Του Γιάννη Τόλιου*, απο την Εφημεριδα των Συντακτων...
Ως το τέλος Ιουνίου 2014 θα συζητηθεί στις Βρυξέλλες η λεγόμενη Διατλαντική Εταιρική Σχέση Εμπορίου & Επενδύσεων (TTIP – Transatlantic Trade and Investment Partnership), σε πιο ελεύθερη μετάφραση Διατλαντική Συμφωνία Ελευθέρων Συναλλαγών. Στις διαβουλεύσεις έχουν ευρεία συμμετοχή λόμπι πολυεθνικών εταιρειών, ενώ αποκλείονται εκπρόσωποι κοινωνικών οργανώσεων.
Στις αντιφατικές σχέσεις «προσέγγισης» και «αντιπαράθεσης» μεταξύ Ε.Ε.-ΗΠΑ δρουν οικονομικοί και πολιτικοί παράγοντες. Στις σχέσεις προσέγγισης είναι οι πολύμορφες οικονομικές ανταλλαγές και ειδικότερα το διμερές εμπόριο, που το 2011 ανήλθε σε 455 δισ. €, με θετικό ισοζύγιο για την Ε.Ε. 72 δισ. € (οι ΗΠΑ εξήγαγαν αγαθά 192 δισ. €, η Ε.Ε. 264 δισ. €). Επίσης οι ΗΠΑ ήταν ο μεγαλύτερος εταίρος της Ε.Ε. στο εμπόριο υπηρεσιών, εξάγοντας 138,4 δισ. € (29% των συνολικών εισαγωγών της Ε.Ε.), ενώ εισήγαγε από την Ε.Ε. υπηρεσίες 143,9 δισ. € (24% των συνολικών εξαγωγών της Ε.Ε.). Οι συγκεκριμένες ανταλλαγές συμπληρώνονται από ένα δυναμικό επενδυτικό κλίμα. Οι αμερικανικές εταιρείες επένδυσαν το 2011 στην Ε.Ε. 150 δισ. €, ενώ εταιρείες από την Ε.Ε. επένδυσαν στις ΗΠΑ 123 δισ. €. Οι άμεσες επενδύσεις μεταξύ τους αντιπροσωπεύουν 50% της αξίας των άμεσων ξένων επενδύσεων διεθνώς. Ταυτόχρονα το συνολικό απόθεμα επενδύσεων των ΗΠΑ στην Ε.Ε. ξεπέρασε το 2011 το 1,3 τρισ. €, ενώ της Ε.Ε. στις ΗΠΑ το 1,4 τρισ. €.
Στις τάσεις προσέγγισης υπάρχουν ταυτόχρονα και αντιθέσεις (δολαρίου-ευρώ στον ρόλο του αποθεματικού νομίσματος, εμπορικά πλεονάσματα Γερμανίας και ελλείμματα των ΗΠΑ, γεωπολιτικές αντιπαραθέσεις στον έλεγχο πρώτων υλών κ.ά.). Ωστόσο, η αυξανόμενη οικονομική αλληλεξάρτηση και συμφέροντα των πολυεθνικών εταιρειών των δύο ιμπεριαλιστικών κέντρων (με διαφοροποιήσεις μεταξύ χωρών της Ε.Ε.) πιέζουν προς μεγαλύτερη προσέγγιση, η οποία ενισχύεται από τον αυξανόμενο ανταγωνισμό των αναδυόμενων οικονομιών, κυρίως των BRICS (Βραζιλία-Ρωσία-Ινδία-Κίνα-Ν. Αφρική).
Τα κυριότερα επιχειρήματα που προβάλλονται υπέρ μιας «διατλαντικής κοινής αγοράς» είναι η αύξηση της απασχόλησης και του ΑΕΠ, ισχυρισμοί εν πολλοίς έωλοι. Η συμφωνία δεν αφορά το εμπόριο (οι δασμοί είναι ήδη πολύ χαμηλοί), ούτε τα γραφειοκρατικά εμπόδια στην πραγματοποίηση επενδύσεων, αλλά περισσότερο μη δασμολογικά εμπόδια, προδιαγραφές, εταιρικά δικαιώματα, αυξημένες εγγυήσεις επενδύσεων, δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας κ.ά. Από την άλλη, γενικότερες πολιτικές και κοινωνικές συνέπειες αποκρύβονται, ιδιαίτερα σε εργασιακά δικαιώματα, εθνική και λαϊκή κυριαρχία, περιβάλλον, δημόσια αγαθά κ.ά.
Με τη συμφωνία ΤΤΙΡ επιχειρείται, όπως στη NAFTA (North America Free Trade Agreement), δημιουργία νέων αγορών για το πολυεθνικό κεφάλαιο, με άνοιγμα δημοσίων αγαθών και προμηθειών (υγείας, εκπαίδευσης, υπηρεσίες κοινής ωφέλειας κ.ά.) στην κερδοσκοπική δράση των πολυεθνικών ΗΠΑ-Ε.Ε. Βασικός στόχος, η απορρύθμιση των προδιαγραφών και η εναρμόνιση στον χαμηλότερο κοινό παρονομαστή.
Τίθενται υπό «αίρεση» θεμελιώδη εργασιακά δικαιώματα (συλλογικές συμβάσεις, συνθήκες εργασίας, συνδικαλιστικές ελευθερίες κ.ά.), η εφαρμογή των οποίων μπορεί να δημιουργήσει «διαφυγόντα κέρδη» στις πολυεθνικές. Το αποτέλεσμα θα είναι απώλεια θέσεων εργασίας (εμπειρία NAFTA), μείωση μισθών, αποδιάρθρωση συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης και συνεχής πίεση «προς τα κάτω» του εργασιακού κόστους για αύξηση κερδών.
Προωθείται απορρύθμιση κανόνων ασφάλειας στα τρόφιμα και ανοίγουν οι πόρτες στην παραγωγή και εμπορία «μεταλλαγμένων», σε βάρος της διατροφικής ασφάλειας λαών, παραγωγών και καταναλωτών. Στο στόχαστρο βρίσκεται η «αρχή της προφύλαξης», η οποία παρέχει δικαίωμα απόσυρσης ενός προϊόντος, εφόσον υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις για επιβλαβείς δράσεις στη δημόσια υγεία, αντί να αποδειχτεί εκ των υστέρων, κάτι που ισχύει στις ΗΠΑ.
Επιχειρείται η απορρύθμιση περιβαλλοντικών κανόνων προς χαμηλότερα στάνταρ, ενώ αποδυναμώνονται οι ρυθμίσεις στα προσωπικά δεδομένα. Αυστηροί έλεγχοι στα «πνευματικά δικαιώματα», στην ελεύθερη πρόσβαση πολιτών στο διαδίκτυο κ.ά.
Τέλος, με την ΤΤΙΡ οι πολυεθνικές θα μπορούν να σέρνουν στα διεθνή δικαστήρια εθνικές κυβερνήσεις, ζητώντας αποζημιώσεις για διαφυγόντα κέρδη, για πράξεις και ενέργειες δημοσίων αρχών ή κοινωνικών οργανώσεων, ακόμα κι όταν εξυπηρετούν κοινωνικούς, περιβαλλοντικούς ή αναπτυξιακούς στόχους. Η «επίλυση διαφορών» ανατίθεται σε διεθνή δικαστήρια που κυριαρχούνται από εκπροσώπους εταιρειών (ISDS – Investor State Dispute Settlement), προσδίδοντας στο υπερεθνικό κεφάλαιο νομική υπόσταση ισοδύναμη κράτους.
Και μόνο το γεγονός ότι 60% του παγκόσμιου ΑΕΠ θα ελέγχεται ουσιαστικά από τη «διατλαντική οικονομική ελίτ», έχοντας στρατιωτικό βραχίονα το ΝΑΤΟ και «πολιορκητικό κριό» τη νεοφιλελεύθερη πολιτική, αποτελεί κίνδυνο για τις ελευθερίες και τα δικαιώματα των λαών και των εργαζομένων σε Ε.Ε.-ΗΠΑ και εντέλει της υφηλίου. Η ανάλυση της γερμανικής εφημερίδας «Handelslatt» (Ημερησία 23.2.14), που θεωρεί ότι «το σκουριασμένο νόμισμα της εθνικής κυριαρχίας χάνει σταθερά την αξία του στην εποχή της παγκοσμιοποίησης» και ρίχνει το σύνθημα «εμπρός για τις Ηνωμένες Πολιτείες της Δύσης» με «θεμέλιο τις αξίες της δημοκρατίας και της οικονομίας της αγοράς», δίνει τη μακροπρόθεσμη προοπτική του σχεδίου ΤΤΙΡ. Οι εμπειρίες από την ευρωπαϊκή ενοποίηση, και ιδιαίτερα της «ευρωζώνης» (της πλέον προωθημένης βαθμίδας καπιταλιστικής ολοκλήρωσης), δείχνουν στον καθρέφτη του μέλλοντος τις συνέπειες δημιουργίας της ΤΤΙΡ.
Η προσέγγιση Ε.Ε.-ΗΠΑ με τους όρους που γίνεται λειτουργεί σε βάρος των λαών και των εργαζομένων και πρέπει εξ αρχής να απορριφθεί αποφασιστικά. Η αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων της διεθνούς οικονομικής συνεργασίας μπορεί να επιτευχθεί με διμερείς και πολυμερείς συμφωνίες, στη βάση του αμοιβαίου οφέλους και της ισότιμης συνεργασίας, αποφεύγοντας αρνητικές συνέπειες μιας τέτοιας συμφωνίας. Η προώθησή τους είναι υπόθεση των προοδευτικών και αριστερών δυνάμεων και κοινωνικών κινημάτων, με δημιουργία ευρύτερων συσπειρώσεων και μετώπων αντίστασης κατά των δυνάμεων του χρηματιστικού κεφαλαίου και των πολιτικών εκφραστών τους, σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο.
……………………………………………………………………………..
*Διδάκτωρ Οικονομικών Επιστημών
Ως το τέλος Ιουνίου 2014 θα συζητηθεί στις Βρυξέλλες η λεγόμενη Διατλαντική Εταιρική Σχέση Εμπορίου & Επενδύσεων (TTIP – Transatlantic Trade and Investment Partnership), σε πιο ελεύθερη μετάφραση Διατλαντική Συμφωνία Ελευθέρων Συναλλαγών. Στις διαβουλεύσεις έχουν ευρεία συμμετοχή λόμπι πολυεθνικών εταιρειών, ενώ αποκλείονται εκπρόσωποι κοινωνικών οργανώσεων.
Στις αντιφατικές σχέσεις «προσέγγισης» και «αντιπαράθεσης» μεταξύ Ε.Ε.-ΗΠΑ δρουν οικονομικοί και πολιτικοί παράγοντες. Στις σχέσεις προσέγγισης είναι οι πολύμορφες οικονομικές ανταλλαγές και ειδικότερα το διμερές εμπόριο, που το 2011 ανήλθε σε 455 δισ. €, με θετικό ισοζύγιο για την Ε.Ε. 72 δισ. € (οι ΗΠΑ εξήγαγαν αγαθά 192 δισ. €, η Ε.Ε. 264 δισ. €). Επίσης οι ΗΠΑ ήταν ο μεγαλύτερος εταίρος της Ε.Ε. στο εμπόριο υπηρεσιών, εξάγοντας 138,4 δισ. € (29% των συνολικών εισαγωγών της Ε.Ε.), ενώ εισήγαγε από την Ε.Ε. υπηρεσίες 143,9 δισ. € (24% των συνολικών εξαγωγών της Ε.Ε.). Οι συγκεκριμένες ανταλλαγές συμπληρώνονται από ένα δυναμικό επενδυτικό κλίμα. Οι αμερικανικές εταιρείες επένδυσαν το 2011 στην Ε.Ε. 150 δισ. €, ενώ εταιρείες από την Ε.Ε. επένδυσαν στις ΗΠΑ 123 δισ. €. Οι άμεσες επενδύσεις μεταξύ τους αντιπροσωπεύουν 50% της αξίας των άμεσων ξένων επενδύσεων διεθνώς. Ταυτόχρονα το συνολικό απόθεμα επενδύσεων των ΗΠΑ στην Ε.Ε. ξεπέρασε το 2011 το 1,3 τρισ. €, ενώ της Ε.Ε. στις ΗΠΑ το 1,4 τρισ. €.
Στις τάσεις προσέγγισης υπάρχουν ταυτόχρονα και αντιθέσεις (δολαρίου-ευρώ στον ρόλο του αποθεματικού νομίσματος, εμπορικά πλεονάσματα Γερμανίας και ελλείμματα των ΗΠΑ, γεωπολιτικές αντιπαραθέσεις στον έλεγχο πρώτων υλών κ.ά.). Ωστόσο, η αυξανόμενη οικονομική αλληλεξάρτηση και συμφέροντα των πολυεθνικών εταιρειών των δύο ιμπεριαλιστικών κέντρων (με διαφοροποιήσεις μεταξύ χωρών της Ε.Ε.) πιέζουν προς μεγαλύτερη προσέγγιση, η οποία ενισχύεται από τον αυξανόμενο ανταγωνισμό των αναδυόμενων οικονομιών, κυρίως των BRICS (Βραζιλία-Ρωσία-Ινδία-Κίνα-Ν. Αφρική).
Τα κυριότερα επιχειρήματα που προβάλλονται υπέρ μιας «διατλαντικής κοινής αγοράς» είναι η αύξηση της απασχόλησης και του ΑΕΠ, ισχυρισμοί εν πολλοίς έωλοι. Η συμφωνία δεν αφορά το εμπόριο (οι δασμοί είναι ήδη πολύ χαμηλοί), ούτε τα γραφειοκρατικά εμπόδια στην πραγματοποίηση επενδύσεων, αλλά περισσότερο μη δασμολογικά εμπόδια, προδιαγραφές, εταιρικά δικαιώματα, αυξημένες εγγυήσεις επενδύσεων, δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας κ.ά. Από την άλλη, γενικότερες πολιτικές και κοινωνικές συνέπειες αποκρύβονται, ιδιαίτερα σε εργασιακά δικαιώματα, εθνική και λαϊκή κυριαρχία, περιβάλλον, δημόσια αγαθά κ.ά.
Με τη συμφωνία ΤΤΙΡ επιχειρείται, όπως στη NAFTA (North America Free Trade Agreement), δημιουργία νέων αγορών για το πολυεθνικό κεφάλαιο, με άνοιγμα δημοσίων αγαθών και προμηθειών (υγείας, εκπαίδευσης, υπηρεσίες κοινής ωφέλειας κ.ά.) στην κερδοσκοπική δράση των πολυεθνικών ΗΠΑ-Ε.Ε. Βασικός στόχος, η απορρύθμιση των προδιαγραφών και η εναρμόνιση στον χαμηλότερο κοινό παρονομαστή.
Τίθενται υπό «αίρεση» θεμελιώδη εργασιακά δικαιώματα (συλλογικές συμβάσεις, συνθήκες εργασίας, συνδικαλιστικές ελευθερίες κ.ά.), η εφαρμογή των οποίων μπορεί να δημιουργήσει «διαφυγόντα κέρδη» στις πολυεθνικές. Το αποτέλεσμα θα είναι απώλεια θέσεων εργασίας (εμπειρία NAFTA), μείωση μισθών, αποδιάρθρωση συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης και συνεχής πίεση «προς τα κάτω» του εργασιακού κόστους για αύξηση κερδών.
Προωθείται απορρύθμιση κανόνων ασφάλειας στα τρόφιμα και ανοίγουν οι πόρτες στην παραγωγή και εμπορία «μεταλλαγμένων», σε βάρος της διατροφικής ασφάλειας λαών, παραγωγών και καταναλωτών. Στο στόχαστρο βρίσκεται η «αρχή της προφύλαξης», η οποία παρέχει δικαίωμα απόσυρσης ενός προϊόντος, εφόσον υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις για επιβλαβείς δράσεις στη δημόσια υγεία, αντί να αποδειχτεί εκ των υστέρων, κάτι που ισχύει στις ΗΠΑ.
Επιχειρείται η απορρύθμιση περιβαλλοντικών κανόνων προς χαμηλότερα στάνταρ, ενώ αποδυναμώνονται οι ρυθμίσεις στα προσωπικά δεδομένα. Αυστηροί έλεγχοι στα «πνευματικά δικαιώματα», στην ελεύθερη πρόσβαση πολιτών στο διαδίκτυο κ.ά.
Τέλος, με την ΤΤΙΡ οι πολυεθνικές θα μπορούν να σέρνουν στα διεθνή δικαστήρια εθνικές κυβερνήσεις, ζητώντας αποζημιώσεις για διαφυγόντα κέρδη, για πράξεις και ενέργειες δημοσίων αρχών ή κοινωνικών οργανώσεων, ακόμα κι όταν εξυπηρετούν κοινωνικούς, περιβαλλοντικούς ή αναπτυξιακούς στόχους. Η «επίλυση διαφορών» ανατίθεται σε διεθνή δικαστήρια που κυριαρχούνται από εκπροσώπους εταιρειών (ISDS – Investor State Dispute Settlement), προσδίδοντας στο υπερεθνικό κεφάλαιο νομική υπόσταση ισοδύναμη κράτους.
Και μόνο το γεγονός ότι 60% του παγκόσμιου ΑΕΠ θα ελέγχεται ουσιαστικά από τη «διατλαντική οικονομική ελίτ», έχοντας στρατιωτικό βραχίονα το ΝΑΤΟ και «πολιορκητικό κριό» τη νεοφιλελεύθερη πολιτική, αποτελεί κίνδυνο για τις ελευθερίες και τα δικαιώματα των λαών και των εργαζομένων σε Ε.Ε.-ΗΠΑ και εντέλει της υφηλίου. Η ανάλυση της γερμανικής εφημερίδας «Handelslatt» (Ημερησία 23.2.14), που θεωρεί ότι «το σκουριασμένο νόμισμα της εθνικής κυριαρχίας χάνει σταθερά την αξία του στην εποχή της παγκοσμιοποίησης» και ρίχνει το σύνθημα «εμπρός για τις Ηνωμένες Πολιτείες της Δύσης» με «θεμέλιο τις αξίες της δημοκρατίας και της οικονομίας της αγοράς», δίνει τη μακροπρόθεσμη προοπτική του σχεδίου ΤΤΙΡ. Οι εμπειρίες από την ευρωπαϊκή ενοποίηση, και ιδιαίτερα της «ευρωζώνης» (της πλέον προωθημένης βαθμίδας καπιταλιστικής ολοκλήρωσης), δείχνουν στον καθρέφτη του μέλλοντος τις συνέπειες δημιουργίας της ΤΤΙΡ.
Η προσέγγιση Ε.Ε.-ΗΠΑ με τους όρους που γίνεται λειτουργεί σε βάρος των λαών και των εργαζομένων και πρέπει εξ αρχής να απορριφθεί αποφασιστικά. Η αξιοποίηση των πλεονεκτημάτων της διεθνούς οικονομικής συνεργασίας μπορεί να επιτευχθεί με διμερείς και πολυμερείς συμφωνίες, στη βάση του αμοιβαίου οφέλους και της ισότιμης συνεργασίας, αποφεύγοντας αρνητικές συνέπειες μιας τέτοιας συμφωνίας. Η προώθησή τους είναι υπόθεση των προοδευτικών και αριστερών δυνάμεων και κοινωνικών κινημάτων, με δημιουργία ευρύτερων συσπειρώσεων και μετώπων αντίστασης κατά των δυνάμεων του χρηματιστικού κεφαλαίου και των πολιτικών εκφραστών τους, σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο.
……………………………………………………………………………..
*Διδάκτωρ Οικονομικών Επιστημών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου