Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΤΡΟΥΓΚΑΛΟΥ*, απο την Ελευθεροτυπια...
Ετσι θέλουν να διαβάζουν τα γεγονότα οι εθελόδουλοι. Εντούτοις, αυτά είναι πεισματάρικα και λένε μιαν άλλη ιστορία. Την προηγούμενη εβδομάδα ο λαός της Κύπρου έδωσε με τον ξεσηκωμό του μιαν ευκαιρία για μιαν άλλη πολιτική. Το πολιτικό σύστημα του νησιού δεν σπατάλησε απλώς την ευκαιρία αυτή, την εξευτέλισε. Κι όμως, τούτο κάθε άλλο παρά προδιαγραμμένο ήταν.
Μπροστά στην ομόφωνη κατακραυγή του λαού της Κύπρου και ακόμη και με την υποψία του «όχι» της Βουλής, το Eurogroup είχε συνεδριάσει εκτάκτως την περασμένη Τρίτη για να αναθεωρήσει την απόφαση που είχε πάρει μόλις τέσσερις μέρες πριν και που έμεινε ξαφνικά ορφανή, χωρίς πατέρα. Σαν άτακτα μαθητούδια ο Σόιμπλε και το ΔΝΤ, ο Ολι Ρεν και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα έριχναν την ευθύνη ο ένας στον άλλον και έσκιζαν τα ιμάτιά τους ότι ποτέ δεν θα έπαιρναν οι ίδιοι τέτοια απαράδεκτη απόφαση.
Η εξήγηση για τον πανικό αυτό είναι απλή: η αποθέσμιση της Ευρωπαϊκής Ενωσης έχει οδηγήσει τα τελευταία χρόνια σε μια Γερμανική Ευρώπη, όπου οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές απλώς ανακοινώνονται από το Βερολίνο στις πειθήνιες κυβερνήσεις. Τη Μέρκελ δεν την ενδιαφέρουν και δεν την αφορούν οι «αντιρρήσεις» των τελευταίων, ακόμη και όσων δεν έχουν υιοθετήσει -όπως ο κύριος Σαμαράς- ως δόγμα την «αξιοπιστία» τού σε όλα ναι Χατζηαβάτη.
Οταν όμως οι λαοί έχουν το λόγο, όπως συνέβη, για παράδειγμα, με τα δύο δημοψηφίσματα της Ισλανδίας, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Και τούτο γιατί, όπως έχουν δείξει οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις του Ευρωβαρόμετρου, η πολιτική της λιτότητας είναι πλήρως απονομιμοποιημένη στην Ευρώπη και συμπαρασύρει στην αναξιοπιστία την ίδια την Ευρωπαϊκή Ενωση. Οπως συνέβη και στις πρόσφατες ιταλικές εκλογές, κάθε φορά που οι λαοί έχουν την ευκαιρία να μιλήσουν, θα λένε όχι και ένα γενικευμένο όχι θα υπονομεύσει οριστικά το νεοφιλελεύθερο οδοστρωτήρα. Και κανείς, ούτε καν η Γερμανία, δεν μπορεί να διαλύσει τους ευρωπαϊκούς λαούς και να διορίσει στη θέση τους άλλους.
Το «όχι» όμως δεν αρκεί, αν δεν συνοδεύεται από μια ριζοσπαστική μεν, αλλά ρεαλιστική λύση. Αυτό ήταν το δράμα της Κύπρου. Την άρνηση του λαού της να θυσιαστεί σαν Ιφιγένεια στο βωμό της υποτιθέμενης εξυγίανσης του τραπεζικού συστήματος τη διαχειρίστηκαν ο κύριος Αναστασιάδης και ο κύριος Σαρρής, οι ίδιοι που υποστήριζαν το προηγούμενο Σαββατοκύριακο ότι τα μέτρα ήταν «επώδυνα αλλά αναγκαία». Οι σπασμωδικές προσπάθειες που ακολούθησαν με τα ταξίδια στη Μόσχα και τις συναντήσεις με τον αρχιεπίσκοπο Κύπρου απλώς υπογράμμισαν το τεράστιο κενό έλλειψης «σχεδίου Β». Επειτα από αυτό, ήταν φανερό ότι οι διαπραγματεύσεις με την τρόικα δεν θα μπορούσαν να καταλήξουν διαφορετικά, γιατί η τρόικα μόνον μια πολιτική γνωρίζει και μια μέθοδο να την επιβάλλει: τον εκβιασμό.
Τα διδάγματα, συνεπώς, από την κυπριακή τραγωδία είναι απλά: κάθε φορά που η «λύση» θα υπαγορεύεται από το νεοφιλελεύθερο Προκρούστη, θα είναι χειρότερη ακόμη και από τη δραματική προηγούμενη. Οσο δεν αλλάζει η συνταγή της αναγκαστικής λιτότητας, η οικονομία θα συρρικνώνεται, η κοινωνία θα βουλιάζει και η δημοκρατία θα ευτελίζεται. Και μόνο μια ριζοσπαστικά διαφορετική πολιτική, που θα έχει εξασφαλίσει τη λαϊκή υποστήριξη σε ένα ρεαλιστικό πρόγραμμα, μπορεί να αποτελέσει διέξοδο. Αυτή όμως δεν μπορεί να χαραχθεί σε λίγες μέρες απλώς και μόνο ως απάντηση σε έναν εκβιασμό. Ο σχεδιασμός και η τεκμηρίωσή της αποτελούν το μεγάλο στοίχημα της Αριστεράς, στον τόπο μας και την Ευρώπη.
*Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου ΔΠΘ
Στους αστόχαστους που ποτέ δεν αμφιβάλλουν, / Συνταιριάζουν οι στοχαστικοί που ποτέ δεν δρούνε. (...)
Με σκοτισμένο πρόσωπο ειδοποιούν τους επιβάτες των καραβιών που βουλιάζουν, / πως το νερό είναι επικίνδυνο.
Κάτω από του δήμιου τον μπαλτά αναρωτιούνται αν δεν είναι άνθρωπος και αυτός.
Μουρμουρίζουν σκεφτικά πως «το θέμα δεν έχει ξεκαθαρίσει ακόμα» και πηγαίνουν να ξαπλώσουν.
Μπ. Μπρεχτ, «Εγκώμιο στην αμφιβολία», 1936
Κάτω από του Σόιμπλε τον μπαλτά πολλοί πήγαν το βράδυ της Κυριακής να ξαπλώσουν, με την εντύπωση ότι όλα είναι προδιαγραμμένα. Η απόφαση του Eurogroup θα ήταν μια παραλλαγή της πρώτης, ενδεχομένως και χειρότερη. Ο,τι και να πουν οι λαοί, οι εκβιασμοί θα περάσουν και οι ισχυροί θα έχουν τον τελευταίο λόγο. Αυτό είναι το δίδαγμα της Κύπρου;Με σκοτισμένο πρόσωπο ειδοποιούν τους επιβάτες των καραβιών που βουλιάζουν, / πως το νερό είναι επικίνδυνο.
Κάτω από του δήμιου τον μπαλτά αναρωτιούνται αν δεν είναι άνθρωπος και αυτός.
Μουρμουρίζουν σκεφτικά πως «το θέμα δεν έχει ξεκαθαρίσει ακόμα» και πηγαίνουν να ξαπλώσουν.
Μπ. Μπρεχτ, «Εγκώμιο στην αμφιβολία», 1936
Ετσι θέλουν να διαβάζουν τα γεγονότα οι εθελόδουλοι. Εντούτοις, αυτά είναι πεισματάρικα και λένε μιαν άλλη ιστορία. Την προηγούμενη εβδομάδα ο λαός της Κύπρου έδωσε με τον ξεσηκωμό του μιαν ευκαιρία για μιαν άλλη πολιτική. Το πολιτικό σύστημα του νησιού δεν σπατάλησε απλώς την ευκαιρία αυτή, την εξευτέλισε. Κι όμως, τούτο κάθε άλλο παρά προδιαγραμμένο ήταν.
Μπροστά στην ομόφωνη κατακραυγή του λαού της Κύπρου και ακόμη και με την υποψία του «όχι» της Βουλής, το Eurogroup είχε συνεδριάσει εκτάκτως την περασμένη Τρίτη για να αναθεωρήσει την απόφαση που είχε πάρει μόλις τέσσερις μέρες πριν και που έμεινε ξαφνικά ορφανή, χωρίς πατέρα. Σαν άτακτα μαθητούδια ο Σόιμπλε και το ΔΝΤ, ο Ολι Ρεν και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα έριχναν την ευθύνη ο ένας στον άλλον και έσκιζαν τα ιμάτιά τους ότι ποτέ δεν θα έπαιρναν οι ίδιοι τέτοια απαράδεκτη απόφαση.
Η εξήγηση για τον πανικό αυτό είναι απλή: η αποθέσμιση της Ευρωπαϊκής Ενωσης έχει οδηγήσει τα τελευταία χρόνια σε μια Γερμανική Ευρώπη, όπου οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές απλώς ανακοινώνονται από το Βερολίνο στις πειθήνιες κυβερνήσεις. Τη Μέρκελ δεν την ενδιαφέρουν και δεν την αφορούν οι «αντιρρήσεις» των τελευταίων, ακόμη και όσων δεν έχουν υιοθετήσει -όπως ο κύριος Σαμαράς- ως δόγμα την «αξιοπιστία» τού σε όλα ναι Χατζηαβάτη.
Οταν όμως οι λαοί έχουν το λόγο, όπως συνέβη, για παράδειγμα, με τα δύο δημοψηφίσματα της Ισλανδίας, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Και τούτο γιατί, όπως έχουν δείξει οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις του Ευρωβαρόμετρου, η πολιτική της λιτότητας είναι πλήρως απονομιμοποιημένη στην Ευρώπη και συμπαρασύρει στην αναξιοπιστία την ίδια την Ευρωπαϊκή Ενωση. Οπως συνέβη και στις πρόσφατες ιταλικές εκλογές, κάθε φορά που οι λαοί έχουν την ευκαιρία να μιλήσουν, θα λένε όχι και ένα γενικευμένο όχι θα υπονομεύσει οριστικά το νεοφιλελεύθερο οδοστρωτήρα. Και κανείς, ούτε καν η Γερμανία, δεν μπορεί να διαλύσει τους ευρωπαϊκούς λαούς και να διορίσει στη θέση τους άλλους.
Το «όχι» όμως δεν αρκεί, αν δεν συνοδεύεται από μια ριζοσπαστική μεν, αλλά ρεαλιστική λύση. Αυτό ήταν το δράμα της Κύπρου. Την άρνηση του λαού της να θυσιαστεί σαν Ιφιγένεια στο βωμό της υποτιθέμενης εξυγίανσης του τραπεζικού συστήματος τη διαχειρίστηκαν ο κύριος Αναστασιάδης και ο κύριος Σαρρής, οι ίδιοι που υποστήριζαν το προηγούμενο Σαββατοκύριακο ότι τα μέτρα ήταν «επώδυνα αλλά αναγκαία». Οι σπασμωδικές προσπάθειες που ακολούθησαν με τα ταξίδια στη Μόσχα και τις συναντήσεις με τον αρχιεπίσκοπο Κύπρου απλώς υπογράμμισαν το τεράστιο κενό έλλειψης «σχεδίου Β». Επειτα από αυτό, ήταν φανερό ότι οι διαπραγματεύσεις με την τρόικα δεν θα μπορούσαν να καταλήξουν διαφορετικά, γιατί η τρόικα μόνον μια πολιτική γνωρίζει και μια μέθοδο να την επιβάλλει: τον εκβιασμό.
Τα διδάγματα, συνεπώς, από την κυπριακή τραγωδία είναι απλά: κάθε φορά που η «λύση» θα υπαγορεύεται από το νεοφιλελεύθερο Προκρούστη, θα είναι χειρότερη ακόμη και από τη δραματική προηγούμενη. Οσο δεν αλλάζει η συνταγή της αναγκαστικής λιτότητας, η οικονομία θα συρρικνώνεται, η κοινωνία θα βουλιάζει και η δημοκρατία θα ευτελίζεται. Και μόνο μια ριζοσπαστικά διαφορετική πολιτική, που θα έχει εξασφαλίσει τη λαϊκή υποστήριξη σε ένα ρεαλιστικό πρόγραμμα, μπορεί να αποτελέσει διέξοδο. Αυτή όμως δεν μπορεί να χαραχθεί σε λίγες μέρες απλώς και μόνο ως απάντηση σε έναν εκβιασμό. Ο σχεδιασμός και η τεκμηρίωσή της αποτελούν το μεγάλο στοίχημα της Αριστεράς, στον τόπο μας και την Ευρώπη.
*Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου ΔΠΘ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου