του Κωστα Καναβουρη, απο την Αυγη...
Αν σε μια χώρα οι νόμοι «κοιμούνται» ή «ξυπνούν» κυριολεκτικώς επειδή
κάθε φορά «έτσι γουστάρει» ο πρωθυπουργός και η κατ' εικόνα και ομοίωσή
του ακροδεξιά δράκα που τον περιτριγυρίζει, τότε πράγματι αυτή η χώρα
έχει κυβερνητική σταθερότητα;
Αν σε μια χώρα ο θεμελιώδης Συντακτικός της Νόμος έχει γίνει κουρελόχαρτο στα χέρια στρεβλωμένων θεσμών και θεσμίσεων, όπως επίσης και ξέφραγο αμπέλι όπου αλωνίζουν παραθεσμικοί, εξωθεσμικοί και απολύτως ανέλεγκτοι παράγοντες, τότε όντως πιστεύουμε ότι αυτή η χώρα έχει κυβερνητική και κατ' επέκταση πολιτική σταθερότητα; Αν σε μια χώρα η δικαστική εξουσία δρα με τρόπο ευεπίφορο προς τα κελεύσματα της εκτελεστικής εξουσίας, με αποτελέσματα δύστροπα για την ουσιαστική λειτουργία του πολιτεύματος, τότε αυτή η χώρα είναι πρόθυμη για λειτουργικό κράτος δικαίου που αποτελεί την απόλυτη προϋπόθεση πολιτικής σταθερότητας; Αν σε μια χώρα ο κάθε ναζί μέλος εγκληματικής οργάνωσης συναγελάζεται -σε καθεστώς «κρυπτείας» εις βάρος ανθρώπινων πλασμάτων- με ανώτατο εξ απορρήτων σύμβουλο και υπόρρητο alter ego του πρωθυπουργού, τότε αυτή η χώρα διαθέτει πολιτική σταθερότητα που τόσο δοξάζεται ως περίπου μεταφυσική επιθυμία της πλειονότητας των Ελλήνων πολιτών σε διάφορες πρετεντέρειες (και άλλες) «παραγγελιές» δημοσκοπήσεων;
Αυτή την πολιτική σταθερότητα εννοούν οι Έλληνες πολίτες; Τη σταθερότητα που επιτρέπει, ας πούμε, στον πρόεδρο της Βουλής και ανώτατο πολιτειακό παράγοντα να μαγκίζει εις βάρος του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, περιποιώντας στον εαυτό του μια βαριά αυθορμησιακή γενναιότητα, την ίδια στιγμή που διαρκώς ξεχνάει αυτή την ίδια γενναιότητα στις τσέπες του φαρδυκάβαλου παντελονιού του, όταν χωρίς τσιμουδιά εισάγει μια ψήφιση πολυνομοσχεδίου με διαδικασίες κοινοβουλευτικού δευτερολέπτου συζήτησης τη στιγμή που θα χρειάζονταν «αιώνες» συζητήσεων και αντιπαρατιθέμενων απόψεων.
Αυτή την πολιτική σταθερότητα θέλουμε; Τη βαριά -χαλυβουργικής υφής- σταθερότητα, που συμπιέζει τον ευρύστερνο κοινοβουλευτικό χρόνο σε ασφυξία δευτερολέπτου; Αυτή δεν είναι σταθερότητα, είναι παραποίηση πολιτεύματος που υπέχει μεν σωρεία ποινικώς κολάσιμων ενεργειών, αλλά η ίδια -και ορθώς- δεν είναι ποινικώς κολάσιμη, όπως είναι η κατάργηση του πολιτεύματος. Ωστόσο, αυτό είναι που θέλουμε; Τη σταθερότητα που χαρίζει πρόστιμα σε μεγαλεμπόρους και μεγαλολαθρεμπόρους (για τους οποίους τηρεί αιδήμονα τυφλότητα) και κυνηγάει έως θανάτου τον θεμέλιο πολίτη; Γιατί κυνήγι μέχρι θανάτου είναι το να πεθαίνει κανείς -όπως αυτή η νεότατη γυναίκα- από έλλειψη ενός απλού φαρμάκου για την υπέρταση λόγω ένδειας προς αγορά και λόγω έλλειψης (διά νόμου, αν έχετε τον Θεό σας, διά νόμου που ψήφισαν χωρίς να το γνωρίζουν τα ανδρείκελα του Μεϊμαράκη, του Σαμαρά και του Βενιζέλου) ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης.
Αυτή τη σταθερότητα θέλουμε; Τη σταθερότητα ελεύθερης δράσης των κεφαλοκυνηγών και των εισπρακτόρων που καμώνονται το βασικό πολιτικό προσωπικό της χώρας; Τη σταθερότητα των σπαθοφόρων του συστήματος; Αυτή τη σταθερότητα επιβολής της θανατικής ποινής ως ανεκδιήγητης, ανείπωτης, ασύλληπτης κυριολεκτικώς καταδίκης;
Αυτή τη σταθερότητα θέλουμε; Τη σταθερότητα επιβολής θανατικής ποινής -νομικώς εξοβελισμένης, αλλά και πολιτικώς εδώ και δεκαετίες- από το υπερφυσικό απόλυτο «καλό» που είναι κάποια «σωτηρία» της χώρας και το οποίο προσωποποιείται στη συγκυβέρνηση Σαμαρά - Βενιζέλου (το πιο μικρό εκτελεστικό απόσπασμα στην ιστορία της ανθρωπότητας) εις βάρος εκείνων που κολάζονται με αφαίρεση της ζωής τους επειδή είναι φτωχοί! «Έγκλημα» στο οποίο υπέπεσαν λόγω ακριβώς της θανατηφόρου πολιτικής σταθερότητας των δημίων τους.
Αυτή την πολιτική σταθερότητα θέλουμε; Τη σταθερότητα που κλωτσάει τους καρκινοπαθείς για να πάνε πιο γρήγορα στον τάφο και μάλιστα μέσα στην αγριότητα έλλειψης της παραμικρής θωπείας στον πόνο και στον τάφο τους; Να λείπουν γιατροί. Και το θάλπος να γίνεται κόλαση. Και το φάρμακο φαρμάκι. Να λείπουν δάσκαλοι. Και αυτό να λέγεται πρωτογενές πλεόνασμα αμόρφωτων παιδιών, λιπόθυμων από έλλειψη τροφής και τρομοκρατημένων από έλλειψη τρέχοντος παρόντος, από την ίδια έλλειψη που πάσχουν και οι Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου διά των οποίων εξακοντίζεται το «έτσι γουστάρω» σε ύψη φαιάς στρατόσφαιρας της παπαγαλακίας που την είπαν δημοσιογραφία και την ευλόγησαν και προπαντός την πλήρωσαν τα πιο σκοτεινά κονδύλια (όχι κατ' ανάγκη του υπουργείου Εξωτερικών) διαφόρων «ευαγών» ιδρυμάτων.
Αλλά, όπως και να το κάνεις, είναι μια σταθερά. Η σταθερά της καταισχύνης. Προσωπικής, πολιτικής και κοινωνικής. Ηθικής, λογικής και αισθητικής. Μ' αυτή γεννηθήκαμε, μ' αυτή μεγαλώσαμε. Μ' αυτή και θα πεθάνουμε; Ως όμηροι του Μπαλτάκου; Δηλαδή του Μιχαλολιάκου; Δηλαδή του Σαμαρά; Δηλαδή του Κασιδιάρη; Δηλαδή του Βενιζέλου; Δηλαδή του Μεϊμαράκη; Δηλαδή του «Καιάδα»; Δηλαδή του Άδωνι, που συγκινείται επειδή ο υιός Μπαλτάκος πλάκωσε μερικούς (και μη μου πει κανείς ότι αφού ήτανε χρυσαυγίτες, καλά να πάθουν) μέσα στο κτήριο της Βουλής, αλλά παραμένει ασυγκίνητος με τόσους νεκρούς στα χέρια του;
Αυτή την πολιτική σταθερότητα θέλουμε; Αυτή την άγρια συμμετοχή στον θάνατο του διπλανού μας εαυτού θέλουμε, ως οικονομικού μοντέλου εξαγρίωσης και εξαχρείωσης της βασικής μονάδας του οικονομείν που είναι ο άνθρωπος; Αυτή τη συμπαραδήλωση τακτοποιούμε; Του αγαθού πρεσβύτη του Προεδρικού Μεγάρου που τάχθηκε να προστατεύει ως άνους ακόμα και την καταισχύνη ενός πολιτεύματος που κάποιοι την είπανε δημοκρατία μέσα στις φυλακές και την ευλόγησαν; Κι αυτός αποδέχτηκε την πολιτική άνοια ως συνταγματική υπόθεση Δημοκρατίας; Αυτή είναι η πολιτική σταθερότητα; Ένας Πρόεδρος Δημοκρατίας χωρίς πολιτικό «Εγώ» κι ένας ακροδεξιός δικαστικού ενδιαφέροντος, όπως ο Μπαλτάκος, που δηλώνει το δικό του «Εγώ»: «ο πρωθυπουργός είχε να παλέψει με τη Μέρκελ και τον Μπαρόζο. Θα τον βάλω να παλεύει και με τη Χρυσή Αυγή; Εγώ (σ.σ.: ΕΓΩ) γιατί ήμουν εκεί; Για να υπογράφω ΦΕΚ και δοκίμια»; Ιδού το θράσος. ΕΓΩ.
Ιδού η Δημοκρατία. Ιδού πως τα φύλλα της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως γίνονται κουρελόχαρτα άνευ σημασίας, που τα υπογράφει το κάθε φασιστόμουτρο. Ιδού η δοκιμιακή γνώση ως παίγνιο. Ιδού η ντροπή της Δημοκρατίας. Ως πολίτευμα. Ως πνεύμα. Ως νεύμα. Πού ήμασταν; Πού είμαστε;
Αν σε μια χώρα ο θεμελιώδης Συντακτικός της Νόμος έχει γίνει κουρελόχαρτο στα χέρια στρεβλωμένων θεσμών και θεσμίσεων, όπως επίσης και ξέφραγο αμπέλι όπου αλωνίζουν παραθεσμικοί, εξωθεσμικοί και απολύτως ανέλεγκτοι παράγοντες, τότε όντως πιστεύουμε ότι αυτή η χώρα έχει κυβερνητική και κατ' επέκταση πολιτική σταθερότητα; Αν σε μια χώρα η δικαστική εξουσία δρα με τρόπο ευεπίφορο προς τα κελεύσματα της εκτελεστικής εξουσίας, με αποτελέσματα δύστροπα για την ουσιαστική λειτουργία του πολιτεύματος, τότε αυτή η χώρα είναι πρόθυμη για λειτουργικό κράτος δικαίου που αποτελεί την απόλυτη προϋπόθεση πολιτικής σταθερότητας; Αν σε μια χώρα ο κάθε ναζί μέλος εγκληματικής οργάνωσης συναγελάζεται -σε καθεστώς «κρυπτείας» εις βάρος ανθρώπινων πλασμάτων- με ανώτατο εξ απορρήτων σύμβουλο και υπόρρητο alter ego του πρωθυπουργού, τότε αυτή η χώρα διαθέτει πολιτική σταθερότητα που τόσο δοξάζεται ως περίπου μεταφυσική επιθυμία της πλειονότητας των Ελλήνων πολιτών σε διάφορες πρετεντέρειες (και άλλες) «παραγγελιές» δημοσκοπήσεων;
Αυτή την πολιτική σταθερότητα εννοούν οι Έλληνες πολίτες; Τη σταθερότητα που επιτρέπει, ας πούμε, στον πρόεδρο της Βουλής και ανώτατο πολιτειακό παράγοντα να μαγκίζει εις βάρος του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, περιποιώντας στον εαυτό του μια βαριά αυθορμησιακή γενναιότητα, την ίδια στιγμή που διαρκώς ξεχνάει αυτή την ίδια γενναιότητα στις τσέπες του φαρδυκάβαλου παντελονιού του, όταν χωρίς τσιμουδιά εισάγει μια ψήφιση πολυνομοσχεδίου με διαδικασίες κοινοβουλευτικού δευτερολέπτου συζήτησης τη στιγμή που θα χρειάζονταν «αιώνες» συζητήσεων και αντιπαρατιθέμενων απόψεων.
Αυτή την πολιτική σταθερότητα θέλουμε; Τη βαριά -χαλυβουργικής υφής- σταθερότητα, που συμπιέζει τον ευρύστερνο κοινοβουλευτικό χρόνο σε ασφυξία δευτερολέπτου; Αυτή δεν είναι σταθερότητα, είναι παραποίηση πολιτεύματος που υπέχει μεν σωρεία ποινικώς κολάσιμων ενεργειών, αλλά η ίδια -και ορθώς- δεν είναι ποινικώς κολάσιμη, όπως είναι η κατάργηση του πολιτεύματος. Ωστόσο, αυτό είναι που θέλουμε; Τη σταθερότητα που χαρίζει πρόστιμα σε μεγαλεμπόρους και μεγαλολαθρεμπόρους (για τους οποίους τηρεί αιδήμονα τυφλότητα) και κυνηγάει έως θανάτου τον θεμέλιο πολίτη; Γιατί κυνήγι μέχρι θανάτου είναι το να πεθαίνει κανείς -όπως αυτή η νεότατη γυναίκα- από έλλειψη ενός απλού φαρμάκου για την υπέρταση λόγω ένδειας προς αγορά και λόγω έλλειψης (διά νόμου, αν έχετε τον Θεό σας, διά νόμου που ψήφισαν χωρίς να το γνωρίζουν τα ανδρείκελα του Μεϊμαράκη, του Σαμαρά και του Βενιζέλου) ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης.
Αυτή τη σταθερότητα θέλουμε; Τη σταθερότητα ελεύθερης δράσης των κεφαλοκυνηγών και των εισπρακτόρων που καμώνονται το βασικό πολιτικό προσωπικό της χώρας; Τη σταθερότητα των σπαθοφόρων του συστήματος; Αυτή τη σταθερότητα επιβολής της θανατικής ποινής ως ανεκδιήγητης, ανείπωτης, ασύλληπτης κυριολεκτικώς καταδίκης;
Αυτή τη σταθερότητα θέλουμε; Τη σταθερότητα επιβολής θανατικής ποινής -νομικώς εξοβελισμένης, αλλά και πολιτικώς εδώ και δεκαετίες- από το υπερφυσικό απόλυτο «καλό» που είναι κάποια «σωτηρία» της χώρας και το οποίο προσωποποιείται στη συγκυβέρνηση Σαμαρά - Βενιζέλου (το πιο μικρό εκτελεστικό απόσπασμα στην ιστορία της ανθρωπότητας) εις βάρος εκείνων που κολάζονται με αφαίρεση της ζωής τους επειδή είναι φτωχοί! «Έγκλημα» στο οποίο υπέπεσαν λόγω ακριβώς της θανατηφόρου πολιτικής σταθερότητας των δημίων τους.
Αυτή την πολιτική σταθερότητα θέλουμε; Τη σταθερότητα που κλωτσάει τους καρκινοπαθείς για να πάνε πιο γρήγορα στον τάφο και μάλιστα μέσα στην αγριότητα έλλειψης της παραμικρής θωπείας στον πόνο και στον τάφο τους; Να λείπουν γιατροί. Και το θάλπος να γίνεται κόλαση. Και το φάρμακο φαρμάκι. Να λείπουν δάσκαλοι. Και αυτό να λέγεται πρωτογενές πλεόνασμα αμόρφωτων παιδιών, λιπόθυμων από έλλειψη τροφής και τρομοκρατημένων από έλλειψη τρέχοντος παρόντος, από την ίδια έλλειψη που πάσχουν και οι Πράξεις Νομοθετικού Περιεχομένου διά των οποίων εξακοντίζεται το «έτσι γουστάρω» σε ύψη φαιάς στρατόσφαιρας της παπαγαλακίας που την είπαν δημοσιογραφία και την ευλόγησαν και προπαντός την πλήρωσαν τα πιο σκοτεινά κονδύλια (όχι κατ' ανάγκη του υπουργείου Εξωτερικών) διαφόρων «ευαγών» ιδρυμάτων.
Αλλά, όπως και να το κάνεις, είναι μια σταθερά. Η σταθερά της καταισχύνης. Προσωπικής, πολιτικής και κοινωνικής. Ηθικής, λογικής και αισθητικής. Μ' αυτή γεννηθήκαμε, μ' αυτή μεγαλώσαμε. Μ' αυτή και θα πεθάνουμε; Ως όμηροι του Μπαλτάκου; Δηλαδή του Μιχαλολιάκου; Δηλαδή του Σαμαρά; Δηλαδή του Κασιδιάρη; Δηλαδή του Βενιζέλου; Δηλαδή του Μεϊμαράκη; Δηλαδή του «Καιάδα»; Δηλαδή του Άδωνι, που συγκινείται επειδή ο υιός Μπαλτάκος πλάκωσε μερικούς (και μη μου πει κανείς ότι αφού ήτανε χρυσαυγίτες, καλά να πάθουν) μέσα στο κτήριο της Βουλής, αλλά παραμένει ασυγκίνητος με τόσους νεκρούς στα χέρια του;
Αυτή την πολιτική σταθερότητα θέλουμε; Αυτή την άγρια συμμετοχή στον θάνατο του διπλανού μας εαυτού θέλουμε, ως οικονομικού μοντέλου εξαγρίωσης και εξαχρείωσης της βασικής μονάδας του οικονομείν που είναι ο άνθρωπος; Αυτή τη συμπαραδήλωση τακτοποιούμε; Του αγαθού πρεσβύτη του Προεδρικού Μεγάρου που τάχθηκε να προστατεύει ως άνους ακόμα και την καταισχύνη ενός πολιτεύματος που κάποιοι την είπανε δημοκρατία μέσα στις φυλακές και την ευλόγησαν; Κι αυτός αποδέχτηκε την πολιτική άνοια ως συνταγματική υπόθεση Δημοκρατίας; Αυτή είναι η πολιτική σταθερότητα; Ένας Πρόεδρος Δημοκρατίας χωρίς πολιτικό «Εγώ» κι ένας ακροδεξιός δικαστικού ενδιαφέροντος, όπως ο Μπαλτάκος, που δηλώνει το δικό του «Εγώ»: «ο πρωθυπουργός είχε να παλέψει με τη Μέρκελ και τον Μπαρόζο. Θα τον βάλω να παλεύει και με τη Χρυσή Αυγή; Εγώ (σ.σ.: ΕΓΩ) γιατί ήμουν εκεί; Για να υπογράφω ΦΕΚ και δοκίμια»; Ιδού το θράσος. ΕΓΩ.
Ιδού η Δημοκρατία. Ιδού πως τα φύλλα της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως γίνονται κουρελόχαρτα άνευ σημασίας, που τα υπογράφει το κάθε φασιστόμουτρο. Ιδού η δοκιμιακή γνώση ως παίγνιο. Ιδού η ντροπή της Δημοκρατίας. Ως πολίτευμα. Ως πνεύμα. Ως νεύμα. Πού ήμασταν; Πού είμαστε;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου