του Τακη Κατσιμαρδου, απο το Εθνος...
Τo παιχνίδι με τις αναλογίες παρελθόντων γεγονότων και παρόντος είναι τόσο παλιό όσο οι προφητείες και οι προβλέψεις. Χρήσιμο μεν, όταν κινείται μέσα στα όρια αυτού που αποκαλείται «ιστορική μνήμη». Οταν η ιστορία γίνεται «διδακτική», προϊδεάζει για μελλούμενα και βοηθά, όπως συνήθως λέγεται, ν΄ αποφεύγονται τα λάθη του παρελθόντος (ενδεχομένως να επαναλαμβάνονται και επιτυχίες). Αλλά άχρηστο μέχρι επικίνδυνο, όταν παίζεται αυθαίρετα και στο γήπεδο του ανορθολογισμού.
Η γενικόλογη εισαγωγή είναι απαραίτητη για τις αναλύσεις, που βλέπουν το φως αυτή την περίοδο, σχετικά με την εκατοστή επέτειο από την κήρυξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Μερικοί, από το Παρίσι ως το Λονδίνο και την Αθήνα ακόμη, επιχειρούν να βρουν αναλογίες μεταξύ του 1914 και του 2014. Το συμπέρασμα, αν και δεν εκφράζεται συνήθως ρητά, είναι ότι υπάρχουν συσχετίσεις που δικαιολογούν τον φόβο ενός νέου πολέμου!
Πράγματι, αναζητώντας κάποιες αναλογίες και αναδεικνύοντας διάφορες πτυχές -συνήθως δευτερεύουσες- είναι δυνατόν να τροφοδοτηθεί ένα θεωρητικό σχήμα για ενδεχόμενη πολεμική σύγκρουση. Εχει, όμως, τόση ισχύ όση για παράδειγμα ο συλλογισμός: -πόλεμος σε ευρωπαϊκή κλίμακα διεξάγεται κάθε 30-50 χρόνια τους τελευταίους αιώνες -από τη λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου έχει περάσει ήδη περισσότερος από μισός αιώνας -άρα ο πόλεμος έχει καθυστερήσει...
Το παράδοξο είναι ότι όλες -μα όλες!- οι «πολεμικές» αναλύσεις αυτής της κατηγορίας που βασίζονται σε παραλληλισμούς αγνοούν ή παρακάμπτουν τον πιο καθοριστικό παράγοντα στους ιστορικούς ευρωπαϊκούς πολέμους. Δηλαδή, την παντοδύναμη γερμανική πολεμική μηχανή. Αυτή, που δεν υπάρχει σήμερα, όπως την εποχή του Βίσμαρκ, του Κάιζερ ή του Χίτλερ.
Αφήνοντας κατά μέρος όλα τα υπόλοιπα που διαλύουν τις όποιες πολεμικές «προβλέψεις» και ακυρώνουν κάθε παραλληλισμό με το 1914, ο «φόβος» για οποιαδήποτε ενδεχόμενη ευρωπαϊκή στρατιωτική σύγκρουση είναι μια φανταστική θεωρητική κατασκευή. Παραπέμπει σε προβλέψεις του Τύπου για καταστροφή του κόσμου σε προκαθορισμένες ημερομηνίες και χρονιές. Η «διδακτική ιστορία» του 1914, τουλάχιστον με την έννοια της επανάληψης, είναι ακόμη ένας μύθος.
Αυτό δεν σημαίνει, βεβαίως, ότι δεν υποκρύπτει ισχυρές τάσεις επανεθνικοποίησης στο πλαίσιο της ΕΕ, αναπτυγμένου ευρωσκεπτικισμού και ευρωφοβίας, αν όχι γερμανοφοβίας. Ούτε πολύ περισσότερο ότι ο κίνδυνος ενός «οικονομικού Δ' Ράιχ» και μιας γερμανικής ευρωζώνης δεν είναι υπαρκτός. Κάθε άλλο, μάλιστα, όπως επιβεβαιώνεται συνεχώς στην ΕΕ της βαθιάς κρίσης και της ηγεμονίας του νεοφιλελευθερισμού, με πρωτεύουσα το Βερολίνο.
Τo παιχνίδι με τις αναλογίες παρελθόντων γεγονότων και παρόντος είναι τόσο παλιό όσο οι προφητείες και οι προβλέψεις. Χρήσιμο μεν, όταν κινείται μέσα στα όρια αυτού που αποκαλείται «ιστορική μνήμη». Οταν η ιστορία γίνεται «διδακτική», προϊδεάζει για μελλούμενα και βοηθά, όπως συνήθως λέγεται, ν΄ αποφεύγονται τα λάθη του παρελθόντος (ενδεχομένως να επαναλαμβάνονται και επιτυχίες). Αλλά άχρηστο μέχρι επικίνδυνο, όταν παίζεται αυθαίρετα και στο γήπεδο του ανορθολογισμού.
Η γενικόλογη εισαγωγή είναι απαραίτητη για τις αναλύσεις, που βλέπουν το φως αυτή την περίοδο, σχετικά με την εκατοστή επέτειο από την κήρυξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Μερικοί, από το Παρίσι ως το Λονδίνο και την Αθήνα ακόμη, επιχειρούν να βρουν αναλογίες μεταξύ του 1914 και του 2014. Το συμπέρασμα, αν και δεν εκφράζεται συνήθως ρητά, είναι ότι υπάρχουν συσχετίσεις που δικαιολογούν τον φόβο ενός νέου πολέμου!
Πράγματι, αναζητώντας κάποιες αναλογίες και αναδεικνύοντας διάφορες πτυχές -συνήθως δευτερεύουσες- είναι δυνατόν να τροφοδοτηθεί ένα θεωρητικό σχήμα για ενδεχόμενη πολεμική σύγκρουση. Εχει, όμως, τόση ισχύ όση για παράδειγμα ο συλλογισμός: -πόλεμος σε ευρωπαϊκή κλίμακα διεξάγεται κάθε 30-50 χρόνια τους τελευταίους αιώνες -από τη λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου έχει περάσει ήδη περισσότερος από μισός αιώνας -άρα ο πόλεμος έχει καθυστερήσει...
Το παράδοξο είναι ότι όλες -μα όλες!- οι «πολεμικές» αναλύσεις αυτής της κατηγορίας που βασίζονται σε παραλληλισμούς αγνοούν ή παρακάμπτουν τον πιο καθοριστικό παράγοντα στους ιστορικούς ευρωπαϊκούς πολέμους. Δηλαδή, την παντοδύναμη γερμανική πολεμική μηχανή. Αυτή, που δεν υπάρχει σήμερα, όπως την εποχή του Βίσμαρκ, του Κάιζερ ή του Χίτλερ.
Αφήνοντας κατά μέρος όλα τα υπόλοιπα που διαλύουν τις όποιες πολεμικές «προβλέψεις» και ακυρώνουν κάθε παραλληλισμό με το 1914, ο «φόβος» για οποιαδήποτε ενδεχόμενη ευρωπαϊκή στρατιωτική σύγκρουση είναι μια φανταστική θεωρητική κατασκευή. Παραπέμπει σε προβλέψεις του Τύπου για καταστροφή του κόσμου σε προκαθορισμένες ημερομηνίες και χρονιές. Η «διδακτική ιστορία» του 1914, τουλάχιστον με την έννοια της επανάληψης, είναι ακόμη ένας μύθος.
Αυτό δεν σημαίνει, βεβαίως, ότι δεν υποκρύπτει ισχυρές τάσεις επανεθνικοποίησης στο πλαίσιο της ΕΕ, αναπτυγμένου ευρωσκεπτικισμού και ευρωφοβίας, αν όχι γερμανοφοβίας. Ούτε πολύ περισσότερο ότι ο κίνδυνος ενός «οικονομικού Δ' Ράιχ» και μιας γερμανικής ευρωζώνης δεν είναι υπαρκτός. Κάθε άλλο, μάλιστα, όπως επιβεβαιώνεται συνεχώς στην ΕΕ της βαθιάς κρίσης και της ηγεμονίας του νεοφιλελευθερισμού, με πρωτεύουσα το Βερολίνο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου