του καθεστωτικού Τύπου, ο οποίος αντί να ελέγχει τις τρεις εξουσίες
διαπλέκεται μαζί τους, μεταβάλλοντας το αγαθό της πληροφόρησης σε ύλη προπαγάνδας. Και κατά τούτο είχε δίκιο ο κ. Παντελής Καψής, όταν προχθές στην εκπομπή enikos του κ. Χατζηνικολάου στο STAR έλεγε ότι όσο ο ίδιος (ο κ. Καψής) ήταν διευθυντής στα «Νέα», ουδείς πολιτικός ή οικονομικός παράγων τού υπαγόρευσε κάποια πολιτική. Βεβαίως!
Διότι ουδεμία
ανάγκη υπάρχει να σου υπαγορεύσει κανείς μια πολιτική που έτσι κι αλλιώς έχεις επιλέξει να υποστηρίζεις.
Κι αυτό ακριβώς συνιστά το μέγεθος, την αξία και το ειδικό βάρος της μιντιοκρατίας ως συστατικού και κυριαρχικού φαινομένου στη διαδικασία διαρκούς μετάλλαξης των αστικών δημοκρατιών σε πλουτοκρατικές ολιγαρχίες και, όσον ο καιρός, σε τυραννίδες και τυραννίες.
Το μόνον που σώζει τον Τύπο σε όλες του τις μορφές, τηλεόραση, ραδιόφωνο, διαδίκτυο, αλλά κυρίως τις εφημερίδες, είναι ότι όσα ψέματα κι αν γράψει κάποιος, κάποιος άλλος θα γράψει την αλήθεια.
Αυτό προσδίδει στον Τύπο μια πολύτιμη μοναδικότητα, πολύτιμη για τους πολίτες και τη δημοκρατία. Μια μοναδικότητα όμως πολύ ευάλωτη, που ασφυκτιά μέσα στο σύστημα της διαπλοκής, και που αντλεί δύναμη για να μένει ζωντανή και να προσφέρει μόνον από τους πολίτες, τους αναγνώστες. Σε μια αμφίδρομη σχέση, διότι και οι αναγνώστες παραμένουν πολίτες παίρνοντας δύναμη (το αγαθό της πληροφόρησης είναι συστατικό αυτής της δύναμης) απ’ αυτήν ακριβώς τη μοναδικότητα του Τύπου: να ξεφυτρώνει στο σώμα του η αλήθεια, να μην μπορεί να την πνίξει ούτε ο ίδιος ο Τύπος ως προπαγάνδα, ως χειραγώγηση, ως ψέμα.
Βεβαίως, σε ένα τοπίο τόσο σύνθετο (διότι, παρ’ ότι απλό, είναι πλούσια οβιδιακό στις εκφάνσεις του) είναι δύσκολο για τον αναγνώστη να ξεχωρίζει την ήρα απ’ το στάρι και απολύτως αδύνατο για τον ευκαιριακό αναγνώστη ή τον απλώς τηλεθεατή.
Η κριτική ικανότητα του αναγνώστη, του πολίτη (που η ανάγνωση των εφημερίδων οξύνει) είναι αναγκαία προϋπόθεση (όσο και αποτέλεσμα) για να παραμείνει ζωντανή η πολύτιμη ιδιότητα του Τύπου να εμφανίζει την αλήθεια. Μάλιστα να την αναζητά, να την ανακαλύπτει και να την αναδεικνύει.
Οχι διότι ο Τύπος είναι αντικειμενικός. Δεν υπάρχει αντικειμενική δημοσιογραφία. Υπάρχει η αλήθεια διά της αποδείξεώς της. Και αλήθεια άνδρα δείκνυσι. Η στάση απέναντι στην αλήθεια δείχνει την αξία της ιδεολογίας του δημοσιογράφου, την ηθική και τη φιλοσοφία του, τη μόρφωσή του, τη σχέση του με τη δεοντολογία.
Η αλήθεια διά της αποδείξεώς της είναι η πρώτη ύλη της δημοσιογραφίας. Είτε για την ανάδειξή της είτε για την απόκρυψή της. Την παραμόρφωσή της. Αυτήν την αλήθεια διά της αποδείξεώς της ερευνά το ρεπορτάζ κι ακολουθούν όλα τα άλλα, η ανάλυση, το άρθρο, το σχόλιο, η γελοιογραφία.
Κι όπως γίνεται ταξική πάλη μέσα στην κοινωνία, έτσι διεξάγεται ταξική πάλη και μέσα στα ΜΜΕ. Με εμφανή τα αποτελέσματα, Τα καθεστωτικά ΜΜΕ παρακολούθησαν και υποστήριξαν καθ’ όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης τις πολιτικές επιλογές των Δυνατών που έφεραν τη χώρα στην κρίση. Κατά τη διάρκεια της κρίσης κάνουν το ίδιο, μόνον πιο κραυγαλέα και ξετσίπωτα. Πλην όμως και με αγωνία, διότι αν το σύστημα καταρρεύσει, θα τα πάρει μαζί του στον λάκκο που τόσα χρόνια έσκαβαν για τους άλλους, για κάθε τάξη χωριστά (με το διαίρει και βασίλευε) και για όλες μαζί τις τάξεις των πληβείων.
Κι έτσι έχουμε σήμερα ΜΜΕ, ιδιοκτήτες, εκδότες, διευθυντές, δημοσιογράφους, όλοι πλην Λακεδαιμονίων, να βρίζουν τον λαό για λαϊκιστή! Να τον καθηλώνουν διά της ενοχοποίησης. Να ασκούν πάνω στους πολίτες την πιο χυδαία, αλλά και την πιο επίμονη ιδεολογική τρομοκρατία.
Με άφατη έπαρση, άθλια αλαζονεία και χωριάτικο ευρωλιγουρισμό λοιδορούν, εξουθενώνουν, συκοφαντούν τα σωματεία, τα λαϊκά κόμματα και κάθε άλλο όπλο άμυνας του λαού προκειμένου να τον προσφέρουν σφάγιο στο πιάτο των αφεντικών τους.
Επί «εκσυγχρονισμού», όπου ωσμώθηκαν πράσινοι και γαλάζιοι εις σάρκαν μίαν μαύρη και κατάμαυρη, το πλιάτσικο αυτό πάνω στον λαό και τις προίκες του, τον πολιτισμό του, την παράδοσή του, την αυτογνωσία του, τις προσδοκίες του έλαβε τερατώδεις διαστάσεις κι ακόμα πιο τερατώδεις μέσα στην κρίση.
Δημοσιογράφοι που εξακολουθούν να υποστηρίζουν πολιτικές που αφανίζουν και τους ίδιους. Διότι μέσα στην κρίση εργάζονται πλέον οι μισοί δημοσιογράφοι με τους μισούς μισθούς (ή καθόλου μισθούς), ενώ τα περισσότερα ΜΜΕ καρκινοβατούν, υπερχρεωμένα και, ορισμένα, παράνομα - μια όζουσα παθολογία. Κι όμως τα φερέφωνα τον χαβά τους: φταίνε οι συνδικαλιστές, η σύνταξη του απόμαχου, ο μισθός του εργάτη, βεβαίως φταίει ο λαϊκισμός κι όχι το όργιο σπατάλης, τα ρουσφέτια, η καταλήστευση του πλούτου, η φοροδιαφυγή και, πάνω απ’ όλα, για τον τρόπο που κυβέρνησε η δεξιά φταίει η αριστερά. Για τα εγκλήματα, ναι, τα φοβερά εγκλήματα
που διέπραξαν η Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ σε αυτήν τη χώρα, φταίνε τα σωματεία που δρα το ΚΚΕ, οι συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ, η Νικαβεντέ και η μάχη του Στάλινγκραντ.
Αυτόν τον χρυσαυγίτικο χαβά (διότι τέτοιου επιπέδου είναι) τα καθεστωτικά ΜΜΕ θα τον συνεχίσουν έως εσχάτων. Το μαύρο θα γίνεται άσπρο. Το Μνημόνιο θα το λένε Μαρίκα. Ο κ. Τσίπρας θα έχει σχέση με τρομοκράτες. Ο λαός θα είναι λαϊκιστής. Το κρέας θα βαφτίζεται ψάρι και ο υποσιτισμός αναγκαία θυσία για να μπορείς να φας όταν βγούμε στις αγορές μια φασολάδα.
Και για όλα αυτά, τις μαλακίες του κ. Θεοχάρη, τους ραγιαδισμούς του κ. Στουρνάρα, τα άθλια ψέματα του κ. Σαμαρά, τα στεντόρεια ξεκατινιάσματα του κ. Βενιζέλου με τους πάντες, το μόνον που έχουν να πουν τα καθεστωτικά ΜΜΕ, οι αργυρώνητοι δημοσιογράφοι -άλλοι με αργομισθίες κι άλλοι σε λίστες αισχρότερες από τη Λίστα Λαγκάρντ- είναι ότι οι Δυνατοί μάς αγαπάνε, οι Γερμανοί μάς αγαπάνε, ότι το Μνημόνιο το χρειαζόμασταν, ότι όλα γίνονται για το καλό μας,
ότι χρειαζόμαστε μια καινούργια Ελλάδα, χωρίς εργασιακές αγκυλώσεις, μια Ελλάδα των 300 ευρώ για κάθε σπίτι όπου ένας τουλάχιστον πρέπει να δουλεύει, κι όλα
τα άλλα που έδωσαν στη ρετσινιά «αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι» το νόημα που έχει τριάντα χρόνια τώρα. Μια γενίκευση (φασιστική ως τέτοια) που καίει τα χλωρά μαζί με τα ξερά
και οδηγεί τον αναγνώστη, τον πολίτη, στον ίδιον του τον αφοπλισμό με όχημα το τρομερό εκείνο «όλοι ίδιοι είναι», πρώτη ύλη κι αυτό για τη Χρυσή Αυγή, μια πρώτη ύλη φτιαγμένη ακριβώς από τα φερέφωνα του συστήματος προς κατανάλωσιν απ’ τους χρήσιμους ηλίθιους. Εκείνους που εξισώνοντας πέννες πολύτιμες με πέννες εξαγορασμένες νομίζουν ότι δίνουν γροθιά στο σύστημα, όσην δίνουν κι απ’ την άλλη πλευρά της όχθης και οι απολίτικοι που σνομπάρουν την πολιτική, αν δεν δηλώνει πιασάρικη και βεβαίως νέα - πάντα νέα, πάντα εκ παρθενογενέσεως, άμωμη, ώσπου να φύγει απ’ τον έναν οίκο των Δυνατών και να πάει στον άλλον.
Ομως η κρίση, το έχουμε ξαναπεί αυτό, έχει κι ένα καλό: άνοιξε αυτιά και μάτια. Οταν ανοίξει και στόματα και, συν Αθηνά, κινήσει χέρια, τότε κάτι μπορεί να γίνει...
email: stathis@enikos.gr
(νοθευμένο με σπορέλαιο καθώς θέλει ο ΟΟΣΑ) και πιπέρι στο στόμα από τα ΜΜΕ του καθεστώτος σ’ όποιον αγανακτήσει και βγει σε καμιά πλατεία ακατάγραπτος, ακηδεμόνευτος, ακαταχώριστος - δεν διαβάζουμε κι εφημερίδες, μαθαίνουμε συνήθως τα «χοντρά» νέα έτσι όπως τα πλασάρει το καθεστώς κυρίως μέσα απ’ τα δελτία ειδήσεων της τηλεόρασης. Εκεί που συνήθως το σκορ πληροφόρηση - προπαγάνδα είναι 0 - όσα θέλετε.
Βεβαίως (είπα «δεν διαβάζουμε κι εφημερίδες») και στις εφημερίδες του καθεστώτος της διαπλοκής τα ίδια (με όσα στην ομογάλακτή τους τηλεόραση) συμβαίνουν. Πλην ορισμένων δημοσιογράφων, εκλεκτών εργατών του Τύπου (γνωστών στους πολίτες κι αγνώστων), το υπόλοιπο σώμα αυτών των εφημερίδων διαφέρει από την τηλεόραση μόνον κατά την πολυθεματικότητα και την πολυμορφία (πολύτιμα βεβαίως και τα δύο, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία). Η ουσία, η «μακεδονική φάλαγγα» μιας εφημερίδας είναι ο τίτλος της, η πρώτη της σελίδα, το κύριο άρθρο της. Και σε αυτό το θέμα τα πράγματα στην Ελλάδα (και σε όλο τον κόσμο) είναι απλά: καμμιά κυβερνητική πολιτική σε καμμιά χώρα του κόσμου (μάλιστα νεοφιλελεύθερη, αντιδραστική και αυταρχική) δεν θα μπορούσε να επιβληθεί σε μαζική κλίμακα χωρίς την υποστήριξη του καθεστωτικού Τύπου, ο οποίος αντί να ελέγχει τις τρεις εξουσίες
διαπλέκεται μαζί τους, μεταβάλλοντας το αγαθό της πληροφόρησης σε ύλη προπαγάνδας. Και κατά τούτο είχε δίκιο ο κ. Παντελής Καψής, όταν προχθές στην εκπομπή enikos του κ. Χατζηνικολάου στο STAR έλεγε ότι όσο ο ίδιος (ο κ. Καψής) ήταν διευθυντής στα «Νέα», ουδείς πολιτικός ή οικονομικός παράγων τού υπαγόρευσε κάποια πολιτική. Βεβαίως!
Διότι ουδεμία
ανάγκη υπάρχει να σου υπαγορεύσει κανείς μια πολιτική που έτσι κι αλλιώς έχεις επιλέξει να υποστηρίζεις.
Κι αυτό ακριβώς συνιστά το μέγεθος, την αξία και το ειδικό βάρος της μιντιοκρατίας ως συστατικού και κυριαρχικού φαινομένου στη διαδικασία διαρκούς μετάλλαξης των αστικών δημοκρατιών σε πλουτοκρατικές ολιγαρχίες και, όσον ο καιρός, σε τυραννίδες και τυραννίες.
Το μόνον που σώζει τον Τύπο σε όλες του τις μορφές, τηλεόραση, ραδιόφωνο, διαδίκτυο, αλλά κυρίως τις εφημερίδες, είναι ότι όσα ψέματα κι αν γράψει κάποιος, κάποιος άλλος θα γράψει την αλήθεια.
Αυτό προσδίδει στον Τύπο μια πολύτιμη μοναδικότητα, πολύτιμη για τους πολίτες και τη δημοκρατία. Μια μοναδικότητα όμως πολύ ευάλωτη, που ασφυκτιά μέσα στο σύστημα της διαπλοκής, και που αντλεί δύναμη για να μένει ζωντανή και να προσφέρει μόνον από τους πολίτες, τους αναγνώστες. Σε μια αμφίδρομη σχέση, διότι και οι αναγνώστες παραμένουν πολίτες παίρνοντας δύναμη (το αγαθό της πληροφόρησης είναι συστατικό αυτής της δύναμης) απ’ αυτήν ακριβώς τη μοναδικότητα του Τύπου: να ξεφυτρώνει στο σώμα του η αλήθεια, να μην μπορεί να την πνίξει ούτε ο ίδιος ο Τύπος ως προπαγάνδα, ως χειραγώγηση, ως ψέμα.
Βεβαίως, σε ένα τοπίο τόσο σύνθετο (διότι, παρ’ ότι απλό, είναι πλούσια οβιδιακό στις εκφάνσεις του) είναι δύσκολο για τον αναγνώστη να ξεχωρίζει την ήρα απ’ το στάρι και απολύτως αδύνατο για τον ευκαιριακό αναγνώστη ή τον απλώς τηλεθεατή.
Η κριτική ικανότητα του αναγνώστη, του πολίτη (που η ανάγνωση των εφημερίδων οξύνει) είναι αναγκαία προϋπόθεση (όσο και αποτέλεσμα) για να παραμείνει ζωντανή η πολύτιμη ιδιότητα του Τύπου να εμφανίζει την αλήθεια. Μάλιστα να την αναζητά, να την ανακαλύπτει και να την αναδεικνύει.
Οχι διότι ο Τύπος είναι αντικειμενικός. Δεν υπάρχει αντικειμενική δημοσιογραφία. Υπάρχει η αλήθεια διά της αποδείξεώς της. Και αλήθεια άνδρα δείκνυσι. Η στάση απέναντι στην αλήθεια δείχνει την αξία της ιδεολογίας του δημοσιογράφου, την ηθική και τη φιλοσοφία του, τη μόρφωσή του, τη σχέση του με τη δεοντολογία.
Η αλήθεια διά της αποδείξεώς της είναι η πρώτη ύλη της δημοσιογραφίας. Είτε για την ανάδειξή της είτε για την απόκρυψή της. Την παραμόρφωσή της. Αυτήν την αλήθεια διά της αποδείξεώς της ερευνά το ρεπορτάζ κι ακολουθούν όλα τα άλλα, η ανάλυση, το άρθρο, το σχόλιο, η γελοιογραφία.
Κι όπως γίνεται ταξική πάλη μέσα στην κοινωνία, έτσι διεξάγεται ταξική πάλη και μέσα στα ΜΜΕ. Με εμφανή τα αποτελέσματα, Τα καθεστωτικά ΜΜΕ παρακολούθησαν και υποστήριξαν καθ’ όλη τη διάρκεια της μεταπολίτευσης τις πολιτικές επιλογές των Δυνατών που έφεραν τη χώρα στην κρίση. Κατά τη διάρκεια της κρίσης κάνουν το ίδιο, μόνον πιο κραυγαλέα και ξετσίπωτα. Πλην όμως και με αγωνία, διότι αν το σύστημα καταρρεύσει, θα τα πάρει μαζί του στον λάκκο που τόσα χρόνια έσκαβαν για τους άλλους, για κάθε τάξη χωριστά (με το διαίρει και βασίλευε) και για όλες μαζί τις τάξεις των πληβείων.
Κι έτσι έχουμε σήμερα ΜΜΕ, ιδιοκτήτες, εκδότες, διευθυντές, δημοσιογράφους, όλοι πλην Λακεδαιμονίων, να βρίζουν τον λαό για λαϊκιστή! Να τον καθηλώνουν διά της ενοχοποίησης. Να ασκούν πάνω στους πολίτες την πιο χυδαία, αλλά και την πιο επίμονη ιδεολογική τρομοκρατία.
Με άφατη έπαρση, άθλια αλαζονεία και χωριάτικο ευρωλιγουρισμό λοιδορούν, εξουθενώνουν, συκοφαντούν τα σωματεία, τα λαϊκά κόμματα και κάθε άλλο όπλο άμυνας του λαού προκειμένου να τον προσφέρουν σφάγιο στο πιάτο των αφεντικών τους.
Επί «εκσυγχρονισμού», όπου ωσμώθηκαν πράσινοι και γαλάζιοι εις σάρκαν μίαν μαύρη και κατάμαυρη, το πλιάτσικο αυτό πάνω στον λαό και τις προίκες του, τον πολιτισμό του, την παράδοσή του, την αυτογνωσία του, τις προσδοκίες του έλαβε τερατώδεις διαστάσεις κι ακόμα πιο τερατώδεις μέσα στην κρίση.
Δημοσιογράφοι που εξακολουθούν να υποστηρίζουν πολιτικές που αφανίζουν και τους ίδιους. Διότι μέσα στην κρίση εργάζονται πλέον οι μισοί δημοσιογράφοι με τους μισούς μισθούς (ή καθόλου μισθούς), ενώ τα περισσότερα ΜΜΕ καρκινοβατούν, υπερχρεωμένα και, ορισμένα, παράνομα - μια όζουσα παθολογία. Κι όμως τα φερέφωνα τον χαβά τους: φταίνε οι συνδικαλιστές, η σύνταξη του απόμαχου, ο μισθός του εργάτη, βεβαίως φταίει ο λαϊκισμός κι όχι το όργιο σπατάλης, τα ρουσφέτια, η καταλήστευση του πλούτου, η φοροδιαφυγή και, πάνω απ’ όλα, για τον τρόπο που κυβέρνησε η δεξιά φταίει η αριστερά. Για τα εγκλήματα, ναι, τα φοβερά εγκλήματα
που διέπραξαν η Ν.Δ. και το ΠΑΣΟΚ σε αυτήν τη χώρα, φταίνε τα σωματεία που δρα το ΚΚΕ, οι συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ, η Νικαβεντέ και η μάχη του Στάλινγκραντ.
Αυτόν τον χρυσαυγίτικο χαβά (διότι τέτοιου επιπέδου είναι) τα καθεστωτικά ΜΜΕ θα τον συνεχίσουν έως εσχάτων. Το μαύρο θα γίνεται άσπρο. Το Μνημόνιο θα το λένε Μαρίκα. Ο κ. Τσίπρας θα έχει σχέση με τρομοκράτες. Ο λαός θα είναι λαϊκιστής. Το κρέας θα βαφτίζεται ψάρι και ο υποσιτισμός αναγκαία θυσία για να μπορείς να φας όταν βγούμε στις αγορές μια φασολάδα.
Και για όλα αυτά, τις μαλακίες του κ. Θεοχάρη, τους ραγιαδισμούς του κ. Στουρνάρα, τα άθλια ψέματα του κ. Σαμαρά, τα στεντόρεια ξεκατινιάσματα του κ. Βενιζέλου με τους πάντες, το μόνον που έχουν να πουν τα καθεστωτικά ΜΜΕ, οι αργυρώνητοι δημοσιογράφοι -άλλοι με αργομισθίες κι άλλοι σε λίστες αισχρότερες από τη Λίστα Λαγκάρντ- είναι ότι οι Δυνατοί μάς αγαπάνε, οι Γερμανοί μάς αγαπάνε, ότι το Μνημόνιο το χρειαζόμασταν, ότι όλα γίνονται για το καλό μας,
ότι χρειαζόμαστε μια καινούργια Ελλάδα, χωρίς εργασιακές αγκυλώσεις, μια Ελλάδα των 300 ευρώ για κάθε σπίτι όπου ένας τουλάχιστον πρέπει να δουλεύει, κι όλα
τα άλλα που έδωσαν στη ρετσινιά «αλήτες, ρουφιάνοι, δημοσιογράφοι» το νόημα που έχει τριάντα χρόνια τώρα. Μια γενίκευση (φασιστική ως τέτοια) που καίει τα χλωρά μαζί με τα ξερά
και οδηγεί τον αναγνώστη, τον πολίτη, στον ίδιον του τον αφοπλισμό με όχημα το τρομερό εκείνο «όλοι ίδιοι είναι», πρώτη ύλη κι αυτό για τη Χρυσή Αυγή, μια πρώτη ύλη φτιαγμένη ακριβώς από τα φερέφωνα του συστήματος προς κατανάλωσιν απ’ τους χρήσιμους ηλίθιους. Εκείνους που εξισώνοντας πέννες πολύτιμες με πέννες εξαγορασμένες νομίζουν ότι δίνουν γροθιά στο σύστημα, όσην δίνουν κι απ’ την άλλη πλευρά της όχθης και οι απολίτικοι που σνομπάρουν την πολιτική, αν δεν δηλώνει πιασάρικη και βεβαίως νέα - πάντα νέα, πάντα εκ παρθενογενέσεως, άμωμη, ώσπου να φύγει απ’ τον έναν οίκο των Δυνατών και να πάει στον άλλον.
Ομως η κρίση, το έχουμε ξαναπεί αυτό, έχει κι ένα καλό: άνοιξε αυτιά και μάτια. Οταν ανοίξει και στόματα και, συν Αθηνά, κινήσει χέρια, τότε κάτι μπορεί να γίνει...
email: stathis@enikos.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου