του Γιωργου Σταθακη, απο την Αυγη...
Το ελληνικό Μνημόνιο λήγει σε έναν χρόνο από τώρα, τον Μάιο του 2014. Τότε προβλέπεται να δοθεί η τελευταία δόση από τη δανειακή σύμβαση. Το Μνημόνιο προβλέπεται τότε να έχει ολοκληρωθεί, με εξαίρεση έναν στόχο που έχει επεκταθεί μέχρι το 2016: τη δημιουργία ενός πλεονάσματος στον προϋπολογισμό, της τάξης του 5%, προκειμένου να πληρώνονται οι τόκοι του δημόσιου χρέους.
Η αποπληρωμή του ίδιου του δημόσιου χρέους, ως κεφάλαιο των 330 δισ., έχει μεταφερθεί στο απώτερο μέλλον, από το 2020 και μετά, μέχρι το 2040 - μέρος του, μάλιστα, θα φθάσει στο 2050. Οι τόκοι για το χρέος προς πληρωμή μέχρι το 2020 ήταν αρχικά 100 δισ., μειώθηκαν στα 80 δισ., με την απόφαση του Νοεμβρίου, και θα μειωθούν με το αναμενόμενο νέο "κούρεμα", αργότερα, πιθανόν σε 50 δισ., ή κάτι της τάξης των 7-8 δισ. ετησίως.
Όσο και να έχει προχωρήσει η απομείωση των τόκων, εντούτοις δεν κλείνει στα χαρτιά το "κενό" που υπάρχει για την περίοδο 2014-2016. Μόνο για το 2014 υπάρχει κενό της τάξης των 10 δισ. Συνεπώς, θα υπάρξουν δύο τρόποι αντιμετώπισης του προβλήματος: Η περαιτέρω απομείωση των τόκων και η χρονική μετατόπισή τους ή κάποια νέα χρηματοδότηση. Στη δεύτερη περίπτωση θα υπάρξει, μετά βεβαιότητας, νέο Μνημόνιο. Διαφορετικά, εάν η αναδιάρθρωση του χρέους είναι επαρκής, τότε το Μνημόνιο θα λήξει και η χώρα θα ενταχθεί στην παραδοσιακή δημοσιονομική επιτήρηση, προσαρμοσμένη στις νέες ευρωπαϊκές ρυθμίσεις που θα ισχύουν για το σύνολο των χωρών.
Τούτων δοθέντων, το κρίσιμο σημείο παραμένει η πορεία της πραγματικής οικονομίας, η περαιτέρω συρρίκνωσή της ή και οι όροι ανάκαμψής της. Όσο η Ελλάδα κινείται εντός της τροχιάς των πολιτικών του Μνημονίου, η καθοδική πορεία θα συνεχίζεται. Η όποια σταθεροποίηση φαίνεται να προέρχεται από παράγοντες που δεν έχουν σχέση με το Μνημόνιο. Μία καλή χρονιά για τον τουρισμό (11 δισ.), μία σχετική σταθεροποίηση των εξαγωγικών επιδόσεων (9 δισ.), μία αξιοπρεπής συγκράτηση των συναλλαγματικών εσόδων από τη ναυτιλία (8 δισ.).
Σε οτιδήποτε αφορά το ίδιο το Μνημόνιο, υπάρχει πλήρης αποτυχία. Τα δημόσια οικονομικά μειώνουν το έλλειμμα αλλά με διαδοχικές βαθιές περικοπές δαπανών και έκτακτους φόρους, με προφανή τα σημάδια μιας εύθραυστης κατάστασης. Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και η μικρή ανάκαμψη των καταθέσεων αδυνατεί να τις σταθεροποιήσει, καθώς εκκρεμεί η υπόθεση των τεράστιων κόκκινων δανείων. Η "αναπτυξιακή" ατζέντα του Μνημονίου, δηλαδή το τρίπτυχο συρρίκνωση των μισθών στα επίπεδα του 1997, ιδιωτικοποιήσεις και εκποίηση δημόσιας γης και, τέλος, διαρθρωτικές αλλαγές, έχει πρακτικά παράξει μηδενικά αποτελέσματα.
Οι διαρθρωτικές αλλαγές, κακοσχεδιασμένες και εκτός τόπου και χρόνου, απλά βαλτώνουν. Οι μισθοί μειώνονται και η αγορά εργασίας έχει διαλυθεί. Αντί να αναζωογονούνται οι επενδύσεις, αυξάνει η ανεργία. Οι ιδιωτικοποιήσεις και η δημόσια γη από 50 δισ. έγιναν 10 και τώρα με δυσκολία 7,5. Έχουν εισπραχθεί λιγότερα από 1 δισ.
Οπότε, η πολιτική μεταστρέφεται σε μια επικίνδυνη τροχιά, της εκποίησης δηλαδή, με κάθε μέσο και ανεξαρτήτως τιμής, οποιασδήποτε δημόσιας περιουσίας σε κοινή ωφέλεια, υποδομές ή οτιδήποτε άλλο βρει εν δυνάμει κάποιον αγοραστή. Η τελευταία φάση του Μνημονίου φαντάζει και η πιο επικίνδυνη από τη σκοπιά του δημόσιου συμφέροντος, καθώς η αποτυχία τείνει να οδηγήσει την τρόικα και την κυβέρνηση σε πράξεις απόγνωσης. Αυτό υποδηλώνουν και τα πρόσφατα ταξίδια της κυβέρνησης. Αυτή δεν καταθέτει ένα αναπτυξιακό σχέδιο της χώρας -καλό ή κακό δεν έχει σημασία-, με βάση το οποίο να καλεί και ξένους επενδυτές να συμβάλουν. Αντίθετα, προσφέρει μία λίστα υποδομών, εν τάχει φτιαγμένη, προς εκποίηση.
Οι παραπάνω διατυπώσεις δεν λαμβάνουν υπόψη τις ευρωπαϊκές εξελίξεις, στις οποίες αρκετοί έχουν εναποθέσει τις ελπίδες τους για αλλαγή πολιτικής μετά τις γερμανικές εκλογές και που θα συμπέσουν με την ελληνική προεδρία το πρώτο εξάμηνο του 2014. Μόνο που αυτό το θέμα επιδέχεται διπλής ανάγνωσης. Και ίσως είναι και πρόωρη η ανάλυσή του.
Η αποπληρωμή του ίδιου του δημόσιου χρέους, ως κεφάλαιο των 330 δισ., έχει μεταφερθεί στο απώτερο μέλλον, από το 2020 και μετά, μέχρι το 2040 - μέρος του, μάλιστα, θα φθάσει στο 2050. Οι τόκοι για το χρέος προς πληρωμή μέχρι το 2020 ήταν αρχικά 100 δισ., μειώθηκαν στα 80 δισ., με την απόφαση του Νοεμβρίου, και θα μειωθούν με το αναμενόμενο νέο "κούρεμα", αργότερα, πιθανόν σε 50 δισ., ή κάτι της τάξης των 7-8 δισ. ετησίως.
Όσο και να έχει προχωρήσει η απομείωση των τόκων, εντούτοις δεν κλείνει στα χαρτιά το "κενό" που υπάρχει για την περίοδο 2014-2016. Μόνο για το 2014 υπάρχει κενό της τάξης των 10 δισ. Συνεπώς, θα υπάρξουν δύο τρόποι αντιμετώπισης του προβλήματος: Η περαιτέρω απομείωση των τόκων και η χρονική μετατόπισή τους ή κάποια νέα χρηματοδότηση. Στη δεύτερη περίπτωση θα υπάρξει, μετά βεβαιότητας, νέο Μνημόνιο. Διαφορετικά, εάν η αναδιάρθρωση του χρέους είναι επαρκής, τότε το Μνημόνιο θα λήξει και η χώρα θα ενταχθεί στην παραδοσιακή δημοσιονομική επιτήρηση, προσαρμοσμένη στις νέες ευρωπαϊκές ρυθμίσεις που θα ισχύουν για το σύνολο των χωρών.
Τούτων δοθέντων, το κρίσιμο σημείο παραμένει η πορεία της πραγματικής οικονομίας, η περαιτέρω συρρίκνωσή της ή και οι όροι ανάκαμψής της. Όσο η Ελλάδα κινείται εντός της τροχιάς των πολιτικών του Μνημονίου, η καθοδική πορεία θα συνεχίζεται. Η όποια σταθεροποίηση φαίνεται να προέρχεται από παράγοντες που δεν έχουν σχέση με το Μνημόνιο. Μία καλή χρονιά για τον τουρισμό (11 δισ.), μία σχετική σταθεροποίηση των εξαγωγικών επιδόσεων (9 δισ.), μία αξιοπρεπής συγκράτηση των συναλλαγματικών εσόδων από τη ναυτιλία (8 δισ.).
Σε οτιδήποτε αφορά το ίδιο το Μνημόνιο, υπάρχει πλήρης αποτυχία. Τα δημόσια οικονομικά μειώνουν το έλλειμμα αλλά με διαδοχικές βαθιές περικοπές δαπανών και έκτακτους φόρους, με προφανή τα σημάδια μιας εύθραυστης κατάστασης. Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και η μικρή ανάκαμψη των καταθέσεων αδυνατεί να τις σταθεροποιήσει, καθώς εκκρεμεί η υπόθεση των τεράστιων κόκκινων δανείων. Η "αναπτυξιακή" ατζέντα του Μνημονίου, δηλαδή το τρίπτυχο συρρίκνωση των μισθών στα επίπεδα του 1997, ιδιωτικοποιήσεις και εκποίηση δημόσιας γης και, τέλος, διαρθρωτικές αλλαγές, έχει πρακτικά παράξει μηδενικά αποτελέσματα.
Οι διαρθρωτικές αλλαγές, κακοσχεδιασμένες και εκτός τόπου και χρόνου, απλά βαλτώνουν. Οι μισθοί μειώνονται και η αγορά εργασίας έχει διαλυθεί. Αντί να αναζωογονούνται οι επενδύσεις, αυξάνει η ανεργία. Οι ιδιωτικοποιήσεις και η δημόσια γη από 50 δισ. έγιναν 10 και τώρα με δυσκολία 7,5. Έχουν εισπραχθεί λιγότερα από 1 δισ.
Οπότε, η πολιτική μεταστρέφεται σε μια επικίνδυνη τροχιά, της εκποίησης δηλαδή, με κάθε μέσο και ανεξαρτήτως τιμής, οποιασδήποτε δημόσιας περιουσίας σε κοινή ωφέλεια, υποδομές ή οτιδήποτε άλλο βρει εν δυνάμει κάποιον αγοραστή. Η τελευταία φάση του Μνημονίου φαντάζει και η πιο επικίνδυνη από τη σκοπιά του δημόσιου συμφέροντος, καθώς η αποτυχία τείνει να οδηγήσει την τρόικα και την κυβέρνηση σε πράξεις απόγνωσης. Αυτό υποδηλώνουν και τα πρόσφατα ταξίδια της κυβέρνησης. Αυτή δεν καταθέτει ένα αναπτυξιακό σχέδιο της χώρας -καλό ή κακό δεν έχει σημασία-, με βάση το οποίο να καλεί και ξένους επενδυτές να συμβάλουν. Αντίθετα, προσφέρει μία λίστα υποδομών, εν τάχει φτιαγμένη, προς εκποίηση.
Οι παραπάνω διατυπώσεις δεν λαμβάνουν υπόψη τις ευρωπαϊκές εξελίξεις, στις οποίες αρκετοί έχουν εναποθέσει τις ελπίδες τους για αλλαγή πολιτικής μετά τις γερμανικές εκλογές και που θα συμπέσουν με την ελληνική προεδρία το πρώτο εξάμηνο του 2014. Μόνο που αυτό το θέμα επιδέχεται διπλής ανάγνωσης. Και ίσως είναι και πρόωρη η ανάλυσή του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου