του Παντελη Μπουκαλα, απο την Καθημερινη...
Νόμισμα με μία όψη ή με τρεις και τέσσερις δεν νοείται. Ολα δύο έχουν. Είτε για τα σημερινά αβαρή πρόκειται είτε για τα υπέρβαρα σιδερένια που έκοψε ο Λυκούργος στη Σπάρτη αντί των χρυσών και των ασημένιων, για να αποθαρρύνει την πλεονεξία· σκέφτηκε, σωστά όπως φάνηκε, πως αν χρειάζεσαι ένα ζευγάρι ζώα για να το φορτώσεις σίδερο και να βγεις για ψώνια, θα σου κοπεί η όρεξη για χλιδή. Στη μία πλευρά του ευρωπαϊκού μας νομίσματος, λοιπόν, είναι χαραγμένο το ερώτημα πόσο Ευρωπαίοι νιώθουμε. Πόσο νιώθαμε προ κρίσεως και πόσο τώρα, ζώντας σε μια χώρα που, όπως αναγνώρισε ο πρωθυπουργός της (με τη λαθεμένη ιδέα ότι έτσι μας παρηγορεί), το βιοτικό της επίπεδο μειώθηκε όσο καμίας άλλης μεταπολεμικά.
Η άλλη όψη σφραγίζεται από το ερώτημα πόσο Ευρωπαίους μάς μετρούν οι εταίροι μας. Οι «Γνήσιοι Ευρωπαίοι» δηλαδή. Οσοι δεν βρίσκονται τόσο κοντά στη «νωχελική» Ανατολή, και κυρίως δεν σκλαβώθηκαν επί αιώνες από την αυτοκρατορία της Ανατολής, την Οθωμανική. Τα λόγια τους βέβαια, ειδικά σε τελετές όπως αυτή για την ανάληψη της ευρωπαϊκής προεδρίας, είναι πάντοτε θερμά. Λόγια ευγνωμοσύνης: «Είστε η πατρίδα της δημοκρατίας, σας ευχαριστούμε» κτλ.
Οι έπαινοί τους όμως δεν μεταφράζονται σε ανεπιφύλακτη αποδοχή της ευρωπαϊκότητάς μας. Δεν τη θεωρούν δεδομένη, αυτονόητη, και μάλιστα πολιτισμικά και πολιτικά αυτονόητη, όχι γεωγραφικά. Εξακολουθούν να μας αντιμετωπίζουν σαν «ειδική περίπτωση», περίπου σαν έναν ασθενή ή διαταραγμένο, που έχει μονίμως ανάγκη τα φάρμακά του, τον νοσοκόμο αλλά και τον παιδονόμο του.
Την ίδια στιγμή, εμείς συνεχίζουμε να θεωρούμε τον εαυτό μας ειδική περίπτωση, αλλά με την έννοια του ξεχωριστού, που λόγω Ιστορίας (από την αρχαιότητα έως την προσφορά μας σε αίμα στον πόλεμο), μας αξίζουν τιμές και δάφνες, ΜΟΠ, ΕΣΠΑ κτλ., οτιδήποτε και αν πράττουμε.
Υποτίθεται ότι στις ευρωεκλογές του Μαΐου αυτό το νόμισμα πρέπει να δείξει το πραγματικό του αντίκρισμα και επιτέλους να σταθεροποιηθεί. Υποτίθεται ότι ξαναπαίζεται κορώνα-γράμματα όχι το αν είμαστε Ευρωπαίοι, αλλά το αν θα μείνουμε ή όχι στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Ξανά-μανά δηλαδή το ίδιο δίλημμα, ο ίδιος εκφοβισμός. Ξανά-μανά οι συγκυβερνώντες σπεύδουν να καπαρώσουν την ευρωπαϊκότητα, διαλαλώντας ότι ασφαλής ευρωπαϊκή ψήφος είναι μόνο η δική τους και καταγγέλλοντας τους υπόλοιπους σαν σαμποτέρ της ευρωπαϊκής ιδέας.
Μα πόσες φορές μπορεί να εγκλωβίσει ανθρώπους το ίδιο δίλημμα; Στις εθνικές εκλογές την έκανε μια χαρά τη δουλίτσα του, ιδίως την τελευταία εβδομάδα των ωμών εκβιασμών: «Θα μας διώξουν, θα πάρουν πίσω τα δάνεια, δεν θα ’χουμε ούτε πετρέλαιο για τη σόμπα μας» κ.ο.κ. Το δις εξαμαρτείν, το ξέρουμε, ουκ ανδρός σοφού. Το δις και τρις και πεντάκις εκβιάζειν πόση σοφία δείχνει, δεδομένου μάλιστα ότι και φθηνό πετρέλαιο έχουμε πια και τεράστια κοιτάσματα στις ΑΟΖ μας; Και πόση πολιτική ευθύτητα και εντιμότητα;
Νόμισμα με μία όψη ή με τρεις και τέσσερις δεν νοείται. Ολα δύο έχουν. Είτε για τα σημερινά αβαρή πρόκειται είτε για τα υπέρβαρα σιδερένια που έκοψε ο Λυκούργος στη Σπάρτη αντί των χρυσών και των ασημένιων, για να αποθαρρύνει την πλεονεξία· σκέφτηκε, σωστά όπως φάνηκε, πως αν χρειάζεσαι ένα ζευγάρι ζώα για να το φορτώσεις σίδερο και να βγεις για ψώνια, θα σου κοπεί η όρεξη για χλιδή. Στη μία πλευρά του ευρωπαϊκού μας νομίσματος, λοιπόν, είναι χαραγμένο το ερώτημα πόσο Ευρωπαίοι νιώθουμε. Πόσο νιώθαμε προ κρίσεως και πόσο τώρα, ζώντας σε μια χώρα που, όπως αναγνώρισε ο πρωθυπουργός της (με τη λαθεμένη ιδέα ότι έτσι μας παρηγορεί), το βιοτικό της επίπεδο μειώθηκε όσο καμίας άλλης μεταπολεμικά.
Η άλλη όψη σφραγίζεται από το ερώτημα πόσο Ευρωπαίους μάς μετρούν οι εταίροι μας. Οι «Γνήσιοι Ευρωπαίοι» δηλαδή. Οσοι δεν βρίσκονται τόσο κοντά στη «νωχελική» Ανατολή, και κυρίως δεν σκλαβώθηκαν επί αιώνες από την αυτοκρατορία της Ανατολής, την Οθωμανική. Τα λόγια τους βέβαια, ειδικά σε τελετές όπως αυτή για την ανάληψη της ευρωπαϊκής προεδρίας, είναι πάντοτε θερμά. Λόγια ευγνωμοσύνης: «Είστε η πατρίδα της δημοκρατίας, σας ευχαριστούμε» κτλ.
Οι έπαινοί τους όμως δεν μεταφράζονται σε ανεπιφύλακτη αποδοχή της ευρωπαϊκότητάς μας. Δεν τη θεωρούν δεδομένη, αυτονόητη, και μάλιστα πολιτισμικά και πολιτικά αυτονόητη, όχι γεωγραφικά. Εξακολουθούν να μας αντιμετωπίζουν σαν «ειδική περίπτωση», περίπου σαν έναν ασθενή ή διαταραγμένο, που έχει μονίμως ανάγκη τα φάρμακά του, τον νοσοκόμο αλλά και τον παιδονόμο του.
Την ίδια στιγμή, εμείς συνεχίζουμε να θεωρούμε τον εαυτό μας ειδική περίπτωση, αλλά με την έννοια του ξεχωριστού, που λόγω Ιστορίας (από την αρχαιότητα έως την προσφορά μας σε αίμα στον πόλεμο), μας αξίζουν τιμές και δάφνες, ΜΟΠ, ΕΣΠΑ κτλ., οτιδήποτε και αν πράττουμε.
Υποτίθεται ότι στις ευρωεκλογές του Μαΐου αυτό το νόμισμα πρέπει να δείξει το πραγματικό του αντίκρισμα και επιτέλους να σταθεροποιηθεί. Υποτίθεται ότι ξαναπαίζεται κορώνα-γράμματα όχι το αν είμαστε Ευρωπαίοι, αλλά το αν θα μείνουμε ή όχι στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Ξανά-μανά δηλαδή το ίδιο δίλημμα, ο ίδιος εκφοβισμός. Ξανά-μανά οι συγκυβερνώντες σπεύδουν να καπαρώσουν την ευρωπαϊκότητα, διαλαλώντας ότι ασφαλής ευρωπαϊκή ψήφος είναι μόνο η δική τους και καταγγέλλοντας τους υπόλοιπους σαν σαμποτέρ της ευρωπαϊκής ιδέας.
Μα πόσες φορές μπορεί να εγκλωβίσει ανθρώπους το ίδιο δίλημμα; Στις εθνικές εκλογές την έκανε μια χαρά τη δουλίτσα του, ιδίως την τελευταία εβδομάδα των ωμών εκβιασμών: «Θα μας διώξουν, θα πάρουν πίσω τα δάνεια, δεν θα ’χουμε ούτε πετρέλαιο για τη σόμπα μας» κ.ο.κ. Το δις εξαμαρτείν, το ξέρουμε, ουκ ανδρός σοφού. Το δις και τρις και πεντάκις εκβιάζειν πόση σοφία δείχνει, δεδομένου μάλιστα ότι και φθηνό πετρέλαιο έχουμε πια και τεράστια κοιτάσματα στις ΑΟΖ μας; Και πόση πολιτική ευθύτητα και εντιμότητα;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου