Λέει ο Ιρλανδός συγγραφέας Ουίλιαμ Τρέβορ στο εξαίσιο μυθιστόρημά του "Η ιστορία της Λούσι Γκολτ" (εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα, αυτός ο τόσο άδικα κλειστός -με ευθύνη του Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη- εκδοτικός οίκος): "Αν αφαιρέσεις από το δάσος το μυστήριο, θ' απομείνει μονάχα μια όρθια ξυλεία. Αν αφαιρέσεις από τη θάλασσα το μυστήριο, θ' απομείνει μονάχα το αλμυρό νερό". Κι εμείς νομίζω (όλοι εμείς) θα μπορούσαμε να προσθέσουμε ότι αν αφαιρέσεις από την Ιστορία το μυστήριο, δεν θα απομείνει παρά μια παράταξη γεγονότων, αποφάσεων, αυτοματισμών και αναμονών.
Φυσικά το πράγμα δεν είναι έτσι. Αρκεί να θυμηθούμε και πάλι την αξιωματική ρήση του μεγάλου Νίκου Καρούζου, πως η Ιστορία είναι μεγάλο κουμάσι και πονηρότερη από κάθε νομοτέλεια. Κι αυτή την αξιωματική ρήση τη διατύπωσε ένας ποιητής, βουτηγμένος σ' αυτό το μυστήριο που λέγεται ποίηση και που χωρίς αυτό η ποίηση δεν είναι τίποτε άλλο παρά λέξεις ευφάνταστα τοποθετημένες η μία δίπλα στην άλλη, όπως και η μουσική χωρίς μυστήριο δεν είναι άλλο παρά νότες η μία δίπλα στην άλλη (ο θρύλος λέει πως ο Μότσαρτ, παιδάκι ακόμα, το είχε πει στον πατέρα του όταν τον έπιασε να σκαλίζει το κλαβιέ: "Δεν κάνω τίποτα. Βάζω τη μία νότα δίπλα στην άλλη", λέγεται ότι είχε πει).
Κουμάσι, λοιπόν, η Ιστορία, κατά τον Νίκο Καρούζο, που μέσα σ' αυτό το πλαίσιο της μυστηριώδους διάστασης της Ιστορίας κατάφερε το ακατόρθωτο, έτσι όπως μονάχα οι προγραμματικοί ποιητές (της καθολικής μας συγκρότησης) το καταφέρνουν κι άσε τα γύναια και τα ανδράρια της πολιτικής να αποφθεγματίζονται βλακωδώς. Δεν είναι τίποτε περισσότερο από άθλιοι τσαρλατάνοι των λέξεων και από πεινασμένοι μπουλουκτσήδες των νοημάτων. Τα κατάφερε ο Νίκος Καρούζος; Κατάφερε -αν συνεπικουρήσει και ο Μπωντλαίρ τη σκέψη μας, ο ποιητής που έλυσε ένα μεγάλο υπαρξιακό μυστήριο, δημιουργώντας ένα άλλο όταν είπε πως "το σώμα μας είναι η ψυχή μας"-, κατάφερε ο Νίκος Καρούζος ένα συντριπτικό πλήγμα στις βεβαιότητες που έχουν τα μορμολύκεια των λέξεων και οι αυθέντες της ανοησίας, με μια μόνο φράση: "Είπα την ψυχή μου με μαύρο ψωμί και μέλι". Άντε πιάσ' την μια τέτοια ψυχή, μια φεύγουσα τροφή δηλαδή. Άντε κουλάντρισε το βουητό του μελισσιού, τον άνεμο που χαϊδεύει το στάχυ, το ύδωρ της κοπής, το άνθος που "δεν έχει οπτικό οδοιπορικό", άντε κουλάντρισε το πένθος μέσα στο μαύρο το ψωμί της λύπης και της απώλειας, άντε κουλάντρισε το λέγειν που προκύπτει με όλο του το απειλητικό μυστήριο απέναντι στη φοβική εξήγηση της κάθε υποταγής στα δεδομένα, στην κάθε προθυμία βουβαμένης σιωπής, άντε τακτοποίησε μια ψυχή που ειπώθηκε με μαύρο ψωμί και μέλι. Δεν γίνεται. Γιατί τέτοιες ψυχές δεν ζούνε μέσα στο μυστήριο του ιστορημένου χρόνου: Είναι το μυστήριο του ιστορημένου χρόνου. Το καθ' εαυτό και το καθ' όλον μυστήριο επίνευσης της Ιστορίας μέσα από τον ίδιο της τον εαυτό, η καθεστωτική ανασύνταξη της λύπης όταν τα πράγματα χάνουν την εγερσιθυμία τους και παύουν να είναι ταραξικάρδια.
Όπως τώρα. Τώρα που μοιάζει να διαλύεται η πυκνότητα του καθολικού Τώρα και να αποσύρεται το χρονικά επιμεριζόμενο παρόν, σε καθ' έκαστα αναλφαβητισμού, δηλαδή βαριάς αναγνωστικής ανεπάρκειας του διαρκώς κινούμενου και διαρκώς μεταβαλλόμενου χρόνου, τόσο ως προς το άπειρο σχήμα του όσο και προς το άπειρο νόημά του. Τώρα που προωθείται μια στυγνή στρεβλότητα, μια αναπηρική αντίληψη του μυστηρίου της αλήθευσης όλων μεταξύ τους. Τώρα που προωθείται το θεοκρατικού τύπου αποφασισμένο ύπερθεν οικονομείν, αντί για το συνεννοημένο ζην. Τώρα που μοιάζει η επιβολή να περιφρονεί την Ιστορία και να επιτυγχάνει, η ασφυξία να επικρατεί της ανάσας και της Άνασσας μνήμης, τώρα που τα φλόγιστρα της οργής δείχνουν την παγωμένη τους αγωνία μέσα στην κίνηση του χρόνου, τώρα, λέω, πως επωάζεται ο μέγας κίνδυνος: το αποστέγνωμα του μυστηρίου που κάνει την Ιστορία Ιστορία και τον χρόνο χρόνο. Το ταξικό αποχρωμάτισμα του ιστορημένου αίματος, που θα μπορούσε να επινοήσει τη συνθήκη του και να νεύσει ως καθολική χειρονομία πρόκλησης σε μια νέα εποχή. Που θα μπορούσε, δηλαδή, να εφεύρει την ευρυχωρία του και όχι να αποδεχτεί την ιδεολογία του αλμυρού νερού και της όρθιας ξυλείας ως πεδίο ηθικής, θεωρητικής και αισθητικής -εν τοις πράγμασι- αντιπαράθεσης. Α, ναι: και ο ταξικός επιχρωματισμός στις δαγκεροτυπίες του επιχρονισμένου παρελθόντος τους ίδιους κινδυνώδεις φασισμούς προκαλεί, αφού εκμαγεύει το ανύπαρκτο, εχθρεύεται την εκτοξευμένη στιγμή των σωμάτων σε όλες τις κλίμακες και σε όλο το εύρος των ερωτικών πεδίων του μυστήριου χρόνου και ταυτοχρόνως απανθίζει, σπαταλώντας το, το ιστορικό μήκος του αρίφνητου ψωμιού και του συναρπαστικού βουίσματος μιας ακανθώδους μέλισσας που αιφνιδιάζει με πόνο τα καθιερωμένα.
Θέλω να πω ότι εμείς, εμείς που ιτανολογούμε, χρειαζόμαστε χρόνο. Δικό μας χρόνο. Με άλλα λόγια, χρειαζόμαστε ένα καινούργιο μυστήριο για να πούμε -έτσι που να μας πιστέψουν- την ψυχή μας με μαύρο ψωμί και μέλι. Φυσικά θα πρέπει να υπάρχει τέτοια ψυχή. Υπάρχει; Πού να ξέρεις; Θα το πει το ιδρυτικό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ. Ένα συνέδριο όμως που θα πρέπει πρώτα -απ' ό,τι δείχνουν οι χθαμαλές και υπόγειες ενθέσεις μια άκληρης και οδυνηρά επικίνδυνης εναντίωσης- να αντιληφθεί τον εαυτό του, ώστε να κατορθώσει εαυτόν μέσα στο μυστηριακό άπειρο των γεγονότων, ώστε να μη γλιστρήσει αργά στη συντριβή, όπως θα έλεγε και η Έμιλυ Ντίκινσον, αστή ποιήτρια του 19ου αιώνα, αγαπητέ γ.γ. του ΚΚΕ της αντιύλης κυρ-Κουτσούμπα. Της ιστορικής ύλης φυσικά. Συγγνώμη: της ιστορικής αντιύλης. Που δεν έχει ψωμί. Ούτε μέλι. Άρα δεν έχει λόγια. Άρα δεν έχει σιωπή. Και τι να πεις δίχως σιωπή;
Φυσικά το πράγμα δεν είναι έτσι. Αρκεί να θυμηθούμε και πάλι την αξιωματική ρήση του μεγάλου Νίκου Καρούζου, πως η Ιστορία είναι μεγάλο κουμάσι και πονηρότερη από κάθε νομοτέλεια. Κι αυτή την αξιωματική ρήση τη διατύπωσε ένας ποιητής, βουτηγμένος σ' αυτό το μυστήριο που λέγεται ποίηση και που χωρίς αυτό η ποίηση δεν είναι τίποτε άλλο παρά λέξεις ευφάνταστα τοποθετημένες η μία δίπλα στην άλλη, όπως και η μουσική χωρίς μυστήριο δεν είναι άλλο παρά νότες η μία δίπλα στην άλλη (ο θρύλος λέει πως ο Μότσαρτ, παιδάκι ακόμα, το είχε πει στον πατέρα του όταν τον έπιασε να σκαλίζει το κλαβιέ: "Δεν κάνω τίποτα. Βάζω τη μία νότα δίπλα στην άλλη", λέγεται ότι είχε πει).
Κουμάσι, λοιπόν, η Ιστορία, κατά τον Νίκο Καρούζο, που μέσα σ' αυτό το πλαίσιο της μυστηριώδους διάστασης της Ιστορίας κατάφερε το ακατόρθωτο, έτσι όπως μονάχα οι προγραμματικοί ποιητές (της καθολικής μας συγκρότησης) το καταφέρνουν κι άσε τα γύναια και τα ανδράρια της πολιτικής να αποφθεγματίζονται βλακωδώς. Δεν είναι τίποτε περισσότερο από άθλιοι τσαρλατάνοι των λέξεων και από πεινασμένοι μπουλουκτσήδες των νοημάτων. Τα κατάφερε ο Νίκος Καρούζος; Κατάφερε -αν συνεπικουρήσει και ο Μπωντλαίρ τη σκέψη μας, ο ποιητής που έλυσε ένα μεγάλο υπαρξιακό μυστήριο, δημιουργώντας ένα άλλο όταν είπε πως "το σώμα μας είναι η ψυχή μας"-, κατάφερε ο Νίκος Καρούζος ένα συντριπτικό πλήγμα στις βεβαιότητες που έχουν τα μορμολύκεια των λέξεων και οι αυθέντες της ανοησίας, με μια μόνο φράση: "Είπα την ψυχή μου με μαύρο ψωμί και μέλι". Άντε πιάσ' την μια τέτοια ψυχή, μια φεύγουσα τροφή δηλαδή. Άντε κουλάντρισε το βουητό του μελισσιού, τον άνεμο που χαϊδεύει το στάχυ, το ύδωρ της κοπής, το άνθος που "δεν έχει οπτικό οδοιπορικό", άντε κουλάντρισε το πένθος μέσα στο μαύρο το ψωμί της λύπης και της απώλειας, άντε κουλάντρισε το λέγειν που προκύπτει με όλο του το απειλητικό μυστήριο απέναντι στη φοβική εξήγηση της κάθε υποταγής στα δεδομένα, στην κάθε προθυμία βουβαμένης σιωπής, άντε τακτοποίησε μια ψυχή που ειπώθηκε με μαύρο ψωμί και μέλι. Δεν γίνεται. Γιατί τέτοιες ψυχές δεν ζούνε μέσα στο μυστήριο του ιστορημένου χρόνου: Είναι το μυστήριο του ιστορημένου χρόνου. Το καθ' εαυτό και το καθ' όλον μυστήριο επίνευσης της Ιστορίας μέσα από τον ίδιο της τον εαυτό, η καθεστωτική ανασύνταξη της λύπης όταν τα πράγματα χάνουν την εγερσιθυμία τους και παύουν να είναι ταραξικάρδια.
Όπως τώρα. Τώρα που μοιάζει να διαλύεται η πυκνότητα του καθολικού Τώρα και να αποσύρεται το χρονικά επιμεριζόμενο παρόν, σε καθ' έκαστα αναλφαβητισμού, δηλαδή βαριάς αναγνωστικής ανεπάρκειας του διαρκώς κινούμενου και διαρκώς μεταβαλλόμενου χρόνου, τόσο ως προς το άπειρο σχήμα του όσο και προς το άπειρο νόημά του. Τώρα που προωθείται μια στυγνή στρεβλότητα, μια αναπηρική αντίληψη του μυστηρίου της αλήθευσης όλων μεταξύ τους. Τώρα που προωθείται το θεοκρατικού τύπου αποφασισμένο ύπερθεν οικονομείν, αντί για το συνεννοημένο ζην. Τώρα που μοιάζει η επιβολή να περιφρονεί την Ιστορία και να επιτυγχάνει, η ασφυξία να επικρατεί της ανάσας και της Άνασσας μνήμης, τώρα που τα φλόγιστρα της οργής δείχνουν την παγωμένη τους αγωνία μέσα στην κίνηση του χρόνου, τώρα, λέω, πως επωάζεται ο μέγας κίνδυνος: το αποστέγνωμα του μυστηρίου που κάνει την Ιστορία Ιστορία και τον χρόνο χρόνο. Το ταξικό αποχρωμάτισμα του ιστορημένου αίματος, που θα μπορούσε να επινοήσει τη συνθήκη του και να νεύσει ως καθολική χειρονομία πρόκλησης σε μια νέα εποχή. Που θα μπορούσε, δηλαδή, να εφεύρει την ευρυχωρία του και όχι να αποδεχτεί την ιδεολογία του αλμυρού νερού και της όρθιας ξυλείας ως πεδίο ηθικής, θεωρητικής και αισθητικής -εν τοις πράγμασι- αντιπαράθεσης. Α, ναι: και ο ταξικός επιχρωματισμός στις δαγκεροτυπίες του επιχρονισμένου παρελθόντος τους ίδιους κινδυνώδεις φασισμούς προκαλεί, αφού εκμαγεύει το ανύπαρκτο, εχθρεύεται την εκτοξευμένη στιγμή των σωμάτων σε όλες τις κλίμακες και σε όλο το εύρος των ερωτικών πεδίων του μυστήριου χρόνου και ταυτοχρόνως απανθίζει, σπαταλώντας το, το ιστορικό μήκος του αρίφνητου ψωμιού και του συναρπαστικού βουίσματος μιας ακανθώδους μέλισσας που αιφνιδιάζει με πόνο τα καθιερωμένα.
Θέλω να πω ότι εμείς, εμείς που ιτανολογούμε, χρειαζόμαστε χρόνο. Δικό μας χρόνο. Με άλλα λόγια, χρειαζόμαστε ένα καινούργιο μυστήριο για να πούμε -έτσι που να μας πιστέψουν- την ψυχή μας με μαύρο ψωμί και μέλι. Φυσικά θα πρέπει να υπάρχει τέτοια ψυχή. Υπάρχει; Πού να ξέρεις; Θα το πει το ιδρυτικό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ ΕΚΜ. Ένα συνέδριο όμως που θα πρέπει πρώτα -απ' ό,τι δείχνουν οι χθαμαλές και υπόγειες ενθέσεις μια άκληρης και οδυνηρά επικίνδυνης εναντίωσης- να αντιληφθεί τον εαυτό του, ώστε να κατορθώσει εαυτόν μέσα στο μυστηριακό άπειρο των γεγονότων, ώστε να μη γλιστρήσει αργά στη συντριβή, όπως θα έλεγε και η Έμιλυ Ντίκινσον, αστή ποιήτρια του 19ου αιώνα, αγαπητέ γ.γ. του ΚΚΕ της αντιύλης κυρ-Κουτσούμπα. Της ιστορικής ύλης φυσικά. Συγγνώμη: της ιστορικής αντιύλης. Που δεν έχει ψωμί. Ούτε μέλι. Άρα δεν έχει λόγια. Άρα δεν έχει σιωπή. Και τι να πεις δίχως σιωπή;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου