Λεανδρος Πολενακης, απο την Αυγη...
Ο Ανδρέας Ανδρεάδης (1876-1935), καθηγητής της Δημόσιας Οικονομικής στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και πολλά άλλα, υπήρξε μια προσωπικότητα διεθνούς κύρους. Ανάμεσα στα μεγάλα έργα του βρίσκεται μια λανθάνουσα μικρή μελέτη, γραμμένη γαλλικά, με τον τίτλο: «AliPachadeTebelin, commeeconomisteetfinancier». («Ο Αλή Πασάς ως οικονομολόγος και διαχειριστής δημοσίου»).
Είναι άκρως ενδιαφέροντα όσα γράφει παραστατικά ο σοφός καθηγητής για τις μεθόδους συλλογής και είσπραξης των φόρων, που καθιέρωσε πρώτος ο Αλής. Ιδού ένα απόσπασμα:
«...Η φορολογία των ακινήτων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία γινόταν βάσει του αριθμού των ορόφων τους. Καλούσε, λοιπόν, στο σαράι έναν-έναν όλους τους ιδιοκτήτες ακινήτων ο Αλής... Για ένα ναργιλέ και για μια φιλική κουβεντούλα. Πάνω στον ναργιλέ, τσιμπώντας λίγο το καρβουνάκι με την τσιμπίδα και φορώντας το πιο μειλίχιο, το πιο καλοκάγαθο χαμόγελό του, το 'σκαγε το παραμύθι ο Αλής:
- Για να 'χουμε καλό ρώτημα κυρ-Γιάννη, θύμισέ μου, σε παρακαλώ, πόσα πατώματα έχει το σπίτι σου;
- Δύο, Πασά μου, δύο.
- Πώς δύο; Αφού εγώ ξέρω πως έχει τέσσερα!
- Πώς τέσσερα, Πασά μου; Δύο έχει!
- Να σου εξηγήσω: Ένα το ανώι, ένα το κατώι, ένα το πάνω, ένα το κάτω, πόσα μας κάνουν;
- Μα τι είναι αυτά που λες πασά μου; Σάμπως δεν ξέρω εγώ πόσα πατώματα έχει το σπίτι μου;
- Αυτό που σου λέω, κυρ-Γιάννη μου! Κι αν δε με πιστεύεις, πάμε στο λιακωτό να σου το δείξω από 'κεί, να θυμηθείς πόσα πατώματα έχει το σπίτι σου.
- Μα πώς; Αφού δεν φαίνεται το σπίτι μου απ' το λιακωτό σου, Πασά μου!
- Κι εγώ σου λέω πως φαίνεται! Σύρε, πάμε να σου το δείξω!
Τον έπαιρνε τότε από το μπράτσο ο Αλής, πήγαιναν στο λιακωτό, και του έδειχνε από εκεί, κάτω στην αυλή... τον αράπη γδάρτη, με ξυρισμένα κεφάλι - φρύδια, γυμνό από τη μέση και επάνω, με έτοιμη την χαντζάρα στο χέρι.
- Το λοιπό, μπας και θυμήθηκες τώρα, κυρ' Γιάννη μου, πόσα πατώματα έχει το σπίτι σου;
- Θυμήθηκα, Πασά μου, πώς δεν θυμήθηκα, τέσσερα έχει το έρμο, τέσσερα σωστά, ούτε ένα λιγότερο!...»
Αυτά γράφει ο σοφός καθηγητής, με τη γλαφυρή του πέννα, για τις αποτελεσματικές φοροεισπρακτικές μεθόδους του Αλή Πασά. Έτσι φαίνεται ότι μάζεψε ο Αλής, τσεπώνοντας το «καπέλο», τους αμύθητους θησαυρούς του, που χάθηκαν μυστηριωδώς μετά τον θάνατό του και ακόμα τους αναζητούν μέσα σε σπηλιές, πηγάδια, ερείπια και γκρεμνούς οι σύγχρονοι ζηλωτές του μόσχου του χρυσού. Μέχρι το λαογραφικό μουσείο στο παλιό τζαμί της πόλης, ανέσκαψαν μια νύκτα εκ θεμελίων, πριν από λίγα χρόνια, κάποιοι άγνωστοι χρυσοθήρες, χωρίς ποτέ να συλληφθούν.
Μην ψάχνετε όμως άδικα τους θησαυρούς, μην ξοδεύεστε καλοί μου ανθρώποι και, κυρίως, μην καταστρέφετε άδικα τα ωραία διατηρητέα μας κτήρια. Καλύτερα διαβάστε το πόνημα του σοφού καθηγητή, για να καταλάβετε τι έγινε. Τις λίρες του Αλή, γράφει ο Ανδρέας Ανδρεάδης, τις πήρε μαζί του, μετά την πτώση του, φεύγοντας για την Ιταλία, ο θησαυροφύλακάς του, ο Σταύρος Ιωάννου. Εκεί επιδόθηκε σε διάφορες επιτυχείς εμπορικές επιχειρήσεις, αβγάτισε τα χρήματα, και, χρόνια αργότερα, ο γιoς του, Γεώργιος Σταύρου, επέστρεψε στην ελεύθερη πατρίδα και ίδρυσε την Εθνική Τράπεζα.
Εμάς, μας έμειναν κληρονομιά οι μέθοδοι είσπραξης φόρων του Αλή Πασά, μαζί με το φάντασμά του! Καιρός δεν είναι να το ξεφορτωθούμε;
Ο Ανδρέας Ανδρεάδης (1876-1935), καθηγητής της Δημόσιας Οικονομικής στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και πολλά άλλα, υπήρξε μια προσωπικότητα διεθνούς κύρους. Ανάμεσα στα μεγάλα έργα του βρίσκεται μια λανθάνουσα μικρή μελέτη, γραμμένη γαλλικά, με τον τίτλο: «AliPachadeTebelin, commeeconomisteetfinancier». («Ο Αλή Πασάς ως οικονομολόγος και διαχειριστής δημοσίου»).
Είναι άκρως ενδιαφέροντα όσα γράφει παραστατικά ο σοφός καθηγητής για τις μεθόδους συλλογής και είσπραξης των φόρων, που καθιέρωσε πρώτος ο Αλής. Ιδού ένα απόσπασμα:
«...Η φορολογία των ακινήτων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία γινόταν βάσει του αριθμού των ορόφων τους. Καλούσε, λοιπόν, στο σαράι έναν-έναν όλους τους ιδιοκτήτες ακινήτων ο Αλής... Για ένα ναργιλέ και για μια φιλική κουβεντούλα. Πάνω στον ναργιλέ, τσιμπώντας λίγο το καρβουνάκι με την τσιμπίδα και φορώντας το πιο μειλίχιο, το πιο καλοκάγαθο χαμόγελό του, το 'σκαγε το παραμύθι ο Αλής:
- Για να 'χουμε καλό ρώτημα κυρ-Γιάννη, θύμισέ μου, σε παρακαλώ, πόσα πατώματα έχει το σπίτι σου;
- Δύο, Πασά μου, δύο.
- Πώς δύο; Αφού εγώ ξέρω πως έχει τέσσερα!
- Πώς τέσσερα, Πασά μου; Δύο έχει!
- Να σου εξηγήσω: Ένα το ανώι, ένα το κατώι, ένα το πάνω, ένα το κάτω, πόσα μας κάνουν;
- Μα τι είναι αυτά που λες πασά μου; Σάμπως δεν ξέρω εγώ πόσα πατώματα έχει το σπίτι μου;
- Αυτό που σου λέω, κυρ-Γιάννη μου! Κι αν δε με πιστεύεις, πάμε στο λιακωτό να σου το δείξω από 'κεί, να θυμηθείς πόσα πατώματα έχει το σπίτι σου.
- Μα πώς; Αφού δεν φαίνεται το σπίτι μου απ' το λιακωτό σου, Πασά μου!
- Κι εγώ σου λέω πως φαίνεται! Σύρε, πάμε να σου το δείξω!
Τον έπαιρνε τότε από το μπράτσο ο Αλής, πήγαιναν στο λιακωτό, και του έδειχνε από εκεί, κάτω στην αυλή... τον αράπη γδάρτη, με ξυρισμένα κεφάλι - φρύδια, γυμνό από τη μέση και επάνω, με έτοιμη την χαντζάρα στο χέρι.
- Το λοιπό, μπας και θυμήθηκες τώρα, κυρ' Γιάννη μου, πόσα πατώματα έχει το σπίτι σου;
- Θυμήθηκα, Πασά μου, πώς δεν θυμήθηκα, τέσσερα έχει το έρμο, τέσσερα σωστά, ούτε ένα λιγότερο!...»
Αυτά γράφει ο σοφός καθηγητής, με τη γλαφυρή του πέννα, για τις αποτελεσματικές φοροεισπρακτικές μεθόδους του Αλή Πασά. Έτσι φαίνεται ότι μάζεψε ο Αλής, τσεπώνοντας το «καπέλο», τους αμύθητους θησαυρούς του, που χάθηκαν μυστηριωδώς μετά τον θάνατό του και ακόμα τους αναζητούν μέσα σε σπηλιές, πηγάδια, ερείπια και γκρεμνούς οι σύγχρονοι ζηλωτές του μόσχου του χρυσού. Μέχρι το λαογραφικό μουσείο στο παλιό τζαμί της πόλης, ανέσκαψαν μια νύκτα εκ θεμελίων, πριν από λίγα χρόνια, κάποιοι άγνωστοι χρυσοθήρες, χωρίς ποτέ να συλληφθούν.
Μην ψάχνετε όμως άδικα τους θησαυρούς, μην ξοδεύεστε καλοί μου ανθρώποι και, κυρίως, μην καταστρέφετε άδικα τα ωραία διατηρητέα μας κτήρια. Καλύτερα διαβάστε το πόνημα του σοφού καθηγητή, για να καταλάβετε τι έγινε. Τις λίρες του Αλή, γράφει ο Ανδρέας Ανδρεάδης, τις πήρε μαζί του, μετά την πτώση του, φεύγοντας για την Ιταλία, ο θησαυροφύλακάς του, ο Σταύρος Ιωάννου. Εκεί επιδόθηκε σε διάφορες επιτυχείς εμπορικές επιχειρήσεις, αβγάτισε τα χρήματα, και, χρόνια αργότερα, ο γιoς του, Γεώργιος Σταύρου, επέστρεψε στην ελεύθερη πατρίδα και ίδρυσε την Εθνική Τράπεζα.
Εμάς, μας έμειναν κληρονομιά οι μέθοδοι είσπραξης φόρων του Αλή Πασά, μαζί με το φάντασμά του! Καιρός δεν είναι να το ξεφορτωθούμε;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου