του Κωστα Ραπτη, απο το Κοκκινο Σημειωματαριο...
Η ομόθυμη καταγγελία, από μέσα ενημέρωσης και κομματικούς φορείς, των “πολιτικο-συνδικαλιστικών παιχνιδιών που παίζονται στις πλάτες των παιδιών μας” (με την εξαγγελθείσα, εννοείται, απεργία της ΟΛΜΕ κατά τη διάρκεια των Πανελλαδικών Εξετάσεων) εγείρει ορισμένες απορίες γλωσσικού χαρακτήρος.
Διότι τα περί ών ο λόγος “παιδιά” θα ήταν περισσότερο δόκιμο να περιγραφούν ως “άλογα κούρσας” - όπως αποκαλύπτει το ότι η ζέουσα μέριμνα όλων των ανιόντων αποκλείει, ακόμη και τώρα, κάθε ενοχλητικό και ξένο προς την εξεταστική διαδικασία ερώτημα (λ.χ. αν πρόκειται στο άμεσο μέλλον να υπάρχουν σχολεία, και τί είδους, ή καθηγητές ή διδακτικά βιβλία ή τάξεις με περισσότερους των 30 μαθητών ή υποχρεωτικές αλλαγές σχολικού περιβάλλοντος λόγω συμπτύξεων κ.ο.κ.).
Αλλά και διότι τα “παιδιά” δεν πρόκειται να πάψουν να είναι “παιδιά” ούτε μετά την περάτωση της πανελλαδικής διαβατηρίου τελετής - όπως μαρτυρεί η από πολλών ετών εξάπλωση της χρήσης του όρου για την κατονομασία υποαμειβόμενων, ανασφάλιστων, επισφαλώς εργαζομένων (πρβ. “θα πάρουμε τρία παιδιά να τρέξουμε το ΕΣΠΑ” κ.ο.κ.). Άλλωστε, “παιδιά” έχει και ο χώρος των εκπαιδευτικών. Αυτά ακριβώς που προορίζονται να απολυθούν ή να εξοριστούν – αφού, όπως συμβαίνει πάντα σε ανάλογες περιπτώσεις, το στήριγμα εντός του καθηγητικού κλάδου στο οποίο προσβλέπει η κυβερνητική πολιτική αποτελεί η συμβιβασμένη και δυσκίνητη κατηγορία των “παλαιών”.
Είναι οπωσδήποτε δηλωτικό μιας κάποιας σωφροσύνης ότι ο λόγος γίνεται για τις “πλάτες” των παιδιών και όχι, ας πούμε, για το “μέλλον” τους, όπως θα ήταν και το συνηθέστερο μέχρι προσφάτως. Αλλά βεβαίως οι “πλάτες” παραπέμπουν σε “βάρη”, καθώς και στις αρετές της καρτερίας και της αντοχής, ενώ αντιθέτως η επίκληση του “μέλλοντος” θα αφαιρούσε και την τελευταία επίφαση σοβαρότητας απ΄ όποιον έχει παρ΄ όλα αυτά το θράσος να μιλά για “τα παιδιά μας”, μετά τη δημοσίευση των τελευταίων στοιχείων της Eurostat για την ανεργία των νέων.
Όμως και οι “πλάτες”, πόσο μάλλον οι προοριζόμενες για δυσβάστακτα φορτία, προϋποθέτουν μια “σπονδυλική στήλη” και άρα ένα ενήλικο περιβάλλον που να είναι σε θέση να την στερεώσει και ενδυναμώσει. Με άλλα λόγια, μιαν δυνατότητα αντίστασης στις ροπές που να έχει ασκηθεί σε κάτι παραπάνω από το ότι και συ ως έφηβος στα μακάρια χρόνια του Αντρέα τραγουδούσες “No Future” με τους Sex Pistols...
Εξ ού και η σοβαρότερη περί τα “παιδιά μας” ακυριολεξία αφορά εντέλει στη χρήση του κτητικού. Για τα “παιδιά του” μόνον μιλά ο καθείς και για την απόδοση της επένδυσης του στην παραπαιδεία – εάν ακόμη είναι σε θέση να την αποτολμά. Όχι για τα παιδιά του γείτονα, του άνεργου, του μετανάστη, του ίδιου του καθηγητή. Προπαντός όχι για τα παιδιά που “διαρρέουν” από την υποχρεωτική εκπαίδευση, ή που παραμένουν σε αυτήν λιποθυμώντας στα προαύλια, ή που την ολοκληρώνουν χωρίς καμία ορατή προοπτική ζωής - τουλάχιστον εντός αυτής της χώρας.
Αν όλα τα παιδιά ήταν ολονών μας, η συζήτηση τη στιγμή της δια νόμου κατεδάφισης της δημόσιας εκπαίδευσης θα ήταν διαφορετική από το συνηθισμένο τηλεοπτικό παιχνιδάκι “κοινωνικού αυτοματισμού”.
Αν νοιαζόμασταν στο ελάχιστο για “τα παιδιά μας”, θα είχε ιδρώσει το αυτί μας από τον Δεκέμβριο του 2008. Αν μας απωθούσαν τα “παιχνίδια”, δεν θα μας απασχολούσε απλώς η εύρυθμη μετάβαση από μια ρημαγμένη δευτεροβάθμια σε μια ρημαγμένη τριτοβάθμια εκπαίδευση – την ώρα που ο διεθνής Τύπος γράφει για “χαμένη δια βίου γενιά”.
Απογόνους έχουν και οι αγέλες των λύκων. Άλλους τους κατασπαράζουν, άλλους τους μαθαίνουν να επιβιώνουν σε πόλεμο με τις λοιπές αγέλες. Δεν ξέρω αν και αυτούς θα ήταν ακριβές να τους αποκαλούμε “παιδιά”...
Διότι τα περί ών ο λόγος “παιδιά” θα ήταν περισσότερο δόκιμο να περιγραφούν ως “άλογα κούρσας” - όπως αποκαλύπτει το ότι η ζέουσα μέριμνα όλων των ανιόντων αποκλείει, ακόμη και τώρα, κάθε ενοχλητικό και ξένο προς την εξεταστική διαδικασία ερώτημα (λ.χ. αν πρόκειται στο άμεσο μέλλον να υπάρχουν σχολεία, και τί είδους, ή καθηγητές ή διδακτικά βιβλία ή τάξεις με περισσότερους των 30 μαθητών ή υποχρεωτικές αλλαγές σχολικού περιβάλλοντος λόγω συμπτύξεων κ.ο.κ.).
Αλλά και διότι τα “παιδιά” δεν πρόκειται να πάψουν να είναι “παιδιά” ούτε μετά την περάτωση της πανελλαδικής διαβατηρίου τελετής - όπως μαρτυρεί η από πολλών ετών εξάπλωση της χρήσης του όρου για την κατονομασία υποαμειβόμενων, ανασφάλιστων, επισφαλώς εργαζομένων (πρβ. “θα πάρουμε τρία παιδιά να τρέξουμε το ΕΣΠΑ” κ.ο.κ.). Άλλωστε, “παιδιά” έχει και ο χώρος των εκπαιδευτικών. Αυτά ακριβώς που προορίζονται να απολυθούν ή να εξοριστούν – αφού, όπως συμβαίνει πάντα σε ανάλογες περιπτώσεις, το στήριγμα εντός του καθηγητικού κλάδου στο οποίο προσβλέπει η κυβερνητική πολιτική αποτελεί η συμβιβασμένη και δυσκίνητη κατηγορία των “παλαιών”.
Είναι οπωσδήποτε δηλωτικό μιας κάποιας σωφροσύνης ότι ο λόγος γίνεται για τις “πλάτες” των παιδιών και όχι, ας πούμε, για το “μέλλον” τους, όπως θα ήταν και το συνηθέστερο μέχρι προσφάτως. Αλλά βεβαίως οι “πλάτες” παραπέμπουν σε “βάρη”, καθώς και στις αρετές της καρτερίας και της αντοχής, ενώ αντιθέτως η επίκληση του “μέλλοντος” θα αφαιρούσε και την τελευταία επίφαση σοβαρότητας απ΄ όποιον έχει παρ΄ όλα αυτά το θράσος να μιλά για “τα παιδιά μας”, μετά τη δημοσίευση των τελευταίων στοιχείων της Eurostat για την ανεργία των νέων.
Όμως και οι “πλάτες”, πόσο μάλλον οι προοριζόμενες για δυσβάστακτα φορτία, προϋποθέτουν μια “σπονδυλική στήλη” και άρα ένα ενήλικο περιβάλλον που να είναι σε θέση να την στερεώσει και ενδυναμώσει. Με άλλα λόγια, μιαν δυνατότητα αντίστασης στις ροπές που να έχει ασκηθεί σε κάτι παραπάνω από το ότι και συ ως έφηβος στα μακάρια χρόνια του Αντρέα τραγουδούσες “No Future” με τους Sex Pistols...
Εξ ού και η σοβαρότερη περί τα “παιδιά μας” ακυριολεξία αφορά εντέλει στη χρήση του κτητικού. Για τα “παιδιά του” μόνον μιλά ο καθείς και για την απόδοση της επένδυσης του στην παραπαιδεία – εάν ακόμη είναι σε θέση να την αποτολμά. Όχι για τα παιδιά του γείτονα, του άνεργου, του μετανάστη, του ίδιου του καθηγητή. Προπαντός όχι για τα παιδιά που “διαρρέουν” από την υποχρεωτική εκπαίδευση, ή που παραμένουν σε αυτήν λιποθυμώντας στα προαύλια, ή που την ολοκληρώνουν χωρίς καμία ορατή προοπτική ζωής - τουλάχιστον εντός αυτής της χώρας.
Αν όλα τα παιδιά ήταν ολονών μας, η συζήτηση τη στιγμή της δια νόμου κατεδάφισης της δημόσιας εκπαίδευσης θα ήταν διαφορετική από το συνηθισμένο τηλεοπτικό παιχνιδάκι “κοινωνικού αυτοματισμού”.
Αν νοιαζόμασταν στο ελάχιστο για “τα παιδιά μας”, θα είχε ιδρώσει το αυτί μας από τον Δεκέμβριο του 2008. Αν μας απωθούσαν τα “παιχνίδια”, δεν θα μας απασχολούσε απλώς η εύρυθμη μετάβαση από μια ρημαγμένη δευτεροβάθμια σε μια ρημαγμένη τριτοβάθμια εκπαίδευση – την ώρα που ο διεθνής Τύπος γράφει για “χαμένη δια βίου γενιά”.
***
Απογόνους έχουν και οι αγέλες των λύκων. Άλλους τους κατασπαράζουν, άλλους τους μαθαίνουν να επιβιώνουν σε πόλεμο με τις λοιπές αγέλες. Δεν ξέρω αν και αυτούς θα ήταν ακριβές να τους αποκαλούμε “παιδιά”...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου