του Κωστα Κρεμμυδα, απο την Εποχη...
Εκποίηση
εγγυημένα / ερίφια Αυλίδος / «Ιφιγένεια»
Χάρης Μελιτάς
Κανείς εκπαιδευτικός δεν δικαιούται να παίζει με το μέλλον του Φώτη Κουβέλη και των παιδιών του. Που κάνει τα πάντα για να τα εξασφαλίσει, την ώρα που αφανίζει –ως Ηρώδης– ολόκληρη γενιά των δικών μας.
«Λυπηρό απομεινάρι ενός σημαντικού εγχειρήματος» (του ευρωκομμουνισμού) χαρακτήρισε τη ΔΗΜΑΡ ο ιστορικός και δάσκαλός μου –τίτλος τιμής– Σπύρος Ασδραχάς. (Η Αυγή 28.4.2013). Για τον Κουβέλη τιμή είναι ο Σαμαράς κι ο Βενιζέλος: «Καθένας με τη βρώμα του μαντάμ. Εσείς με τη δική σας κι εμείς με τη δικιά μας», έλεγε ο παπατζής-Νίκος Φέρμας στη «Χαρτοπαίχτρα» του Δημήτρη Ψαθά.
Υποχρεωμένοι να συνεχίσουν μέχρι τέλους (μας) το έργο (τους), είναι αποφασισμένοι να πατήσουν επί πολλών πτωμάτων. Άλλωστε, το έγκλημα όταν στρέφεται κατά πάντων μεταπίπτει σε μαζική καταστροφή. Και αμβλύνεται, μαζί με τις ατομικές ενοχές που χάνονται στη συλλογική ανωνυμία, εξασφαλίζοντας το ατιμώρητο. Θυμηθείτε τους Ναζί.
Ενώ διασφαλίζουν την εξοικείωση, τον εθισμό των θυμάτων. Και το διαρκή φόβο για τα χειρότερα που έπονται. Τόσα τα εγκλήματα την τελευταία 15ετία –βέβαιοι πως καμιά Νυρεμβέργη δεν θα υπάρξει στο μέλλον– που σχεδόν αμνηστεύονται στη συνείδησή μας. Αποτελούν φυσική εξέλιξη του βίου, αδήριτα συνδεδεμένα με την υπόσταση του σύγχρονου ανθρώπου.
Που πλέον δασκαλεμένος απ’ τους διώκτες, λησμονώντας για λίγο την τραγικότητα της μοίρας του, αυταπατάται ως τιμωρός σ’ ένα ριάλιτι, μνησίκακος απέναντι στον επικίνδυνο αντίπαλο της τηλεοπτικής Κουζίνας, χαιρέκακος στο πάθημα του διπλανού, αδιάφορος στα βασανιστήρια των ελληνικών Γκουαντάναμο, άτεγκτος με τους «λαθραίους» της νόμιμης(;) κ. Ρουπακιώτη; πολιτείας: Χοντρά χαρτόνια που υπήρξαν τοίχοι, στρώματα, σακούλες πλαστικές, ό,τι, ό,τι μπορεί να μολύνει την πόλη.
Λένε οι Αρχές. Και εποπτεύουν περήφανα το έργο. Μακριά –με τη δέουσα αστυνομική συνοδεία– μια ομάδα άστεγων απομακρύνεται. Άνθρωποι που τους ονόμασε ο εικοστός πρώτος αιώνας, λαθραίους. Και επαίρεται για τη νομιμότητα, νίπτοντας τα παχουλά του χέρια. (Ιουλίτα Ηλιοπούλου, «Το Σπίτι»).
Τόση η υποταγή μας ώστε συσκοτισμένοι και σκοτισμένοι υπο-κύπτουμε, δηλαδή σκύβουμε, τρώμε χώμα σε απλά ελληνικά, και ξαναψηφίζουμε τον εγκληματία πολιτικό. Προσφέροντάς του περίσσιο θράσος, την ευχέρεια μελλοντικών εγκλημάτων, και κάποιες ώρες διδασκαλίας στο Χάρβαρντ. Άλλωστε την όλη μεθοδικότητα στο σερβιρισμένο μνημόνιο, την ακριβή δοσολογία, παραποίηση, ασάφεια, υπαναχώρηση, συναλλαγή, εναλλαγή απειλών/τρομοκρατίας, θα τη ζήλευε και ο εκλεκτός του Φύρερ, Κεδίκογλου.
Όλοι αυτοί αν δεν ήταν πολιτικοί, θα μεγαλουργούσαν ως σερβιτόροι. Αλλά και ερμηνευτές καρατερίστες στον κινηματογράφο: ο Κουβέλης σε ρόλους Δημήτρη Καλιβωκκά (ως ξενέρωτος υιός του εφοπλιστή Χατζησταύρου –μ’ εκείνο το γλυκερό «buuuuuuuy» στο Μια τρελή τρελή οικογένεια), ο Δένδιας, με κείνο το βοϊδίσιο, να φέρνει στο αποσβολωμένο του Παπαγιαννόπουλου «χούφτωστην χούφτωστην γερομπισκίκη»…. Κι ο Ρουπακιώτης να ντουμπλάρει τη Βουγιουκλάκη στη «μουσίτσα». Ενώ απ’ τις κυβερνητικές κόπιες θα εξάνιζαν το «Υπάρχει και φιλότιμο».
Πάντως για να ’ναι στρατευμένοι προχώρησαν αμέσως, δίχως δισταγμό (δηλ. αδίστακτοι), σε επιστράτευση.
Προσπαθώντας τα καταλάβουμε, ή να ξεχαστούμε για ν’ αντέξουμε, (σ.σ. εδώ μας διαφεύγει το αντικείμενο, δηλ. «το τι ν’ αντέξουμε», κάνουμε συσχετισμούς με το μπάσκετ ας πούμε: για το πώς μπορείς να γυρίσεις την ιστορία κι από 19 πόντους πίσω, καταδικασμένος σε βαριά ήττα, να στέφεσαι πρωταθλητής στην Πόλη. Να ξεκινάς με μείον 17 στο Λονδίνο και να πετάς στα σκουπίδια μια βασίλισσα. Πράγματα είναι απλά, που πάλευε να πλασάρει σαν θεόπνευστα ο γραφικός αθλητικός ρεπόρτερ. «Ήμασταν καλά διαβασμένοι», του απάντησε ξερά ο Πρίντεζης: «ξέραμε το παιχνίδι που παίζει η Ρεάλ, είχαμε εμπιστοσύνη στον εαυτό μας και μετά το πρώτο δεκάλεπτο είπαμε πως θα κατεβούμε στο παρκέ να τους [γαμήσουμε]». (Στους παίκτες του Ολυμπιακού άρκεσε ένα 10λεπτο. Εμείς 3 χρόνια κι ακόμα δεν αποφασίσαμε να τους μιμηθούμε.)
Άλλος τρόπος για ν’ αντέξεις είναι να καταφύγεις στ’ άστρα, τουλάχιστον για ένα καλύτερο μέλλον. (Κι εδώ εντοπίζεται μια ουσιώδης παράλειψη της νέας διεύθυνσης του Κόκκινου: η αστρολόγος). Εδώ κώλωσαν; Τόσα αντέγραψαν απ’ το σύστημα: ακόμα και το ξεθάψιμο του Νικήτα Κακλαμάνη, που παίζει σ’ όλα τα κανάλια και σε όλες τις ζώνες.
Μέχρι και στο Κόκκινο! Χαριεντιζόταν με τον Σκουρλέτη, προνομιακός συνομιλητής του Αρβανίτη, ο Ομέρ Πριόνης, του καταχρεωμένου δήμου που μετέτρεψε όλες τις πλατείες και τους πεζόδρομους σε πάρκιν, –έργο που επάξια συνεχίζει ο Καμίνης–, που περίμενε τις εκλογές για να πλύνει άπαξ τα σκατά στα Εξάρχεια, που ανατίναξε ως τηλεοπτικό σόου το ρημάδι της Βερανζέρου, που χρειάστηκε παρέμβαση του Mega για να ξεβουλώσουν (προσωρινά) οι αποχετεύσεις των σαπισμένων κτιρίων της Μενάνδρου, που μας βεβαίωνε πως οι φωτιές της Ηλείας ήταν έργο αναρχικών των Εξαρχείων…
Η διαίσθηση μιας χαρτορίχτρας είναι απαραίτητη στη σημερινή και μελλοντική πορεία της αριστεράς, καθοδηγητική, υποστηρικτική στην αναγέννηση της χαμένης ελπίδας. Αλλά και χρήσιμα στα πρακτικά, όπως για παράδειγμα, στον Μανδραγόρα, που μας χρωστούν απ’ το Δεκέμβριο του 2012 το πρώην Πολιτισμού, (γιατί τι να την κάνεις σήμερα την τέχνη), και από το 2011 το νυν Παιδείας (άχρηστη κι αυτή αν είναι να σέρνουμε καροτσάκια στα σκραπατζίδικα του Βοτανικού και του Ελαιώνα).
Από το να μας εμπαίζει λοιπόν το ανυπόληπτο κράτος, καλύτερα ν’ ακούγαμε κάθε πρωί προβλέψεις για το άναδρομο του Ερμή. Ώστε να ξέρουμε αν πρέπει να απελπιστούμε, οι υπάκουοι υπήκοοι, ή να δώσουμε πίστη στον Τζαβάρα.
Κι η ποίηση σα μια μεγάλη αλήθεια, που την ανακαλύπτεις ύστερα από χρόνια,/ όταν δεν μπορεί να σου χρησιμέψει πια σε τίποτα, λέει ένας στίχος του Λειβαδίτη.
Η πολιτική, άραγε;
Κώστας Κρεμμύδας
mandragoras_magazine@yahoo.gr
εγγυημένα / ερίφια Αυλίδος / «Ιφιγένεια»
Χάρης Μελιτάς
Κανείς εκπαιδευτικός δεν δικαιούται να παίζει με το μέλλον του Φώτη Κουβέλη και των παιδιών του. Που κάνει τα πάντα για να τα εξασφαλίσει, την ώρα που αφανίζει –ως Ηρώδης– ολόκληρη γενιά των δικών μας.
«Λυπηρό απομεινάρι ενός σημαντικού εγχειρήματος» (του ευρωκομμουνισμού) χαρακτήρισε τη ΔΗΜΑΡ ο ιστορικός και δάσκαλός μου –τίτλος τιμής– Σπύρος Ασδραχάς. (Η Αυγή 28.4.2013). Για τον Κουβέλη τιμή είναι ο Σαμαράς κι ο Βενιζέλος: «Καθένας με τη βρώμα του μαντάμ. Εσείς με τη δική σας κι εμείς με τη δικιά μας», έλεγε ο παπατζής-Νίκος Φέρμας στη «Χαρτοπαίχτρα» του Δημήτρη Ψαθά.
Υποχρεωμένοι να συνεχίσουν μέχρι τέλους (μας) το έργο (τους), είναι αποφασισμένοι να πατήσουν επί πολλών πτωμάτων. Άλλωστε, το έγκλημα όταν στρέφεται κατά πάντων μεταπίπτει σε μαζική καταστροφή. Και αμβλύνεται, μαζί με τις ατομικές ενοχές που χάνονται στη συλλογική ανωνυμία, εξασφαλίζοντας το ατιμώρητο. Θυμηθείτε τους Ναζί.
Ενώ διασφαλίζουν την εξοικείωση, τον εθισμό των θυμάτων. Και το διαρκή φόβο για τα χειρότερα που έπονται. Τόσα τα εγκλήματα την τελευταία 15ετία –βέβαιοι πως καμιά Νυρεμβέργη δεν θα υπάρξει στο μέλλον– που σχεδόν αμνηστεύονται στη συνείδησή μας. Αποτελούν φυσική εξέλιξη του βίου, αδήριτα συνδεδεμένα με την υπόσταση του σύγχρονου ανθρώπου.
Που πλέον δασκαλεμένος απ’ τους διώκτες, λησμονώντας για λίγο την τραγικότητα της μοίρας του, αυταπατάται ως τιμωρός σ’ ένα ριάλιτι, μνησίκακος απέναντι στον επικίνδυνο αντίπαλο της τηλεοπτικής Κουζίνας, χαιρέκακος στο πάθημα του διπλανού, αδιάφορος στα βασανιστήρια των ελληνικών Γκουαντάναμο, άτεγκτος με τους «λαθραίους» της νόμιμης(;) κ. Ρουπακιώτη; πολιτείας: Χοντρά χαρτόνια που υπήρξαν τοίχοι, στρώματα, σακούλες πλαστικές, ό,τι, ό,τι μπορεί να μολύνει την πόλη.
Λένε οι Αρχές. Και εποπτεύουν περήφανα το έργο. Μακριά –με τη δέουσα αστυνομική συνοδεία– μια ομάδα άστεγων απομακρύνεται. Άνθρωποι που τους ονόμασε ο εικοστός πρώτος αιώνας, λαθραίους. Και επαίρεται για τη νομιμότητα, νίπτοντας τα παχουλά του χέρια. (Ιουλίτα Ηλιοπούλου, «Το Σπίτι»).
Τόση η υποταγή μας ώστε συσκοτισμένοι και σκοτισμένοι υπο-κύπτουμε, δηλαδή σκύβουμε, τρώμε χώμα σε απλά ελληνικά, και ξαναψηφίζουμε τον εγκληματία πολιτικό. Προσφέροντάς του περίσσιο θράσος, την ευχέρεια μελλοντικών εγκλημάτων, και κάποιες ώρες διδασκαλίας στο Χάρβαρντ. Άλλωστε την όλη μεθοδικότητα στο σερβιρισμένο μνημόνιο, την ακριβή δοσολογία, παραποίηση, ασάφεια, υπαναχώρηση, συναλλαγή, εναλλαγή απειλών/τρομοκρατίας, θα τη ζήλευε και ο εκλεκτός του Φύρερ, Κεδίκογλου.
Όλοι αυτοί αν δεν ήταν πολιτικοί, θα μεγαλουργούσαν ως σερβιτόροι. Αλλά και ερμηνευτές καρατερίστες στον κινηματογράφο: ο Κουβέλης σε ρόλους Δημήτρη Καλιβωκκά (ως ξενέρωτος υιός του εφοπλιστή Χατζησταύρου –μ’ εκείνο το γλυκερό «buuuuuuuy» στο Μια τρελή τρελή οικογένεια), ο Δένδιας, με κείνο το βοϊδίσιο, να φέρνει στο αποσβολωμένο του Παπαγιαννόπουλου «χούφτωστην χούφτωστην γερομπισκίκη»…. Κι ο Ρουπακιώτης να ντουμπλάρει τη Βουγιουκλάκη στη «μουσίτσα». Ενώ απ’ τις κυβερνητικές κόπιες θα εξάνιζαν το «Υπάρχει και φιλότιμο».
Πάντως για να ’ναι στρατευμένοι προχώρησαν αμέσως, δίχως δισταγμό (δηλ. αδίστακτοι), σε επιστράτευση.
Προσπαθώντας τα καταλάβουμε, ή να ξεχαστούμε για ν’ αντέξουμε, (σ.σ. εδώ μας διαφεύγει το αντικείμενο, δηλ. «το τι ν’ αντέξουμε», κάνουμε συσχετισμούς με το μπάσκετ ας πούμε: για το πώς μπορείς να γυρίσεις την ιστορία κι από 19 πόντους πίσω, καταδικασμένος σε βαριά ήττα, να στέφεσαι πρωταθλητής στην Πόλη. Να ξεκινάς με μείον 17 στο Λονδίνο και να πετάς στα σκουπίδια μια βασίλισσα. Πράγματα είναι απλά, που πάλευε να πλασάρει σαν θεόπνευστα ο γραφικός αθλητικός ρεπόρτερ. «Ήμασταν καλά διαβασμένοι», του απάντησε ξερά ο Πρίντεζης: «ξέραμε το παιχνίδι που παίζει η Ρεάλ, είχαμε εμπιστοσύνη στον εαυτό μας και μετά το πρώτο δεκάλεπτο είπαμε πως θα κατεβούμε στο παρκέ να τους [γαμήσουμε]». (Στους παίκτες του Ολυμπιακού άρκεσε ένα 10λεπτο. Εμείς 3 χρόνια κι ακόμα δεν αποφασίσαμε να τους μιμηθούμε.)
Άλλος τρόπος για ν’ αντέξεις είναι να καταφύγεις στ’ άστρα, τουλάχιστον για ένα καλύτερο μέλλον. (Κι εδώ εντοπίζεται μια ουσιώδης παράλειψη της νέας διεύθυνσης του Κόκκινου: η αστρολόγος). Εδώ κώλωσαν; Τόσα αντέγραψαν απ’ το σύστημα: ακόμα και το ξεθάψιμο του Νικήτα Κακλαμάνη, που παίζει σ’ όλα τα κανάλια και σε όλες τις ζώνες.
Μέχρι και στο Κόκκινο! Χαριεντιζόταν με τον Σκουρλέτη, προνομιακός συνομιλητής του Αρβανίτη, ο Ομέρ Πριόνης, του καταχρεωμένου δήμου που μετέτρεψε όλες τις πλατείες και τους πεζόδρομους σε πάρκιν, –έργο που επάξια συνεχίζει ο Καμίνης–, που περίμενε τις εκλογές για να πλύνει άπαξ τα σκατά στα Εξάρχεια, που ανατίναξε ως τηλεοπτικό σόου το ρημάδι της Βερανζέρου, που χρειάστηκε παρέμβαση του Mega για να ξεβουλώσουν (προσωρινά) οι αποχετεύσεις των σαπισμένων κτιρίων της Μενάνδρου, που μας βεβαίωνε πως οι φωτιές της Ηλείας ήταν έργο αναρχικών των Εξαρχείων…
Η διαίσθηση μιας χαρτορίχτρας είναι απαραίτητη στη σημερινή και μελλοντική πορεία της αριστεράς, καθοδηγητική, υποστηρικτική στην αναγέννηση της χαμένης ελπίδας. Αλλά και χρήσιμα στα πρακτικά, όπως για παράδειγμα, στον Μανδραγόρα, που μας χρωστούν απ’ το Δεκέμβριο του 2012 το πρώην Πολιτισμού, (γιατί τι να την κάνεις σήμερα την τέχνη), και από το 2011 το νυν Παιδείας (άχρηστη κι αυτή αν είναι να σέρνουμε καροτσάκια στα σκραπατζίδικα του Βοτανικού και του Ελαιώνα).
Από το να μας εμπαίζει λοιπόν το ανυπόληπτο κράτος, καλύτερα ν’ ακούγαμε κάθε πρωί προβλέψεις για το άναδρομο του Ερμή. Ώστε να ξέρουμε αν πρέπει να απελπιστούμε, οι υπάκουοι υπήκοοι, ή να δώσουμε πίστη στον Τζαβάρα.
Κι η ποίηση σα μια μεγάλη αλήθεια, που την ανακαλύπτεις ύστερα από χρόνια,/ όταν δεν μπορεί να σου χρησιμέψει πια σε τίποτα, λέει ένας στίχος του Λειβαδίτη.
Η πολιτική, άραγε;
Κώστας Κρεμμύδας
mandragoras_magazine@yahoo.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου