απο το Red NoteBook....
Σε κάθε μία από τις 3 επιτάξεις που έγιναν μέσα στο 2013 «ένεκα του δημόσιου συμφέροντος», οι πολλοί ήταν αυτοί που παρουσιάστηκαν να είναι αυτοί που πλήττονται και οι λίγοι αυτοί που απεργώντας εκβίαζαν συντεχνιακά την κοινωνία. Ποιοι είναι όμως αυτοί «οι λίγοι» που απεργούσαν; Μήπως είναι οι χιλιάδες ανθρώπων που αύριο θα χάσουν την εργασία τους και θα έρθουν να προστεθούν στο μεγαλύτερο ποσοστό ανέργων όλης της Ευρώπης; Μήπως είναι αυτοί που προσπαθούν έστω να ψελλίσουν -σαν μια φωνή- «ΔΕΝ ΠΑΕΙ ΑΛΛΟ» σε νουθεσίες που ζητούν και άλλη υπομονή και εγκαρτέρηση μπροστά στην εξαθλίωση; Μήπως είναι αυτοί, που στο σκληρό παρόν μας, αποτελούν ακόμη ένα κρίκο στο πλήθος των ανθρώπων που κάθε μέρα χάνουν την δουλειά τους, παρατηρούν τη μείωση των μισθών τους και την υποβάθμιση της ζωής τους;
Λόγια συναισθηματικά θα πεις…
Θα μιλήσω λοιπόν με ονόματα και διευθύνσεις χρησιμοποιώντας το μόνο «εύκαιρο πειραματόζωο» που γνωρίζω κι έχω μια σχετική δικαιοδοσία να εξομολογηθώ κάτι γι αυτό. Μιλώ για τους συναδέλφους μου, τους αναπληρωτές καθηγητές της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Μεγαλώσαμε σε μια κοινωνία στην οποία αυτός που δεν ήθελε να χρησιμοποιήσει βύσμα ήταν «ο αγαθός» νέος που ζούσε στο ρομαντικό του κόσμο. Συνεπείς όμως στον δρόμο, που μας δίδαξαν οι πιο φωτισμένοι δάσκαλοί μας, αφού εργαστήκαμε για ένα ικανό διάστημα σε φροντιστήρια, όταν βγήκε η προκήρυξη του ΑΣΕΠ, είδαμε αξιοκρατία και… τρέξαμε. Ο διαγωνισμός ΑΣΕΠ των εκπαιδευτικών για όσους δεν γνωρίζουν, είναι μια πολύ ψυχοφθόρα διαδικασία, η οποία ελάχιστα διαφέρει από τις Πανελλαδικές που εξετάζονται οι μαθητές μας. Οι θέσεις που οδηγούν στη δημόσια εκπαίδευση είναι λιγοστές και οι υποψήφιοι που κάθε χρόνο αποφοιτούν από τις καθηγητικές σχολές πολυάριθμοι. Ο ανταγωνισμός είναι σκληρός κι έτσι μπορούμε να γνωρίζουμε πολύ καλά το άγχος και των μαθητών μας, καθώς είναι βιωμένο άλλωστε πολύ πρόσφατα…
Είμαστε επιτυχόντες σε πολλούς διαδοχικούς διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ. Οι περισσότεροι βρεθήκαμε λίγο ή ελάχιστα κάτω από τους τελευταίους διοριστέους. Με αυτή «την επιτυχία μας», όμως, ξεκινήσαμε -με την εισαγωγή μας στους πίνακες των αναπληρωτών- το ταξίδι μας στην δημόσια εκπαίδευση, αρχικά ως ωρομίσθιοι και στη συνέχεια ως αναπληρωτές πλήρους ωραρίου. Γυρίσαμε, οι περισσότεροι, τα σχολεία της «άγονης γραμμής» και ζήσαμε τους υπέροχους μαθητές τους υπηρετώντας με αγάπη αυτό που από παιδιά οραματιζόμασταν. Εκεί το πρώτο πράγμα που αντιλαμβάνεται κανείς είναι τα λόγια του Σεφέρη: πόσο δηλαδή σε αυτόν τον τόπο είμαστε όλοι τόσο τραγικά αυτοδίδακτοι…
Για να «επιβιώσεις» στο ελληνικό δημόσιο σχολείο και η προσφορά σου να είναι ουσιαστική για τους μαθητές σου οφείλεις να δημιουργήσεις και να κτίσεις εκ του μηδενός. Να εφεύρεις νέους τρόπους επικοινωνίας και συγκίνησης που θα έρθουν να αντισταθμίσουν την απουσία υλικοτεχνικών υποδομών, την έλλειψη σοβαρής επιμόρφωσης, την περιρρέουσα ατμόσφαιρα σύμφωνα με την οποία ο δάσκαλος αποτελεί για κάποιους μια οντότητα σχεδόν παρασιτική που αράζει Χριστούγεννα, Πάσχα, καλοκαίρι και πληρώνεται. Στο τέλος της ημέρας καλείσαι να είσαι επαρκής για τους ίδιους τους μαθητές σου μα συνάμα και συνεπής στον εαυτό σου, πλήρως δηλαδή προετοιμασμένος για την επόμενη σχολική μέρα, γιατί εσύ επέλεξες αυτό το επάγγελμα- λειτούργημα κι ονειρεύτηκες να το υπηρετήσεις. Και να πετύχεις.
Η εικόνα 3-4 παλιών σου καθηγητών και άλλων τόσων εκατοντάδων μαθητών που πέρασες από τις τάξεις τους σε επισκέπτεται, στοιχειώνει κι οδηγεί το δρόμο σου…
Σήμερα, όμως, από τα πιο επίσημα χείλη μαθαίνουμε πως εμείς οι 10.000 τουλάχιστον αναπληρωτές καθηγητές της εκπαίδευσης αποτελούμε το βάρος για τον δημόσιο προϋπολογισμό. Η αύξηση του ωραρίου μάλιστα που ψηφίστηκε για την οριστική μας παύση, χρησιμοποιήθηκε σαν ο δούρειος ίππος για να υψωθεί ακόμα ένα ανάθεμα στον «τεμπέλη» έλληνα εκπαιδευτικό που βαριέται να εργαστεί 2 ώρες παραπάνω… Με αυτόν τον απλό τρόπο λοιπόν παρουσιάστηκαν όλοι αυτοί οι συμβασιούχοι εκπαιδευτικοί που στελέχωναν - στη μεγάλη τους πλειονότητα για χρόνια- τις εσχατιές της Ελλάδας ως ένα υποζύγιο το οποίο επιτέλους πήρε τη θέση που του άξιζε.
Εμείς, λοιπόν, «του 2010 οι εκδρομείς, οι ανήλικοι -κι ανώριμοι- εξαρχής» είμαστε αυτοί που πιστέψαμε, διδάξαμε στους μαθητές μας κι ακολουθήσαμε κι οι ίδιοι στη ζωή μας ως αναπόσπαστο κομμάτι της ψυχής και του δρόμου μας το ιδανικό πως « το να ζει κανείς και να αγωνίζεται με καθαρά χέρια για αυτό που αγαπά δείχνοντας εμπιστοσύνη στην δική του αξιοσύνη και εργασία και την αξιοκρατία του τόπου που μεγάλωσε, είναι ένας από τους λίγους αληθινούς δρόμους που οδηγεί προς την εκπλήρωση των ονείρων του και την προσωπική γαλήνη».
Ως αφελής καθηγητής λοιπόν παραδέχομαι πως δημιούργησα τους πιο αφελείς μαθητές πανελληνίως. Αυτούς που πιστεύουν πως ζουν σε μια Ελλάδα που η αξία και ο κόπος ενός νέου ανταμείβεται και αναγνωρίζεται. Αυτούς που τελικά πιστεύουν πως ζουν σε μια πατρίδα που τους θέλει ακόμη στα εδάφη της κι όχι μετανάστες στη Γερμανία ή όπου γης.
Ντρέπομαι πραγματικά να τους πω την αλήθεια, όταν στο δρόμο με φωνάζουν «δάσκαλε». Γυρνώ στο σπίτι και θυμάμαι αυτό το παλιό τραγούδι « τον δάσκαλο, τον δάσκαλο, αυτόν τον σαρδανάπαλο» χαμογελώντας πικρά...
Κλείνοντας, μια τελευταία υπενθύμιση μόνο. Οι αναπληρωτές καθηγητές δεν είναι αυτοί που χαριστικά δούλεψαν στο δημόσιο σχολείο και μπήκαν στις τάξεις των μαθητών τους, επειδή κάποιοι τους έκαναν τη χάρη «εξαγοράζοντας» την ψήφο, τα χρήματα ή τις γνωριμίες τους. Είναι οι άνθρωποι που κρίθηκαν επιτυχώς και διαδοχικώς σε θρανία ως τα 30+ τους, σε Πανελλαδικές, πολλούς ΑΣΕΠ, αποκτώντας πρόσθετα πτυχία και μεταπτυχιακά κι άλλες λογής πιστοποιήσεις και θέτοντας διαρκώς σε αναστολή τη ζωή τους μέχρι τον επόμενο ΑΣΕΠ, το επόμενο μέρος που θα πήγαιναν, μετρώντας μόρια, κάνοντας υπολογισμούς και αναμένοντας μπροστά από τους υπολογιστές για τα νέα φύλλα πορείας… Είναι κι εκείνοι που πρώτοι από του χρόνου θα «πονάνε» για τα άδεια από καθηγητές σχολεία, τις άδειες από νέους ανθρώπους αίθουσες εκδηλώσεων και επίσης για τα άδεια όνειρά τους, που σαν πουκάμισα αδειανά θα κυματίζουν μεσίστια.
Είναι, τέλος, αυτοί που ονειρεύτηκαν να υπηρετήσουν με αξιοκρατικό τρόπο τη δημόσια εκπαίδευση και μετά την παρέλευση κάποιων ετών να τους υποδεχτούν οι δικοί τους στο σπίτι ως νικητές-πολεμιστές της ζωής κι όχι ως χρησιμοποιημένα κονσερβοκούτια με ημερομηνία λήξης, μπουκάλια κενά και ανεπίδοτα στις θάλασσες του Αιγαίου.
Σε αυτό «τον πόλεμο» όλοι επιτέλους θα γυρίσουμε, συνάδελφοι, με πολλά μόρια από την παραμεθόριο στο σπίτι. Όλοι μας θα γυρίσουμε πίσω… Ξωμάχοι. Και άνεργοι.
Ένας Αναπληρωτής Καθηγητής
Λόγια συναισθηματικά θα πεις…
Πριν λίγο εστάλη στο σπίτι μου το φύλλο της επίταξης. Είναι δύσκολο τέτοιες ώρες να εκφραστεί κάτι, το οποίο να μην συνοδεύεται από κάποια συναισθηματική φόρτιση. Τις τελευταίες μέρες κυκλοφορούν στο ίντερνετ λογής κείμενα. Δημοσιογράφοι, γονείς, μαθητές, συνάδελφοι που είτε στηλιτεύουν, είτε βρίσκονται σε αμηχανία, είτε στηρίζουν και μιλούν για το δίκιο του αγώνα μας. Τι να πεις παραπάνω εσύ; Ποια τοποθέτηση να κάνεις για το αυτονόητο δικαίωμα του ανθρώπου στην εργασία και την ελάχιστη αξιοπρέπεια.Σε κάθε μία από τις 3 επιτάξεις που έγιναν μέσα στο 2013 «ένεκα του δημόσιου συμφέροντος», οι πολλοί ήταν αυτοί που παρουσιάστηκαν να είναι αυτοί που πλήττονται και οι λίγοι αυτοί που απεργώντας εκβίαζαν συντεχνιακά την κοινωνία. Ποιοι είναι όμως αυτοί «οι λίγοι» που απεργούσαν; Μήπως είναι οι χιλιάδες ανθρώπων που αύριο θα χάσουν την εργασία τους και θα έρθουν να προστεθούν στο μεγαλύτερο ποσοστό ανέργων όλης της Ευρώπης; Μήπως είναι αυτοί που προσπαθούν έστω να ψελλίσουν -σαν μια φωνή- «ΔΕΝ ΠΑΕΙ ΑΛΛΟ» σε νουθεσίες που ζητούν και άλλη υπομονή και εγκαρτέρηση μπροστά στην εξαθλίωση; Μήπως είναι αυτοί, που στο σκληρό παρόν μας, αποτελούν ακόμη ένα κρίκο στο πλήθος των ανθρώπων που κάθε μέρα χάνουν την δουλειά τους, παρατηρούν τη μείωση των μισθών τους και την υποβάθμιση της ζωής τους;
Λόγια συναισθηματικά θα πεις…
Θα μιλήσω λοιπόν με ονόματα και διευθύνσεις χρησιμοποιώντας το μόνο «εύκαιρο πειραματόζωο» που γνωρίζω κι έχω μια σχετική δικαιοδοσία να εξομολογηθώ κάτι γι αυτό. Μιλώ για τους συναδέλφους μου, τους αναπληρωτές καθηγητές της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.
Μεγαλώσαμε σε μια κοινωνία στην οποία αυτός που δεν ήθελε να χρησιμοποιήσει βύσμα ήταν «ο αγαθός» νέος που ζούσε στο ρομαντικό του κόσμο. Συνεπείς όμως στον δρόμο, που μας δίδαξαν οι πιο φωτισμένοι δάσκαλοί μας, αφού εργαστήκαμε για ένα ικανό διάστημα σε φροντιστήρια, όταν βγήκε η προκήρυξη του ΑΣΕΠ, είδαμε αξιοκρατία και… τρέξαμε. Ο διαγωνισμός ΑΣΕΠ των εκπαιδευτικών για όσους δεν γνωρίζουν, είναι μια πολύ ψυχοφθόρα διαδικασία, η οποία ελάχιστα διαφέρει από τις Πανελλαδικές που εξετάζονται οι μαθητές μας. Οι θέσεις που οδηγούν στη δημόσια εκπαίδευση είναι λιγοστές και οι υποψήφιοι που κάθε χρόνο αποφοιτούν από τις καθηγητικές σχολές πολυάριθμοι. Ο ανταγωνισμός είναι σκληρός κι έτσι μπορούμε να γνωρίζουμε πολύ καλά το άγχος και των μαθητών μας, καθώς είναι βιωμένο άλλωστε πολύ πρόσφατα…
Είμαστε επιτυχόντες σε πολλούς διαδοχικούς διαγωνισμούς του ΑΣΕΠ. Οι περισσότεροι βρεθήκαμε λίγο ή ελάχιστα κάτω από τους τελευταίους διοριστέους. Με αυτή «την επιτυχία μας», όμως, ξεκινήσαμε -με την εισαγωγή μας στους πίνακες των αναπληρωτών- το ταξίδι μας στην δημόσια εκπαίδευση, αρχικά ως ωρομίσθιοι και στη συνέχεια ως αναπληρωτές πλήρους ωραρίου. Γυρίσαμε, οι περισσότεροι, τα σχολεία της «άγονης γραμμής» και ζήσαμε τους υπέροχους μαθητές τους υπηρετώντας με αγάπη αυτό που από παιδιά οραματιζόμασταν. Εκεί το πρώτο πράγμα που αντιλαμβάνεται κανείς είναι τα λόγια του Σεφέρη: πόσο δηλαδή σε αυτόν τον τόπο είμαστε όλοι τόσο τραγικά αυτοδίδακτοι…
Για να «επιβιώσεις» στο ελληνικό δημόσιο σχολείο και η προσφορά σου να είναι ουσιαστική για τους μαθητές σου οφείλεις να δημιουργήσεις και να κτίσεις εκ του μηδενός. Να εφεύρεις νέους τρόπους επικοινωνίας και συγκίνησης που θα έρθουν να αντισταθμίσουν την απουσία υλικοτεχνικών υποδομών, την έλλειψη σοβαρής επιμόρφωσης, την περιρρέουσα ατμόσφαιρα σύμφωνα με την οποία ο δάσκαλος αποτελεί για κάποιους μια οντότητα σχεδόν παρασιτική που αράζει Χριστούγεννα, Πάσχα, καλοκαίρι και πληρώνεται. Στο τέλος της ημέρας καλείσαι να είσαι επαρκής για τους ίδιους τους μαθητές σου μα συνάμα και συνεπής στον εαυτό σου, πλήρως δηλαδή προετοιμασμένος για την επόμενη σχολική μέρα, γιατί εσύ επέλεξες αυτό το επάγγελμα- λειτούργημα κι ονειρεύτηκες να το υπηρετήσεις. Και να πετύχεις.
Η εικόνα 3-4 παλιών σου καθηγητών και άλλων τόσων εκατοντάδων μαθητών που πέρασες από τις τάξεις τους σε επισκέπτεται, στοιχειώνει κι οδηγεί το δρόμο σου…
Σήμερα, όμως, από τα πιο επίσημα χείλη μαθαίνουμε πως εμείς οι 10.000 τουλάχιστον αναπληρωτές καθηγητές της εκπαίδευσης αποτελούμε το βάρος για τον δημόσιο προϋπολογισμό. Η αύξηση του ωραρίου μάλιστα που ψηφίστηκε για την οριστική μας παύση, χρησιμοποιήθηκε σαν ο δούρειος ίππος για να υψωθεί ακόμα ένα ανάθεμα στον «τεμπέλη» έλληνα εκπαιδευτικό που βαριέται να εργαστεί 2 ώρες παραπάνω… Με αυτόν τον απλό τρόπο λοιπόν παρουσιάστηκαν όλοι αυτοί οι συμβασιούχοι εκπαιδευτικοί που στελέχωναν - στη μεγάλη τους πλειονότητα για χρόνια- τις εσχατιές της Ελλάδας ως ένα υποζύγιο το οποίο επιτέλους πήρε τη θέση που του άξιζε.
Εμείς, λοιπόν, «του 2010 οι εκδρομείς, οι ανήλικοι -κι ανώριμοι- εξαρχής» είμαστε αυτοί που πιστέψαμε, διδάξαμε στους μαθητές μας κι ακολουθήσαμε κι οι ίδιοι στη ζωή μας ως αναπόσπαστο κομμάτι της ψυχής και του δρόμου μας το ιδανικό πως « το να ζει κανείς και να αγωνίζεται με καθαρά χέρια για αυτό που αγαπά δείχνοντας εμπιστοσύνη στην δική του αξιοσύνη και εργασία και την αξιοκρατία του τόπου που μεγάλωσε, είναι ένας από τους λίγους αληθινούς δρόμους που οδηγεί προς την εκπλήρωση των ονείρων του και την προσωπική γαλήνη».
Ως αφελής καθηγητής λοιπόν παραδέχομαι πως δημιούργησα τους πιο αφελείς μαθητές πανελληνίως. Αυτούς που πιστεύουν πως ζουν σε μια Ελλάδα που η αξία και ο κόπος ενός νέου ανταμείβεται και αναγνωρίζεται. Αυτούς που τελικά πιστεύουν πως ζουν σε μια πατρίδα που τους θέλει ακόμη στα εδάφη της κι όχι μετανάστες στη Γερμανία ή όπου γης.
Ντρέπομαι πραγματικά να τους πω την αλήθεια, όταν στο δρόμο με φωνάζουν «δάσκαλε». Γυρνώ στο σπίτι και θυμάμαι αυτό το παλιό τραγούδι « τον δάσκαλο, τον δάσκαλο, αυτόν τον σαρδανάπαλο» χαμογελώντας πικρά...
Κλείνοντας, μια τελευταία υπενθύμιση μόνο. Οι αναπληρωτές καθηγητές δεν είναι αυτοί που χαριστικά δούλεψαν στο δημόσιο σχολείο και μπήκαν στις τάξεις των μαθητών τους, επειδή κάποιοι τους έκαναν τη χάρη «εξαγοράζοντας» την ψήφο, τα χρήματα ή τις γνωριμίες τους. Είναι οι άνθρωποι που κρίθηκαν επιτυχώς και διαδοχικώς σε θρανία ως τα 30+ τους, σε Πανελλαδικές, πολλούς ΑΣΕΠ, αποκτώντας πρόσθετα πτυχία και μεταπτυχιακά κι άλλες λογής πιστοποιήσεις και θέτοντας διαρκώς σε αναστολή τη ζωή τους μέχρι τον επόμενο ΑΣΕΠ, το επόμενο μέρος που θα πήγαιναν, μετρώντας μόρια, κάνοντας υπολογισμούς και αναμένοντας μπροστά από τους υπολογιστές για τα νέα φύλλα πορείας… Είναι κι εκείνοι που πρώτοι από του χρόνου θα «πονάνε» για τα άδεια από καθηγητές σχολεία, τις άδειες από νέους ανθρώπους αίθουσες εκδηλώσεων και επίσης για τα άδεια όνειρά τους, που σαν πουκάμισα αδειανά θα κυματίζουν μεσίστια.
Είναι, τέλος, αυτοί που ονειρεύτηκαν να υπηρετήσουν με αξιοκρατικό τρόπο τη δημόσια εκπαίδευση και μετά την παρέλευση κάποιων ετών να τους υποδεχτούν οι δικοί τους στο σπίτι ως νικητές-πολεμιστές της ζωής κι όχι ως χρησιμοποιημένα κονσερβοκούτια με ημερομηνία λήξης, μπουκάλια κενά και ανεπίδοτα στις θάλασσες του Αιγαίου.
Σε αυτό «τον πόλεμο» όλοι επιτέλους θα γυρίσουμε, συνάδελφοι, με πολλά μόρια από την παραμεθόριο στο σπίτι. Όλοι μας θα γυρίσουμε πίσω… Ξωμάχοι. Και άνεργοι.
Ένας Αναπληρωτής Καθηγητής
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου