Dies brumalis...
Τα αποτελέσματα των, ξεχασμένων πια, φοιτητικών εκλογών την προηγούμενη βδομάδα που ανέδειξαν για πολλοστή φορά πρώτη δύναμη τη ΔΑΠ-ΝΔΦΚ εν μέσω οικονομικής εξαθλίωσης και ανεργίας δεν έδειξαν να διαφοροποιούν τον χαρακτήρα των φοιτητικών εκλογών σε σχέση μ’ αυτόν που έχουν αποκτήσει όλα αυτά τα χρόνια. Και δεν είναι οι εκλογές και τα αποτελέσματά τους που αντιστέκονται σθεναρά χρόνια τώρα σε χαρακτηρισμούς η διαπιστώσεις περί κινήματος στο χώρο της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης αλλά η μαζική απουσία της νεολαίας από κοινωνικούς αγώνες και διεκδικήσεις.
Κι αναρωτιέται κανείς μέσα σ’ αυτό το ασφυκτικό πολιτικοοικονομικό περιβάλλον ποιο μέλλον μπορεί να επιφυλάσσεται σε νέους που μοιάζει, προς το παρόν, να μη το διεκδικούν δυναμικά.
Ο Δ.. Γληνός, πριν από περίπου ογδόντα χρόνια (1932), προσπαθούσε να απαντήσει στο ερώτημα «ποιοι δρόμοι ανοίγονται μπροστά στους νέους».
«Μ ερωτάτε να σας πως κι εγώ, ποιοι δρόμοι ανοίγονται μπροστά σας και φυσικά, ποιον απ’ όλους θα σας συμβούλευα ν’ ακολουθήσετε. Ίσως αρμοδιότεροι απ’ όλους εμάς της ώριμης γενιάς, είσαστε εσείς οι ίδιοι, για ν’ απαντήσετε σ’ αυτό το ερώτημα. Γιατί το αντίκρισμα της ζωής, που ζείτε τώρα σείς στα είκοσι χρόνια σας και στη σημερινή κρίσιμη θέση του κόσμου, εμείς δεν το ζήσαμε και ούτε μπορούσαμε να το ζήσουμε, όταν είμαστε στη δική σας θέση στα πανεπιστημιακά θρανία. … Ν’ ακολουθήσετε τη φωνή της συνείδησής σας, γιατί μέσα σ’ αυτή θα μιλάει και κάτι πλατύτερο από το άτομό σας, η κοινωνική και ταξική συνείδηση, που ζει χωρίς άλλο μέσα σας.
Οι δρόμοι που ανοίγονται σήμερα μπροστά σας, δεν είναι πολλοί, είναι δυο. Είτε θελήσετε να τους αναγνωρίσετε είτε όχι, είτε προσπαθήσουν να σας τους κρύψουν μέσα στην ομίχλη ιδεαλιστικών σοφισμάτων, οι δρόμοι που ανοίγουνε μπροστά σας είναι και μένουνε δυο: ή θα πάτε με το μέρος της συντήρησης και της αντίδρασης ή θα πάτε με το μέρος της επανάστασης. Tertium non datur.
Μα θα μου πείτε: τι δουλειά έχουμε μεις με την αντίδραση ή την επανάσταση; Πολιτικάντηδες ήρθαμε να γίνουμε; Ήρθαμε να σπουδάσουμε μιαν επιστήμη και να ζήσουμε έπειτα στην κοινωνία με την άσκηση της επιστήμης αυτής. Τι δουλειά έχει η επιστήμη μας με την πολιτική;
Αλήθεια υπάρχουν άνθρωποι που θα σας μιλήσουν με φρίκη και αηδία και με έσχατη περιφρόνηση για την «πολιτική» και θα σας ξορκίσουν να μην έχετε καμιά σχέση μ’ αυτή την κατάρα του καιρού μας, την πολιτική, που χώνει σαν το Μεφιστοφελή την ουρά της στην καθαρή φιλοσοφία, στην καθαρή επιστήμη, στην καθαρή τέχνη και τα μολύνει όλα….
Εγώ πάλι πιστεύω πως είναι των αδυνάτων αδύνατο να ξεχωρίσει κανείς οποιοδήποτε κλάδο της ανθρώπινης πνευματικής ενέργειας από την πολιτική. Γιατί ο άνθρωπος, ούτε σαν άτομο(που ουσιαστικά δεν υπάρχει) ούτε σαν σύνολο, μπορεί να μεταβληθεί ποτέ σ’ ένα απλό και μόνο θεωρητικό πλάσμα. Ζωή σημαίνει ενέργεια και τρόπος ενέργειας. Τρόπος ενέργειας σημαίνει πολιτική, είτε συνειδητή είτε όχι. Γιατί δεν υπάρχει ενέργεια του ανθρώπου που δεν είναι κοινωνικά καθορισμένη. Ο τρόπος λοιπόν που πραγματώνεται η ομαδική βούληση, είτε μέσα στις ομαδικές είτε μέσα στις ατομικές ενέργειες, είναι πολιτική, αφού στον έναν τρόπο μπορεί να αντιταχθεί άλλος τρόπος. …
… Για θέσετε παρακαλώ το ερώτημα, ποια είναι η σχέση που κάθε φορά, σε κάθε ιστορική στιγμή της ανθρωπότητας υπάρχει ανάμεσα στο «είναι», στο «νοείν» και στο «πράττειν»; Η μόνη απάντηση που μπορείτε να έχετε σε μια αντικειμενική έρευνα του προβλήματος αυτού είναι πως σε κάθε στιγμή της ιστορικής διαδρομής, σε κάθε ανθρώπινη κοινωνία, το «είναι», το «νοείν» και το «πράττειν» είναι αλληλένδετα αλληλοεξαρτημένα. Το «είναι», δηλ. οι αντικειμενικοί όροι της ανθρώπινης ζωής καθορίζουνε τη γνώση και αυτή οδηγεί στην πράξη, που από την άλλη μεριά κι αυτή είναι κάθε φορά το κίνητρο και το κριτήριο της γνώσης. Και η πράξη πάλι με τη γνώση μαζί επιδρούνε απάνω στην πραγματικότητα και τηνε μεταβάλλουν.
Γι’ αυτό και όταν αλλάζουν οι αντικειμενικοί όροι και δημιουργιέται μια νέα γνώση και βγαίνει ένα καινούριο πρέπει, ξεσπάει η αντίθεση με το παλιό και δημιουργιέται η ανάγκη μιας καινούριας σύνθεσης. Γι’ αυτό και η τάξη που άρχει κάθε φορά θέλει από τη μια μεριά να μονοπωλεί και να κοντρολάρει τη γνώση, δηλαδή την επιστήμη, και από την άλλη μεριά να χωρίζει απ’ αυτή το «πρέπει» (το «πρέπει» που της συμφέρει) και να το ανάγει σε θεία καταγωγή…
Αν αυτό είναι έτσι, τότες η αντίληψη που περιορίζει την έννοια της επιστήμης στην κατάχτηση μιας περιορισμένης περιοχής του επιστητού, ξεχωρισμένης με σινικά τείχη από κάθε γενική επισκόπηση του επιστητού και από την άλλη μεριά χωρίζει με στεγανά και αδιαπέραστα χωρίσματα την επιστήμη από τη ρύθμιση της ζωής, η αντίληψη λοιπόν αυτής της «καθαρής επιστήμης» είναι και αυτή μια πολιτική αντίληψη της επιστήμης. Οπερ έδει δείξαι.
Δικαιούμαστε λοιπόν σ’ αυτή την αντίληψη της επιστήμης ν’ αντιτάξουμε τη δική μας, που δεν χωρίζει την επιστήμη από τη ρύθμιση της ζωής…
Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή η σπουδή της επιστήμης είναι αναπόσπαστα ενωμένη με γενική θεώρηση της φυσικής και κοινωνικής πραγματικότητας. Και η γενική αυτή θεώρηση είναι μια επιστημονική φιλοσοφία.
Επιστήμονας χωρίς τέτια γενική επιστημονική κοσμοθεωρία είναι ένας απλός δεξιοτέχνης, ένας επαγγελματίας, πολύ κατώτερος από έναν εργάτη, γιατί ο τελευταίος, όταν είνε συνειδητός έχει, έστω και στις γενικές γραμμές, την επιστημονική θεώρηση του κόσμου…
Αλήθεια! Σκεφτείτε λιγάκι. Από πού έρχεστε σεις; Από ποια κοινωνικά στρώματα; Που ανήκετε; Το μεγαλύτερο πλήθος από σας είναι φτωχά παιδιά. Η αστική τάξη βέβαια υψώνει μπροστά στα μάτια όλων σας το τίμημα της προδοσίας: θέσεις κρατικές, πελατεία, αξιώματα, τίτλους, για να γίνετε οι πνευματικοί στυλοβάτες της. Ένα τραγικό παιδομάζωμα! Έτσι και οι γιανίτσαροι γίνονταν οι πιο φανατικοί διώχτες των χριστιανών, όπως τα παιδιά των φτωχών, που σπουδάζουν στα πανεπιστήμια και αλλάζουν κοινωνική κατάσταση, γίνονται οι πιο φανατικοί αντιδραστικοί.
Αν όμως ακούσετε τι σας λέει κατάβαθα το αίμα σας, δε θ’ αλλαξοπιστήσετε, δε θα προδώσετε την τάξη σας. Θα πάτε με το μέρος των φτωχών και θα αγωνιστείτε και σεις για να θεμελιώσετε τη νέα ζωή.
Και τότε θα βαδίσετε με βήμα ακλόνητο στο μόνο δρόμο που αληθινά ανοίγεται μπροστά σας»
Δημήτρη Γληνού «Εκλεκτές σελίδες», εκδ. Στοχαστής, 1975
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου