Κωνσταντίνος Τσιτσελίκης, απο το Περιοδικο Χρονος...
Στο κείμενο αυτό θα επιχειρήσω να αναδείξω μεγέθη και ποιότητες ενός αναμφίβολα αξιοπρόσεκτου φαινομένου που επικάθεται στα όσα βιώνουμε στην ελληνική κοινωνία και πολιτική σκηνή τα τελευταία χρόνια. Ίσως μια δεύτερη φάση τής –εν πολλοίς παραπλανητικής– συζήτησης που είχε ανοίξει προεκλογικά με το θέμα της υποψηφιότητας της Σαμπιχά Σουλεϊμάν στην Ξάνθη.
Τα θέματα είναι ενδιαφέροντα γιατί είναι ταμπού και εμπεριέχουν αξιωματικές παραδοχές: Πώς γίνεται και λειτουργεί ένα τέτοιο κόμμα; Μα καλά, υπάρχουν Τούρκοι στη Θράκη; Αν ναι, τότε το πολιτικό τους κόμμα είναι ο δούρειος ίππος της Τουρκίας. Η Θράκη απειλείται. Η Θράκη χάθηκε κ.λπ. κ.λπ. Τα ερωτήματα με τις σχετικές απαντήσεις έθρεψαν πλήθος Μ.Μ.Ε. και αναλυτές.
Θα ξεκινήσω με ένα σχόλιο σχετικά με το ζήτημα των μειονοτικών κομμάτων και δη των ελληνικών στην Αλβανία. Αν κανείς στα σχόλια για τη Θράκη αντικαταστήσει το «τουρκικό κόμμα» με το «ελληνικό» και αναφερθεί στην Ομόνοια ή το M.E.G.A. (τα κόμματα των Ελλήνων μειονοτικών της Αλβανίας), ασφαλώς τα αισθήματα και οι αντιδράσεις θα έχουν το αντίστροφο πρόσημο στον Έλληνα αναγνώστη. Παρόμοια θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς: Θα ήταν άραγε φυσιολογικό να έχουν σχέσεις οι Έλληνες μειονοτικοί στην Αλβανία με το τοπικό ελληνικό προξενείο και να δέχονται τις οικονομική βοήθεια κάθε είδους; Θα ήταν φυσιολογικό να φωτογραφίζονται προεκλογικά με κάθε εθνικόφρονα Έλληνα πολιτικό που θα έσπευδε να δηλώσει συμπαράσταση στα αδέρφια της ομογένειας; κ.λπ. κ.λπ. Με λίγα λόγια, η νίκη του D.E.B. τροφοδότησε μια επιφανειακή ρητορική που εδράζεται στη λογική του φόβου και τις εθνικές διχοτομήσεις. Οι τελευταίες προσδιορίζουν τις αντιδράσεις αυτές, επανατροφοδοτούν πολιτικές στάσεις και συσπειρώσεις σε χώρους που συναποτελούν την εθνικιστική (Ακρο)Δεξιά-Αριστερά. Εξάλλου η σημαντική αύξηση των ποσοστών της Χρυσής Αυγής και του ΛΑ.Ο.Σ. στη Θράκη, δηλαδή αμιγώς μεταξύ του πλειονοτικού πληθυσμού, αποτελεί άλλο ένα ενδιαφέρον στοιχείο στην αλυσίδα των αιτίων-αποτελεσμάτων της ιστορίας μας.
Μια τελευταία εισαγωγική παρατήρηση. Το νικηφόρο κόμμα στην Ξάνθη και στη Ροδόπη Φιλία-Ισότητα-Ειρήνη είναι ένα κόμμα νόμιμο χωρίς παράνομες δραστηριότητες, συσπειρώνει τους μειονοτικούς που αισθάνονται Τούρκοι και έχει σχέσεις με τη «μητέρα-πατρίδα» τους. Ιδρύθηκε κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες πριν από 24 χρόνια, και ουσιαστικά τώρα ξύπνησε από τον λήθαργό του. Ας δούμε την ιστορική του πορεία και τη σημασία της ενεργοποίησής του.
Μια σύντομη αναδρομή
Το 1985 ήταν η πρώτη φορά που ανεξάρτητοι μειονοτικοί συνδυασμοί κατέβηκαν στις εκλογές (στην Ξάνθη η Ειρήνη (Barış) και στη Ροδόπη ο Σαμπαχαντίν Γκαλήπ) χωρίς επιτυχία. Η κίνηση αυτή πυροδότησε διεργασίες, συχνά επώδυνες, εντός της μειονότητας και εντός του ελληνικού πολιτικού συστήματος. Το 1989-93, κατά τη διάρκεια της πλέον ρευστής περιόδου της μεταπολίτευσης, μειονοτικοί υποψήφιοι εξελέγησαν βουλευτές με κύριο σύνθημα την αναφορά στην εθνική τους τουρκική ταυτότητα. Τον Ιούνιο του 1989 εξελέγη στη Ροδόπη ο γιατρός Αχμέτ Σαδίκ με την Εμπιστοσύνη (Güven). ΤονΝοέμβριο του 1989 στη Ροδόπη ο Ισμαήλ Ροδοπλού με τον ίδιο συνδυασμό. Τον Απρίλιο του 1990 στη Ροδόπη πάλι ο Αχμέτ Σαδίκ, και στην Ξάνθη ο Αχμέτ Φαΐκογλου με τον συνδυασμό Πεπρωμενο (İkbal).Η παρουσία ανεξάρτητων μειονοτικών βουλευτών με επίκληση του τουρκισμού τους στο Κοινοβούλιο και η διατύπωση συγκεκριμένων μέτρων για τα μειονοτικά θέματα πυροδότησε μεγάλες αντιδράσεις, την καταδίκη και φυλάκιση του Σαδίκ για πρόκληση κοινωνικής ειρήνης, μέχρι και την αλλαγή του εκλογικού νόμου με τη θέσπιση του εκλογικού ορίου του 3% που ισχύει από το 1993 μέχρι σήμερα, και το οποίο στην πράξη εμποδίζει την εκλογή μειονοτικών βουλευτών αλλά και κάθε μικρού πολιτικού κόμματος στη λογική της ενδυνάμωσης σταθερών κυβερνήσεων.
Η κρίση στη Θράκη γύρω από το εθνοτικό ζήτημα κορυφώθηκε με τα επεισόδια-πογκρόμ Ελλήνων εθνικιστών κατά των μειονοτικών τον Ιανουάριο του 1990 στην Κομοτηνή και τη δήλωση των αρχηγών των πολιτικών κομμάτων για άρση των διακρίσεων που ασκούνταν σε βάρος των μειονοτικών και εγκαθίδρυση της αρχής της ισονομίας και ισοπολιτείας που επιβεβαίωσε λίγο αργότερα ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης (1991).
Από τα μέσα του 1990, όντως η μεταχείριση διακρίσεων των μειονοτικών σταδιακά ήρθη και στην πράξη. Εντέλει, μέσα σε μία δεκαετία πολλά από τα σημεία των διεκδικήσεων του Σαδίκ ουσιαστικά υλοποιήθηκαν από τις μετέπειτα κυβερνήσεις.
Ωστόσο, στο κλίμα της οξείας ελληνοτουρκικής εθνικιστικής αντιπαράθεσης, το 1991 ιδρύθηκε το μειονοτικό κόμμα Φιλία-Ισότητα-Ειρήνη (Dostluk-Eşitlik-Bariş Partisi) από τον Σαδίκ ο οποίος έχασε τη ζωή του αργότερα σε αυτοκινητικό δυστύχημα. Η πρώτη φορά που έπαιξε κάποιο ρόλο σε εκλογές το μειονοτικό κόμμα ήταν οι νομαρχιακές εκλογές του 2002, όταν ο Αχμέτ Χατζηοσμάν, πρόεδρος του κόμματος, εξελέγη μέλος του Νομαρχιακού Συμβουλίου μέσα από ψηφοδέλτιο που υποστήριξε το ΠΑ.ΣΟ.Κ. Στη συνέχεια ο ίδιος εξελέγη βουλευτής με το ΠΑ.ΣΟ.Κ. το 2007 και το 2009. Το ενδιαφέρον είναι ότι ο ίδιος, αν και ανήκει στον χώρο του πολιτικού Ισλάμ, το κόμμα του οποίου προήδρευε εξέφραζε σαφείς νεωτερικές-κεμαλικές θέσεις. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι αντανακλούσε τη «σύνθεση» μεταξύ των δύο τάσεων στην Τουρκία, μεταξύ του κοσμικού κατεστημένου και του πολιτικού Ισλάμ μέσα από το Α.Κ.Ρ. του Ερντογάν. Η Φιλία-Ισότητα-Ειρήνη γενικά απέφευγε να πάρει μέρος σε πολιτικές αντιπαραθέσεις, ενώ δεν προώθησε συγκεκριμένες διεκδικήσεις από την κυβέρνηση για τα χρόνια προβλήματα της περιοχής και της μειονότητας (εκπαίδευση, μουφτειακό, βακούφια). Έκτοτε, οι περισσότεροι μειονοτικοί πολιτευτές με τα μεγάλα κόμματα είχαν και έχουν στενές σχέσεις και με το D.E.B.
Η εκλογική νίκη, αναμενόμενη ή έκπληξη;
Όπως και κάθε μειονοτικό κόμμα, η Φιλία-Ισότητα-Ειρήνη είχε σχέσεις με τη «μητέρα-πατρίδα» με τις επισκέψεις Τούρκων πολιτικών, την ανταπόδοση των επισκέψεων στην Τουρκία, τη σχέση με τους συλλόγους Δυτικοθρακιωτών Τούρκων στην Τουρκία ή τη Γερμανία. Εντός του ανενεργού μέχρι πρότινος πολιτικού κόμματος δραστηριοποιούνταν οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που ασχολούνται με τα κοινά, συλλόγους, Μ.Μ.Ε., πολιτικά κόμματα και τοπική αυτοδιοίκηση μέσα από δίκτυα αλληλοϋποστήριξης και βέβαια εξαρτήσεων και πελατειακών σχέσεων. Το κόμμα έχει σαφή εθνικό προσανατολισμό. Η ανάλυση του πολιτικού λόγου του D.E.B. θα είχε ασφαλώς ιδιαίτερο ενδιαφέρον ειδικά ως προς τη χρήση του «εθνικού λόγου» και την αναφορά στον τουρκισμό.
Αυτό που κυρίως ενδιαφέρει είναι τι συνέβη και η Φιλία-Ισότητα-Ειρήνη κατέβηκε στις πρόσφατες ευρωεκλογές και τι σημαίνει η επιτυχία της; Σε πρώτο επίπεδο, η κάθοδος στις εκλογές έγινε για συγκεκριμένους λόγους, όπως η εκτίμηση ότι υπήρχε δυνατότητα συσπείρωσης των μειονοτικών ψηφοφόρων γύρω από το σύνθημα «Ψηφίζω τουρκικά». Το σύνθημα ακούγεται τα τελευταία 10-15 χρόνια μέσα από τους κύκλους που προωθούν την εθνική τουρκική ιδεολογία και την εμπέδωση σχέσεων εξάρτησης, οικονομικής, πολιτικής και ιδεολογικής εντός και εκτός Θράκης με αυτό που δαιμονοποιημένα ονομάζεται «τουρκικό προξενείο». Η προσπάθεια αυτή φαίνεται ότι δεν είχε και τόση επιτυχία κατά την τελευταία περίοδο, καθώς συχνά βουλευτές «εκτός γραμμής» είχαν εκλεγεί, ειδικά εκείνοι του ΣΥΝ./ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Η «γραμμή» βέβαια θα πρέπει να γίνεται αντιληπτή και με τις εσωτερικές συγκρούσεις στα πολιτικά πράγματα της Τουρκίας.
Η μειονότητα έμοιαζε τα τελευταία χρόνια να μην υπακούει enbloc σε οδηγίες για το ποιος πρέπει να ψηφιστεί. Όμως, η εκλογική επιτυχία του κόμματος Φιλία-Ισότητα-Ειρήνη με 42.635 ψήφους (Έβρος 1.220, 15.378, Ροδόπη 25.857, αλλού στην Ελλάδα 140) ήταν συντριπτική, λαμβάνοντας υπόψη και την ελάχιστη κινητοποίηση-μεταφορά ψηφοφόρων από την Τουρκία. Η επιτυχία σημειώθηκε κυρίως στη Ροδόπη παρά στην Ξάνθη, περισσότερο στα χωριά παρά στις δύο πόλεις, κυρίως στην Κομοτηνή παρά στην πόλη της Ξάνθης.
Για να βγάλει κανείς συμπεράσματα για τη συγκυρία και να αποτιμήσει την επιτυχία αυτή θα πρέπει να συνδυάσει την ψήφο στις ευρωεκλογές με τη μειονοτική ψήφο στις τοπικές εκλογές. Δηλαδή να συσχετίσει τη μειονοτική ψήφο όπως καταγράφηκε υπέρ του στηριζόμενου από τη Νέα Δημοκρατία –περιφερειάρχη πλέον– Γ. Παυλίδη σε βάρος του Α. Γιαννακίδη που επί μακρόν είχε τη στήριξη του ΠΑ.ΣΟ.Κ. με την ψήφο της μειονότητας. Αντίστροφα, η μειονότητα ψήφισε υπέρ του δημάρχου της Κομοτηνής Γ. Πετρίδη που στηρίζεται από το ΠΑ.ΣΟ.Κ. Εάν αναζητήσει κανείς κάποια λογική πίσω από τη φαινομενικά αντιφατική εκλογική στάση των περισσότερων μειονοτικών θα έβγαζε το συμπέρασμα ότι όσοι και όσες ψήφισαν Φιλία-Ισότητα-Ειρήνηπροτίμησαν ταυτόχρονα τους υποψηφίους της Νέας Δημοκρατίας στην Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης και του ΠΑ.ΣΟ.Κ. στον Δήμο Κομοτηνής. Θα μπορούσε άραγε να εικάσει κανείς ένα κεντρικό ελληνοτουρκικό πολιτικό αλισβερίσι κατά το οποίο η αθρόα στήριξη του μειονοτικού κόμματος πήγε πακέτο με τη στήριξη της Ν.Δ. και του ΠΑ.ΣΟ.Κ.; Πόσο μάλλον αφού οι εκλογικές επιλογές των ψηφοφόρων της μειονότητας είχαν αποτέλεσμα τη μεγάλη υποχώρηση της εκλογικής δύναμης του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., που παρεμπιπτόντως διαθέτει δύο μειονοτικούς βουλευτές.
Σε κάθε περίπτωση, η εκλογική στάση της μειονότητας επιβεβαιώνει αντικειμενικά μια απλή δυνατότητα. Ότι μπορεί να συσπειρωθεί γύρω από ένα κάλεσμα με εθνικό κριτήριο: την «τουρκική ψήφο». Η τελική ερώτηση είναι τι οδήγησε τους μειονοτικούς να το πράξουν;
Η απάντηση θα πρέπει να αναζητηθεί σε μια σειρά παραγόντων με διαφορετική βαρύτητα κατά περίπτωση. Κατ’ αρχάς, η εκλογική μάχη των ευρωεκλογών ήταν ανέξοδη, καθώς δεν υπήρχε πολιτικό διακύβευμα (βουλευτικές έδρες, εκλογή σε συγκεκριμένο πόστο). Το αποτέλεσμα λειτουργεί στο ψυχολογικό-συμβολικό επίπεδο και η συμμόρφωση των ψηφοφόρων με τη «γραμμή» ήταν εύκολη και χωρίς πολιτικό κόστος.
Αν ψάξει κανείς στο βάθος της ιστορίας αυτής, το σημαντικότερο αίτιο για τη συμμόρφωση αυτή, κατά τη γνώμη μου, είναι η χρόνια απαξίωση από τους ανθρώπους που συναπαρτίζουν τη μειονότητα, των κρατικών πολιτικών για κάθε ζήτημα που τους αφορά, είτε αυτό έχει σχέση με τη γενικότερη υποβάθμιση της ελληνικής επαρχίας είτε με τα ειδικά θέματα που τους απασχολούν ως μειονοτικούς, λαμβάνοντας υπόψη το χαμηλό οικονομικοκοινωνικό επίπεδο μεγάλων τμημάτων της μειονότητας. Αντίθετα η ευκαιριακή ψήφος στα μεγάλα κόμματα ή στους ισχυρούς άνδρες της περιοχής δημιουργούσε ψεύτικες ελπίδες και προσωρινά οφέλη, ανάλογα με τα όσα βιώνει βέβαια και κάθε Έλληνας ψηφοφόρος σε ολόκληρη την επικράτεια. Με μια διαφορά: ο μειονοτικός της Θράκης είναι στιγματισμένος, είναι δακτυλοδεικτούμενος, είναι μουσουλμάνος απ’ έξω αλλά Τούρκος από μέσα, ενίοτε είναι Πομάκος ή Τσιγγάνος, άσχετα αν το θέλει ή όχι. Του εφαρμόζουν εξαιρετικά μέτρα, διακρίσεις και αμοιβαιότητες. Είναι εκτός «κανονικότητας», λιγότερο ή περισσότερο ακόμα και στις πιο δημοκρατικές περιόδους. Έτσι, έχει δημιουργηθεί γόνιμο έδαφος για κάθε είδους προσεταιρισμούς εθνικού χαρακτήρα (βλ. τουρκική εξωτερική πολιτική και εθνικιστές), κομματικού (βλ. πολιτικές μαστίγιου και καρότου Ν.Δ. και ΠΑ.ΣΟ.Κ.), θρησκευτικού (βλ. επιρροή που ασκούν μέσω των κορανικών σχολείων ή των φροντιστηρίων οι «ζαμανικοί») ή απλώς πελατειακού χαρακτήρα (βλ. βουλευτές, νομάρχες, δήμαρχοι και περιφερειάρχες, και βέβαια «φακελάκια» από το τουρκικό προξενείο και το Γραφείο Πολιτικών Υποθέσεων).
Η γενεαλογία της κατάστασης αυτής συντηρείται αμετάβλητα πριν και μετά τη χούντα και είναι πλούσια σε δυνατότητες αναπαραγωγής και αντίστασης.
Το μειονοτικό κόμμα μπορεί να φέρει λύσεις;
Δεν χρειάζεται να πάει κανείς μακριά σε αυτή τη συζήτηση για τα αίτια ανάδυσης του D.E.B. και της επιρροής του. Από την άλλη πλευρά, η ύπαρξη μειονοτικών κομμάτων είναι αποτέλεσμα μιας παθογένειας. Τα κόμματα αυτά τρέφονται από μια ιδεολογική και θεσμική δυστοκία: οι μειονοτικοί Έλληνες πολίτες δεν να είναι ορατοί ως ισότιμοι πολίτες και η μειονοτική τους ιδιότητα, δηλαδή η διαφορετική τους εθνική ταυτότητα, γλώσσα ή/και θρησκεία δεν είναι σεβαστή θεσμικά. Εκτός του κόμματος Φιλία-Ισότητα-Ειρήνη, η περίπτωση του Ουράνιου Τόξου είναι άλλη μια ενδεικτική περίπτωση απόλυτης δυσανεξίας στην αποδοχή όχι μόνο της ετερότητας αλλά και της ύπαρξης του φαινομένου.
Το μειονοτικό κόμμα της Θράκης λοιπόν είναι ένδειξη αλλά και μοχλός της σύγκρουσης δύο εθνικισμών και μιας διπλής αδυναμίας (η οικονομική ύφεση αποτελεί ευνοϊκό περιβάλλον αλλά όχι απαραίτητη συνθήκη). Πρώτη αδυναμία της μειονότητας να αποτελέσει ένα «φυσιολογικό» κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, με τα διακριτά χαρακτηριστικά της, εθνισμούς, γλώσσες, θρησκεία. Χωρίς υλικές και πολιτικές εξαρτήσεις από τη μητέρα-πατρίδα. Με διεκδικήσεις για τα δικαιώματα των μελών της, μειονοτικά και γενικά, για την κοινωνική πρόοδο και εξέλιξη. Με πολυφωνική πολιτική έκφραση μέσα στον πολιτικό στίβο των κομμάτων που εκπροσωπούν ιδεολογικές τάσεις και προτάσεις στον άξονα «Δεξιά-Αριστερά». Δεύτερη αδυναμία είναι αυτή της ελληνικής πλειονότητας και του κράτους να αποδεχτεί ότι η ιδιότητα του Έλληνα πολίτη μπορεί να συμπεριλάβει και άλλες εθνικές ή εθνοτικές ταυτότητες. Ότι η ισονομία δεν συγχωρεί «εξαιρετικά μέτρα» και ότι το εθνικό συμφέρον δεν σημαίνει άσκηση πίεσης στη μειονότητα αλλά αντίθετα τη διασφάλιση της ισονομίας και τον ενεργητικό σεβασμό της διαφορετικότητας, αφού έτσι θα υπηρετεί το συμφέρον του ελληνικού λαού στο απόλυτο σύνολό του. Μέσα από τη συνεργασία με τη μητέρα-πατρίδα.
Από τα παραπάνω δεν συμβαίνει απολύτως τίποτα. Κατά συνέπεια ουδεμία έκπληξη για την αναβίωση του μειονοτικού κόμματος. Ας μην ξεχνάμε ότι στις επόμενες βουλευτικές εκλογές το παιχνίδι θα παιχτεί όπως πάντα για την εκλογή των μειονοτικών βουλευτών με τον παραδοσιακό τρόπο. Στις ευρωεκλογές η μειονοτική ψήφος ήταν εύκολη και ανέξοδη, με κέρδη για όλους. Όμως η «τουρκική ψήφος» μπαίνει (ξανά) στο παιχνίδι ως απειλή και προσδοκία και οι εθνο-πατριώτες κάθε χρώματος θα έχουν μεγάλη πελατεία και δουλειές με φούντες.
Τι συνέβη και το μειονοτικό κόμμα
Φιλία-Ισότητα-Ειρήνη που έχει ιδρυθεί το 1991, κατέβηκε στις πρόσφατες
ευρωεκλογές και τι σημαίνει η επιτυχία του
Η σαρωτική νίκη στους κόλπους της μειονότητας της Θράκης του κόμματος
Φιλία-Ισότητα-Ειρήνη (Dostluk-Eşitlik-Bariş – DEB) πυροδότησε σειρά
αντιδράσεων, σχολίων και σκέψεων που ως συνήθως έτειναν σε εύκολους και
εύπεπτους αφορισμούς.Στο κείμενο αυτό θα επιχειρήσω να αναδείξω μεγέθη και ποιότητες ενός αναμφίβολα αξιοπρόσεκτου φαινομένου που επικάθεται στα όσα βιώνουμε στην ελληνική κοινωνία και πολιτική σκηνή τα τελευταία χρόνια. Ίσως μια δεύτερη φάση τής –εν πολλοίς παραπλανητικής– συζήτησης που είχε ανοίξει προεκλογικά με το θέμα της υποψηφιότητας της Σαμπιχά Σουλεϊμάν στην Ξάνθη.
Τα θέματα είναι ενδιαφέροντα γιατί είναι ταμπού και εμπεριέχουν αξιωματικές παραδοχές: Πώς γίνεται και λειτουργεί ένα τέτοιο κόμμα; Μα καλά, υπάρχουν Τούρκοι στη Θράκη; Αν ναι, τότε το πολιτικό τους κόμμα είναι ο δούρειος ίππος της Τουρκίας. Η Θράκη απειλείται. Η Θράκη χάθηκε κ.λπ. κ.λπ. Τα ερωτήματα με τις σχετικές απαντήσεις έθρεψαν πλήθος Μ.Μ.Ε. και αναλυτές.
Θα ξεκινήσω με ένα σχόλιο σχετικά με το ζήτημα των μειονοτικών κομμάτων και δη των ελληνικών στην Αλβανία. Αν κανείς στα σχόλια για τη Θράκη αντικαταστήσει το «τουρκικό κόμμα» με το «ελληνικό» και αναφερθεί στην Ομόνοια ή το M.E.G.A. (τα κόμματα των Ελλήνων μειονοτικών της Αλβανίας), ασφαλώς τα αισθήματα και οι αντιδράσεις θα έχουν το αντίστροφο πρόσημο στον Έλληνα αναγνώστη. Παρόμοια θα μπορούσε να αναρωτηθεί κανείς: Θα ήταν άραγε φυσιολογικό να έχουν σχέσεις οι Έλληνες μειονοτικοί στην Αλβανία με το τοπικό ελληνικό προξενείο και να δέχονται τις οικονομική βοήθεια κάθε είδους; Θα ήταν φυσιολογικό να φωτογραφίζονται προεκλογικά με κάθε εθνικόφρονα Έλληνα πολιτικό που θα έσπευδε να δηλώσει συμπαράσταση στα αδέρφια της ομογένειας; κ.λπ. κ.λπ. Με λίγα λόγια, η νίκη του D.E.B. τροφοδότησε μια επιφανειακή ρητορική που εδράζεται στη λογική του φόβου και τις εθνικές διχοτομήσεις. Οι τελευταίες προσδιορίζουν τις αντιδράσεις αυτές, επανατροφοδοτούν πολιτικές στάσεις και συσπειρώσεις σε χώρους που συναποτελούν την εθνικιστική (Ακρο)Δεξιά-Αριστερά. Εξάλλου η σημαντική αύξηση των ποσοστών της Χρυσής Αυγής και του ΛΑ.Ο.Σ. στη Θράκη, δηλαδή αμιγώς μεταξύ του πλειονοτικού πληθυσμού, αποτελεί άλλο ένα ενδιαφέρον στοιχείο στην αλυσίδα των αιτίων-αποτελεσμάτων της ιστορίας μας.
Μια τελευταία εισαγωγική παρατήρηση. Το νικηφόρο κόμμα στην Ξάνθη και στη Ροδόπη Φιλία-Ισότητα-Ειρήνη είναι ένα κόμμα νόμιμο χωρίς παράνομες δραστηριότητες, συσπειρώνει τους μειονοτικούς που αισθάνονται Τούρκοι και έχει σχέσεις με τη «μητέρα-πατρίδα» τους. Ιδρύθηκε κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες πριν από 24 χρόνια, και ουσιαστικά τώρα ξύπνησε από τον λήθαργό του. Ας δούμε την ιστορική του πορεία και τη σημασία της ενεργοποίησής του.
Μια σύντομη αναδρομή
Το 1985 ήταν η πρώτη φορά που ανεξάρτητοι μειονοτικοί συνδυασμοί κατέβηκαν στις εκλογές (στην Ξάνθη η Ειρήνη (Barış) και στη Ροδόπη ο Σαμπαχαντίν Γκαλήπ) χωρίς επιτυχία. Η κίνηση αυτή πυροδότησε διεργασίες, συχνά επώδυνες, εντός της μειονότητας και εντός του ελληνικού πολιτικού συστήματος. Το 1989-93, κατά τη διάρκεια της πλέον ρευστής περιόδου της μεταπολίτευσης, μειονοτικοί υποψήφιοι εξελέγησαν βουλευτές με κύριο σύνθημα την αναφορά στην εθνική τους τουρκική ταυτότητα. Τον Ιούνιο του 1989 εξελέγη στη Ροδόπη ο γιατρός Αχμέτ Σαδίκ με την Εμπιστοσύνη (Güven). ΤονΝοέμβριο του 1989 στη Ροδόπη ο Ισμαήλ Ροδοπλού με τον ίδιο συνδυασμό. Τον Απρίλιο του 1990 στη Ροδόπη πάλι ο Αχμέτ Σαδίκ, και στην Ξάνθη ο Αχμέτ Φαΐκογλου με τον συνδυασμό Πεπρωμενο (İkbal).Η παρουσία ανεξάρτητων μειονοτικών βουλευτών με επίκληση του τουρκισμού τους στο Κοινοβούλιο και η διατύπωση συγκεκριμένων μέτρων για τα μειονοτικά θέματα πυροδότησε μεγάλες αντιδράσεις, την καταδίκη και φυλάκιση του Σαδίκ για πρόκληση κοινωνικής ειρήνης, μέχρι και την αλλαγή του εκλογικού νόμου με τη θέσπιση του εκλογικού ορίου του 3% που ισχύει από το 1993 μέχρι σήμερα, και το οποίο στην πράξη εμποδίζει την εκλογή μειονοτικών βουλευτών αλλά και κάθε μικρού πολιτικού κόμματος στη λογική της ενδυνάμωσης σταθερών κυβερνήσεων.
Η κρίση στη Θράκη γύρω από το εθνοτικό ζήτημα κορυφώθηκε με τα επεισόδια-πογκρόμ Ελλήνων εθνικιστών κατά των μειονοτικών τον Ιανουάριο του 1990 στην Κομοτηνή και τη δήλωση των αρχηγών των πολιτικών κομμάτων για άρση των διακρίσεων που ασκούνταν σε βάρος των μειονοτικών και εγκαθίδρυση της αρχής της ισονομίας και ισοπολιτείας που επιβεβαίωσε λίγο αργότερα ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης (1991).
Από τα μέσα του 1990, όντως η μεταχείριση διακρίσεων των μειονοτικών σταδιακά ήρθη και στην πράξη. Εντέλει, μέσα σε μία δεκαετία πολλά από τα σημεία των διεκδικήσεων του Σαδίκ ουσιαστικά υλοποιήθηκαν από τις μετέπειτα κυβερνήσεις.
Ωστόσο, στο κλίμα της οξείας ελληνοτουρκικής εθνικιστικής αντιπαράθεσης, το 1991 ιδρύθηκε το μειονοτικό κόμμα Φιλία-Ισότητα-Ειρήνη (Dostluk-Eşitlik-Bariş Partisi) από τον Σαδίκ ο οποίος έχασε τη ζωή του αργότερα σε αυτοκινητικό δυστύχημα. Η πρώτη φορά που έπαιξε κάποιο ρόλο σε εκλογές το μειονοτικό κόμμα ήταν οι νομαρχιακές εκλογές του 2002, όταν ο Αχμέτ Χατζηοσμάν, πρόεδρος του κόμματος, εξελέγη μέλος του Νομαρχιακού Συμβουλίου μέσα από ψηφοδέλτιο που υποστήριξε το ΠΑ.ΣΟ.Κ. Στη συνέχεια ο ίδιος εξελέγη βουλευτής με το ΠΑ.ΣΟ.Κ. το 2007 και το 2009. Το ενδιαφέρον είναι ότι ο ίδιος, αν και ανήκει στον χώρο του πολιτικού Ισλάμ, το κόμμα του οποίου προήδρευε εξέφραζε σαφείς νεωτερικές-κεμαλικές θέσεις. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι αντανακλούσε τη «σύνθεση» μεταξύ των δύο τάσεων στην Τουρκία, μεταξύ του κοσμικού κατεστημένου και του πολιτικού Ισλάμ μέσα από το Α.Κ.Ρ. του Ερντογάν. Η Φιλία-Ισότητα-Ειρήνη γενικά απέφευγε να πάρει μέρος σε πολιτικές αντιπαραθέσεις, ενώ δεν προώθησε συγκεκριμένες διεκδικήσεις από την κυβέρνηση για τα χρόνια προβλήματα της περιοχής και της μειονότητας (εκπαίδευση, μουφτειακό, βακούφια). Έκτοτε, οι περισσότεροι μειονοτικοί πολιτευτές με τα μεγάλα κόμματα είχαν και έχουν στενές σχέσεις και με το D.E.B.
Η εκλογική νίκη, αναμενόμενη ή έκπληξη;
Όπως και κάθε μειονοτικό κόμμα, η Φιλία-Ισότητα-Ειρήνη είχε σχέσεις με τη «μητέρα-πατρίδα» με τις επισκέψεις Τούρκων πολιτικών, την ανταπόδοση των επισκέψεων στην Τουρκία, τη σχέση με τους συλλόγους Δυτικοθρακιωτών Τούρκων στην Τουρκία ή τη Γερμανία. Εντός του ανενεργού μέχρι πρότινος πολιτικού κόμματος δραστηριοποιούνταν οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που ασχολούνται με τα κοινά, συλλόγους, Μ.Μ.Ε., πολιτικά κόμματα και τοπική αυτοδιοίκηση μέσα από δίκτυα αλληλοϋποστήριξης και βέβαια εξαρτήσεων και πελατειακών σχέσεων. Το κόμμα έχει σαφή εθνικό προσανατολισμό. Η ανάλυση του πολιτικού λόγου του D.E.B. θα είχε ασφαλώς ιδιαίτερο ενδιαφέρον ειδικά ως προς τη χρήση του «εθνικού λόγου» και την αναφορά στον τουρκισμό.
Αυτό που κυρίως ενδιαφέρει είναι τι συνέβη και η Φιλία-Ισότητα-Ειρήνη κατέβηκε στις πρόσφατες ευρωεκλογές και τι σημαίνει η επιτυχία της; Σε πρώτο επίπεδο, η κάθοδος στις εκλογές έγινε για συγκεκριμένους λόγους, όπως η εκτίμηση ότι υπήρχε δυνατότητα συσπείρωσης των μειονοτικών ψηφοφόρων γύρω από το σύνθημα «Ψηφίζω τουρκικά». Το σύνθημα ακούγεται τα τελευταία 10-15 χρόνια μέσα από τους κύκλους που προωθούν την εθνική τουρκική ιδεολογία και την εμπέδωση σχέσεων εξάρτησης, οικονομικής, πολιτικής και ιδεολογικής εντός και εκτός Θράκης με αυτό που δαιμονοποιημένα ονομάζεται «τουρκικό προξενείο». Η προσπάθεια αυτή φαίνεται ότι δεν είχε και τόση επιτυχία κατά την τελευταία περίοδο, καθώς συχνά βουλευτές «εκτός γραμμής» είχαν εκλεγεί, ειδικά εκείνοι του ΣΥΝ./ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Η «γραμμή» βέβαια θα πρέπει να γίνεται αντιληπτή και με τις εσωτερικές συγκρούσεις στα πολιτικά πράγματα της Τουρκίας.
Η μειονότητα έμοιαζε τα τελευταία χρόνια να μην υπακούει enbloc σε οδηγίες για το ποιος πρέπει να ψηφιστεί. Όμως, η εκλογική επιτυχία του κόμματος Φιλία-Ισότητα-Ειρήνη με 42.635 ψήφους (Έβρος 1.220, 15.378, Ροδόπη 25.857, αλλού στην Ελλάδα 140) ήταν συντριπτική, λαμβάνοντας υπόψη και την ελάχιστη κινητοποίηση-μεταφορά ψηφοφόρων από την Τουρκία. Η επιτυχία σημειώθηκε κυρίως στη Ροδόπη παρά στην Ξάνθη, περισσότερο στα χωριά παρά στις δύο πόλεις, κυρίως στην Κομοτηνή παρά στην πόλη της Ξάνθης.
Για να βγάλει κανείς συμπεράσματα για τη συγκυρία και να αποτιμήσει την επιτυχία αυτή θα πρέπει να συνδυάσει την ψήφο στις ευρωεκλογές με τη μειονοτική ψήφο στις τοπικές εκλογές. Δηλαδή να συσχετίσει τη μειονοτική ψήφο όπως καταγράφηκε υπέρ του στηριζόμενου από τη Νέα Δημοκρατία –περιφερειάρχη πλέον– Γ. Παυλίδη σε βάρος του Α. Γιαννακίδη που επί μακρόν είχε τη στήριξη του ΠΑ.ΣΟ.Κ. με την ψήφο της μειονότητας. Αντίστροφα, η μειονότητα ψήφισε υπέρ του δημάρχου της Κομοτηνής Γ. Πετρίδη που στηρίζεται από το ΠΑ.ΣΟ.Κ. Εάν αναζητήσει κανείς κάποια λογική πίσω από τη φαινομενικά αντιφατική εκλογική στάση των περισσότερων μειονοτικών θα έβγαζε το συμπέρασμα ότι όσοι και όσες ψήφισαν Φιλία-Ισότητα-Ειρήνηπροτίμησαν ταυτόχρονα τους υποψηφίους της Νέας Δημοκρατίας στην Περιφέρεια Ανατολικής Μακεδονίας-Θράκης και του ΠΑ.ΣΟ.Κ. στον Δήμο Κομοτηνής. Θα μπορούσε άραγε να εικάσει κανείς ένα κεντρικό ελληνοτουρκικό πολιτικό αλισβερίσι κατά το οποίο η αθρόα στήριξη του μειονοτικού κόμματος πήγε πακέτο με τη στήριξη της Ν.Δ. και του ΠΑ.ΣΟ.Κ.; Πόσο μάλλον αφού οι εκλογικές επιλογές των ψηφοφόρων της μειονότητας είχαν αποτέλεσμα τη μεγάλη υποχώρηση της εκλογικής δύναμης του ΣΥ.ΡΙΖ.Α., που παρεμπιπτόντως διαθέτει δύο μειονοτικούς βουλευτές.
Σε κάθε περίπτωση, η εκλογική στάση της μειονότητας επιβεβαιώνει αντικειμενικά μια απλή δυνατότητα. Ότι μπορεί να συσπειρωθεί γύρω από ένα κάλεσμα με εθνικό κριτήριο: την «τουρκική ψήφο». Η τελική ερώτηση είναι τι οδήγησε τους μειονοτικούς να το πράξουν;
Η απάντηση θα πρέπει να αναζητηθεί σε μια σειρά παραγόντων με διαφορετική βαρύτητα κατά περίπτωση. Κατ’ αρχάς, η εκλογική μάχη των ευρωεκλογών ήταν ανέξοδη, καθώς δεν υπήρχε πολιτικό διακύβευμα (βουλευτικές έδρες, εκλογή σε συγκεκριμένο πόστο). Το αποτέλεσμα λειτουργεί στο ψυχολογικό-συμβολικό επίπεδο και η συμμόρφωση των ψηφοφόρων με τη «γραμμή» ήταν εύκολη και χωρίς πολιτικό κόστος.
Αν ψάξει κανείς στο βάθος της ιστορίας αυτής, το σημαντικότερο αίτιο για τη συμμόρφωση αυτή, κατά τη γνώμη μου, είναι η χρόνια απαξίωση από τους ανθρώπους που συναπαρτίζουν τη μειονότητα, των κρατικών πολιτικών για κάθε ζήτημα που τους αφορά, είτε αυτό έχει σχέση με τη γενικότερη υποβάθμιση της ελληνικής επαρχίας είτε με τα ειδικά θέματα που τους απασχολούν ως μειονοτικούς, λαμβάνοντας υπόψη το χαμηλό οικονομικοκοινωνικό επίπεδο μεγάλων τμημάτων της μειονότητας. Αντίθετα η ευκαιριακή ψήφος στα μεγάλα κόμματα ή στους ισχυρούς άνδρες της περιοχής δημιουργούσε ψεύτικες ελπίδες και προσωρινά οφέλη, ανάλογα με τα όσα βιώνει βέβαια και κάθε Έλληνας ψηφοφόρος σε ολόκληρη την επικράτεια. Με μια διαφορά: ο μειονοτικός της Θράκης είναι στιγματισμένος, είναι δακτυλοδεικτούμενος, είναι μουσουλμάνος απ’ έξω αλλά Τούρκος από μέσα, ενίοτε είναι Πομάκος ή Τσιγγάνος, άσχετα αν το θέλει ή όχι. Του εφαρμόζουν εξαιρετικά μέτρα, διακρίσεις και αμοιβαιότητες. Είναι εκτός «κανονικότητας», λιγότερο ή περισσότερο ακόμα και στις πιο δημοκρατικές περιόδους. Έτσι, έχει δημιουργηθεί γόνιμο έδαφος για κάθε είδους προσεταιρισμούς εθνικού χαρακτήρα (βλ. τουρκική εξωτερική πολιτική και εθνικιστές), κομματικού (βλ. πολιτικές μαστίγιου και καρότου Ν.Δ. και ΠΑ.ΣΟ.Κ.), θρησκευτικού (βλ. επιρροή που ασκούν μέσω των κορανικών σχολείων ή των φροντιστηρίων οι «ζαμανικοί») ή απλώς πελατειακού χαρακτήρα (βλ. βουλευτές, νομάρχες, δήμαρχοι και περιφερειάρχες, και βέβαια «φακελάκια» από το τουρκικό προξενείο και το Γραφείο Πολιτικών Υποθέσεων).
Η γενεαλογία της κατάστασης αυτής συντηρείται αμετάβλητα πριν και μετά τη χούντα και είναι πλούσια σε δυνατότητες αναπαραγωγής και αντίστασης.
Το μειονοτικό κόμμα μπορεί να φέρει λύσεις;
Δεν χρειάζεται να πάει κανείς μακριά σε αυτή τη συζήτηση για τα αίτια ανάδυσης του D.E.B. και της επιρροής του. Από την άλλη πλευρά, η ύπαρξη μειονοτικών κομμάτων είναι αποτέλεσμα μιας παθογένειας. Τα κόμματα αυτά τρέφονται από μια ιδεολογική και θεσμική δυστοκία: οι μειονοτικοί Έλληνες πολίτες δεν να είναι ορατοί ως ισότιμοι πολίτες και η μειονοτική τους ιδιότητα, δηλαδή η διαφορετική τους εθνική ταυτότητα, γλώσσα ή/και θρησκεία δεν είναι σεβαστή θεσμικά. Εκτός του κόμματος Φιλία-Ισότητα-Ειρήνη, η περίπτωση του Ουράνιου Τόξου είναι άλλη μια ενδεικτική περίπτωση απόλυτης δυσανεξίας στην αποδοχή όχι μόνο της ετερότητας αλλά και της ύπαρξης του φαινομένου.
Το μειονοτικό κόμμα της Θράκης λοιπόν είναι ένδειξη αλλά και μοχλός της σύγκρουσης δύο εθνικισμών και μιας διπλής αδυναμίας (η οικονομική ύφεση αποτελεί ευνοϊκό περιβάλλον αλλά όχι απαραίτητη συνθήκη). Πρώτη αδυναμία της μειονότητας να αποτελέσει ένα «φυσιολογικό» κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, με τα διακριτά χαρακτηριστικά της, εθνισμούς, γλώσσες, θρησκεία. Χωρίς υλικές και πολιτικές εξαρτήσεις από τη μητέρα-πατρίδα. Με διεκδικήσεις για τα δικαιώματα των μελών της, μειονοτικά και γενικά, για την κοινωνική πρόοδο και εξέλιξη. Με πολυφωνική πολιτική έκφραση μέσα στον πολιτικό στίβο των κομμάτων που εκπροσωπούν ιδεολογικές τάσεις και προτάσεις στον άξονα «Δεξιά-Αριστερά». Δεύτερη αδυναμία είναι αυτή της ελληνικής πλειονότητας και του κράτους να αποδεχτεί ότι η ιδιότητα του Έλληνα πολίτη μπορεί να συμπεριλάβει και άλλες εθνικές ή εθνοτικές ταυτότητες. Ότι η ισονομία δεν συγχωρεί «εξαιρετικά μέτρα» και ότι το εθνικό συμφέρον δεν σημαίνει άσκηση πίεσης στη μειονότητα αλλά αντίθετα τη διασφάλιση της ισονομίας και τον ενεργητικό σεβασμό της διαφορετικότητας, αφού έτσι θα υπηρετεί το συμφέρον του ελληνικού λαού στο απόλυτο σύνολό του. Μέσα από τη συνεργασία με τη μητέρα-πατρίδα.
Από τα παραπάνω δεν συμβαίνει απολύτως τίποτα. Κατά συνέπεια ουδεμία έκπληξη για την αναβίωση του μειονοτικού κόμματος. Ας μην ξεχνάμε ότι στις επόμενες βουλευτικές εκλογές το παιχνίδι θα παιχτεί όπως πάντα για την εκλογή των μειονοτικών βουλευτών με τον παραδοσιακό τρόπο. Στις ευρωεκλογές η μειονοτική ψήφος ήταν εύκολη και ανέξοδη, με κέρδη για όλους. Όμως η «τουρκική ψήφος» μπαίνει (ξανά) στο παιχνίδι ως απειλή και προσδοκία και οι εθνο-πατριώτες κάθε χρώματος θα έχουν μεγάλη πελατεία και δουλειές με φούντες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου