του Δημητρη Σεβαστακη, απο την Αυγη...
Μπλε η Νέα Δημοκρατία, ροζ ή κίτρινο ο ΣΥΡΙΖΑ, πράσινο το ΠΑΣΟΚ,
κόκκινο το ΚΚΕ, μαύρο η Χ.Α., κ.λπ. Οι συνηθισμένες χρωματικές
απεικονίσεις των δημοσκόπων. Ένα μεγάλο μέρος των εβδομαδιαίων
συζητήσεων εκκινεί από την «τελευταία δημοσκόπηση» της τάδε εταιρείας.
Χρειάζεται η Αριστερά τέτοια στοιχήματα; Τις αριθμητικές αποδείξεις της δύναμής της; Τόσοι δήμαρχοι έναντι τόσων; Τέτοιο ποσοστό ο δικός μας έναντι του αντιπάλου; Οι εκλογές και το πολιτικό ερώτημα που θέτουν, είναι απλώς, ένα αριθμητικό μέγεθος; Αν ναι, τότε τι είναι η στρατηγική σκέψη, η πολιτική ορμή, η καθαρότητα στόχων, η ανάλυση, το σχέδιο, το πολιτικό σφρίγος; Είναι τα απλά μέσα για να πετύχεις την αριθμητική επίδοση; Τη ροζ ή κίτρινη μπάρα απέναντι στη γαλάζια της Νέας Δημοκρατίας, στην πράσινη του ΠΑΣΟΚ; Το ποσοστό χρώματος στον χάρτη;
Συμφέρει την Αριστερά η προσαρμογή σε μια τέτοια σχηματική ιεράρχηση, σε μια απεικονιστική αγωνία που μοιάζει με στατιστική και που μπορεί να έχει πάμπολλα ή και καθόλου περιεχόμενα; Ή μήπως δουλειά της είναι η κατάστρωση αντισχεδίου και η πολιτική αποσαφήνιση των στόχων, των επιθυμιών της; Οι χρωματικές μπάρες ή ο λόγος; Σα να αιχμαλωτίζεται η Αριστερά σε κάτι που δεν είναι το προνομιακό της πεδίο, ακόμα κι αν η συγκυρία το ευνοεί. Δηλαδή αποδέχεται μια εικόνα για τον εαυτό της, αποκτά σθένος ή όχι, σε συνάρτηση με το αν η εβδομαδιαία δημοσκοπική καταγραφή την φέρνει πρώτη ή δεύτερη, σε σχέση με το αν καλύπτει ή όχι κάποια διαφορά μερικών εκατοστών.
Όμως σε τέτοια διλήμματα (όπως τα περιγράφω), από την μια στέκεται η δημοσκοπική μονομέρεια, αλλά απ' την άλλη υφέρπει η λογική της πρωτοπορίας, που κάθεται μόνη στο μπαρ και δεν την κοιτάει κανείς. Σε τέτοια διλήμματα αναγνωρίζει κανείς τη μόνη μικρή και τίμια Αριστερά σε αντίθεση με την εκκοσμικευμένη μαζική και διεκδικήσιμη (και από ιδιοτελείς καιροσκόπους και από απελπισμένους). Χωρίς να το καταλαβαίνει η Αριστερά αιχμαλωτίζεται από τα αριθμητικά ή εκλογοκεντρικά διλήμματα και στοιχήματα, χάνοντας το μεγάλο της πλεονέκτημα. Την καθαρότητα, την ευλυγισία και τη δυνατότητα λαϊκής επαφής.
Η εξουσία έχει όλη την άνεση το οτιδήποτε δεν εκφράζει ακριβώς την κυβερνητική κατρακύλα, να το εμφανίσει ως δική της νίκη. Οτιδήποτε δεν αποτελεί κυβερνητική πανωλεθρία, οτιδήποτε είναι μια απλή ήττα και όχι συντριβή συστημικού κόμματος, μπορεί να το εμφανίσει ως νίκη και διάψευση της Αριστεράς. Εύκολες προεκτιμήσεις ότι δηλαδή, «δεν μπορεί ο κόσμος να μη βλέπει τα εξόφθαλμα και τους εγκαταλείψει μαζικά» δεν ισχύουν. Πιθανόν να ηττηθεί η πολυδεξιά. Πιθανόν και όχι.
Ο κόσμος αποκόπτει τα πρόσωπα από τις πολιτικές που υπογράφουν. Ένας «αντιστασιακός» σε ένα νομοσχέδιο -που το ψηφίζει εν τέλει- δεν καταγράφεται με την ψήφο του, αλλά με τον «αντιστασιακό», επικοινωνιακό του θόρυβο. Η κοινοβουλευτική διαδικασία σαν παράσταση, είναι αδύναμη, σε σχέση με τη μιντιακή. Μια βδομάδα θορύβου περί αποχώρησης, περί του περήφανου όχι, αρκεί για να σβηστούν τα ίχνη του ναι. Τα πολιτικά περιεχόμενα αλλά και ο πολίτης που σκέπτεται, θυμάται, συνδυάζει, δεν είναι η πληθυντική πολιτική δύναμη. Το πλήθος δεν θυμάται, μπερδεύεται, παρανοεί. Καταλήγει στις μπάρες και τα χρώματα των δημοσκοπήσεων ή των εκλογών, καταλήγει σε μια ρηχή συγκριτική, γιατί δεν έχει τη δύναμη της σύγκρισης. Γιατί δεν διαθέτει το σθένος της αργής, σίγουρης, συνθετικής σκέψης.
Οι όροι λοιπόν, της εντυπωσιοθηρίας, δεν συμφέρουν την Αριστερά. Και η συμμόρφωση με τη μιντιακή ιδιόλεκτο δεν είναι σίγουρο ότι είναι το πιο στέρεο έδαφος για το αριστερό διάβημα. Τα γράφω όλ' αυτά γιατί, ενώ το ΠΑΣΟΚ χάνεται, εξαϋλώνεται ή αντικαθίσταται, ενώ η δύναμη της Ν.Δ. έχει καταποντιστεί και ενώ η Αριστερά (όλη μαζί, ανεξαρτήτως αν φαγώνονται οι αριστεροί μεταξύ τους) έχει μεγάλη επιρροή, κινδυνεύει το αριστερό βλέμμα προς την κρίση, η αριστερή κριτική, οι επιβεβαιωμένες αριστερές προβλέψεις, να φανούν ως χαμένες, ως αποδοκιμασμένες. Η εξουσία παίζει με τα σίγουρα όπλα με τα οποία έκτισε τη νεοελλάδα (και την γκρέμισε στη συνέχεια).
Οι διορισμοί των κ. Σημίτη, Παπανδρέου, έγιναν σήμερα η τετράμηνη κοινωνική εργασία και τα τριχίλιαρα του κ. Καραμανλή μετά τις πυρκαγιές της Ηλείας, έγιναν τα σημερινά 500άρικα. Το κάλπικο αφήγημα του κ. Σημίτη για την ισχυρή Ελλάδα (της «Ολυμπιάδας» εφόδου στον ουρανό) έγινε το εξίσου κάλπικο «έξοδος στις αγορές».
Τα έπη του ψέματος και της οφθαλμαπάτης συνεχίζουν να είναι λειτουργικά ακόμα και στον άνθρωπο δίπλα στον σκουπιδοτενεκέ, όπως ακριβώς χθες ήταν λειτουργικά στον ηλίθιο δίπλα στην SLK.
Παραδόξως η ιδεολογία του αποσυνάγωγου, του σκουπιδοσυλλέκτη, ή του διαψευσμένου μικροαστού, αποδυναμώνει την Αριστερά γιατί απομακρύνει από τη σκέψη, την ψυχραιμία και γιατί κάνει επείγουσα τη δημιουργία ζωτικού ψέματος. Πρέπει οι άνθρωποι να ζήσουν, να υπάρξουν (όσο τους μένει) και γι' αυτό προσχωρούν στο ψεύδος, (στο drug). Η αφελής προσαρμογή στη δημοσκοπική μπάρα, είναι το όχημα εξόδου της Αριστεράς, πριν καν μπει. Στην πιεστική και ελλειμματική συνθήκη η μπάρα γίνεται ο διπλός μηχανισμός εφόδου και καταρράκωσης.
Επιχείρημα, τίμιο κτίσιμο της κάθε απάντησης, ψάξιμο, κινηματική αντίληψη, περιγραφή και προετοιμασία για τα δύσκολα, κόψιμο καιροσκόπων (τα έχω γράψει τόσες φορές ) είναι η μόνη βαθιά δυνατότητα.
* Ο Δημήτρης Α. Σεβαστάκης είναι ζωγράφος, αν. καθηγητής ΕΜΠ
dsevastakis@arch.ntua.gr
Χρειάζεται η Αριστερά τέτοια στοιχήματα; Τις αριθμητικές αποδείξεις της δύναμής της; Τόσοι δήμαρχοι έναντι τόσων; Τέτοιο ποσοστό ο δικός μας έναντι του αντιπάλου; Οι εκλογές και το πολιτικό ερώτημα που θέτουν, είναι απλώς, ένα αριθμητικό μέγεθος; Αν ναι, τότε τι είναι η στρατηγική σκέψη, η πολιτική ορμή, η καθαρότητα στόχων, η ανάλυση, το σχέδιο, το πολιτικό σφρίγος; Είναι τα απλά μέσα για να πετύχεις την αριθμητική επίδοση; Τη ροζ ή κίτρινη μπάρα απέναντι στη γαλάζια της Νέας Δημοκρατίας, στην πράσινη του ΠΑΣΟΚ; Το ποσοστό χρώματος στον χάρτη;
Συμφέρει την Αριστερά η προσαρμογή σε μια τέτοια σχηματική ιεράρχηση, σε μια απεικονιστική αγωνία που μοιάζει με στατιστική και που μπορεί να έχει πάμπολλα ή και καθόλου περιεχόμενα; Ή μήπως δουλειά της είναι η κατάστρωση αντισχεδίου και η πολιτική αποσαφήνιση των στόχων, των επιθυμιών της; Οι χρωματικές μπάρες ή ο λόγος; Σα να αιχμαλωτίζεται η Αριστερά σε κάτι που δεν είναι το προνομιακό της πεδίο, ακόμα κι αν η συγκυρία το ευνοεί. Δηλαδή αποδέχεται μια εικόνα για τον εαυτό της, αποκτά σθένος ή όχι, σε συνάρτηση με το αν η εβδομαδιαία δημοσκοπική καταγραφή την φέρνει πρώτη ή δεύτερη, σε σχέση με το αν καλύπτει ή όχι κάποια διαφορά μερικών εκατοστών.
Όμως σε τέτοια διλήμματα (όπως τα περιγράφω), από την μια στέκεται η δημοσκοπική μονομέρεια, αλλά απ' την άλλη υφέρπει η λογική της πρωτοπορίας, που κάθεται μόνη στο μπαρ και δεν την κοιτάει κανείς. Σε τέτοια διλήμματα αναγνωρίζει κανείς τη μόνη μικρή και τίμια Αριστερά σε αντίθεση με την εκκοσμικευμένη μαζική και διεκδικήσιμη (και από ιδιοτελείς καιροσκόπους και από απελπισμένους). Χωρίς να το καταλαβαίνει η Αριστερά αιχμαλωτίζεται από τα αριθμητικά ή εκλογοκεντρικά διλήμματα και στοιχήματα, χάνοντας το μεγάλο της πλεονέκτημα. Την καθαρότητα, την ευλυγισία και τη δυνατότητα λαϊκής επαφής.
Η εξουσία έχει όλη την άνεση το οτιδήποτε δεν εκφράζει ακριβώς την κυβερνητική κατρακύλα, να το εμφανίσει ως δική της νίκη. Οτιδήποτε δεν αποτελεί κυβερνητική πανωλεθρία, οτιδήποτε είναι μια απλή ήττα και όχι συντριβή συστημικού κόμματος, μπορεί να το εμφανίσει ως νίκη και διάψευση της Αριστεράς. Εύκολες προεκτιμήσεις ότι δηλαδή, «δεν μπορεί ο κόσμος να μη βλέπει τα εξόφθαλμα και τους εγκαταλείψει μαζικά» δεν ισχύουν. Πιθανόν να ηττηθεί η πολυδεξιά. Πιθανόν και όχι.
Ο κόσμος αποκόπτει τα πρόσωπα από τις πολιτικές που υπογράφουν. Ένας «αντιστασιακός» σε ένα νομοσχέδιο -που το ψηφίζει εν τέλει- δεν καταγράφεται με την ψήφο του, αλλά με τον «αντιστασιακό», επικοινωνιακό του θόρυβο. Η κοινοβουλευτική διαδικασία σαν παράσταση, είναι αδύναμη, σε σχέση με τη μιντιακή. Μια βδομάδα θορύβου περί αποχώρησης, περί του περήφανου όχι, αρκεί για να σβηστούν τα ίχνη του ναι. Τα πολιτικά περιεχόμενα αλλά και ο πολίτης που σκέπτεται, θυμάται, συνδυάζει, δεν είναι η πληθυντική πολιτική δύναμη. Το πλήθος δεν θυμάται, μπερδεύεται, παρανοεί. Καταλήγει στις μπάρες και τα χρώματα των δημοσκοπήσεων ή των εκλογών, καταλήγει σε μια ρηχή συγκριτική, γιατί δεν έχει τη δύναμη της σύγκρισης. Γιατί δεν διαθέτει το σθένος της αργής, σίγουρης, συνθετικής σκέψης.
Οι όροι λοιπόν, της εντυπωσιοθηρίας, δεν συμφέρουν την Αριστερά. Και η συμμόρφωση με τη μιντιακή ιδιόλεκτο δεν είναι σίγουρο ότι είναι το πιο στέρεο έδαφος για το αριστερό διάβημα. Τα γράφω όλ' αυτά γιατί, ενώ το ΠΑΣΟΚ χάνεται, εξαϋλώνεται ή αντικαθίσταται, ενώ η δύναμη της Ν.Δ. έχει καταποντιστεί και ενώ η Αριστερά (όλη μαζί, ανεξαρτήτως αν φαγώνονται οι αριστεροί μεταξύ τους) έχει μεγάλη επιρροή, κινδυνεύει το αριστερό βλέμμα προς την κρίση, η αριστερή κριτική, οι επιβεβαιωμένες αριστερές προβλέψεις, να φανούν ως χαμένες, ως αποδοκιμασμένες. Η εξουσία παίζει με τα σίγουρα όπλα με τα οποία έκτισε τη νεοελλάδα (και την γκρέμισε στη συνέχεια).
Οι διορισμοί των κ. Σημίτη, Παπανδρέου, έγιναν σήμερα η τετράμηνη κοινωνική εργασία και τα τριχίλιαρα του κ. Καραμανλή μετά τις πυρκαγιές της Ηλείας, έγιναν τα σημερινά 500άρικα. Το κάλπικο αφήγημα του κ. Σημίτη για την ισχυρή Ελλάδα (της «Ολυμπιάδας» εφόδου στον ουρανό) έγινε το εξίσου κάλπικο «έξοδος στις αγορές».
Τα έπη του ψέματος και της οφθαλμαπάτης συνεχίζουν να είναι λειτουργικά ακόμα και στον άνθρωπο δίπλα στον σκουπιδοτενεκέ, όπως ακριβώς χθες ήταν λειτουργικά στον ηλίθιο δίπλα στην SLK.
Παραδόξως η ιδεολογία του αποσυνάγωγου, του σκουπιδοσυλλέκτη, ή του διαψευσμένου μικροαστού, αποδυναμώνει την Αριστερά γιατί απομακρύνει από τη σκέψη, την ψυχραιμία και γιατί κάνει επείγουσα τη δημιουργία ζωτικού ψέματος. Πρέπει οι άνθρωποι να ζήσουν, να υπάρξουν (όσο τους μένει) και γι' αυτό προσχωρούν στο ψεύδος, (στο drug). Η αφελής προσαρμογή στη δημοσκοπική μπάρα, είναι το όχημα εξόδου της Αριστεράς, πριν καν μπει. Στην πιεστική και ελλειμματική συνθήκη η μπάρα γίνεται ο διπλός μηχανισμός εφόδου και καταρράκωσης.
Επιχείρημα, τίμιο κτίσιμο της κάθε απάντησης, ψάξιμο, κινηματική αντίληψη, περιγραφή και προετοιμασία για τα δύσκολα, κόψιμο καιροσκόπων (τα έχω γράψει τόσες φορές ) είναι η μόνη βαθιά δυνατότητα.
* Ο Δημήτρης Α. Σεβαστάκης είναι ζωγράφος, αν. καθηγητής ΕΜΠ
dsevastakis@arch.ntua.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου