Dies brumalis...
Και ξανάρθε η «17Ν» στα πρωτοσέλιδα και στις πρώτες ειδήσεις των ΜΜΕ με την εξαφάνιση του Χριστόδουλου Ξηρού, μετά την άδεια που του δόθηκε. Και βρήκαν την ευκαιρία τα ΜΜΕ, με προεξάρχοντα το MEGA, για λογύδρια εναντίον της τρομοκρατίας, ανάμεσα στις άλλες ειδήσεις που αφορούν στις εκδηλώσεις με αφορμή την ανάληψη από την Ελλάδα της προεδρίας της |Eυρωπαϊκής Ενωσης και τις διώξεις εναντίον 25 προσώπων για το σκάνδαλο των επισφαλών δανείων του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου. Και κάπου στις υποσημειώσεις χάνεται ότι η αύξηση επίσημα της ανεργίας έφτασε τον Οκτώβριο το 27.8%.
Δώδεκα χρόνια μετά τη σύλληψη μελών της «17Ν», παρακολουθώντας στα ΜΜΕ την ίδια συλλογιστική από τους ίδιους ανθρώπους αντιλαμβάνεται πια κανείς τις σκοπιμότητές τους. Τότε, από τον Α. Παπαχελά μέχρι τον Γ. Πρετεντέρη, σε θέση δικαστών δίκαζαν, καταδίκαζαν, απαιτούσαν αποδεικτικά αθωότητας από οποιοδήποτε έστω ψέλλιζε κάποια γνώμη διαφορετική από της κυρίαρχης εξουσίας, εξέδιδαν μυθεύματα σαν βιβλία έρευνας, προσπαθώντας να διαμορφώσουν κλίμα τρομολαγνείας και τρομοϋστερίας, στοχεύοντας στην απαξίωση όχι τόσο της συγκεκριμένης οργάνωσης, αλλά κυρίως κάθε δράσης που απλώς αμφισβητούσε την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων. Την εποχή εκείνη, εποχή θριάμβου μιας σοσιαλδημοκρατίας που μας έβαζε στο ευρώ κι ετοίμαζε ολυμπιακούς αγώνες, η δικαστική, νομοθετική, εκτελεστική εξουσία μαζί με την άτυπη τέταρτη εξουσία των ΜΜΕ με αφορμή τη σύλληψη και καταδίκη της «17Ν» έδειξαν τη δύναμή τους σε αγαστή συνεργασία. Εκείνοι οι μήνες σύλληψης των μελών της «17 Ν» ήταν αποκαλυπτικοί των τρόπων παραπλάνησης και τρομοκράτησης που χρησιμοποίησαν τα ΜΜΕ, εξυπηρετώντας την κυρίαρχη εξουσία, μόνο που εμείς δεν θελήσαμε να γίνουμε σοφότεροι για το ρόλο τους. Κι έτσι αφεθήκαμε παραπλανημένοι και φοβισμένοι να συναινούμε σε μνημόνια δέκα χρόνια μετά.
Η ίδια η οργάνωση «17Ν», που πρωτοεμφανίστηκε σαν μια αριστερής προέλευσης ομάδα που είχε ως κύριο στόχο της να τιμωρήσει όσους συνέβαλαν στην εγκαθίδρυση και λειτουργία της χούντας του 1967, ικανοποιώντας ένα αίσθημα δικαίου εξαιτίας της ατιμωρησίας των χουντικών, για πολύ καιρό έχαιρε αρκετής συμπάθειας σε ευρύ κύκλο νέων αλλά και …νοικοκυραίων. Βέβαια, στην παραπάνω από εικοσιπενταετή δράση της οι στόχοι της γίνονταν όλο και περισσότερο περίεργοι, το σκεπτικό της ισχνό αδυνατούσε να δικαιολογήσει τις πράξεις της με αφετηρία κάποια σοβαρή πολιτική σκέψη που να ξεκινά από τη συγκεκριμένη συγκυρία στην Ελλάδα και στον κόσμο και να στηρίζεται σ’ αυτή, ανεξάρτητα αν κάποιος θα συμφωνούσε. Και τελικά έγιναν συλλήψεις, με το τελετουργικό των κουκουλοφόρων που εκφοβίζει, έγινε δίκη, αλλά μάθαμε ελάχιστα πράγματα για την ίδια την οργάνωση, όπως συμβαίνει τις περισσότερες φορές για οργανώσεις ένοπλης βίας, σε συνθήκες αστικής δημοκρατίας, που ισχυρίζονται πως πολεμούν μια άδικη κοινωνική δομή και με τη δράση τους προωθούν επαναστατικές πολιτικές ή κοινωνικές αλλαγές. Εξάλλου όλα αυτά τα χρόνια της δράσης της εμπράκτως αποδείχτηκε ότι οποιαδήποτε επέμβαση δια της ατομικής βίας δεν προωθεί καμία λύση των κοινωνικών προβλημάτων, αλλά αντίθετα ενισχύει την έρπουσα ολίσθηση προς αυταρχικότερο, αστυνομικότερο κράτος. Γιατί το πρόβλημα ουσιαστικά είναι ο περιορισμός ή η αποστέρηση προσωπικών και πολιτικών ελευθεριών στο όνομα αντιμετώπισης της τρομοκρατίας.
Το καλοκαίρι του 2002 ο τρόπος που χειρίστηκαν την υπόθεση της «17Ν» τα ΜΜΕ αποκάλυψε πώς γίνεται η χειραγώγηση και τρομοκράτηση καθενός μας αλλά και του συνολικού πληθυσμού προκειμένου να επιτευχθούν συγκεκριμένοι στόχοι. Περιγράφονταν φωτογραφικά άνθρωποι σαν μέλη της που έπρεπε να αποδείξουν την αθωότητά τους, κατηγορούνταν άλλοι που αμφισβητούσαν το σκεπτικό του κυρίαρχου λόγου κι έπρεπε να κάνουν δήλωση αποκήρυξης της τρομοκρατίας, αναπαράγονταν ρεπορτάζ σαν να τα υπαγόρευε η ίδια η αντιτρομοκρατική υπηρεσία, αδιαφορώντας αν λίγο μετά τα ίδια τα γεγονότα τα διέψευδαν. Η συσσώρευση, υπερβολή, υπεραφθονία πληροφοριών με επιμονή σε ανούσιες λεπτομέρειες, σε συνδυασμό με τον ευτελισμό των κατηγορουμένων και κυρίως αυτού που χαρακτηριζόταν αριστερός λόγος και την τρομοκράτηση όλων των υπολοίπων εφαρμόστηκαν μεθοδικά σ’ εκείνη την περίπτωση και απέδωσαν. Τότε αποδείχτηκε εμπράκτως ότι η διαχείριση της πολιτικής πραγματικότητας είναι πιο αποτελεσματική όταν βασίζεται στην αμοιβαία συνεργασία όλων των φορέων εξουσίας, στην ελεγχόμενη πρόσβαση, αλλά και στην αυτολογοκρισία των ειδήσεων από τα ΜΜΕ που έχουν να κερδίσουν από την υιοθέτηση της θέσης της πολιτικής εξουσίας. Τα ΜΜΕ έκαναν το γεγονός καταναλώσιμο, το ξανακατασκεύασαν απαλείφοντας τα αντικειμενικά χαρακτηριστικά του το μετέτρεψαν σε θέαμα όπου πρωταγωνιστές ήταν υπουργοί (Χρυσοχοϊδης) και αστυνόμοι (Νασιάκος) που καταδίωκαν τους κακούς και δέχονταν επαίνους από τον αρχηγό (ΗΠΑ). Στην πραγματικότητα κανείς δεν νοιαζόταν για την ταυτότητα και τους στόχους της ίδιας της οργάνωσης που ουσιαστικά έμειναν στο σκοτάδι.
Δώδεκα χρόνια μετά με αφορμή την απόδραση Χ. Ξηρού οι αντιθέσεις ανάμεσα σε εκτελεστική (Δένδιας) και δικαστική εξουσία (Ενωση Εισαγγελέων), οι καταγγελίες για εκβιασμούς σε λειτουργούς από μέλη οργανώσεων ένοπλης βίας, οι κατηγορίες των ΜΜΕ για ολιγωρία της πολιτείας κλπ. μέσα σ’ ένα περιβάλλον διαφθοράς στην εξουσία, εξαθλίωσης στην κοινωνική βάση δίνουν την εντύπωση ότι το εγχώριο πολιτικοοικονομικό κατεστημένο αν δεν παραπαίει, πάντως βρίσκεται σε σύγχυση. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν έχει τη δύναμη και τα μέσα να διατηρήσει την εξουσία του. Μόνο που τώρα υπάρχει ο κίνδυνος όχι να παρακαμφθούν, αλλά να καταργηθούν οι δημοκρατικές ελευθερίες που κατακτήθηκαν από το λαϊκό κίνημα. Τα προσχήματα γι’ αυτό εφευρίσκονται στην πορεία. Και η τρομοκρατία είναι από τα πιο πρόσφορα.
Δώδεκα χρόνια μετά τη σύλληψη μελών της «17Ν», παρακολουθώντας στα ΜΜΕ την ίδια συλλογιστική από τους ίδιους ανθρώπους αντιλαμβάνεται πια κανείς τις σκοπιμότητές τους. Τότε, από τον Α. Παπαχελά μέχρι τον Γ. Πρετεντέρη, σε θέση δικαστών δίκαζαν, καταδίκαζαν, απαιτούσαν αποδεικτικά αθωότητας από οποιοδήποτε έστω ψέλλιζε κάποια γνώμη διαφορετική από της κυρίαρχης εξουσίας, εξέδιδαν μυθεύματα σαν βιβλία έρευνας, προσπαθώντας να διαμορφώσουν κλίμα τρομολαγνείας και τρομοϋστερίας, στοχεύοντας στην απαξίωση όχι τόσο της συγκεκριμένης οργάνωσης, αλλά κυρίως κάθε δράσης που απλώς αμφισβητούσε την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων. Την εποχή εκείνη, εποχή θριάμβου μιας σοσιαλδημοκρατίας που μας έβαζε στο ευρώ κι ετοίμαζε ολυμπιακούς αγώνες, η δικαστική, νομοθετική, εκτελεστική εξουσία μαζί με την άτυπη τέταρτη εξουσία των ΜΜΕ με αφορμή τη σύλληψη και καταδίκη της «17Ν» έδειξαν τη δύναμή τους σε αγαστή συνεργασία. Εκείνοι οι μήνες σύλληψης των μελών της «17 Ν» ήταν αποκαλυπτικοί των τρόπων παραπλάνησης και τρομοκράτησης που χρησιμοποίησαν τα ΜΜΕ, εξυπηρετώντας την κυρίαρχη εξουσία, μόνο που εμείς δεν θελήσαμε να γίνουμε σοφότεροι για το ρόλο τους. Κι έτσι αφεθήκαμε παραπλανημένοι και φοβισμένοι να συναινούμε σε μνημόνια δέκα χρόνια μετά.
Η ίδια η οργάνωση «17Ν», που πρωτοεμφανίστηκε σαν μια αριστερής προέλευσης ομάδα που είχε ως κύριο στόχο της να τιμωρήσει όσους συνέβαλαν στην εγκαθίδρυση και λειτουργία της χούντας του 1967, ικανοποιώντας ένα αίσθημα δικαίου εξαιτίας της ατιμωρησίας των χουντικών, για πολύ καιρό έχαιρε αρκετής συμπάθειας σε ευρύ κύκλο νέων αλλά και …νοικοκυραίων. Βέβαια, στην παραπάνω από εικοσιπενταετή δράση της οι στόχοι της γίνονταν όλο και περισσότερο περίεργοι, το σκεπτικό της ισχνό αδυνατούσε να δικαιολογήσει τις πράξεις της με αφετηρία κάποια σοβαρή πολιτική σκέψη που να ξεκινά από τη συγκεκριμένη συγκυρία στην Ελλάδα και στον κόσμο και να στηρίζεται σ’ αυτή, ανεξάρτητα αν κάποιος θα συμφωνούσε. Και τελικά έγιναν συλλήψεις, με το τελετουργικό των κουκουλοφόρων που εκφοβίζει, έγινε δίκη, αλλά μάθαμε ελάχιστα πράγματα για την ίδια την οργάνωση, όπως συμβαίνει τις περισσότερες φορές για οργανώσεις ένοπλης βίας, σε συνθήκες αστικής δημοκρατίας, που ισχυρίζονται πως πολεμούν μια άδικη κοινωνική δομή και με τη δράση τους προωθούν επαναστατικές πολιτικές ή κοινωνικές αλλαγές. Εξάλλου όλα αυτά τα χρόνια της δράσης της εμπράκτως αποδείχτηκε ότι οποιαδήποτε επέμβαση δια της ατομικής βίας δεν προωθεί καμία λύση των κοινωνικών προβλημάτων, αλλά αντίθετα ενισχύει την έρπουσα ολίσθηση προς αυταρχικότερο, αστυνομικότερο κράτος. Γιατί το πρόβλημα ουσιαστικά είναι ο περιορισμός ή η αποστέρηση προσωπικών και πολιτικών ελευθεριών στο όνομα αντιμετώπισης της τρομοκρατίας.
Το καλοκαίρι του 2002 ο τρόπος που χειρίστηκαν την υπόθεση της «17Ν» τα ΜΜΕ αποκάλυψε πώς γίνεται η χειραγώγηση και τρομοκράτηση καθενός μας αλλά και του συνολικού πληθυσμού προκειμένου να επιτευχθούν συγκεκριμένοι στόχοι. Περιγράφονταν φωτογραφικά άνθρωποι σαν μέλη της που έπρεπε να αποδείξουν την αθωότητά τους, κατηγορούνταν άλλοι που αμφισβητούσαν το σκεπτικό του κυρίαρχου λόγου κι έπρεπε να κάνουν δήλωση αποκήρυξης της τρομοκρατίας, αναπαράγονταν ρεπορτάζ σαν να τα υπαγόρευε η ίδια η αντιτρομοκρατική υπηρεσία, αδιαφορώντας αν λίγο μετά τα ίδια τα γεγονότα τα διέψευδαν. Η συσσώρευση, υπερβολή, υπεραφθονία πληροφοριών με επιμονή σε ανούσιες λεπτομέρειες, σε συνδυασμό με τον ευτελισμό των κατηγορουμένων και κυρίως αυτού που χαρακτηριζόταν αριστερός λόγος και την τρομοκράτηση όλων των υπολοίπων εφαρμόστηκαν μεθοδικά σ’ εκείνη την περίπτωση και απέδωσαν. Τότε αποδείχτηκε εμπράκτως ότι η διαχείριση της πολιτικής πραγματικότητας είναι πιο αποτελεσματική όταν βασίζεται στην αμοιβαία συνεργασία όλων των φορέων εξουσίας, στην ελεγχόμενη πρόσβαση, αλλά και στην αυτολογοκρισία των ειδήσεων από τα ΜΜΕ που έχουν να κερδίσουν από την υιοθέτηση της θέσης της πολιτικής εξουσίας. Τα ΜΜΕ έκαναν το γεγονός καταναλώσιμο, το ξανακατασκεύασαν απαλείφοντας τα αντικειμενικά χαρακτηριστικά του το μετέτρεψαν σε θέαμα όπου πρωταγωνιστές ήταν υπουργοί (Χρυσοχοϊδης) και αστυνόμοι (Νασιάκος) που καταδίωκαν τους κακούς και δέχονταν επαίνους από τον αρχηγό (ΗΠΑ). Στην πραγματικότητα κανείς δεν νοιαζόταν για την ταυτότητα και τους στόχους της ίδιας της οργάνωσης που ουσιαστικά έμειναν στο σκοτάδι.
Δώδεκα χρόνια μετά με αφορμή την απόδραση Χ. Ξηρού οι αντιθέσεις ανάμεσα σε εκτελεστική (Δένδιας) και δικαστική εξουσία (Ενωση Εισαγγελέων), οι καταγγελίες για εκβιασμούς σε λειτουργούς από μέλη οργανώσεων ένοπλης βίας, οι κατηγορίες των ΜΜΕ για ολιγωρία της πολιτείας κλπ. μέσα σ’ ένα περιβάλλον διαφθοράς στην εξουσία, εξαθλίωσης στην κοινωνική βάση δίνουν την εντύπωση ότι το εγχώριο πολιτικοοικονομικό κατεστημένο αν δεν παραπαίει, πάντως βρίσκεται σε σύγχυση. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι δεν έχει τη δύναμη και τα μέσα να διατηρήσει την εξουσία του. Μόνο που τώρα υπάρχει ο κίνδυνος όχι να παρακαμφθούν, αλλά να καταργηθούν οι δημοκρατικές ελευθερίες που κατακτήθηκαν από το λαϊκό κίνημα. Τα προσχήματα γι’ αυτό εφευρίσκονται στην πορεία. Και η τρομοκρατία είναι από τα πιο πρόσφορα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου