Ήταν αναμφισβήτητα ένας χαρισματικός και πανούργος πολιτικός. Μία ένδειξη αυτής της πανουργίας αποτελεί και ο σφετερισμός μιας ιστορικής επετείου, παραγκωνισμένης έτσι κι αλλιώς στις μέρες μας, προς όφελος του κόμματός του το οποίο έμελλε να κυριαρχήσει στην πολιτική σκηνή της χώρας επί σχεδόν 40 χρόνια.
Η 3η Σεπτεμβρίου δεν είναι απλά η επέτειος ίδρυσης του ΠΑΣΟΚ. Η 3η Σεπτεμβρίου είναι η επέτειος του κινήματος που έφερε ξανά στην Ελλάδα τη Δημοκρατία, Το κίνημα που ίδρυσε ο Μακρυγιάννης το 1840 και κατάφερε να ενώσει τους αρχηγούς δύο αντίπαλων κομμάτων (Μεταξά και Λόντο), έναν στρατιωτικό (Καλλέργη) και άλλες σημαντικές προσωπικότητες της εποχής για τη διεκδίκηση αυτού που σήμερα θεωρούμε αυτονόητο ενώ χάνεται μέσα από τα χέρια μας κάθε μέρα.
Το κίνημα που ίδρυσε ο Μακρυγιάννης έφερε τη Δημοκρατία πίσω στη χώρα που τη γέννησε.
Το κίνημα που ίδρυσε ο Παπανδρέου την ευτέλισε σε απόλυτο βαθμό.
Όχι μόνο του, φυσικά.
Πάτησε πάνω στο διχασμό που είχε αφήσει πίσω του ο Εμφύλιος και ο οποίος επί τριάντα χρόνια διατηρούσε ανοιχτές πληγές. Πληγές τις οποίες η χούντα μόνο χειροτέρευσε. Ήταν πολύ εύκολο, λοιπόν, για τον κόσμο να πιστέψει σε έναν χαρισματικό άνθρωπο που του υποσχέθηκε τα πάντα. Που του έταξε ότι επιτέλους θα έπαιρνε το αίμα του πίσω από τη Δεξιά. Τα ψίχουλα που μοίρασε ήταν αρκετά για να τον διατηρήσουν στην εξουσία μέχρι το τέλος.
Από την άλλη, το αντίπαλο δέος του ΠΑΣΟΚ αρκέστηκε στη σπασμωδική απόπειρα εφαρμογής ορισμένων δήθεν “εκσυγχρονιστικών” μέτρων, χωρίς ποτέ να χτυπήσει τα προβλήματα στη ρίζα τους. Αντί να αλλάξει τα πράγματα, προτίμησε να αλλάξει τα πράσινα ανθρωπάκια με γαλάζια. Έπαιξε το ίδιο παιχνίδι και έχασε.
Όσο, λοιπόν, ο κόσμος καθόταν στις κερκίδες και παρακολουθούσε ανεμίζοντας σημαιούλες τα πράσινα και γαλάζια ανθρωπάκια να παίζουν έναν κάκιστο αγώνα ποδοσφαίρου, το έδαφος χανόταν κάτω από τα πόδια του.
Στο τέλος, η δεύτερη γενιά πολιτικών της μεταπολίτευσης δεν μπόρεσε καν να κρατήσει μάσκες και προσχήματα. Προκειμένου να παραμείνει στην εξουσία, έβαλε στην άκρη τις όποιες “ιδεολογικές” διαφορές (σημειολογικές θα τις έλεγα εγώ, πια) και συμμάχησε για το κοινό καλό. Το δικό τους κοινό καλό βέβαια.
Ο σκοπός της ιστορικής αναδρομής δεν είναι να αποδώσουμε ευθύνες και να καταριόμαστε όσους μας έφεραν ως εδώ. Ούτε να αυτομαστιγωνόμαστε για τις αμαρτίες μας, ενώ οι αυτόχριστοι σωτήρες και εξομολόγοι μας τιμωρούν με απάνθρωπα και αδιέξοδα μέτρα.
Γιατί δεν το αξίζουμε. Κανένας λαός δεν αξίζει να εξευτελίζεται με αυτόν τον τρόπο.
Ο σκοπός είναι να μάθουμε από το παρελθόν. Και αυτό που μας διδάσκει είναι ότι οι Έλληνες μεγαλουργούσαν όταν ήταν ενωμένοι για έναν κοινό σκοπό.
Το χάσμα πλέον μεταξύ των πολιτικών και του λαού είναι τόσο έντονο και ξεκάθαρο όσο ήταν το 1840 το χάσμα μεταξύ ενός Βαυαρού ηγεμόνα που ήρθε “φυτευτός” στη χώρα και των Ελλήνων που μόλις είχαν αποκτήσει ξανά την ελευθερία τους. Και τότε, όπως και τώρα, ο εθνικός διχασμός είχε δώσει την ευκαιρία στους ξένους συμμάχους να επέμβουν στα εσωτερικά της χώρας. Το πρόσχημα ήταν η σωτηρία της, αλλά ο σκοπός ήταν ο έλεγχός της.
Τότε δεν υπήρχε καν Κοινοβούλιο. Η πλατεία Συντάγματος ήταν η πλατεία των Ανακτόρων. Σήμερα μπορεί να υπάρχει, αλλά είναι διακοσμητικό. Οι ουσιαστικές αποφάσεις δεν παίρνονται πια εδώ και, το χειρότερο, δεν υπάρχει κανένα κόμμα στη Βουλή το οποίο να είναι ειλικρινές στις προθέσεις του. Η λύση φαίνεται απίθανο να βρεθεί εντός των ορίων του κοινοβουλευτικού συστήματος.
Έχω την αίσθηση ότι βρισκόμαστε ξανά σε ένα σταυροδρόμι. 3ης Σεπεμβρίου γωνία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου