Του Χαραλαμπου Γεωργουλα, απο την Εποχη μεσω Red NoteBook...
Αλλεπάλληλες δημοσκοπήσεις των τελευταίων μηνών δείχνουν μια επίμονη στασιμότητα των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ, που φαίνεται ότι προβληματίζει την ηγεσία του. Ο προβληματισμός της, όμως, δεν πρέπει να είναι αρκετά βαθύς.
Τουλάχιστον αυτό δείχνουν οι μάλλον επιφανειακές αντιδράσεις της, οι οποίες περιορίζονται σε άκαρπες αναζητήσεις γεφυρών με τα καθ’ υπόθεσιν ευρύτερα ακροατήρια του περίφημου μεσαίου χώρου. Ή σε ακόμα πιο άκαρπες και άστοχες διόδους επικοινωνίας όχι μόνο με τη λεγόμενη – καταχρηστικά– «υγιή» επιχειρηματικότητα, αλλά και με τμήματα της… ανθυγιεινής.
Η εκτίμηση που προσπαθεί, όπως φαίνεται, να υποβαστάσει αυτή τη διάθεση, είναι ότι η απαιτούμενη πλειοψηφία του εκλογικού σώματος μπορεί να κατακτηθεί με την προσέλκυση στρωμάτων που δεν ριζοσπαστικοποιεί, ή δεν ριζοσπαστικοποιεί αρκετά, η κρίση. Δηλαδή στρωμάτων που αντιδρούν, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, πιο συντηρητικά από τα ήδη προσερχόμενα στην κάλπη του ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτό, εφαρμόζοντας την τακτική «όταν δεν πάει το βουνό στον Μωάμεθ, πάει ο Μωάμεθ στο βουνό».
Ένας τέτοιος συλλογισμός (εκτός του ότι παραβλέπει το αίτημα της ριζοσπαστικοποίησης αυτών των στρωμάτων αντί της απο-ριζοσπαστικοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ) προϋποθέτει, προφανώς, την εκτίμηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη συσπειρώσει τη συντριπτική πλειοψηφία των ριζοσπαστικοποιημένων στρωμάτων, και, επομένως, είναι ζωτική ανάγκη να ενδιαφερθεί για τα πιο συντηρητικά.
Δεν έχουμε πείσει τους πιο αδικημένους
Είναι έτσι, όμως; Με 1,5 εκατομμύρια άνεργους, με εκατοντάδες χιλιάδες μικρομάγαζα κλειστά, με δεκάδες χιλιάδες αυτοαπασχολούμενους χωρίς δουλειά, με εκατομμύρια νέους χωρίς μέλλον, με «εκατοντάδες Μανωλάδες» ανά την Ελλάδα (κατά ομολογία των πλέον αρμόδιων, των ελεγκτών του ΙΚΑ), με εκατομμύρια συνταξιούχους στην ανέχεια, μπορεί κανείς να ισχυριστεί πως έχει δώσει ό,τι έχει να δώσει στον ΣΥΡΙΖΑ η δεξαμενή των πιο χτυπημένων από την κρίση στρωμάτων;
Το αντίθετο θα ήταν λογικό να ισχυριστούμε: ότι από την τεράστια αυτή ενδοχώρα που διαρκώς διευρύνει η μνημονιακή λιτότητα, η επίμονη ύφεση και η ενδημική ανεργία, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει προσεγγίσει παρά μονάχα ένα τμήμα. (Αυτό δείχνουν άλλωστε, και τα λεγόμενα ποιοτικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων). Κι επειδή δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε με πόσο ριζοσπαστικό λόγο κερδήθηκε η εμπιστοσύνη του 27%, καλό είναι να ακολουθήσουμε τη συμβουλή που επαναλαμβάνει σε κάθε ευκαιρία ένας έμπειρος και μυαλωμένος σύντροφος, ο Σπύρος Ασδραχάς: τη ριζοσπαστικότητά του ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να τη διαφυλάξει σαν κόρη οφθαλμού.
Αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει καταφέρει κάτι, είναι να πείσει ότι είναι ικανός να επιμείνει σ’ αυτή την κατεύθυνση και ότι είναι σε θέση να την υπερασπιστεί όποιες δυσκολίες κι αν συναντήσει. Όχι στη διάρκεια του αγώνα για τη διεκδίκηση της πλειοψηφίας και της κυβέρνησης μόνο, αλλά και μετά την εξασφάλισή τους. Και οι τελευταίες ταλαντεύσεις που παρουσιάζει, συντείνουν σ’ αυτό το έλλειμμά του.
Ποιους κερδίζεις και ποιους χάνεις
Πού στηρίζεται ένας τέτοιος συλλογισμός; Στην απλούστατη εκτίμηση ότι επιδιώκοντας να προσεγγίσεις πιο συντηρητικά στρώματα, προσαρμόζοντας ανάλογα την πολιτική σου ή, έστω, την εκφορά της, πρώτον, χάνεις τόσο αυτούς που σε θέλουν ακόμα πιο ριζοσπαστικό όσο κι αυτούς που δεν έχουν πλήρως πειστεί για την αποτελεσματικότητα του ριζοσπαστισμού σου, και, δεύτερον, δεν κερδίζεις τους ταλαντευόμενους, γιατί ακόμη και αυτοί μόνο με την επιβεβαίωση, την επαλήθευση του ριζοσπαστισμού σου μπορούν να κερδηθούν. Αν είναι να προσελκυστούν από πιο συντηρητικά χαρακτηριστικά, που πρόκειται να προβάλεις, υπάρχουν άλλοι ικανότεροι και πιο πειστικοί διεκδικητές –τουλάχιστον τρεις– που μπορούν πιο εύκολα να τους πείσουν. Από το αντίγραφο, οι περισσότεροι προτιμούν το πρωτότυπο. Η (κακή) τύχη της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας τις τελευταίες δεκαετίες θα έπρεπε να μας έχει πείσει όλους γι’ αυτό.
Αν ρωτήσουμε τους δημοσκόπους, θα μας πούνε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζει δημοσκοπική στασιμότητα, γιατί δεν έχει πείσει για το ριζοσπαστικό εναλλακτικό του πρόγραμμα εξόδου από την κρίση από έναν δρόμο υπέρ των λαϊκών τάξεων. Εμείς, όμως, πρέπει να ξέρουμε ότι παρουσιάζει μια ακόμα σημαντικότερη έλλειψη: δεν έχει καταφέρει να συμβάλει σημαντικά στην καλλιέργεια της αυτοπεποίθησης των ίδιων των λαϊκών τάξεων, ότι εκείνες είναι που έχουν αποφασιστικό ρόλο και μπορούν να επιβάλουν αυτό το εναλλακτικό πρόγραμμα ως πρόγραμμα της πλειοψηφίας και να υπερασπιστούν αποτελεσματικά την εφαρμογή του ως κυβερνητικού προγράμματος μιας κυβέρνησης της αριστεράς με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ. Και για να καλλιεργηθεί αυτή η αυτοπεποίθηση, οφείλει ο ΣΥΡΙΖΑ να τις βοηθήσει να αισθανθούν, να συνειδητοποιήσουν την πολιτική δύναμη της οργανωμένης πάλης τους.
Από την πειστικότητα στην αυτοπεποίθηση
Κι αυτό απαιτεί ακόμα μεγαλύτερη και σημαντικότερη προσπάθεια από αυτή που βλέπουμε να καταβάλλεται σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο και, πολύ περισσότερο, στο επικοινωνιακό. Γιατί προϋποθέτει πως κάνουμε ό,τι χρειάζεται για να αποκτήσουν την ικανότητα οι λαϊκές τάξεις να οργανώνονται και να κινητοποιούνται με στόχο την τόσο αναγκαία για τη δική τους επιβίωση αντίσταση, αλληλεγγύη και ανατροπή της μνημονιακής πολιτικής, αλλά και για την υπεράσπιση των κατακτήσεών τους αύριο, με μια κυβέρνηση της αριστεράς.
Αυτό, λοιπόν, που επειγόντως χρειάζεται ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι να πείθει ότι μπορεί να συμβάλλει αποφασιστικά στην οργάνωση των αγώνων των λαϊκών τάξεων, ότι είναι η ψυχή του συλλογικού οργανωτή και ο πολιτικός εκφραστής αυτών των αγώνων, όχι απλώς ένα σύνολο στελεχών εν αναμονή της ανάληψης της κυβέρνησης με τον «καταλληλότερο» για πρωθυπουργό επικεφαλής. Και όλα του τα στελέχη, με πρώτους τους βουλευτές του, σ’ αυτό το στόχο χρειάζεται να αφιερώνουν το σημαντικότερο μερίδιο της δράσης τους.
Την «κυβερνησιμότητά» του ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα την αποκτήσει καθησυχάζοντας αυτούς που φοβούνται την έλευσή του, αλλά κερδίζοντας την εμπιστοσύνη αυτών που την έχουν ανάγκη –και δίνοντάς τους σ’ αντάλλαγμα την αυτοπεποίθηση ότι η δικιά τους δύναμη είναι που θα κρίνει τελικά την έκβαση της μάχης.
Τουλάχιστον αυτό δείχνουν οι μάλλον επιφανειακές αντιδράσεις της, οι οποίες περιορίζονται σε άκαρπες αναζητήσεις γεφυρών με τα καθ’ υπόθεσιν ευρύτερα ακροατήρια του περίφημου μεσαίου χώρου. Ή σε ακόμα πιο άκαρπες και άστοχες διόδους επικοινωνίας όχι μόνο με τη λεγόμενη – καταχρηστικά– «υγιή» επιχειρηματικότητα, αλλά και με τμήματα της… ανθυγιεινής.
Η εκτίμηση που προσπαθεί, όπως φαίνεται, να υποβαστάσει αυτή τη διάθεση, είναι ότι η απαιτούμενη πλειοψηφία του εκλογικού σώματος μπορεί να κατακτηθεί με την προσέλκυση στρωμάτων που δεν ριζοσπαστικοποιεί, ή δεν ριζοσπαστικοποιεί αρκετά, η κρίση. Δηλαδή στρωμάτων που αντιδρούν, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, πιο συντηρητικά από τα ήδη προσερχόμενα στην κάλπη του ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτό, εφαρμόζοντας την τακτική «όταν δεν πάει το βουνό στον Μωάμεθ, πάει ο Μωάμεθ στο βουνό».
Ένας τέτοιος συλλογισμός (εκτός του ότι παραβλέπει το αίτημα της ριζοσπαστικοποίησης αυτών των στρωμάτων αντί της απο-ριζοσπαστικοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ) προϋποθέτει, προφανώς, την εκτίμηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ήδη συσπειρώσει τη συντριπτική πλειοψηφία των ριζοσπαστικοποιημένων στρωμάτων, και, επομένως, είναι ζωτική ανάγκη να ενδιαφερθεί για τα πιο συντηρητικά.
Δεν έχουμε πείσει τους πιο αδικημένους
Είναι έτσι, όμως; Με 1,5 εκατομμύρια άνεργους, με εκατοντάδες χιλιάδες μικρομάγαζα κλειστά, με δεκάδες χιλιάδες αυτοαπασχολούμενους χωρίς δουλειά, με εκατομμύρια νέους χωρίς μέλλον, με «εκατοντάδες Μανωλάδες» ανά την Ελλάδα (κατά ομολογία των πλέον αρμόδιων, των ελεγκτών του ΙΚΑ), με εκατομμύρια συνταξιούχους στην ανέχεια, μπορεί κανείς να ισχυριστεί πως έχει δώσει ό,τι έχει να δώσει στον ΣΥΡΙΖΑ η δεξαμενή των πιο χτυπημένων από την κρίση στρωμάτων;
Το αντίθετο θα ήταν λογικό να ισχυριστούμε: ότι από την τεράστια αυτή ενδοχώρα που διαρκώς διευρύνει η μνημονιακή λιτότητα, η επίμονη ύφεση και η ενδημική ανεργία, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει προσεγγίσει παρά μονάχα ένα τμήμα. (Αυτό δείχνουν άλλωστε, και τα λεγόμενα ποιοτικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων). Κι επειδή δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε με πόσο ριζοσπαστικό λόγο κερδήθηκε η εμπιστοσύνη του 27%, καλό είναι να ακολουθήσουμε τη συμβουλή που επαναλαμβάνει σε κάθε ευκαιρία ένας έμπειρος και μυαλωμένος σύντροφος, ο Σπύρος Ασδραχάς: τη ριζοσπαστικότητά του ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να τη διαφυλάξει σαν κόρη οφθαλμού.
Αν ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει καταφέρει κάτι, είναι να πείσει ότι είναι ικανός να επιμείνει σ’ αυτή την κατεύθυνση και ότι είναι σε θέση να την υπερασπιστεί όποιες δυσκολίες κι αν συναντήσει. Όχι στη διάρκεια του αγώνα για τη διεκδίκηση της πλειοψηφίας και της κυβέρνησης μόνο, αλλά και μετά την εξασφάλισή τους. Και οι τελευταίες ταλαντεύσεις που παρουσιάζει, συντείνουν σ’ αυτό το έλλειμμά του.
Ποιους κερδίζεις και ποιους χάνεις
Πού στηρίζεται ένας τέτοιος συλλογισμός; Στην απλούστατη εκτίμηση ότι επιδιώκοντας να προσεγγίσεις πιο συντηρητικά στρώματα, προσαρμόζοντας ανάλογα την πολιτική σου ή, έστω, την εκφορά της, πρώτον, χάνεις τόσο αυτούς που σε θέλουν ακόμα πιο ριζοσπαστικό όσο κι αυτούς που δεν έχουν πλήρως πειστεί για την αποτελεσματικότητα του ριζοσπαστισμού σου, και, δεύτερον, δεν κερδίζεις τους ταλαντευόμενους, γιατί ακόμη και αυτοί μόνο με την επιβεβαίωση, την επαλήθευση του ριζοσπαστισμού σου μπορούν να κερδηθούν. Αν είναι να προσελκυστούν από πιο συντηρητικά χαρακτηριστικά, που πρόκειται να προβάλεις, υπάρχουν άλλοι ικανότεροι και πιο πειστικοί διεκδικητές –τουλάχιστον τρεις– που μπορούν πιο εύκολα να τους πείσουν. Από το αντίγραφο, οι περισσότεροι προτιμούν το πρωτότυπο. Η (κακή) τύχη της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας τις τελευταίες δεκαετίες θα έπρεπε να μας έχει πείσει όλους γι’ αυτό.
Αν ρωτήσουμε τους δημοσκόπους, θα μας πούνε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ παρουσιάζει δημοσκοπική στασιμότητα, γιατί δεν έχει πείσει για το ριζοσπαστικό εναλλακτικό του πρόγραμμα εξόδου από την κρίση από έναν δρόμο υπέρ των λαϊκών τάξεων. Εμείς, όμως, πρέπει να ξέρουμε ότι παρουσιάζει μια ακόμα σημαντικότερη έλλειψη: δεν έχει καταφέρει να συμβάλει σημαντικά στην καλλιέργεια της αυτοπεποίθησης των ίδιων των λαϊκών τάξεων, ότι εκείνες είναι που έχουν αποφασιστικό ρόλο και μπορούν να επιβάλουν αυτό το εναλλακτικό πρόγραμμα ως πρόγραμμα της πλειοψηφίας και να υπερασπιστούν αποτελεσματικά την εφαρμογή του ως κυβερνητικού προγράμματος μιας κυβέρνησης της αριστεράς με κορμό τον ΣΥΡΙΖΑ. Και για να καλλιεργηθεί αυτή η αυτοπεποίθηση, οφείλει ο ΣΥΡΙΖΑ να τις βοηθήσει να αισθανθούν, να συνειδητοποιήσουν την πολιτική δύναμη της οργανωμένης πάλης τους.
Από την πειστικότητα στην αυτοπεποίθηση
Κι αυτό απαιτεί ακόμα μεγαλύτερη και σημαντικότερη προσπάθεια από αυτή που βλέπουμε να καταβάλλεται σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο και, πολύ περισσότερο, στο επικοινωνιακό. Γιατί προϋποθέτει πως κάνουμε ό,τι χρειάζεται για να αποκτήσουν την ικανότητα οι λαϊκές τάξεις να οργανώνονται και να κινητοποιούνται με στόχο την τόσο αναγκαία για τη δική τους επιβίωση αντίσταση, αλληλεγγύη και ανατροπή της μνημονιακής πολιτικής, αλλά και για την υπεράσπιση των κατακτήσεών τους αύριο, με μια κυβέρνηση της αριστεράς.
Αυτό, λοιπόν, που επειγόντως χρειάζεται ο ΣΥΡΙΖΑ, είναι να πείθει ότι μπορεί να συμβάλλει αποφασιστικά στην οργάνωση των αγώνων των λαϊκών τάξεων, ότι είναι η ψυχή του συλλογικού οργανωτή και ο πολιτικός εκφραστής αυτών των αγώνων, όχι απλώς ένα σύνολο στελεχών εν αναμονή της ανάληψης της κυβέρνησης με τον «καταλληλότερο» για πρωθυπουργό επικεφαλής. Και όλα του τα στελέχη, με πρώτους τους βουλευτές του, σ’ αυτό το στόχο χρειάζεται να αφιερώνουν το σημαντικότερο μερίδιο της δράσης τους.
Την «κυβερνησιμότητά» του ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα την αποκτήσει καθησυχάζοντας αυτούς που φοβούνται την έλευσή του, αλλά κερδίζοντας την εμπιστοσύνη αυτών που την έχουν ανάγκη –και δίνοντάς τους σ’ αντάλλαγμα την αυτοπεποίθηση ότι η δικιά τους δύναμη είναι που θα κρίνει τελικά την έκβαση της μάχης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου