του Γιάννη-Ορέστη Παπαδημητρίου, Red Note Book...
Λίγο πριν τις εκλογές του 2012, ο Μάκης Τριανταφυλλόπουλος κάθισε σε
ένα τραπέζι να συζητήσει με τον καθηγητή Γιώργο Ρούση, έναν πολύ
αξιοσέβαστο άνθρωπο, ιδρυτικό μέλος του ΝΑΡ και υποψήφιο της ΑΝΤΑΡΣΥΑ.
Το περιβάλλον της συνέντευξης υπήρξε ιδιαίτερα άχαρο: μια κακόγουστη φωτογραφία ηλιοβασιλέματος για φόντο, ένα γκρίζο τραπέζι που θύμιζε καντίνα επιχείρησης και μια αδέξια κάμερα που περιφερόταν άναρχα στον χώρο των συνομιλητών. Ο δημοσιογράφος δεν έδειχνε κανέναν ιδιαίτερο ζήλο να συζητήσει με τον καθηγητή Ρούση, ο οποίος –αντίθετα με το κλίμα των ημερών– επιχειρούσε να αποτυπώσει με αξιοζήλευτη νηφαλιότητα το πολιτικό σκηνικό. Ο διάλογος ήταν γεμάτος παύσεις και ανούσιες ερωτήσεις, δημιουργώντας ένα ράθυμο κλίμα. Σε μια κίνηση αψυχολόγητου εντυπωσιασμού, ο Μάκης Τριανταφυλλόπουλος δήλωσε πως ψηφίζει εξωκοινοβουλευτική Αριστερά.
Δύο χρόνια μετά, ανήμερα των ευρωεκλογών του 2014, ο δημοσιογράφος παρουσίαζε μια εκ διαμέτρου αντίθετη συμπεριφορά. Με τη θολωμένη έξαψη του μεσαιωνικού ιερέα στα προέρτια ενός κυνηγιού μαγισσών, δήλωνε πως έχει στην κατοχή του ένα βίντεο στο οποίο νεοεμφανιζόμενος πολιτικός επιδίδεται σε «αισχρές» πράξεις στην κάμερα του υπολογιστή του, σοκάροντας κάποιους «αθώους» φοιτητές που ψάχνοντας προφητείες του Γέροντα Παΐσιου, μπερδεύτηκαν και κατέληξαν στην άλλη πλευρά ενός δικτύου για cybersex. Τα παραπάνω, φυσικά, δεν τα είπε ο παρουσιαστής της εκπομπής• απλά συμπληρώνουν με καλή διάθεση τα κενά του παροξυσμού του Τριανταφυλλόπουλου, καθώς επιχειρούσε να πείσει τους ακροατές του ότι η σεξουαλική «αποκάλυψη» είναι μία αξιέπαινη δημοσιογραφική πράξη.
Ωστόσο, αυτή τη φορά, το «μπράβο» που ζητούσε με περίσσεια ανασφάλειας, δεν το άκουσε ποτέ. Αντίθετα, ανακάλυψε ότι η δεκαετία του 1990 πέρασε, όπως κι αυτή του 2000. Άργησε, όμως έγινε κατανοητό ότι τα σκάνδαλα δεν βρίσκονται στις κρεβατοκάμαρες και τα τσατ, αλλά στα πολιτικά και επιχειρηματικά αρχεία, στα τραπεζικά απόρρητα, στις δράσεις του υποκόσμου. Το να ασχολείσαι με τις απόκρυφες στιγμές του καθενός φάνηκε να είναι ελκυστικό μόνο για ξεπεσμένους ματάκηδες και χρυσαυγίτες, όλως τυχαίως τα μόνα είδη ανθρώπων που αγκάλιασαν αυτή την «αποκάλυψη», δημοσιογραφικά και κοινωνικά. Ο Μάκης Τριανταφυλλόπουλος, στοιχείο μιας εποχής που –προσωρινά έστω– έχει παρέλθει, έμεινε να φωνάζει μόνος του, χωρίς να ενδιαφέρεται κανείς να τον ακούσει.
Περίεργο να είναι τόσο ευχάριστη μια τόσο θλιβερή εικόνα
Το περιβάλλον της συνέντευξης υπήρξε ιδιαίτερα άχαρο: μια κακόγουστη φωτογραφία ηλιοβασιλέματος για φόντο, ένα γκρίζο τραπέζι που θύμιζε καντίνα επιχείρησης και μια αδέξια κάμερα που περιφερόταν άναρχα στον χώρο των συνομιλητών. Ο δημοσιογράφος δεν έδειχνε κανέναν ιδιαίτερο ζήλο να συζητήσει με τον καθηγητή Ρούση, ο οποίος –αντίθετα με το κλίμα των ημερών– επιχειρούσε να αποτυπώσει με αξιοζήλευτη νηφαλιότητα το πολιτικό σκηνικό. Ο διάλογος ήταν γεμάτος παύσεις και ανούσιες ερωτήσεις, δημιουργώντας ένα ράθυμο κλίμα. Σε μια κίνηση αψυχολόγητου εντυπωσιασμού, ο Μάκης Τριανταφυλλόπουλος δήλωσε πως ψηφίζει εξωκοινοβουλευτική Αριστερά.
Δύο χρόνια μετά, ανήμερα των ευρωεκλογών του 2014, ο δημοσιογράφος παρουσίαζε μια εκ διαμέτρου αντίθετη συμπεριφορά. Με τη θολωμένη έξαψη του μεσαιωνικού ιερέα στα προέρτια ενός κυνηγιού μαγισσών, δήλωνε πως έχει στην κατοχή του ένα βίντεο στο οποίο νεοεμφανιζόμενος πολιτικός επιδίδεται σε «αισχρές» πράξεις στην κάμερα του υπολογιστή του, σοκάροντας κάποιους «αθώους» φοιτητές που ψάχνοντας προφητείες του Γέροντα Παΐσιου, μπερδεύτηκαν και κατέληξαν στην άλλη πλευρά ενός δικτύου για cybersex. Τα παραπάνω, φυσικά, δεν τα είπε ο παρουσιαστής της εκπομπής• απλά συμπληρώνουν με καλή διάθεση τα κενά του παροξυσμού του Τριανταφυλλόπουλου, καθώς επιχειρούσε να πείσει τους ακροατές του ότι η σεξουαλική «αποκάλυψη» είναι μία αξιέπαινη δημοσιογραφική πράξη.
Ωστόσο, αυτή τη φορά, το «μπράβο» που ζητούσε με περίσσεια ανασφάλειας, δεν το άκουσε ποτέ. Αντίθετα, ανακάλυψε ότι η δεκαετία του 1990 πέρασε, όπως κι αυτή του 2000. Άργησε, όμως έγινε κατανοητό ότι τα σκάνδαλα δεν βρίσκονται στις κρεβατοκάμαρες και τα τσατ, αλλά στα πολιτικά και επιχειρηματικά αρχεία, στα τραπεζικά απόρρητα, στις δράσεις του υποκόσμου. Το να ασχολείσαι με τις απόκρυφες στιγμές του καθενός φάνηκε να είναι ελκυστικό μόνο για ξεπεσμένους ματάκηδες και χρυσαυγίτες, όλως τυχαίως τα μόνα είδη ανθρώπων που αγκάλιασαν αυτή την «αποκάλυψη», δημοσιογραφικά και κοινωνικά. Ο Μάκης Τριανταφυλλόπουλος, στοιχείο μιας εποχής που –προσωρινά έστω– έχει παρέλθει, έμεινε να φωνάζει μόνος του, χωρίς να ενδιαφέρεται κανείς να τον ακούσει.
Περίεργο να είναι τόσο ευχάριστη μια τόσο θλιβερή εικόνα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου