του Παντελη Μπουκαλα, απο την Καθημερινη...
Υπάρχουν κι άλλοι -πολιτικοί και μη- που μιλάνε όχι για ν’ ακουστούν αλλά πρωτίστως για ν’ ακούσουν τα ίδια τους τα λεγόμενα, λειτουργώντας σαν εαυτοαυτήκοοι, για να τους δώσουμε ένα όνομα. Ο κ. Αβραμόπουλος λ.χ. Το αβυσσαλέα κοινότοπο «διάγγελμά» του για το Ουκρανικό έδινε αμέσως την εντύπωση ότι ο υπουργός απευθυνόταν μόνο στην προσωπική του εξοχότητα, ίσως και στον ιστορικό του μέλλοντος. Το νόημα δεν βρισκόταν σε όσα έλεγε αλλά στο ότι μίλησε, κι ας μην είχε τίποτα να πει. Η σημασία δεν εντοπιζόταν στις λέξεις αλλά στην ίδια την (ανα)παράσταση της αγόρευσης. Μέλος των εαυτοαυτηκόων και ο κ. Γεωργιάδης, που αρέσκεται ν’ ακούει τον εαυτό του. Υπάρχει όμως ένα εγγενές πρόβλημα: Μιλάει τόσο δυνατά, στα όρια της κραυγής, που αδυνατεί ν’ ακούσει όσα σοφά εκστομίζει ο εαυτός του. Μαρτύριο. Κάπως τα βολεύει με τα σιντί όπου αυτοκαταγράφεται, το λάιβ όμως είναι άλλο πράγμα. Και δεν αντικαθίσταται από γενόσημα.
Τι εννοούσε λοιπόν ο κ. Βενιζέλος λέγοντας ότι «τώρα είναι η ώρα της αλήθειας και της ευθύνης;». Οτι αυτός ορίζει τον χρόνο, το πριν από το σήμερα, το αναληθές και ανεύθυνο από το αληθινό και υπεύθυνο. Οτι αυτός και πάλι ορίζει τι εστί αλήθεια. Οτι, ως εκ τούτου, μόνο αυτός λέει την αλήθεια, ή μάλλον είναι η αλήθεια. Κι όλοι οι άλλοι, ψευδόμενοι και ανεύθυνοι. Ιδίως όσοι αμφισβητούν την αυθεντία του. Απλά πράγματα τελικά.
Δεν
είναι δελφικός χρησμός η φράση «Τώρα είναι η ώρα της αλήθειας και της
ευθύνης». Εύκολα διαβάζουμε το νόημά της: Τα πράγματα έχουν φτάσει σε
κρίσιμο όριο και χρειάζεται και για τη γλώσσα μας να μεριμνούμε (να λέμε
την αλήθεια κι ας πονάει) και για την πράξη μας να νοιαζόμαστε· να
φερόμαστε υπεύθυνα.
Ολα είναι απλά στον κόσμο των «απλών ανθρώπων», όπως τον λένε οι πολιτικοί, για να τον διακρίνουν από τον πολύπλοκο δικό τους.
Ακριβώς επειδή ο πολιτικός κόσμος είναι πολύπλοκος, στην επικράτειά του και η πιο κοινή φράση χάνει την απλότητά της. Οι λέξεις εκεί αποκτούν άλλη ενδυμασία, ή μάλλον πολλές ενδυμασίες, με καθεμιά να ταιριάζει σε συγκεκριμένη χρήση. Κάπως έτσι, η φρασούλα «τώρα είναι η ώρα...» παύει να είναι απλή, διάφανη, μονοσήμαντη. Γίνεται χρησμός. Και επιδέχεται πολλές αναγνώσεις.
Κοινόχρηστη είναι η φράση που συζητάμε. Πολλοί την έχουν πει. Σε στρογγυλά τραπέζια, διαγγέλματα, πανηγυρικούς. Αποκτά όμως άλλα νοήματα όταν τη λέει ο κ. Βενιζέλος· ένας πολιτικός που αγορεύει και με το αυτί του, το οποίο παρακολουθεί εκστασιασμένο όσα λέει η κοντινή του γλώσσα και της μεταφέρει ακαριαία τον θαυμασμό του, ανατροφοδοτώντας την ενύπαρκτη αυταρέσκεια. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, πεπεισμένος πως είναι γερός ρήτορας, αφού όλο αυτό ακούει, χαίρεται να μιλάει. Και χαίρεται όχι επειδή έτσι αποκτά μια ευκαιρία να πείσει όσους τον ακούνε, αλλά επειδή έχει το προνόμιο να είναι ο πιο κοντινός ακροατής του εαυτού του.
Ακριβώς επειδή ο πολιτικός κόσμος είναι πολύπλοκος, στην επικράτειά του και η πιο κοινή φράση χάνει την απλότητά της. Οι λέξεις εκεί αποκτούν άλλη ενδυμασία, ή μάλλον πολλές ενδυμασίες, με καθεμιά να ταιριάζει σε συγκεκριμένη χρήση. Κάπως έτσι, η φρασούλα «τώρα είναι η ώρα...» παύει να είναι απλή, διάφανη, μονοσήμαντη. Γίνεται χρησμός. Και επιδέχεται πολλές αναγνώσεις.
Κοινόχρηστη είναι η φράση που συζητάμε. Πολλοί την έχουν πει. Σε στρογγυλά τραπέζια, διαγγέλματα, πανηγυρικούς. Αποκτά όμως άλλα νοήματα όταν τη λέει ο κ. Βενιζέλος· ένας πολιτικός που αγορεύει και με το αυτί του, το οποίο παρακολουθεί εκστασιασμένο όσα λέει η κοντινή του γλώσσα και της μεταφέρει ακαριαία τον θαυμασμό του, ανατροφοδοτώντας την ενύπαρκτη αυταρέσκεια. Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, πεπεισμένος πως είναι γερός ρήτορας, αφού όλο αυτό ακούει, χαίρεται να μιλάει. Και χαίρεται όχι επειδή έτσι αποκτά μια ευκαιρία να πείσει όσους τον ακούνε, αλλά επειδή έχει το προνόμιο να είναι ο πιο κοντινός ακροατής του εαυτού του.
Υπάρχουν κι άλλοι -πολιτικοί και μη- που μιλάνε όχι για ν’ ακουστούν αλλά πρωτίστως για ν’ ακούσουν τα ίδια τους τα λεγόμενα, λειτουργώντας σαν εαυτοαυτήκοοι, για να τους δώσουμε ένα όνομα. Ο κ. Αβραμόπουλος λ.χ. Το αβυσσαλέα κοινότοπο «διάγγελμά» του για το Ουκρανικό έδινε αμέσως την εντύπωση ότι ο υπουργός απευθυνόταν μόνο στην προσωπική του εξοχότητα, ίσως και στον ιστορικό του μέλλοντος. Το νόημα δεν βρισκόταν σε όσα έλεγε αλλά στο ότι μίλησε, κι ας μην είχε τίποτα να πει. Η σημασία δεν εντοπιζόταν στις λέξεις αλλά στην ίδια την (ανα)παράσταση της αγόρευσης. Μέλος των εαυτοαυτηκόων και ο κ. Γεωργιάδης, που αρέσκεται ν’ ακούει τον εαυτό του. Υπάρχει όμως ένα εγγενές πρόβλημα: Μιλάει τόσο δυνατά, στα όρια της κραυγής, που αδυνατεί ν’ ακούσει όσα σοφά εκστομίζει ο εαυτός του. Μαρτύριο. Κάπως τα βολεύει με τα σιντί όπου αυτοκαταγράφεται, το λάιβ όμως είναι άλλο πράγμα. Και δεν αντικαθίσταται από γενόσημα.
Τι εννοούσε λοιπόν ο κ. Βενιζέλος λέγοντας ότι «τώρα είναι η ώρα της αλήθειας και της ευθύνης;». Οτι αυτός ορίζει τον χρόνο, το πριν από το σήμερα, το αναληθές και ανεύθυνο από το αληθινό και υπεύθυνο. Οτι αυτός και πάλι ορίζει τι εστί αλήθεια. Οτι, ως εκ τούτου, μόνο αυτός λέει την αλήθεια, ή μάλλον είναι η αλήθεια. Κι όλοι οι άλλοι, ψευδόμενοι και ανεύθυνοι. Ιδίως όσοι αμφισβητούν την αυθεντία του. Απλά πράγματα τελικά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου