του Αυγουστινου Ζενακου...
Δεν είναι παράξενο που ο ΣΥΡΙΖΑ βάλλεται από τόσες πλευρές. Αποτελεί άλλωστε τη νέα δύναμη, που, κοντά στις άλλες της ιδιοτυπίες έχει και τούτη: δεν υποστηρίζεται –ακόμη- από ισχυρά ΜΜΕ, έστω και αν το τελευταίο διάστημα διαγκωνίζονται διάφορα νεόκοπα μέσα για την καλύτερη θέση στον αριστερό ήλιο. (Αλήθεια, υπάρχει προηγούμενο παράταξης με τέτοια εκλογική εκτίναξη και τόσο κοντά στην εξουσία που να μην τη στηρίζει ένα μέρος των διαπλεκόμενων ΜΜΕ;) Δεν είναι, όμως, μόνο οι διαρκείς –και συχνά αήθεις- επιθέσεις των καθεστωτικών τηλεοπτικών σταθμών και των εφημερίδων, με τις διαστρεβλώσεις των δηλώσεων, την παραπλάνηση ως προς την περίφημη «νομιμότητα» και τον σεξισμό προς τις βουλευτίνες. Ούτε, φυσικά, μόνο η ακροδεξιά ρητορική για τον εναγκαλισμό του με τους μετανάστες και την «ανθελληνικότητά» του. Ο ΣΥΡΙΖΑ δέχεται κι άλλες επιθέσεις, ακόμη και μέσα στους κόλπους του, είτε τους στενά παραταξιακούς είτε της ευρύτερης Αριστεράς, κι αυτές είναι ίσως οι πιο σοβαρές, αφενός επειδή δεν είναι απαραιτήτως ιδιοτελείς οι ίδιες, αφετέρου επειδή αναζωπυρώνουν συνεχώς την κατηγορία περί «ασυνέπειας» που του απευθύνουν ιδιοτελώς οι αντίπαλοί του.
Οι συχνότερες επιθέσεις αυτού του είδους συνοψίζονται στην κατηγορία πως ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει μια «σοσιαλδημοκρατία». Κι είναι τόσο συχνές που προκαλούν την απορία: δηλαδή βλέποντας έναν συνασπισμό αριστερών κομμάτων κι οργανώσεων να προσπαθεί να διαμορφωθεί σε κόμμα για να προβιβαστεί από αξιωματική αντιπολίτευση σε κυβέρνηση μιας κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, τι ακριβώς φαντάζεται κανείς ότι θα μπορούσε να επιδιώκει, αν όχι μια σοσιαλδημοκρατία; Και γιατί ακριβώς μια σοσιαλδημοκρατία δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις πιο πολλές από τις κοινωνικές αδικίες που σήμερα διαπράττονται στο όνομα της ελευθερίας των αγορών; Αν είμαστε ακριβείς, η μόνη που έχει αποτολμήσει ποτέ κάτι τέτοιο είναι η σοσιαλδημοκρατία. Είναι το δικαιότερο σύστημα που εφαρμόστηκε ποτέ σε πρακτικό επίπεδο.
Αυτό που η σοσιαλδημοκρατία δεν κάνει, πράγματι, είναι να ανατρέπει τον καπιταλισμό. Κι ας υποθέσουμε ότι συμφωνούμε όλοι ότι η ανατροπή του καπιταλισμού είναι το ζητούμενο. Με ποια λογική το ζητούν αυτό από μια κοινοβουλευτική δύναμη που επιδιώκει την ανάδειξή της σε κυβέρνηση; Μα, λένε ορισμένοι, ανατροπή δεν είναι μόνο η επανάσταση, είναι και τα κινήματα, η διαρκής κοινωνική πίεση. Πολύ σωστά. Αλλά γιατί «σοσιαλδημοκρατία» και κινήματα είναι πράγματα ασύμβατα; Δεν έχει διεκδικήσεις η σοσιαλδημοκρατία, δεν έχει κοινωνική πίεση; Και τι θέλουν στο κάτω κάτω να μας πουν οι θιασώτες αυτής της κριτικής; Ότι αν δεν ανατραπεί ο παγκόσμιος καπιταλισμός, δεν πρέπει να θέλουμε στο μεταξύ δίκαιο φορολογικό σύστημα, σχολεία, νοσοκομεία, συγκοινωνίες, πολιτισμό; Ότι καμία βελτίωση δεν έχει νόημα όσο παραμένουμε στο δεδομένο πολιτικοοικονομικό παράδειγμα; Να μας συγχωρείτε, σύντροφοι, αλλά αυτή είναι η ζωή μας για την οποία μιλάτε με τόση απαξίωση.
Η επίθεση περί «σοσιαλδημοκρατίας» παίρνει και μια άλλη μορφή υπό την επικεφαλίδα «Το νέο ΠΑΣΟΚ». Είναι κι αυτή εξοργιστική. Είναι πολύ εύκολο σήμερα να διαγράφει κανείς το ΠΑΣΟΚ σαν να ήταν μια διάλειψη σκέτης διαφθοράς και σήψης και όχι το πολιτικό φαινόμενο που όρισε την Ελλάδα για μια τριακονταετία. Όπως είναι πολύ εύκολο να λέει «ΠΑΣΟΚ» και να εννοεί τον Γιώργο Παπανδρέου, τον Ευάγγελο Βενιζέλο και τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου, προεκτείνοντας την ανάλυσή του στο σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου, τον Άκη Τσοχατζόπουλο και το lifestyle του Πέτρου Κωστόπουλου. Το ΠΑΣΟΚ όμως δεν υπήρξε μόνον αυτά. Υπήρξε και η διάλυση της προδικτατορικής τοξικής Δεξιάς, υπήρξε η πολιτική δύναμη που οικοδόμησε το ασφαλιστικό και τη δημόσια υγεία, υπήρξε η αναδιανομή του πλούτου σε αποκλεισμένα στρώματα, υπήρξε σε κάθε περίπτωση βελτίωση – συν τοις άλλοις και της Ελληνικής Δημοκρατίας, σε σύγκριση με την εφιαλτική δεκαετία του 1960.
Να γίνει ο ΣΥΡΙΖΑ «ΠΑΣΟΚ» είναι το καλό σενάριο – αν τουλάχιστον θέλουμε να μιλήσουμε με πραγματιστικούς πολιτικούς όρους. Το κακό είναι να μην γίνει. Διότι η διαπίστωση πως το ΠΑΣΟΚ προσέφερε την ευημερία των τελευταίων δεκαετιών με «δανεικά» λεφτά είναι η μισή μόνο αλήθεια. Η άλλη μισή είναι ότι δημιούργησε κεφάλαιο – όλους αυτούς που τώρα έχουμε συνηθίσει ως διαπλεκόμενους. Και μολονότι ένα μέρος του πλούτου που δημιούργησε το κατηύθυνε στη διαφθορά και στην αναπαραγωγή του συστήματός του, ένα άλλο μέρος αναδιανεμήθηκε – όπως κάνουν οι «σοσιαλδημοκρατίες». Το ζήτημα λοιπόν είναι αν ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να κάνει στις σημερινές συνθήκες κάτι αντίστοιχο: Να δημιουργήσει κεφάλαιο, βελτιώνοντας όμως μια σειρά παραμέτρους που έχουν να κάνουν με την κοινωνική δικαιοσύνη και αναδιανέμοντας τον πλούτο. Είναι κάτι τέτοιο εφικτό, όχι μόνο δεδομένων των πιέσεων που δέχεται να γίνει η πρώτη δημοκρατική κυβέρνηση στην Ιστορία που δεν θα συνομιλεί με το κεφάλαιο, αλλά κυρίως τη στιγμή που η κρίση έχει οδηγήσει το υπαρκτό κεφάλαιο σε αποθράσυνση, κονιορτοποιώντας τις κατακτήσεις έναντι του κεφαλαίου που είχαν επιτευχθεί επί έναν αιώνα;
Ο κίνδυνος για τον ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι λοιπόν η σοσιαλδημοκρατία ή ο πασοκισμός. Ο κίνδυνος είναι ότι μοιάζει να μην καταλαβαίνει πως το να μην ανατρέπεις τον καπιταλισμό δεν ταυτίζεται με την εκλογολαγνεία και την υποδούλωση με τακτικιστικούς όρους του πολιτικού λόγου στην επιδίωξη της εκλογικής νίκης. Ούτε ταυτίζεται με την άνευ όρων συντήρηση κάθε κοινωνικής συμμαχίας –όσο στρεβλοί κι αν είναι οι όροι της– που ενδέχεται να οδηγήσει το κόμμα στην κυβέρνηση. Απεναντίας, για να περάσεις από τούτη τη φρικτή εκτροπή που ζούμε σε μια σοσιαλδημοκρατία, πρέπει να επιτύχεις ένα πολιτικό θαύμα.
Για να μη γίνομαι κρυπτικός: Πρέπει να τερματιστεί τώρα η εκχώρηση της έννοιας της «μεταρρύθμισης» στην τρόικα και στην κυβέρνηση. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η νέα δύναμη, πρέπει να οικειοποιηθεί πλήρως τις μεταρρυθμίσεις – τις πραγματικές μεταρρυθμίσεις. Γι’ αυτό και ταυτόχρονα πρέπει να σταματήσει η άνευ όρων υπεράσπιση κάθε κοινωνικής ομάδας που πίσω από τη μνημονιακή λαίλαπα καταχωνιάζει σωρηδόν δίκαιες και άδικες διεκδικήσεις. Στο δίλημμα τι επιλέγουμε ανάμεσα στο δημόσιο-όπως-ήταν και στην καταστροφή του μνημονίου, δεν γίνεται να απαντάμε ότι θέλουμε το δημόσιο όπως ήταν επειδή το μνημόνιο είναι κακό. Πρέπει να απαντήσουμε: τίποτε από τα δύο. Δεν δεχόμαστε το δίλημμά σας. Αλλά ξέρουμε ότι είχαμε κακές δημόσιες υπηρεσίες, το ξέραμε από πριν, δεν περιμέναμε εσάς. Θέλουμε καλό δημόσιο και θα σας πούμε πώς θα γίνει αυτό. Στο δίλημμα τι επιλέγουμε ανάμεσα στα πανεπιστήμια-όπως-ήταν και στον «Νόμο Διαμαντοπούλου» δεν γίνεται να απαντάμε ότι θέλουμε τα πανεπιστήμια όπως ήταν επειδή ο νόμος είναι κακός. Πρέπει να απαντήσουμε: τίποτε από τα δύο. Δεν δεχόμαστε το δίλημμά σας. Αλλά ξέρουμε ότι έχουμε κακά πανεπιστήμια, το ξέραμε από πριν, δεν περιμέναμε εσάς. Θέλουμε καλά πανεπιστήμια και θα σας πούμε πώς θα γίνει αυτό.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να σταματήσει να αμύνεται απλώς μπροστά στις επιθέσεις. Πρέπει να περάσει ο ίδιος στην επίθεση. Κι επίθεση δεν είναι οι επαναστατικοί μαξιμαλισμοί που απαιτούν οι παλαιόθεν σύντροφοι. Επίθεση είναι η αποδέσμευση από τους όρους των διλημμάτων όπως τα έχει σχηματοποιήσει η κρίση και η τρόικα. Και –επιτέλους- η θετική πρόταση ενός νέου πολιτικού τρόπου αντίληψης της ζωής στην Ελλάδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου