του Δημητρη Παπανικολαου, απο το Τεχνηεντως...
Να λοιπόν που φτάσαμε στα χρόνια που εφευρέθηκε η κατάργηση της Μεταπολίτευσης. Γιατί, όπως και να το δει κανείς, γι’ αυτό ακριβώς δεν είναι που επιχαίρει ο Νίκος Δένδιας στις γνωστές δηλώσεις του;
Λέει ο υπουργός (Ιανουάριος 2013): «Ήρθε η ώρα η χώρα να κλείσει τους λογαριασμούς που μένουν ανοιχτοί από το 1974-1975 μέχρι σήμερα. Είτε αυτοί λέγονται ανομία, είτε αυτοί λέγονται καταλήψεις, είτε αυτοί λέγονται μεταναστευτικό, είτε μιλάμε για το άγος της Μαρφίν. Όλα αυτά πρέπει να βρουν το δρόμο τους. Και ο δρόμος τους μπορεί και πρέπει να είναι μόνο ένας, η εφαρμογή των νόμων προς όλους. [...] Τεράστιο όφελος έχει ο μέσος άνθρωπος, ο μέσος πολίτης από την επιβολή της ευνομίας».
Το ανατριχιαστικό σε αυτές τις δηλώσεις δεν είναι η γλιστερή λογική τους (Μεταπολίτευση> ανομία> καταλήψεις> μεταναστευτικό!), ούτε ίσως η σιγουριά ότι έχουν πια κερδίσει προνομιακό συνομιλητή σε αυτό που η τελευταία φράση ονομάζει «μέσο άνθρωπο, μέσο πολίτη». Το ανατριχιαστικό είναι αυτό το «όλα θα βρουν το δρόμο τους». Που, ας μην γελιόμαστε, μπορεί να ξεκινάει σημαίνοντας ολα θα πάνε καλά τώρα που βρήκαμε καλή περπατησιά, καταλήγει όμως και λίγο σαν να βγαίνει από ταινία τρόμου. Κάθι Μπέητς στο Misery. Να κοιτάζει με λατρεία στα μάτια, να χαμογελάει ήρεμα, και με αυτοπεποίθηση, αλλά και το τσεκούρι στο χέρι, λέγοντας στο ακινητοποιημένο σ’ ένα κρεβάτι θύμα της, «Εμπιστεύσου με. Είναι για το καλύτερο». Χραπ.
Τα σχόλια Δένδια έγιναν, θυμίζω, εντός του πλάνου που στήνεται με τόσους τρόπους τον τελευταίο καιρό, όπου το κάδρο εκμεταλλεύεται στο έπακρο το φόβο του «μέσου πολίτη», την ώρα που το σενάριο, συνεχώς, κλείνει παλιούς λογαριασμούς. Εν προκειμένω, σκηνικό ήταν το συνέδριο «Πόλη: Εγκληματικότητα και ανασφάλεια στην εποχή της οικονομικής κρίσης». Στο Γκάζι. Κι εκεί, το σκεπτικό, και καλά, της παρέμβασης Δένδια ήταν ότι από το 1974 ως σήμερα «επικράτησε η προσπάθεια να κουκουλώσουμε τις σκληρές επιλογές» κι αυτή είναι «μια από τις αιτίες που οδήγησαν τη χώρα στα αδιέξοδα που βιώνουμε σήμερα».
Θα πει κανείς «πώς και τη θυμήθηκε ξαφνικά τη Μεταπολίτευση». Μα αν το καλοσκεφτείς, φαίνεται φυσικό: το μόνο που στέκει ανάμεσα στην ποιμαντική ρητορική του υπουργού Δένδια και την πιο εξόφθαλμα ιατρική μεταφορολογία του χουντικού συνταγματάρχη Παπαδόπουλου («η χώρα είναι ασθενής σε γύψο»), είναι αυτό το περίεργο πράγμα που το είπανε Μεταπολίτευση. Μοιάζει πλέον εντελώς ξεκάρφωτο, μια παραφωνία. Καιρός να το καταργήσουμε.
Αξίζει όμως μια μικρή έρευνα στο ίντερνετ, και βλέπεις ότι το αφήγημα «το τέλος της Μεταπολίτευσης» γίνεται όλο και πιο πολύ της μόδας τον τελευταίο καιρό. Το χρησιμοποιούν από αναλυτές που θέλουν να μιλήσουν για το τέλος του δικομματισμού, μέχρι τη Χρυσή Αυγή, στα χείλη της οποίας, άλλωστε, η φράση «έχει ήδη σημάνει το τέλος της Μεταπολίτευσης» (βλ. δήλωση του κόμματος 18/11/2012), γίνεται ευχή που θέλει να στοχεύσει την κυριολεξία.
Οι δηλώσεις Δένδια πατάνε όμως σε μια πιο εξελιγμένη εκδοχή αυτού του αφηγήματος, η οποία έχει πλασθεί σιγά σιγά. Σε αυτήν ανήκει, για παράδειγμα, το περίφημο κείμενο του Στάθη Καλύβα «Η κουλτούρα της Μεταπολίτευσης» γραμμένο στην Καθημερινή το Δεκέμβρη του 2008. Αλλά και το ευρύτερο εγχείρημα του ίδιου και ομάδας πανεπιστημιακών, να αναθεωρήσουν την ιστορία του Εμφυλίου στη βάση μιας θεωρίας της βίας. Αυτήν την εκδοχή «τέλους Μεταπολίτευσης» σμιλεύει και το μεγαλύτερο μέρος της νεοφιλελεύθερης αρθρογραφίας, που μιλάει για «κουλτούρα της βίας» για «μπαχαλάκηδες] κλπ. Αυτήν την εκδοχή υπηρετεί, αν και συχνά άκομψα, αρκετή από την κρατική προπαγάνδα, αλλά και τα άρθρα του Ηλία Κανέλλη. Ο οποίος, ως Άλλος, εν έτει 1990, όταν η αστυνομία είχε ανακοινώσει ότι θα μπουν κάμερες στα Εξάρχεια, έγραφε το περίφημο κείμενο προτρέποντας «σπάστε τις λοιπόν, τι περιμένετε» (εφ.Εποχή, 18/11/1990). Και τώρα, ως ο πιο καλός ο ανανήψας, γράφει με μια καθήλωση που, εκτός από ψυχαναλυτικά, καταλήγει και μοντερνιστικά ενδιαφέρουσα, για την «τήρηση των νόμων». Τα κείμενά του, ξανά και ξανά, προσπαθούν να δείξουν με το δάχτυλο «κουλτούρες της Μεταπολίτευσης» από τα μέσα – και στο πλέγμα αυτό περιγράφει, από την κουλτούρα του Κνίτη ca. 1985, μέχρι τα βιβλία που βρέθηκαν στις γιάφκες τρομοκρατών, και από το προφίλ του «αιώνιου φοιτητή» μέχρι τα παλιά προβλήματα υγείας ενός αριστερού πολιτικού. Τώρα, βέβαια, όποιος ξέρει τα περί Χούντας του καλά, γνωρίζει ότι και την περίοδο 1967-74 επεκράτησαν παρόμοιες λογικές, σε επίπεδο τουλάχιστον δημόσιας ρητορικής. Μπορεί κανείς να καταλάβει τι εννοώ αν διαβάσει, για παράδειγμα, τα (επίμονα, επαναλαμβανόμενα, και «από τα μέσα») κείμενα του ιδεολογικού καθοδηγητή του καθεστώτος και ανανήψαντα καριέρας, Γεωργίου Γεωργαλά. Και για να μην παρεξηγηθώ, εννοώ τη σύγκριση τηρουμένων των αναλογιών. Αλλά την εννοώ.
Όλη αυτή η ρητορική υπερπαραγωγή περί Τέλους Μεταπολίτευσης, μοιάζει βεβαίως με παρόμοιες νεοφιλελεύθερες κορώνες που έχουν στο πρόσφατο παρελθόν υψωθεί και αλλού. Ο Σαρκοζί ήθελε να τελειώνει με την κουλτούρα του Μάη του ’68 (νομίζω μάλιστα ότι ο Δένδιας, ρητορικά, αυτόν αντιγράφει), οι Γερμανοί με το αντάρτικο πόλεων, και οι Ιταλοί με τις Ταξιαρχίες.
Αλλά αυτό που συμβαίνει εδώ με την Μεταπολίτευση έχει διαφορά ποιοτική: πρώτον είναι πολύ πιο οργανωμένο, πιάνει πολύ μεγαλύτερο χώρο και η πολιτική του λογική πάει βαθύτερα· μιλάμε για σύστημα πολιτικής επιβολής. Δεύτερον, όσο και αν κάποιοι την θέλουν συνώνυμη με τις δικές τους καθηλώσεις, η Μεταπολίτευση παραμένει μια μακρά πολιτική διαδικασία, δεν είναι ούτε ένα γεγονός, ούτε μια τρομοκρατική ενέργεια. Η ρητορική περί του τέλους της, όσο και αν το κρύβει, θα είναι πάντα μια ρητορική κλασικά αντιδημοκρατική, τελεία.
Τρίτον, η Μεταπολίτευση υπήρξε επίσης (και δυστυχώς) μια διαδικασία κατά την οποία τα πιο ριζοσπαστικά αιτήματα που αναδύθηκαν από την αντίσταση στη Χούντα και τα πρώτα μεταπολιτευτικά χρόνια (αυτό που ο Δένδιας ονομάζει ’74 – 75′) ηττήθηκαν. Μιλώ για αιτήματα που έρχονται κατευθείαν στην ουρά των 60ς, και είναι, και στην Ελλάδα όπως και αλλού, αιτήματα για ριζική αλλαγή του τρόπου της πολιτικής συμμετοχής. Η Μεταπολίτευση, επιτέλους, δεν είναι η εποχή κατά την οποία δεν επεκράτησε η κατά Δένδια ευκταία σκληρότης. Είναι, αντίθετα, η εποχή στην οποία χαλυβουργήθηκε μια δημόσια σφαίρα στην οποία μεσουρανούν πλέον μίντια που, ακόμα και η πλειοψηφία των «μέσων πολιτών», θεωρεί εξωνημένα και στην υπηρεσία των συμφερόντων συγκεκριμένης κάστας.
Με άλλα λόγια: η Μεταπολίτευση δεν είναι μια κουλτούρα στην οποία όσοι τώρα ανακοινώνουν το τέλος της, εναντιώνονται. Είναι, δυστυχώς, η μακρά διαδικασία που, εκτός των άλλων, γέννησε και τους ίδιους, και τη δυναμική τους, και τα κανάλια από την οποία τη διοχετεύουν. Τώρα θα μου πεις, γιατί λοιπόν τόσος κόπος να την καταγγείλουν.
Α, εδώ ερχόμαστε σε μια άλλη ιστορία, και είναι η ιστορία μιας εικόνας. Γιατί όλοι αυτοί που λένε, ας τελειώνουμε με τους ανοιχτούς λογαριασμούς του ’74 (και μετά με άγχος προσθέτουν και το ’75, μην και παρεξηγηθούν), αυτό με το οποίο θέλουν να κλείσουν τους λογαριασμούς τους δεν είναι ό,τι συνέβη έκτοτε. Αυτό που συνέβη έκτοτε, αντίθετα, είναι το σύστημα που οι ίδιοι καλά εξυπηρετούν. Τον ανοιχτό λογαριασμό τον έχουν όμως μ’ εκείνη την εικόνα, κόσμος στους δρόμους και να διεκδικεί ευθύνη και απόδοση ευθυνών, άλλη αντιπροσώπευση, άλλους όρους συμμετοχής και μια νέα ιστορία. Τους λογαριασμούς τους, λοιπόν, θέλουν να τους κλείσουν με αυτόν τον φόβο που κάποτε ένοιωσαν, αλλά και τον διαρκή φόβο που νοιώθουν κάθε φορά που αναλογίζονται, όχι το 74, αλλά την εικόνα και τη στιγμή του. Που ψιλοπιάνουν εκείνο το αχνό αεράκι που θα ξεφεύγει πάντα ως πιθανότητα: Ότι κάπου εκεί, και καθώς το νόημα αρχίζει νά’χει απ’ τη φωτιά, κάτι θα συμβεί· ότι ο κόσμος αυτός, οι άνθρωποι αυτοί, κάτι θα καταφέρουν.
Δημοσιεύτηκε στο UNFOLLOW 15
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου