Η κρίση εντείνεται. Η κυβέρνηση είναι απλός τοποτηρητής των «αγορών» που έχουν μετατρέψει τη χώρα σε προτεκτοράτο τους. Βαδίζουμε από το κακό στο χειρότερο και η απελπισία κερδίζει έδαφος. Πολιτική λύση δεν διαφαίνεται άμεσα, αλλά μόνο δύο εκδοχές υπάρχουν: ή μια αριστερή κυβέρνηση με το λαό ενεργοποιημένο, ή μια αυταρχική κυβέρνηση που θα αναλάβει να μας «σώσει» με ό,τι αυτό σημαίνει.
Για να αποκτήσει η ριζοσπαστική Αριστερά την πολιτική ηγεμονία σε μια κοινωνική πλειοψηφία που θα της επιτρέψει και να πάρει την κυβέρνηση και να αποκρούσει τις απόπειρες αποσταθεροποίησης που θα ακολουθήσουν, οφείλει να έχει μια σαφή και πειστική στρατηγική ρήξης. Ρήξης με τη μνημονιακή πολιτική, αλλά και με τις πολιτικές που οδήγησαν στην κρίση. Η ηγεμονία αυτή δεν θα επιτευχθεί κάνοντας φραστικές υποχωρήσεις για να μην τρομάξουν κάποιοι υποτιθέμενοι μελλοντικοί σύμμαχοι, αλλά εξειδικεύοντας τη στρατηγική ρήξης και εξόδου από την κρίση ώστε να μεταπεισθούν και να προσχωρήσουν τα κοινωνικά στρώματα του κόσμου της εργασίας που είναι ακόμη επιφυλακτικά. Αυτό είναι εφικτό, γιατί οι προγενέστερες βεβαιότητες θρυψαλιάζονται, το σύστημα πολιτικής εκπροσώπησης αποσυντίθεται και οι άνθρωποι είναι δεκτικοί σε καινούργιες προοπτικές – όσοι τουλάχιστον δεν έχουν άμεσα συμφέροντα στο παλιό. Τα στοιχεία της ρήξης, της εναλλακτικής πορείας, πρέπει να είναι ορατά από τώρα, ως πρόπλασμα του μέλλοντος, όχι μετά την αλλαγή κυβέρνησης, διότι ώριμο φρούτο δεν υπάρχει: Αν η προοπτική της ανάκαμψης δεν γίνει πενηνταράκια, δεν θα έχουμε ούτε ανάκαμψη ούτε πενηνταράκια.
Αν οι στόχοι και η στρατηγική πρέπει να είναι σαφείς, τα θέματα τακτικής δεν μπορούν (και δεν πρέπει) να περιγραφούν με ακρίβεια από πριν, τόσο γιατί η συγκυρία αλλάζει και παίζουν αστάθμητοι παράγοντες, όσο και γιατί δεν χρειάζεται να αποκαλύπτεις στον αντίπαλο τα τακτικά σου σχέδια. Για παράδειγμα, το θέμα του νομίσματος είναι κυρίως θέμα τακτικής. Αφενός, σε κάθε αλλαγή νομίσματος χάνουν οι φτωχοί και κερδίζουν οι πλούσιοι, οπότε δεν υπάρχει εκ προοιμίου η λαϊκή στήριξη. Αν όμως μια νομισματική αλλαγή υιοθετηθεί από μια αριστερή κυβέρνηση ως αμυντική ενέργεια απέναντι σε έναν οικονομικό πόλεμο από μεριάς του χρηματιστικού κεφαλαίου και των πολιτικών υπαλλήλων του, τότε η λαϊκή στήριξη είναι πολύ πιο εύκολο να επιτευχθεί. Αυτό σημαίνει ότι δεν κραδαίνεις την έξοδο από το ευρώ ως απειλή (για ποιον; Θύμωσε ο αγάς κι έκοψε τ’ αχαμνά του;), επεξεργάζεσαι όμως από τώρα τα εναλλακτικά σχέδια για όλες τις περιπτώσεις. Και δηλώνεις με σαφήνεια ότι αυτό που δεν είναι ταμπού είναι η απρόσκοπτη διακίνηση του χρήματος.
Στο σημερινό στάδιο, η κοινωνική γείωση είναι απαραίτητη για τη διεύρυνση της επιρροής της ριζοσπαστικής Αριστεράς (και συγκεκριμένα του Σύριζα), και αυτό δεν ταυτίζεται με την προσπάθεια εκλογικής ενίσχυσης. Πρωτεύει οι δραστηριότητες αλληλεγγύης, ανυπακοής και ανατροπής να ενισχυθούν και να πολλαπλασιαστούν με κάθε τρόπο χωρίς κομματικά καπελώματα. Και αυτό, για πολλούς μέσα στο Σύριζα, αποτελεί πρώτη προτεραιότητα. Αποτελεί επίσης αναγκαίο ανάχωμα για να αντιμετωπιστεί ο ναζιστικός κίνδυνος και η εξάπλωσή του.
Τέλος, η προσπάθεια αναβάθμισης του Σύριζα από πολιτικό φορέα του 4% στο 27% (και παραπάνω, εφόσον διεκδικεί την εξουσία), είναι ένα εγχείρημα που φρενάρεται από την αδράνεια και την εσωστρέφεια. Για να μετατραπεί ο Σύριζα σε ένα μαζικό δημοκρατικό και αποτελεσματικό φορέα, οφείλει να απαλλαγεί από τα βαρίδια του παραγοντισμού και του φόβου του νέου, οφείλει να ενσωματώσει τα δημοκρατικά διδάγματα του κινήματος των πλατειών. Αυτό απαιτεί διακίνηση της πληροφορίας και οριζόντια επικοινωνία μεταξύ των οργανωτικών κυττάρων βάσης, όπως και αμφίδρομη επικοινωνία βάσης και κορυφής, με κατάλληλη χρήση ηλεκτρονικών μέσων. Και απαιτεί επίσης όλες οι αποφάσεις να παίρνονται από όργανα υπεύθυνα τα οποία λογοδοτούν, και όχι σε διαδρόμους. Απαιτεί να γίνει ο Σύριζα, και μάλιστα με το επερχόμενο συνέδριό του, πόλος έλξης. Όχι για κομματάρχες που αναζητούν νέα πολιτική στέγη, αλλά για άτομα με κοινωνικές ευαισθησίες. Γι’ αυτούς που δεν θα έρθουν για να αναλωθούν σε στείρες αντιπαραθέσεις μηχανισμών αλλά σε μια τιτάνια προσπάθεια κοινωνικής και εθνικής αναγέννησης την οποία μόνον η Αριστερά μπορεί να αναλάβει.
Για να αποκτήσει η ριζοσπαστική Αριστερά την πολιτική ηγεμονία σε μια κοινωνική πλειοψηφία που θα της επιτρέψει και να πάρει την κυβέρνηση και να αποκρούσει τις απόπειρες αποσταθεροποίησης που θα ακολουθήσουν, οφείλει να έχει μια σαφή και πειστική στρατηγική ρήξης. Ρήξης με τη μνημονιακή πολιτική, αλλά και με τις πολιτικές που οδήγησαν στην κρίση. Η ηγεμονία αυτή δεν θα επιτευχθεί κάνοντας φραστικές υποχωρήσεις για να μην τρομάξουν κάποιοι υποτιθέμενοι μελλοντικοί σύμμαχοι, αλλά εξειδικεύοντας τη στρατηγική ρήξης και εξόδου από την κρίση ώστε να μεταπεισθούν και να προσχωρήσουν τα κοινωνικά στρώματα του κόσμου της εργασίας που είναι ακόμη επιφυλακτικά. Αυτό είναι εφικτό, γιατί οι προγενέστερες βεβαιότητες θρυψαλιάζονται, το σύστημα πολιτικής εκπροσώπησης αποσυντίθεται και οι άνθρωποι είναι δεκτικοί σε καινούργιες προοπτικές – όσοι τουλάχιστον δεν έχουν άμεσα συμφέροντα στο παλιό. Τα στοιχεία της ρήξης, της εναλλακτικής πορείας, πρέπει να είναι ορατά από τώρα, ως πρόπλασμα του μέλλοντος, όχι μετά την αλλαγή κυβέρνησης, διότι ώριμο φρούτο δεν υπάρχει: Αν η προοπτική της ανάκαμψης δεν γίνει πενηνταράκια, δεν θα έχουμε ούτε ανάκαμψη ούτε πενηνταράκια.
Αν οι στόχοι και η στρατηγική πρέπει να είναι σαφείς, τα θέματα τακτικής δεν μπορούν (και δεν πρέπει) να περιγραφούν με ακρίβεια από πριν, τόσο γιατί η συγκυρία αλλάζει και παίζουν αστάθμητοι παράγοντες, όσο και γιατί δεν χρειάζεται να αποκαλύπτεις στον αντίπαλο τα τακτικά σου σχέδια. Για παράδειγμα, το θέμα του νομίσματος είναι κυρίως θέμα τακτικής. Αφενός, σε κάθε αλλαγή νομίσματος χάνουν οι φτωχοί και κερδίζουν οι πλούσιοι, οπότε δεν υπάρχει εκ προοιμίου η λαϊκή στήριξη. Αν όμως μια νομισματική αλλαγή υιοθετηθεί από μια αριστερή κυβέρνηση ως αμυντική ενέργεια απέναντι σε έναν οικονομικό πόλεμο από μεριάς του χρηματιστικού κεφαλαίου και των πολιτικών υπαλλήλων του, τότε η λαϊκή στήριξη είναι πολύ πιο εύκολο να επιτευχθεί. Αυτό σημαίνει ότι δεν κραδαίνεις την έξοδο από το ευρώ ως απειλή (για ποιον; Θύμωσε ο αγάς κι έκοψε τ’ αχαμνά του;), επεξεργάζεσαι όμως από τώρα τα εναλλακτικά σχέδια για όλες τις περιπτώσεις. Και δηλώνεις με σαφήνεια ότι αυτό που δεν είναι ταμπού είναι η απρόσκοπτη διακίνηση του χρήματος.
Στο σημερινό στάδιο, η κοινωνική γείωση είναι απαραίτητη για τη διεύρυνση της επιρροής της ριζοσπαστικής Αριστεράς (και συγκεκριμένα του Σύριζα), και αυτό δεν ταυτίζεται με την προσπάθεια εκλογικής ενίσχυσης. Πρωτεύει οι δραστηριότητες αλληλεγγύης, ανυπακοής και ανατροπής να ενισχυθούν και να πολλαπλασιαστούν με κάθε τρόπο χωρίς κομματικά καπελώματα. Και αυτό, για πολλούς μέσα στο Σύριζα, αποτελεί πρώτη προτεραιότητα. Αποτελεί επίσης αναγκαίο ανάχωμα για να αντιμετωπιστεί ο ναζιστικός κίνδυνος και η εξάπλωσή του.
Τέλος, η προσπάθεια αναβάθμισης του Σύριζα από πολιτικό φορέα του 4% στο 27% (και παραπάνω, εφόσον διεκδικεί την εξουσία), είναι ένα εγχείρημα που φρενάρεται από την αδράνεια και την εσωστρέφεια. Για να μετατραπεί ο Σύριζα σε ένα μαζικό δημοκρατικό και αποτελεσματικό φορέα, οφείλει να απαλλαγεί από τα βαρίδια του παραγοντισμού και του φόβου του νέου, οφείλει να ενσωματώσει τα δημοκρατικά διδάγματα του κινήματος των πλατειών. Αυτό απαιτεί διακίνηση της πληροφορίας και οριζόντια επικοινωνία μεταξύ των οργανωτικών κυττάρων βάσης, όπως και αμφίδρομη επικοινωνία βάσης και κορυφής, με κατάλληλη χρήση ηλεκτρονικών μέσων. Και απαιτεί επίσης όλες οι αποφάσεις να παίρνονται από όργανα υπεύθυνα τα οποία λογοδοτούν, και όχι σε διαδρόμους. Απαιτεί να γίνει ο Σύριζα, και μάλιστα με το επερχόμενο συνέδριό του, πόλος έλξης. Όχι για κομματάρχες που αναζητούν νέα πολιτική στέγη, αλλά για άτομα με κοινωνικές ευαισθησίες. Γι’ αυτούς που δεν θα έρθουν για να αναλωθούν σε στείρες αντιπαραθέσεις μηχανισμών αλλά σε μια τιτάνια προσπάθεια κοινωνικής και εθνικής αναγέννησης την οποία μόνον η Αριστερά μπορεί να αναλάβει.
(Εφημερίδα Συντακτών, 29/4/2013)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου