Η κοινή λογική λέει ότι όσο προοδεύει η ανθρωπότητα τόσο λιγότερο θα έπρεπε να εργάζονται οι άνθρωποι για να ικανοποιούν τις ανάγκες τους. Άλλωστε, από την αρχαιότητα, βλέποντας την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και πιο συγκεκριμένα των υφαντουργικών μηχανών του Ηφαίστου, ο Αριστοτέλης εκτιμούσε ότι αυτές θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην κατάργηση της δουλείας, αντικαθιστώντας τη ζωντανή εργασία των δούλων.
Πιο πρόσφατα, ουτοπικοί στοχαστές θεωρούσαν ότι στις ιδανικές τους πολιτείες θα αρκούσε να δουλεύουν οι άνθρωποι το πολύ 4-6 ώρες των ημέρα για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους, ενώ για τον Μαρξ η μείωση της εργάσιμης μέρας αποτελούσε θεμελιακή προϋπόθεση για την επίτευξη της κομμουνιστικής χειραφέτησης.
Και, πράγματι, με τους αγώνες των εργαζομένων σε όλο τον κόσμο ένα μεγάλο τμήμα της ανθρωπότητας οδηγήθηκε στην καθιέρωση του 8ωρου, της αργίας της Κυριακής και σε ορισμένες χώρες και του βδομαδιάτικου 37ωρου.
Να όμως που η λογική του καπιταλισμού είναι αντίθετη με την κοινή λογική. Έτσι η ζωώδης κατάσταση, εκείνη δηλαδή που συνδέει την ανθρώπινη δραστηριότητα με την αναγκαιότητα, αντί να ξεπερνιέται, επεκτείνεται – και αντί η ανθρωπότητα να ξεμπερδεύει με την προϊστορία και να περνάει στην πραγματική ιστορία της, φαίνεται να επιστρέφει στην κατάσταση της περιόδου της πρωταρχικής συσσώρευσης, τότε που οι άνθρωποι δούλευαν μέχρι να φθάσουν στα όρια της εξάντλησης τους.
Διά του λόγου το αληθές, πέρα από το ότι συμβαίνει γύρω μας με την παράλληλη με την ανεργία επέκταση της εργάσιμης μέρας χιλιάδες εργαζομένων, οι οποίοι πιο συχνά δεν πληρώνονται καμία υπερωρία, πέρα από τους εργαζόμενους που δουλεύουν δίχως να πληρώνονται, με την ελπίδα ότι κάποτε αυτό θα συμβεί, παραθέτω τρία περιστατικά που μου έγιναν γνωστά κατά τη διάρκεια των πασχαλινών διακοπών.
Το πρώτο έχει να κάνει με την εμπειρία κόρης φίλων, που για ένα διάστημα δούλευε ως αρχιτεκτόνισσα στην Ιαπωνία. Ωράρια εργασίας από τις 9 το πρωί μέχρι τη διέλευση του τελευταίου μέσου μαζικής μεταφοράς, δηλαδή μέχρι περίπου τα μεσάνυχτα.
Και όταν ζήτησε να φεύγει λίγο πιο νωρίς , δηλαδή κατά τις 10 το βράδυ, οι εργοδότες στραβομουτσούνιασαν.
Το δεύτερο έχει να κάνει με φίλο που δουλεύει ως στέλεχος σε μεγάλη χρηματιστηριακή εταιρεία στο Λονδίνο. Σύνηθες ωράριο εργασίας, 12 ώρες τη μέρα, το οποίο συχνά επεκτείνεται και σε αρκετά περισσότερες. Μάλιστα το δέλεαρ για να αποδέχεται αυτούς τους όρους είναι, μεταξύ άλλων, ότι έπειτα από ένα χρονικό διάστημα απασχόλησης του στην εν λόγω εταιρεία θα μπορέσει να γίνει μικρομέτοχος της.
Το τρίτο περιστατικό έχει να κάνει με μια Αρβανιτοπούλα απασχολούμενη στην Κέρκυρα. Εργασία σε εστιατόριο. Ωράριο, 13 ώρες την ημέρα: 10 το πρωί με 11 το βράδυ, με ένα μικρό διάλειμμα γύρω στις πέντε.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες όχι μόνον το δικαίωμα στην τεμπελιά του Λαφάργκ δεν μπορεί να ασκηθεί, άλλα ούτε το ευρύτερο δικαίωμα της στοιχειώδους απόλαυσης της ζωής. Για να μη μιλήσουμε για την «πολυτέλεια» της όποιας πολιτιστικής δραστηριότητας, ή ακόμη για την ακόμη μεγαλύτερη «πολυτέλεια» μιας δραστηριότητας που ξεφεύγει από τον καταστροφικό για την ανάπτυξη μιας ολοκληρωμένης προσωπικότητας στενό καταμερισμό της εργασίας.
Και όμως, όλα αυτά είναι άμεσα πραγματοποιήσιμα αν φύγουν από τη μέση οι ώρες εργασίας που δαπανώνται για το κέρδος, αν υπήρχε μια σχεδιοποιημένη οικονομία, οπότε και δεν θα υπήρχαν άνεργοι και συνεπώς όσοι δούλευαν θα δούλευαν λιγότερο, αν καταργούνταν οι περιττές για την ανθρωπότητα δαπάνες, όπως οι στρατιωτικές, αν καλύπτονταν οι πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων και όχι εκείνες που διαμορφώνονται με μοναδικό σκοπό το κέρδος, αν υπήρχε εκμηχανισμός της αγροτικής παραγωγής των υπανάπτυκτων χωρών.
Αν, δηλαδή, τελειώναμε μια και καλή με τον παραλογισμό του μονοθεϊσμού του χρήματος και του κέρδους. Μήπως λοιπόν και από αυτήν την οπτική γωνία ήλθε η ώρα να σκεφτούμε ότι υπάρχει άλλος, εκτός των τειχών, δρόμος;
Δημοσιεύθηκε στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» την Κυριακή 19 Μαΐου 2013
Πιο πρόσφατα, ουτοπικοί στοχαστές θεωρούσαν ότι στις ιδανικές τους πολιτείες θα αρκούσε να δουλεύουν οι άνθρωποι το πολύ 4-6 ώρες των ημέρα για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους, ενώ για τον Μαρξ η μείωση της εργάσιμης μέρας αποτελούσε θεμελιακή προϋπόθεση για την επίτευξη της κομμουνιστικής χειραφέτησης.
Και, πράγματι, με τους αγώνες των εργαζομένων σε όλο τον κόσμο ένα μεγάλο τμήμα της ανθρωπότητας οδηγήθηκε στην καθιέρωση του 8ωρου, της αργίας της Κυριακής και σε ορισμένες χώρες και του βδομαδιάτικου 37ωρου.
Να όμως που η λογική του καπιταλισμού είναι αντίθετη με την κοινή λογική. Έτσι η ζωώδης κατάσταση, εκείνη δηλαδή που συνδέει την ανθρώπινη δραστηριότητα με την αναγκαιότητα, αντί να ξεπερνιέται, επεκτείνεται – και αντί η ανθρωπότητα να ξεμπερδεύει με την προϊστορία και να περνάει στην πραγματική ιστορία της, φαίνεται να επιστρέφει στην κατάσταση της περιόδου της πρωταρχικής συσσώρευσης, τότε που οι άνθρωποι δούλευαν μέχρι να φθάσουν στα όρια της εξάντλησης τους.
Διά του λόγου το αληθές, πέρα από το ότι συμβαίνει γύρω μας με την παράλληλη με την ανεργία επέκταση της εργάσιμης μέρας χιλιάδες εργαζομένων, οι οποίοι πιο συχνά δεν πληρώνονται καμία υπερωρία, πέρα από τους εργαζόμενους που δουλεύουν δίχως να πληρώνονται, με την ελπίδα ότι κάποτε αυτό θα συμβεί, παραθέτω τρία περιστατικά που μου έγιναν γνωστά κατά τη διάρκεια των πασχαλινών διακοπών.
Το πρώτο έχει να κάνει με την εμπειρία κόρης φίλων, που για ένα διάστημα δούλευε ως αρχιτεκτόνισσα στην Ιαπωνία. Ωράρια εργασίας από τις 9 το πρωί μέχρι τη διέλευση του τελευταίου μέσου μαζικής μεταφοράς, δηλαδή μέχρι περίπου τα μεσάνυχτα.
Και όταν ζήτησε να φεύγει λίγο πιο νωρίς , δηλαδή κατά τις 10 το βράδυ, οι εργοδότες στραβομουτσούνιασαν.
Το δεύτερο έχει να κάνει με φίλο που δουλεύει ως στέλεχος σε μεγάλη χρηματιστηριακή εταιρεία στο Λονδίνο. Σύνηθες ωράριο εργασίας, 12 ώρες τη μέρα, το οποίο συχνά επεκτείνεται και σε αρκετά περισσότερες. Μάλιστα το δέλεαρ για να αποδέχεται αυτούς τους όρους είναι, μεταξύ άλλων, ότι έπειτα από ένα χρονικό διάστημα απασχόλησης του στην εν λόγω εταιρεία θα μπορέσει να γίνει μικρομέτοχος της.
Το τρίτο περιστατικό έχει να κάνει με μια Αρβανιτοπούλα απασχολούμενη στην Κέρκυρα. Εργασία σε εστιατόριο. Ωράριο, 13 ώρες την ημέρα: 10 το πρωί με 11 το βράδυ, με ένα μικρό διάλειμμα γύρω στις πέντε.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες όχι μόνον το δικαίωμα στην τεμπελιά του Λαφάργκ δεν μπορεί να ασκηθεί, άλλα ούτε το ευρύτερο δικαίωμα της στοιχειώδους απόλαυσης της ζωής. Για να μη μιλήσουμε για την «πολυτέλεια» της όποιας πολιτιστικής δραστηριότητας, ή ακόμη για την ακόμη μεγαλύτερη «πολυτέλεια» μιας δραστηριότητας που ξεφεύγει από τον καταστροφικό για την ανάπτυξη μιας ολοκληρωμένης προσωπικότητας στενό καταμερισμό της εργασίας.
Και όμως, όλα αυτά είναι άμεσα πραγματοποιήσιμα αν φύγουν από τη μέση οι ώρες εργασίας που δαπανώνται για το κέρδος, αν υπήρχε μια σχεδιοποιημένη οικονομία, οπότε και δεν θα υπήρχαν άνεργοι και συνεπώς όσοι δούλευαν θα δούλευαν λιγότερο, αν καταργούνταν οι περιττές για την ανθρωπότητα δαπάνες, όπως οι στρατιωτικές, αν καλύπτονταν οι πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων και όχι εκείνες που διαμορφώνονται με μοναδικό σκοπό το κέρδος, αν υπήρχε εκμηχανισμός της αγροτικής παραγωγής των υπανάπτυκτων χωρών.
Αν, δηλαδή, τελειώναμε μια και καλή με τον παραλογισμό του μονοθεϊσμού του χρήματος και του κέρδους. Μήπως λοιπόν και από αυτήν την οπτική γωνία ήλθε η ώρα να σκεφτούμε ότι υπάρχει άλλος, εκτός των τειχών, δρόμος;
Δημοσιεύθηκε στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία» την Κυριακή 19 Μαΐου 2013
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου