Θανάσης Μπαντές, ...
Η Μήλος
ήταν αποικία των Λακεδαιμονίων και στην αρχή του πολέμου κράτησε
ουδετερότητα αποφεύγοντας τις συγκρούσεις. Οι Αθηναίοι όμως, ως απόλυτοι
κυρίαρχοι της θάλασσας, ήταν αδύνατο να δεχτούν την ανεξαρτησία του
νησιού.Θα έλεγε κανείς, ότι δεν ήταν μόνο τα διαφυγόντα κέρδη, αφού η
Μήλος δεν πλήρωνε φόρους στο «συμμαχικό» ταμείο, αλλά και η ίδια η
αίσθηση της τιμής, που υποχρέωνε την κυριαρχία. Γιατί δηλαδή οι Αθηναίοι
δεν επιβάλλονταν στη Μήλο; Μήπως αυτό είναι ένδειξη αδυναμίας;
Αν η
ανεξαρτησία της Μήλου δημιουργούσε οποιαδήποτε υποψία για τους
Αθηναίους, θα έκανε και τους άλλους να φοβούνται λιγότερο, και η
σταδιακή αποτίναξη του φόβου είναι ο δρόμος της αποστασίας. Ο
ιμπεριαλισμός που δε γεννά το φόβο, δεν είναι ιμπεριαλισμός ή, για να το
πούμε αλλιώς, είναι ο ιμπεριαλισμός που ξεδοντιάζεται. Γι’ αυτό ο
ιμπεριαλισμός είναι αιώνια πάλη. Γιατί διαρκώς αρνείται να χάσει τα
κεκτημένα και διαρκώς όλοι οι άλλοι θέλουν να απαλλαγούν (γεγονός που ο
ιμπεριαλιστής γνωρίζει πολύ καλά). Βρισκόμαστε μπροστά σ’ ένα οξύμωρο
σχήμα, όπου κάθε ιμπεριαλιστής οφείλει να γνωρίζει ότι η κυριαρχία του
δεν μπορεί να είναι αιώνια, αφού είναι αδύνατο να αποφύγει τη φθορά, και
συγχρόνως επιμένει στην επεκτατική του επιβολή σαν να πρόκειται ακριβώς
για κάτι αιώνιο. Τελικά, το μόνο αιώνιο είναι η ιδέα του ιμπεριαλισμού,
η οποία ακατάπαυτα δυναμιτίζει την ιστορία εναλλάσσοντας πρωταγωνιστές.
Η αποδοχή ότι η έννοια της κυριαρχίας κινεί την ιστορία μέχρι σήμερα,
είναι η θλιβερότερη ανθρώπινη αποτυχία. Επί της ουσίας, συνύπαρξη, με
την έννοια της ισότητας, δεν υπήρξε ποτέ. Η ανθρωπότητα κινούνταν – και
κινείται – με τους όρους της ανισόρροπης ισορροπίας που επιβάλλει η
εκάστοτε ανωτερότητα. Κι αυτό είναι η πιο αδιάλλακτη μορφή του
συμβιβασμού. Ο άνθρωπος δεν μαθαίνει από την ιστορία του.
Ο
ιμπεριαλιστής ξέρει να είναι κυνικός απέναντι σε οτιδήποτε μπορεί να
αντιτάξει ο ανίσχυρος. Γνωρίζει εκ των προτέρων ότι τα επιχειρήματα του
θα είναι κυρίως ηθικά ή συναισθηματικά, δηλαδή εντελώς ακίνδυνα. Δεν
διατίθεται να δαπανήσει χρόνο για αερολογίες.
Οι
απεσταλμένοι της Αθήνας στη Μήλο δεν μίλησαν μπροστά στο λαό, αλλά
διαπραγματεύτηκαν σε κλειστό κύκλο μόνο με τους άρχοντες του νησιού. Ο
Θουκυδίδης εκμεταλλεύεται το γεγονός παρουσιάζοντας το διάλογο πάνω στην
πραγματική του βάση, απαλλαγμένο δηλαδή απ’ όλους τους εξωραϊσμούς και
τις αναγκαστικές φιοριτούρες που θα επέβαλλε ένας δημόσιος διάλογος.
Αυτό που μένει είναι η πολιτική διαύγεια του ιστορικού, που διεισδύει
ακαριαία στην καρδιά των διαπραγματεύσεων, καταδεικνύοντας τον πιο
αδίστακτο κυνισμό. Γιατί οι Αθηναίοι πρέσβεις επιβάλλουν εξαρχής τους
όρους της συνομιλίας λέγοντας ότι δε χρειάζεται ο καθένας να μακρηγορεί,
αλλά σε οτιδήποτε υπάρχει διαφωνία από τους άρχοντες της Μήλου, να
διακόπτουν αμέσως και να προβάλλουν τις αντιρρήσεις τους. Κι όταν
εκείνοι απάντησαν τα αυτονόητα, ότι δηλαδή οι αθηναϊκές στρατιωτικές
δυνάμεις που απειλούν το νησί προδίδουν κάθε έννοια διαλόγου, αφού
καθίσταται σαφές ότι ή θα συμφωνήσουν και θα υποδουλωθούν ή θα
διαφωνήσουν και θα γίνει πόλεμος, οι Αθηναίοι δήλωσαν ευθαρσώς: «Αν
ήρθατε εδώ για να κάμετε εικασίες για τα μελλούμενα ή για κάποιον άλλο
σκοπό, κι όχι για να δείτε κατάματα την τωρινή κατάσταση και να
σκεφτείτε για τη σωτηρία της πόλης σας, μπορούμε να σταματήσουμε, αν
όμως ήρθατε γι’ αυτό, μπορούμε να συνεχίσουμε». (βιβλίο πέμπτο,
παράγραφος 87). Τα πράγματα διατυπώνονται απροσχημάτιστα. Αν θέλουν να
σωθεί η Μήλος να σκέφτονται αυτά που οι Αθηναίοι προτείνουν και τίποτε
άλλο. Εξάλλου, αν δεν το επιθυμούν υπάρχει πάντα η δυνατότητα της
διακοπής της συζήτησης. Γιατί η ισχύς δε χρειάζεται διαπραγματεύσεις.
Και μόνο που κάθεται στο τραπέζι των συνομιλιών κάνει χάρη, δίνει δηλαδή
ευκαιρία, που ο άλλος οφείλει να εκμεταλλευτεί. Οι άνθρωποι της Μήλου
δεν έχουν άλλη επιλογή: «Είναι φυσικό και συχωριέται, στη θέση που
βρισκόμαστε, να πηγαίνει ο νους μας σε πολλά, κι επιχειρήματα και
σκέψεις. Αναγνωρίζουμε ότι η σημερινή συζήτηση γίνεται, αλήθεια, για τη
σωτηρία μας, κι η συζήτηση, αν το νομίζετε σωστό, ας γίνει με τον τρόπο
που προτείνετε». (βιβλίο πέμπτο, παράγραφος 88).
Το να
μιλήσει κανείς για αλαζονεία ή για κομπασμό ή για ύβρη ή για οτιδήποτε
τέτοιο είναι μάλλον συναισθηματισμός. Το συναίσθημα και η ηθική είναι η
δικαίωση των ανίσχυρων. Οι ισχυροί δεν έχουν ανάγκη από τέτοια. Οι
ισχυροί ξέρουν καλά ότι θα πάρουν αυτό που ζητούν: «….. κι
οι δυο μας ξέρουμε ότι στις ανθρώπινες σχέσεις το δίκιο λογαριάζεται
όταν υπάρχει ίση δύναμη για την επιβολή του, και πως, όταν αυτό δε
συμβαίνει, οι δυνατοί κάνουν όσα τους επιτρέπει η δύναμή τους κι οι
αδύναμοι αποδέχονται όσα είναι υποχρεωμένοι να αποδεχτούν». (βιβλίο
πέμπτο, παράγραφος 89). Κι αυτή ακριβώς είναι η έννοια του
ιμπεριαλισμού. Η επισημοποίηση της εκμετάλλευσης που παίρνει διαστάσεις
ιδεολογίας. Γιατί ο ανώτερος δικαιούται να διατάζει. Και ο κατώτερος
υπακούει δικαιωματικά. Ο ιμπεριαλιστής δε νιώθει ενοχές. Οι ενοχές είναι
ένδειξη αδυναμίας. Ο ιμπεριαλιστής τα έχει καλά με τον εαυτό του. Είναι
περήφανος, γιατί είναι πετυχημένος. Ο ιμπεριαλιστής είναι πεπεισμένος
ότι όλοι αυτοί που τον πολεμούν, επί της ουσίας, δε δίνουν δεκάρα για το
δίκιο. Το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι να μπορέσουν να πάρουν τη θέση
του. Ο ιμπεριαλιστής ζει με τη συνείδηση ότι αν δεν ήταν αυτός θα ήταν
κάποιος άλλος που θα έκανε τα ίδια μ’ αυτόν. Αυτό του διδάσκει η
ιστορία. Έτσι είναι ευχαριστημένος διπλά. Αφενός γιατί κατάφερε να έχει
το πάνω χέρι, ολοκάθαρη απόδειξη της αντικειμενικής του ανωτερότητας, κι
αφετέρου γιατί δε βρίσκεται στη θέση του ανίσχυρου, μοναδική προοπτική
αν χάσει ποτέ τα ινία. Γι’ αυτό είναι ικανός να φτάσει στα άκρα. Δεν
υπάρχει τίποτε πιο επικίνδυνο από τον ιμπεριαλιστή που πνέει να λοίσθια.
Θα βγάλει στη φόρα τα πιο κοφτερά του νύχια.
Ο
ιμπεριαλιστής ξέρει να είναι κυνικός απέναντι σε οτιδήποτε μπορεί να
αντιτάξει ο ανίσχυρος. Γνωρίζει εκ των προτέρων ότι τα επιχειρήματα του
θα είναι κυρίως ηθικά ή συναισθηματικά, δηλαδή εντελώς ακίνδυνα. Δεν
διατίθεται να δαπανήσει χρόνο για αερολογίες. Οι άρχοντες της Μήλου δεν
έχουν άλλη επιλογή απ’ το να ακολουθήσουν το μοναδικό δρόμο της
επιχειρηματολογίας των αδύναμων. Υπενθυμίζουν τους μελλοντικούς
κινδύνους που μπορεί να υπάρξουν στους Αθηναίους, τη δυσφορία που
ενδέχεται να προκαλέσει η αθηναϊκή αλαζονεία, την πιθανότητα να βρεθούν
οι Αθηναίοι στη θέση του ανίσχυρου, τη στρατιωτική βοήθεια των
Σπαρτιατών: «Γιατί, πώς είναι δυνατό να μην κάμετε εχθρούς σας όσους
τώρα είναι ουδέτεροι, όταν αυτοί δουν τις πράξεις σας εδώ, και πώς
τούτοι δε θ’ αναλογιστούν ότι κάποτε σεις θα επιτεθείτε εναντίον τους;
Και μ’ αυτό τι άλλο θα πετύχετε παρά να δυναμώσετε όσους τώρα είναι
εχθροί σας, και κείνους που ποτέ δε σκέφτηκαν να γίνουν να στρέψετε
εναντίον σας παρά τη θέλησή τους;» (βιβλίο πέμπτο, παράγραφος 98). Ο
ιμπεριαλιστής οφείλει να έχει ζυγίσει εκ των προτέρων τον κόσμο. Να
ξέρει καλά τις παρενέργειες των πράξεών του. Να έχει υπό έλεγχο όλες τις
πιθανές αντιδράσεις των αντιπάλων. Μοιραία, τέτοιου είδους απειλές
είναι αστείες. Εξάλλου, η βαρβαρότητα μπορεί να λειτουργήσει και
ανασταλτικά. Να σκορπίσει τον τρόμο. Οι Αθηναίοι βάζουν τα πράγματα
οριστικά στη θέση τους: «Έχουμε
τη γνώμη για τους θεούς και τη βεβαιότητα για τους ανθρώπους ότι
κάποιος φυσικός νόμος τους αναγκάζει να επιβάλλουν την εξουσία τους σε
κάθε περίσταση που είναι πιο δυνατοί. Το νόμο αυτόν ούτε εμείς το
θεσπίσαμε ούτε θεσπισμένο πρώτοι εμείς τον εφαρμόσαμε, αλλά τον βρήκαμε
να υπάρχει, και θα τον αφήσουμε να υπάρχει κι ύστερα από μας, παντοτινά,
και ξέρουμε ότι και σεις οι άλλοι, αν αποχτούσατε την ίδια δύναμη με
μας, θα κάνατε τα ίδια. Όσο λοιπόν για την εύνοια των θεών, έχουμε κάθε
λόγο να μη φοβόμαστε ότι θα βρεθούμε σε μειονεκτική θέση». (βιβλίο πέμπτο, παράγραφος 105).
Η
αναγνώριση από την πλευρά των Αθηναίων ότι ο ιμπεριαλισμός, ως
καταστάλαγμα της ισχύος, θα υπάρχει και μετά από αυτούς, όπως υπήρξε και
πριν, δεν είναι παρά η ομολογία της αδυναμίας του ισχυρού να παραμείνει
αιώνιος. Η συνείδηση της θνησιμότητας της ισχύος, που νομοτελειακά θα
αντικατασταθεί, σε συνδυασμό με την ταυτόχρονη επιμονή για τη διεύρυνση
του πλαισίου της, δεν είναι παρά η αποδοχή της ματαιότητας, που όμως
οφείλει να διεκπεραιωθεί. Υπό αυτή την έννοια βρισκόμαστε μπροστά στο
απόλυτο παράλογο, που χαρακτηρίζει την ανθρώπινη δράση σαν νόμος φυσικός
που κινεί την αιωνιότητα, σαν αναπόδραστος φαύλος κύκλος που οφείλει να
επαναλαμβάνεται επ’ άπειρον. Η αμετάκλητη βαρβαρότητα της ισχύος είναι ο
νόμος της ζούγκλας που μεταφέρεται ως παράγοντας ρυθμιστικός και στα
ανθρώπινα τεκταινόμενα. Όμως η έννοια της ζούγκλας αντίκειται σ’ αυτό
που ονομάζουμε πολιτισμό και οι ιμπεριαλιστικές κτηνωδίες είναι η πιο
εκκωφαντική απόδειξη της παταγώδους αποτυχίας. Το οξύμωρο σχήμα, που
θέλει τους ισχυρούς ιμπεριαλιστές – συσσωρευτές χρήματος – να αφήνουν
πίσω τα πιο πολύκροτα μνημεία του πολιτισμού είναι η αποθέωση της
σύγχυσης των εννοιών, δηλαδή το ασφυκτικό της ανθρώπινης
αντιφατικότητας. Τελικά πώς μπορεί να οριστεί ο πολιτισμός; Θα γεννιόταν
ο Παρθενώνας χωρίς τον αθηναϊκό ιμπεριαλισμό; Θα υπήρχαν, παγκοσμίως,
τα έργα τέχνης που υπάρχουν σήμερα, χωρίς την οικονομική ευρωστία της
εκμετάλλευσης; Ο άνθρωπος μέσα σε απόλυτη παραζάλη αναζητά τον πλούτο
τσαλαπατώντας κάθε έννοια πολιτισμού και ταυτόχρονα επενδύει σε
πολιτιστικά έργα αναδεικνύοντας την αισθητική και το ανθρωπιστικό
μεγαλείο. Η ίδια κυβέρνηση που αποφασίζει βομβαρδισμούς, ταυτόχρονα
χρηματοδοτεί την ίδρυση μουσείων, θεάτρων κλπ. Τελικά η ισχύς είναι το
δεκανίκι του πολιτισμού ή ο πολιτισμός το δεκανίκι της ισχύος; Κατά πόσο
η ισχύς χρησιμοποιεί τα πολιτιστικά μνημεία ως σύμβολα υπεροχής; Ή
μήπως πρόκειται για δυο εντελώς ξεχωριστές εκφάνσεις που σηματοδοτούν το
πιο αλλοπρόσαλλο είδος του πλανήτη; (Φυσικά, όλα αυτά δεν έχουν καμία
σχέση μ’ αυτό που ονομάζουμε πολιτιστικό ιμπεριαλισμό με τη σύγχρονη
έννοια. Γιατί ο πολιτιστικός ιμπεριαλισμός των ημερών μας έχει ξεκάθαρες
οικονομικές σκοπιμότητες και ουδεμία σχέση μπορεί να έχει με το
πολιτισμικό μεγαλούργημα ενός Παρθενώνα).
Το μόνο
που μένει στο ιμπεριαλιστικό παιχνίδι είναι η επιλογή του αδύναμου. Η
υποχωρητικότητά του θα θεωρηθεί σύνεση. Στο επιχείρημα των Μηλίων ότι θα
φαίνονταν τιποτένιοι αν υποδουλώνονταν χωρίς αντίσταση, οι Αθηναίοι
προτείνουν: «Όχι, αν
πάρετε συνετές αποφάσεις. Γιατί δεν αγωνίζεστε ενάντιά μας με ίσους
όρους, ώστε να δείξετε ανδρεία και να μην ντροπιαστείτε. Πιο πολύ
πρόκειται να αποφασίσετε για τη σωτηρία σας και να μην αντιστέκεστε
στους πολύ πιο δυνατούς σας». (βιβλίο
πέμπτο, παράγραφος 101). Η σύνεση επιβάλλει την αποφυγή της
καταστροφής. Το παράτολμο δεν είναι συνετό. Το παράτολμο συνδέεται με το
συναίσθημα. Η λογική συνδέεται με την ψυχρότητα. Αν οι κάτοικοι της
Μήλου αποδεχτούν την υποταγή και πληρώνουν το φόρο υποτέλειας που ζητούν
οι Αθηναίοι μπορούν να ελπίζουν σε μελλοντική ανατροπή των ισορροπιών.
Αν όχι θα γνωρίσουν την άμεση καταστροφή. Και οι Μηλιοί θα διαλέξουν τον
πόλεμο. Γιατί οι Αθηναίοι δεν τους άφησαν κανένα περιθώριο. Γιατί
επιχείρησαν να τους τσαλαπατήσουν. Γιατί πολλές φορές οι άνθρωποι δεν
επιθυμούν να ζουν, αν στερηθούν την αξιοπρέπειά τους. Ο Βρασίδας γνώριζε
αυτά τα όρια πολύ καλά και τα χειριζόταν αναλόγως. Γι’ αυτό η Αμφίπολη
δεν πρόβαλε αντιστάσεις. Γιατί κανείς δε θέλει να σκοτωθεί όταν μπορεί
να επιλέξει μια αξιοπρεπή συμφωνία. Όμως για τους Μηλιούς δεν υπήρχε
κανένα περιθώριο: «Οι Μηλιοί, επειδή πολιορκούνταν πολύ στενά – έγινε
και κάποια προδοσία ανάμεσά τους – συνθηκολόγησαν με τους Αθηναίους με
μοναδικό όρο να αποφασίσουν εκείνοι για την τύχη τους. Κι αυτοί σκότωσαν
όσους ενήλικους Μηλιούς έπιασαν κι έκαμαν δούλους τα παιδιά και τις
γυναίκες. Στο νησί εγκαταστάθηκαν οι ίδιοι, στέλνοντας, αργότερα,
πεντακοσίους αποίκους». (βιβλίο πέμπτο, παράγραφος 116).
ΘΟΥΚΥΔΙΔΗ ΙΣΤΟΡΙΑ, μετάφραση Α. ΓΕΩΡΓΟΠΑΠΑΔΑΚΟΥ, εκδόσεις ΜΑΛΛΙΑΡΗΣ – ΠΑΙΔΕΙΑ, Ά έκδοση 1985
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου