Της Πέπης Ρηγοπούλου, απο την Εφημεριδα των Συντακτων...
Ο όρος έχει το σπάνιο προνόμιο να είναι μεταφυσικός και ταυτόχρονα αντιθρησκευτικός, βαθιά απολιτικός, αλλά με βαριές πολιτικές συνέπειες. Μιλώ για τη νέα λέξη της μνημονιακής μόδας` τη λέξη «επίορκος» που, όπως συμβαίνει με κάθε νέο ύποπτο άυλο είτε υλικό σκεύασμα με το οποίο μας ταΐζουν, θρονιάστηκε «αντιστάσεως μη ούσης» στο επίκεντρο των ρεπορτάζ που πλασάρουν αυτές τις μέρες κανάλια και πολλές φυλλάδες.
Οπως κάθε μεταφυσικός όρος που αξιοποιείται καταλλήλως από ρητορικές που αποκαλύπτουν δήθεν τα πάντα, πλην βεβαίως των συμφερόντων που υπηρετούν, η λέξη επίορκος περιβάλλει αρνητικά τον όρκο -αυτόν που καταπατούν οι επίορκοι- με ένα φωτοστέφανο ιερότητας. Ο νους πηγαίνει σ' αυτούς που πρόδωσαν κάτι το μεγάλο και το υψηλό, που το μεγαλείο του αποδίδεται σε σκηνές της μνημειακής ζωγραφικής, όπως είναι ο «Ορκος των Ορατίων» του Νταβίντ. Φυσικά, η ιερότητα αυτή και το μεγαλείο του όρκου δεν χλομιάζει καθόλου από το γεγονός ότι ο έρμος ο ιδρυτής της χριστιανικής θρησκείας καταδίκαζε κάθετα τον όρκο και ζητούσε -ο αφελής- να μιλάμε λέγοντας το ναι, ναι και το όχι, όχι.
Επιθυμώντας ωστόσο να μελετήσω, πέραν της ιστορίας της τέχνης και της θεολογίας, τι εστί όρκος και τι επίορκος, κατέφυγα στον κατάλογο των επίορκων δημοσίων υπαλλήλων που δημοσίευσε ημερήσια εφημερίδα. Ανακάλυψα λοιπόν ότι επίορκος είναι κάποιος που εισέπραξε μίζες εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, κάποιος άλλος που ασελγούσε σε ανήλικους μαθητές, αλλά επίσης και κάποιος τρίτος που συνελήφθη για χρήση καννάβεως -χυδαϊστί «τσιγαριλίκι»- και ένας τέταρτος που προκάλεσε απλή σωματική βλάβη, τραυμάτισε φέρ’ ειπείν κάποιον οδηγώντας ποδήλατο.
Δεν έλειψαν, βέβαια, εκείνοι, εντός και εκτός Κοινοβουλίου, που επισήμαναν εύστοχα ότι αυτή η αδιαφοροποίητη χρήση του όρου δεν μπορεί να είναι απλώς καρπός πνευματικής νωθρότητας, αλλά ότι υπηρετεί έναν βασικό πολιτικό και κοινωνικό -πιο σωστά, αντικοινωνικό- στόχο: να συνδυάσει τις απολύσεις στο Δημόσιο -τώρα που αναγκάστηκαν να παραδεχτούν ότι δεν είναι ούτε το μισό από το περίφημο ενάμισι εκατομμύριο που έλεγαν κάποτε- με την αδιαφοροποίητη ηθική απαξίωση όλων όσοι θα καταστούν θύματα του πογκρόμ αυτών των απολύσεων. Η εξίσωση «απολυμένος δημόσιος υπάλληλος= επίορκος», αντίστοιχη με την άλλη «Ελληνας=τεμπέλης» ισοπεδώνει διαφορές και ποιότητες και επιτρέπει τον συνδυασμό ηθικής σπίλωσης και οικονομικής εξαθλίωσης.
Μέσα όμως σ” αυτό το πλαίσιο, η ίδια η επιλογή της λέξης επίορκος διατηρεί μια ζοφερή ιδιαιτερότητα. Θυμίζει τον φωτοστέφανο κίβδηλης ιερότητας με τον οποίο ανελεύθερα καθεστώτα και θεσμοί από τα χρόνια της Ιεράς Εξέτασης μέχρι και σήμερα στολίζουν τις εξοντωτικές πρακτικές τους. Οι ισοπεδωτικές ρητορικές περί επίορκων δημοσίων υπαλλήλων ντύνουν για ακόμη μία φορά στην Παγκόσμια Ιστορία της Αθλιότητας τις μιαρές προθέσεις αυτών που ισοπεδώνουν την κοινωνία μας με τον μανδύα του ιερού.
Οπως κάθε μεταφυσικός όρος που αξιοποιείται καταλλήλως από ρητορικές που αποκαλύπτουν δήθεν τα πάντα, πλην βεβαίως των συμφερόντων που υπηρετούν, η λέξη επίορκος περιβάλλει αρνητικά τον όρκο -αυτόν που καταπατούν οι επίορκοι- με ένα φωτοστέφανο ιερότητας. Ο νους πηγαίνει σ' αυτούς που πρόδωσαν κάτι το μεγάλο και το υψηλό, που το μεγαλείο του αποδίδεται σε σκηνές της μνημειακής ζωγραφικής, όπως είναι ο «Ορκος των Ορατίων» του Νταβίντ. Φυσικά, η ιερότητα αυτή και το μεγαλείο του όρκου δεν χλομιάζει καθόλου από το γεγονός ότι ο έρμος ο ιδρυτής της χριστιανικής θρησκείας καταδίκαζε κάθετα τον όρκο και ζητούσε -ο αφελής- να μιλάμε λέγοντας το ναι, ναι και το όχι, όχι.
Επιθυμώντας ωστόσο να μελετήσω, πέραν της ιστορίας της τέχνης και της θεολογίας, τι εστί όρκος και τι επίορκος, κατέφυγα στον κατάλογο των επίορκων δημοσίων υπαλλήλων που δημοσίευσε ημερήσια εφημερίδα. Ανακάλυψα λοιπόν ότι επίορκος είναι κάποιος που εισέπραξε μίζες εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, κάποιος άλλος που ασελγούσε σε ανήλικους μαθητές, αλλά επίσης και κάποιος τρίτος που συνελήφθη για χρήση καννάβεως -χυδαϊστί «τσιγαριλίκι»- και ένας τέταρτος που προκάλεσε απλή σωματική βλάβη, τραυμάτισε φέρ’ ειπείν κάποιον οδηγώντας ποδήλατο.
Δεν έλειψαν, βέβαια, εκείνοι, εντός και εκτός Κοινοβουλίου, που επισήμαναν εύστοχα ότι αυτή η αδιαφοροποίητη χρήση του όρου δεν μπορεί να είναι απλώς καρπός πνευματικής νωθρότητας, αλλά ότι υπηρετεί έναν βασικό πολιτικό και κοινωνικό -πιο σωστά, αντικοινωνικό- στόχο: να συνδυάσει τις απολύσεις στο Δημόσιο -τώρα που αναγκάστηκαν να παραδεχτούν ότι δεν είναι ούτε το μισό από το περίφημο ενάμισι εκατομμύριο που έλεγαν κάποτε- με την αδιαφοροποίητη ηθική απαξίωση όλων όσοι θα καταστούν θύματα του πογκρόμ αυτών των απολύσεων. Η εξίσωση «απολυμένος δημόσιος υπάλληλος= επίορκος», αντίστοιχη με την άλλη «Ελληνας=τεμπέλης» ισοπεδώνει διαφορές και ποιότητες και επιτρέπει τον συνδυασμό ηθικής σπίλωσης και οικονομικής εξαθλίωσης.
Μέσα όμως σ” αυτό το πλαίσιο, η ίδια η επιλογή της λέξης επίορκος διατηρεί μια ζοφερή ιδιαιτερότητα. Θυμίζει τον φωτοστέφανο κίβδηλης ιερότητας με τον οποίο ανελεύθερα καθεστώτα και θεσμοί από τα χρόνια της Ιεράς Εξέτασης μέχρι και σήμερα στολίζουν τις εξοντωτικές πρακτικές τους. Οι ισοπεδωτικές ρητορικές περί επίορκων δημοσίων υπαλλήλων ντύνουν για ακόμη μία φορά στην Παγκόσμια Ιστορία της Αθλιότητας τις μιαρές προθέσεις αυτών που ισοπεδώνουν την κοινωνία μας με τον μανδύα του ιερού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου