του Κιμπι...
Η όλη υπόθεση μου θυμίζει τον Φωτόπουλο στην ταινία του Σακελλάριου «Ούτε γάτα ούτε ζημιά», στον ρόλο του σταθμάρχη της Θυμαριάς, όπου εκτυλίσσεται ένα γαϊτανάκι συζυγικής απιστίας. Η Θυμαριά είναι ένα μικρό χωριό -μου είναι άγνωστο αν πράγματι υπάρχει- για το οποίο ο σταθμάρχης Φωτόπουλος θυμίζει με κάθε ευκαιρία ότι είναι «μικρό, αλλά κόμβος». Κάπως έτσι και η εκτός παγκοσμίου παραγωγικού και εμπορικού χάρτη Ελλάδα υποτίθεται ότι επιχειρεί να ανακτήσει τη θέση που είχε στο πέρασμα των αιώνων ως κόμβος μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Μικρά, παρηκμασμένη, υπερχρεωμένη, αλλά κόμβος. Ή πύλη, κατά την ορολογία που επισήμως υιοθέτησε ο πρωθυπουργός στο Πεκίνο και στη Σανγκάη. Για την ακρίβεια πύλη της Κίνας προς την Ευρώπη.
Θεμιτή η φιλοδοξία, αλλά πρέπει να σκεφτεί κανείς τα χωροταξικά, τα γεωοικονομικά, τα γεωπολιτικά και τα λοιπά όριά της. Για πόσους και ποιους «περαστικούς» η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει πύλη; Πύλη τις Κίνας, του εργοστάσιου του κόσμου, προς τη Δύση και αντιστρόφως. Ενεργειακή πύλη της Ρωσίας προς την Ευρώπη, αλλά και πύλη για το αζερικό αέριο προς τον ίδιο προορισμό. Πύλη, ή για την ακρίβεια κόμβος, των δικτύων μεταφοράς, εμπορευματικών και επιβατικών, από ανατολάς προς δυσμάς και τούμπαλιν. Και για να μην ξεχνιόμαστε, η Ελλάδα παραμένει βασική πύλη για τα μεταναστευτικά ρεύματα της Ασίας και της Αφρικής προς τη Δύση, ρεύματα τα οποία κατά κανόνα τροφοδοτεί η Δύση με τις πολεμικές και αποικιοκρατικές αθλιότητες στις οποίες συχνότατα επιδίδεται στην Ανατολή. Σημειωτέον, επίσης, ότι η Ελλάδα παραμένει πάντα πύλη, τουλάχιστον εφεδρική, για τις εκστρατευτικές εξόδους του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ προς Ασία και Αφρική. Επίσης, αντιμετωπίστηκε στο παρελθόν ως πύλη για την οικονομική επέκταση της Ευρώπης στα Βαλκάνια, αλλά και ως πύλη εισόδου των μεταναστευτικών πληθυσμών που εξόρισε η «ανασυγκρότηση» των Βαλκανίων και των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης.
Το να γίνει μια χώρα «πύλη» ακούγεται ελκυστικό, προνομιακό. Υπόσχεται πλούτο, υπεραξίες, επενδύσεις, απασχόληση και εισόδημα. Ενέχει, ωστόσο, και τον κίνδυνο να τη μετατρέψει σε κέντρο διερχομένων. Το Χρηματιστήριο, για παράδειγμα, είναι εδώ και εβδομάδες μια «πύλη» κεφαλαίων που περνούν, κάνουν την αρπαχτή τους και εξαφανίζονται. Τίποτα δεν έρχεται για να μείνει ή έστω να σταθμεύσει για λίγους μήνες. Το τραπεζικό σύστημα, επίσης, εδώ και τρεις δεκαετίες χρησιμοποιήθηκε ως «πύλη» από την οποία πέρασαν κεφάλαια πολλών δισεκατομμυρίων, και σ’ αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό το χρηματοπιστωτικό big bang, από το οποίο σήμερα έχει απομείνει μόνο μια ισχνή σκιά. Τα δεκάδες δισεκατομμύρια των ΚΠΣ που ξεκίνησαν τη δεκαετία του ’90 πέρασαν επίσης από την «πύλη» της ελληνικής οικονομίας και σήμερα δεν έχουν απομείνει παρά ελάχιστα ίχνη τους. Και το ολυμπιακό πάρτι του 2004 χρησιμοποιήθηκε ως μια τεράστια «πύλη» από κατασκευαστικούς και τεχνολογικούς κολοσσούς, αλλά τα δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ που πέρασαν από το κατώφλι του απλώς διεύρυναν τη μαύρη τρύπα του χρέους.
Το να επιλέγει μια χώρα να γίνει «πύλη» δεν επιφέρει αυτονόητα αγαθά. Μπορεί να επισωρεύει και δεινά. Υπάρχουν τουλάχιστον δύο παραδείγματα παγκόσμιων «πυλών» που πλήρωσαν το προνόμιό τους με πολύχρονη αποικιοκρατία, συρράξεις, στρατιωτικές επεμβάσεις, πραξικοπήματα. Οι διώρυγες του Σουέζ και του Παναμά, τεχνητές πύλες τις διεθνούς ναυτιλίας και δίκτυα κατάκτησης των παγκόσμιων αγορών από τις μεγάλες καπιταλιστικές χώρες, υπήρξαν ταυτόχρονα πυλώνες της αποικιοκρατίας για τους Αιγύπτιους και τους Παναμέζους. Οι δυο χώρες πλήρωσαν ακριβά, και μάλιστα αιματηρά, το προνόμιό τους.
Από πολλές απόψεις κάτι ανάλογο συνέβη και με το νεότερο ελληνικό κράτος. Η υποστήριξη της συγκρότησής του από τις τότε Μεγάλες Δυνάμεις σχετίζεται ακριβώς με το γεγονός ότι το αντιμετώπιζαν σαν μοναδική γεωγραφικά πύλη για τις οικονομικές, αποικιοκρατικές και επεκτατικές βλέψεις τους. Έστω κι αν οι βλέψεις αυτές ήταν ανταγωνιστικές -τα σχέδια της βρετανικής αυτοκρατορίας, της Ρωσίας και της Γαλλίας συγκρούονταν στην κατανομή της ισχύος και της επιρροής στη διαμελιζόμενη Οθωμανική Αυτοκρατορία-, ευνόησαν την απελευθέρωση και τη συγκρότηση κράτους. Ωστόσο, το γεγονός ότι το κράτος αυτό παρέμεινε βασικά μια «πύλη», μια συμπληρωματική στις ισχυρές χώρες κρατική οντότητα και οικονομία, χωρίς ουσιώδη πολιτική και οικονομική αυτονομία, εξηγεί πολλές από τις αιματηρές περιπέτειες που διατρέχουν την ελληνική ιστορία από τα τέλη του 19ου και μετά. Ίσως και μέχρι τις μέρες μας, στους μνημονιακούς σκοτεινούς χρόνους.
Το αντεπιχείρημα που ενδεχομένως θα ακουστεί από τους ζηλωτές της μετατροπής της Ελλάδας σε «πύλη» είναι ότι ο ελλαδικός χώρος υπήρξε τέτοια πύλη ανέκαθεν. Από τους μυκηναϊκούς χρόνους και μετά, αυτή η έντονα διαμελισμένη κόγχη της Μεσογείου με τις δεκάδες νησιωτικές γέφυρες, που καθιστούσαν ασφαλέστερο ένα ναυτικό ταξίδι από την Πύλο στη Βόρεια Αφρική ή από τη Σικελία στα μικρασιατικά παράλια, αποτελεί τη σταθερή «πύλη» επικοινωνίας Ανατολής και Δύσης, Βορρά και Νότου. Ορθό, με τη διαφορά ότι ταυτόχρονα αποτέλεσε διαδοχικά την ενδοχώρα πολιτικά ισχυρών και οικονομικά ανθηρών ηγεμονιών ή αυτοκρατοριών επί σχεδόν 3.000 χρόνια, με μακρά σκοτεινά διαλείμματα, βεβαίως. Η αθηναϊκή θαλασσοκρατορία, η αλεξανδρινή αυτοκρατορία, τα ελληνιστικά βασίλεια, η ρωμαϊκή, η βυζαντινή και η οθωμανική αυτοκρατορία, με διακυμάνσεις και διαβαθμίσεις, προσέδιδαν στον ελλαδικό χώρο όχι απλά τον χαρακτήρα μιας «πύλης», αλλά μιας οικονομικής και κοινωνικής οντότητας που δεν εξαρτιόταν θανάσιμα από τους κύκλους της παγκόσμιας οικονομίας και του διεθνούς εμπορίου.
Επομένως, ακόμη κι αν κάποιος θεωρήσει σήμερα ως λύση ανασυγκρότησης τη μετατροπή της Ελλάδας σε πύλη του διεθνούς εμπορίου, ακόμη κι αν μετατρέψει όλα τα λιμάνια σε «πάρκινγκ» εμπορευματοκιβωτίων στη διαδρομή τους από την Ανατολή προς τη Δύση και αντίστροφα, ακόμη κι αν διαθέσει όλα τα μεταφορικά δίκτυα, τις σιδηροδρομικές ράγες, τους οδικούς άξονες, τα αεροδρόμια, το έδαφος από το οποίο περνούν αγωγοί πετρελαίου και αερίου, αυτό δεν εξασφαλίζει μακρόχρονη επιβίωση. Η μετατροπή μιας χώρας σε «διάδρομο» αγαθών και κεφαλαίων με τους σημερινούς όρους δεν αποτελεί παρά συγκεκαλυμμένη μορφή αποικιοποίησης μιας οικονομίας χωρίς έναν ελάχιστο παραγωγικό ιστό. Εκτός από κούληδες, βαστάζοι και σερβιτόροι, οι Έλληνες κάτι πρέπει να παράγουμε στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα. Πολύ περισσότερο που διαθέτουμε μια πολλά υποσχόμενη γη, με ό,τι αυτή περιλαμβάνει στο υπέδαφος και στην επιφάνειά της, κάτω από τη θάλασσα και στον αφρό της.
Το λέει, άλλωστε, και η Μέρκελ -«δεν νοείται χώρα χωρίς βιομηχανικό τομέα»-, με τη διαφορά ότι είναι η ίδια η χώρα που πρέπει να επιλέγει το είδος παραγωγικής δραστηριότητας που την καθιστά απαραίτητη κι όχι συμπληρωματική στις οικονομίες των ηγεμόνων της.
Χωρίς αυτή την προϋπόθεση, το «όραμα» της μετατροπής της Ελλάδας σε πύλη της Κίνας, της Ρωσίας, της Γερμανίας και οποιουδήποτε άλλου εξελίσσεται σε μια αποδοχή της νέας αποικιοποίησής της. Εκτός από αποικία χρέους, η ελληνική οικονομία προορίζεται για μια κανονική εμπορευματική αποικία, με τους όρους της σκληρής αποικιοκρατίας των προηγούμενων αιώνων. Το πλεονέκτημα της πύλης μετατρέπεται σε μια κερκόπορτα άλωσης της επικράτειας, των υποδομών της, του πλούτου της και των ανθρώπων της. Αν μάλιστα ο αποικισμός συνεχιστεί με τους κινεζικούς όρους απασχόλησης που φημολογείται πως επικρατούν στο λιμάνι του Πειραιά ή τους όρους «απελευθέρωσης» της αγοράς εργασίας που επιβάλλει η τρόικα (οποία αγαστή συνέργεια!), τότε η «πύλη» της Ανατολής για τη Δύση, και αντιστρόφως, για τους ιθαγενείς καταλήγει απλώς μια πύλη για την κόλαση.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Mεσόγειο τη λεν και παίζουνε γυμνά
παιδιά με μαύρα μάτια, αγάλματα πικρά
Γέννησε τους Θεούς, τον ίδιο το Χριστό,
το καλοκαίρι εκεί δεν τρέμει τον καιρό.
Μεσ’ τη Μεσόγειο
Το αίμα τους αιώνες σκάλισε εκεί
τα βράχια και τους κάβους και τη βαθιά σιωπή.
Νησιά σαν περιστέρια, αιώνιες φυλακές,
το καλοκαίρι εκεί δεν τρέμει τις βροχές.
Μεσ’ τη Μεσόγειο…
Οι κάμποι κι οι ελιές χάνονται στη φωτιά,
τα χέρια μένουν μόνα κι άδεια τα κορμιά.
Λαοί της συμφοράς και πίκρα του θανάτου,
το καλοκαίρι εκεί δε χάνει τα φτερά του.
Μεσ’ τη Μεσόγειο…
Εδώ, στη λίμνη αυτή γεννήθηκα κι εγώ.
Mεσόγειος του φόβου και των πικρών καιρών.
Τα όνειρα που ’παίζαν στα βαθιά νερά
γινήκαν δέντρα μόνα στα ξερά νησιά.
Μεσ’ τη Μεσόγειο…
Τον Παρθενώνα κρύβουν σύννεφα βαριά.
Στην Ισπανία εχάθη η λέξη «λευτεριά».
Πάντα η Αθήνα μένει όνειρο πικρό.
Το καλοκαίρι εκεί δεν τρέμει τον καιρό.
Μεσ’ στη Μεσόγειο…
Δημήτρη Χριστοδούλου, «Μεσόγειος» (Μουσική Ζορζ Μουστακί)
(Από τη στήλη «Ελεύθερος Σκοπευτής», Επενδυτής, 25/5/2013)
Η όλη υπόθεση μου θυμίζει τον Φωτόπουλο στην ταινία του Σακελλάριου «Ούτε γάτα ούτε ζημιά», στον ρόλο του σταθμάρχη της Θυμαριάς, όπου εκτυλίσσεται ένα γαϊτανάκι συζυγικής απιστίας. Η Θυμαριά είναι ένα μικρό χωριό -μου είναι άγνωστο αν πράγματι υπάρχει- για το οποίο ο σταθμάρχης Φωτόπουλος θυμίζει με κάθε ευκαιρία ότι είναι «μικρό, αλλά κόμβος». Κάπως έτσι και η εκτός παγκοσμίου παραγωγικού και εμπορικού χάρτη Ελλάδα υποτίθεται ότι επιχειρεί να ανακτήσει τη θέση που είχε στο πέρασμα των αιώνων ως κόμβος μεταξύ Ανατολής και Δύσης. Μικρά, παρηκμασμένη, υπερχρεωμένη, αλλά κόμβος. Ή πύλη, κατά την ορολογία που επισήμως υιοθέτησε ο πρωθυπουργός στο Πεκίνο και στη Σανγκάη. Για την ακρίβεια πύλη της Κίνας προς την Ευρώπη.
Θεμιτή η φιλοδοξία, αλλά πρέπει να σκεφτεί κανείς τα χωροταξικά, τα γεωοικονομικά, τα γεωπολιτικά και τα λοιπά όριά της. Για πόσους και ποιους «περαστικούς» η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει πύλη; Πύλη τις Κίνας, του εργοστάσιου του κόσμου, προς τη Δύση και αντιστρόφως. Ενεργειακή πύλη της Ρωσίας προς την Ευρώπη, αλλά και πύλη για το αζερικό αέριο προς τον ίδιο προορισμό. Πύλη, ή για την ακρίβεια κόμβος, των δικτύων μεταφοράς, εμπορευματικών και επιβατικών, από ανατολάς προς δυσμάς και τούμπαλιν. Και για να μην ξεχνιόμαστε, η Ελλάδα παραμένει βασική πύλη για τα μεταναστευτικά ρεύματα της Ασίας και της Αφρικής προς τη Δύση, ρεύματα τα οποία κατά κανόνα τροφοδοτεί η Δύση με τις πολεμικές και αποικιοκρατικές αθλιότητες στις οποίες συχνότατα επιδίδεται στην Ανατολή. Σημειωτέον, επίσης, ότι η Ελλάδα παραμένει πάντα πύλη, τουλάχιστον εφεδρική, για τις εκστρατευτικές εξόδους του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ προς Ασία και Αφρική. Επίσης, αντιμετωπίστηκε στο παρελθόν ως πύλη για την οικονομική επέκταση της Ευρώπης στα Βαλκάνια, αλλά και ως πύλη εισόδου των μεταναστευτικών πληθυσμών που εξόρισε η «ανασυγκρότηση» των Βαλκανίων και των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης.
Το να γίνει μια χώρα «πύλη» ακούγεται ελκυστικό, προνομιακό. Υπόσχεται πλούτο, υπεραξίες, επενδύσεις, απασχόληση και εισόδημα. Ενέχει, ωστόσο, και τον κίνδυνο να τη μετατρέψει σε κέντρο διερχομένων. Το Χρηματιστήριο, για παράδειγμα, είναι εδώ και εβδομάδες μια «πύλη» κεφαλαίων που περνούν, κάνουν την αρπαχτή τους και εξαφανίζονται. Τίποτα δεν έρχεται για να μείνει ή έστω να σταθμεύσει για λίγους μήνες. Το τραπεζικό σύστημα, επίσης, εδώ και τρεις δεκαετίες χρησιμοποιήθηκε ως «πύλη» από την οποία πέρασαν κεφάλαια πολλών δισεκατομμυρίων, και σ’ αυτό οφείλεται σε μεγάλο βαθμό το χρηματοπιστωτικό big bang, από το οποίο σήμερα έχει απομείνει μόνο μια ισχνή σκιά. Τα δεκάδες δισεκατομμύρια των ΚΠΣ που ξεκίνησαν τη δεκαετία του ’90 πέρασαν επίσης από την «πύλη» της ελληνικής οικονομίας και σήμερα δεν έχουν απομείνει παρά ελάχιστα ίχνη τους. Και το ολυμπιακό πάρτι του 2004 χρησιμοποιήθηκε ως μια τεράστια «πύλη» από κατασκευαστικούς και τεχνολογικούς κολοσσούς, αλλά τα δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ που πέρασαν από το κατώφλι του απλώς διεύρυναν τη μαύρη τρύπα του χρέους.
Το να επιλέγει μια χώρα να γίνει «πύλη» δεν επιφέρει αυτονόητα αγαθά. Μπορεί να επισωρεύει και δεινά. Υπάρχουν τουλάχιστον δύο παραδείγματα παγκόσμιων «πυλών» που πλήρωσαν το προνόμιό τους με πολύχρονη αποικιοκρατία, συρράξεις, στρατιωτικές επεμβάσεις, πραξικοπήματα. Οι διώρυγες του Σουέζ και του Παναμά, τεχνητές πύλες τις διεθνούς ναυτιλίας και δίκτυα κατάκτησης των παγκόσμιων αγορών από τις μεγάλες καπιταλιστικές χώρες, υπήρξαν ταυτόχρονα πυλώνες της αποικιοκρατίας για τους Αιγύπτιους και τους Παναμέζους. Οι δυο χώρες πλήρωσαν ακριβά, και μάλιστα αιματηρά, το προνόμιό τους.
Από πολλές απόψεις κάτι ανάλογο συνέβη και με το νεότερο ελληνικό κράτος. Η υποστήριξη της συγκρότησής του από τις τότε Μεγάλες Δυνάμεις σχετίζεται ακριβώς με το γεγονός ότι το αντιμετώπιζαν σαν μοναδική γεωγραφικά πύλη για τις οικονομικές, αποικιοκρατικές και επεκτατικές βλέψεις τους. Έστω κι αν οι βλέψεις αυτές ήταν ανταγωνιστικές -τα σχέδια της βρετανικής αυτοκρατορίας, της Ρωσίας και της Γαλλίας συγκρούονταν στην κατανομή της ισχύος και της επιρροής στη διαμελιζόμενη Οθωμανική Αυτοκρατορία-, ευνόησαν την απελευθέρωση και τη συγκρότηση κράτους. Ωστόσο, το γεγονός ότι το κράτος αυτό παρέμεινε βασικά μια «πύλη», μια συμπληρωματική στις ισχυρές χώρες κρατική οντότητα και οικονομία, χωρίς ουσιώδη πολιτική και οικονομική αυτονομία, εξηγεί πολλές από τις αιματηρές περιπέτειες που διατρέχουν την ελληνική ιστορία από τα τέλη του 19ου και μετά. Ίσως και μέχρι τις μέρες μας, στους μνημονιακούς σκοτεινούς χρόνους.
Το αντεπιχείρημα που ενδεχομένως θα ακουστεί από τους ζηλωτές της μετατροπής της Ελλάδας σε «πύλη» είναι ότι ο ελλαδικός χώρος υπήρξε τέτοια πύλη ανέκαθεν. Από τους μυκηναϊκούς χρόνους και μετά, αυτή η έντονα διαμελισμένη κόγχη της Μεσογείου με τις δεκάδες νησιωτικές γέφυρες, που καθιστούσαν ασφαλέστερο ένα ναυτικό ταξίδι από την Πύλο στη Βόρεια Αφρική ή από τη Σικελία στα μικρασιατικά παράλια, αποτελεί τη σταθερή «πύλη» επικοινωνίας Ανατολής και Δύσης, Βορρά και Νότου. Ορθό, με τη διαφορά ότι ταυτόχρονα αποτέλεσε διαδοχικά την ενδοχώρα πολιτικά ισχυρών και οικονομικά ανθηρών ηγεμονιών ή αυτοκρατοριών επί σχεδόν 3.000 χρόνια, με μακρά σκοτεινά διαλείμματα, βεβαίως. Η αθηναϊκή θαλασσοκρατορία, η αλεξανδρινή αυτοκρατορία, τα ελληνιστικά βασίλεια, η ρωμαϊκή, η βυζαντινή και η οθωμανική αυτοκρατορία, με διακυμάνσεις και διαβαθμίσεις, προσέδιδαν στον ελλαδικό χώρο όχι απλά τον χαρακτήρα μιας «πύλης», αλλά μιας οικονομικής και κοινωνικής οντότητας που δεν εξαρτιόταν θανάσιμα από τους κύκλους της παγκόσμιας οικονομίας και του διεθνούς εμπορίου.
Επομένως, ακόμη κι αν κάποιος θεωρήσει σήμερα ως λύση ανασυγκρότησης τη μετατροπή της Ελλάδας σε πύλη του διεθνούς εμπορίου, ακόμη κι αν μετατρέψει όλα τα λιμάνια σε «πάρκινγκ» εμπορευματοκιβωτίων στη διαδρομή τους από την Ανατολή προς τη Δύση και αντίστροφα, ακόμη κι αν διαθέσει όλα τα μεταφορικά δίκτυα, τις σιδηροδρομικές ράγες, τους οδικούς άξονες, τα αεροδρόμια, το έδαφος από το οποίο περνούν αγωγοί πετρελαίου και αερίου, αυτό δεν εξασφαλίζει μακρόχρονη επιβίωση. Η μετατροπή μιας χώρας σε «διάδρομο» αγαθών και κεφαλαίων με τους σημερινούς όρους δεν αποτελεί παρά συγκεκαλυμμένη μορφή αποικιοποίησης μιας οικονομίας χωρίς έναν ελάχιστο παραγωγικό ιστό. Εκτός από κούληδες, βαστάζοι και σερβιτόροι, οι Έλληνες κάτι πρέπει να παράγουμε στον πρωτογενή και δευτερογενή τομέα. Πολύ περισσότερο που διαθέτουμε μια πολλά υποσχόμενη γη, με ό,τι αυτή περιλαμβάνει στο υπέδαφος και στην επιφάνειά της, κάτω από τη θάλασσα και στον αφρό της.
Το λέει, άλλωστε, και η Μέρκελ -«δεν νοείται χώρα χωρίς βιομηχανικό τομέα»-, με τη διαφορά ότι είναι η ίδια η χώρα που πρέπει να επιλέγει το είδος παραγωγικής δραστηριότητας που την καθιστά απαραίτητη κι όχι συμπληρωματική στις οικονομίες των ηγεμόνων της.
Χωρίς αυτή την προϋπόθεση, το «όραμα» της μετατροπής της Ελλάδας σε πύλη της Κίνας, της Ρωσίας, της Γερμανίας και οποιουδήποτε άλλου εξελίσσεται σε μια αποδοχή της νέας αποικιοποίησής της. Εκτός από αποικία χρέους, η ελληνική οικονομία προορίζεται για μια κανονική εμπορευματική αποικία, με τους όρους της σκληρής αποικιοκρατίας των προηγούμενων αιώνων. Το πλεονέκτημα της πύλης μετατρέπεται σε μια κερκόπορτα άλωσης της επικράτειας, των υποδομών της, του πλούτου της και των ανθρώπων της. Αν μάλιστα ο αποικισμός συνεχιστεί με τους κινεζικούς όρους απασχόλησης που φημολογείται πως επικρατούν στο λιμάνι του Πειραιά ή τους όρους «απελευθέρωσης» της αγοράς εργασίας που επιβάλλει η τρόικα (οποία αγαστή συνέργεια!), τότε η «πύλη» της Ανατολής για τη Δύση, και αντιστρόφως, για τους ιθαγενείς καταλήγει απλώς μια πύλη για την κόλαση.
ΘΕΩΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΡΑΞΙΑ
Mεσόγειο τη λεν και παίζουνε γυμνά
παιδιά με μαύρα μάτια, αγάλματα πικρά
Γέννησε τους Θεούς, τον ίδιο το Χριστό,
το καλοκαίρι εκεί δεν τρέμει τον καιρό.
Μεσ’ τη Μεσόγειο
Το αίμα τους αιώνες σκάλισε εκεί
τα βράχια και τους κάβους και τη βαθιά σιωπή.
Νησιά σαν περιστέρια, αιώνιες φυλακές,
το καλοκαίρι εκεί δεν τρέμει τις βροχές.
Μεσ’ τη Μεσόγειο…
Οι κάμποι κι οι ελιές χάνονται στη φωτιά,
τα χέρια μένουν μόνα κι άδεια τα κορμιά.
Λαοί της συμφοράς και πίκρα του θανάτου,
το καλοκαίρι εκεί δε χάνει τα φτερά του.
Μεσ’ τη Μεσόγειο…
Εδώ, στη λίμνη αυτή γεννήθηκα κι εγώ.
Mεσόγειος του φόβου και των πικρών καιρών.
Τα όνειρα που ’παίζαν στα βαθιά νερά
γινήκαν δέντρα μόνα στα ξερά νησιά.
Μεσ’ τη Μεσόγειο…
Τον Παρθενώνα κρύβουν σύννεφα βαριά.
Στην Ισπανία εχάθη η λέξη «λευτεριά».
Πάντα η Αθήνα μένει όνειρο πικρό.
Το καλοκαίρι εκεί δεν τρέμει τον καιρό.
Μεσ’ στη Μεσόγειο…
Δημήτρη Χριστοδούλου, «Μεσόγειος» (Μουσική Ζορζ Μουστακί)
(Από τη στήλη «Ελεύθερος Σκοπευτής», Επενδυτής, 25/5/2013)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου