του Σωκράτη Γιαννόπουλου, απο το Red NoteBook...
Γουστάρεις; Μπουτάρης. (παλιότερο προεκλογικό)
Το διπλό εκλογικό αποτέλεσμα ήταν
ομολογουμένως εκπληκτικό. Όχι τόσο από την σκοπιά της νίκης της
Αριστεράς (στην οποία άλλωστε όλοι και όλες διακρίνουμε κάποιους
αστερίσκους), άλλα για τις αντιφάσεις που αναδείχθηκαν σε ένα τόσο
σύντομο χρονικό διάστημα μέσα στα ίδια τα κοινωνικά υποκείμενα.
Την ίδια στιγμή που η ελληνική κοινωνία
έδινε στην Αριστερά την πρώτη της νίκη, εν μέσω μιας άνευ προηγουμένου
επίθεσης στον κόσμο της εργασίας, αναπαρήγαγε στους δήμους και τις
περιφέρειες τους κυρίαρχους μηχανισμούς εξουσίας, ψήφισε ξανά τους
“ίδιους φθαρμένους” εκπροσώπους του δικομματισμού σε διάφορες εκδοχές
τους.
Περιπτώσεις δε όπως αυτές του Μώραλη,
του Μπέου, του Τατούλη και του Ψινάκη, με όλες τις διαφορές τους,
επικράτησαν θριαμβευτικά. Εξηγήσεις του στιλ “τους ψηφίζουν από
υποχρέωση”, ή ακόμα χειρότερα, “ψηφίστηκαν φορώντας τον μανδύα του
ανεξάρτητου”, περισσότερο συσκοτίζουν παρά δίνουν απαντήσεις για τα
αίτια αυτής της κραυγαλέας αντίφασης. Πώς διάβολο είναι δυνατόν οι ίδιοι
άνθρωποι να ψηφίζουν στη μια κάλπη ΣΥΡΙΖΑ και στις άλλες τον/την
Πασόκο-Νεοδημοκράτη-Μαφιόζο της “γειτονιάς τους”; Υπό μιαν έννοια, το
πιο ενδιαφέρον στοιχείο των αποτελεσμάτων είναι ακριβώς αυτός ο
παραλογισμός.
Η “λογική πίσω από την τρέλα”
Για να προσπαθήσουμε να βρούμε την
“λογική πίσω από την τρέλα” του αποτελέσματος, ας εστιάσουμε στο
επιχείρημα περί “ανεξαρτησίας”. Το επιχείρημα αυτό, πέραν του ότι σε
έναν βαθμό υπονοεί ότι ο κόσμος είναι ελαφρώς αφελής, και δεν μπορεί να
καταλάβει τι ρόλο καλούνται να παίξουν όλοι αυτοί οι τόσα χρόνια
παρατρεχάμενοι της εξουσίας, υποπίπτει σε ένα άλλο, σοβαρότερο λάθος,
παραγνωρίζοντας μια από τις βασικές λειτουργίες της ιδεολογίας. Η
ιδεολογία δεν λειτουργεί ορθολογικά, δεν λέει δηλαδή “ας κάτσω να ακούσω
ψύχραιμα όλα τα επιχειρήματα και στο τέλος θα διαλέξω το αντικειμενικά
καλύτερο. Αν ήταν έτσι, ο ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε να παίρνει 70% παντού και να
μην υπάρχει καν η ΧΑ (η παρουσία της οποίας, βάσει των ερμηνευτικών μας
σχημάτων, σε μεγάλο βαθμό παραμένει ανερμήνευτη). Η ιδεολογία λειτουργεί
εντελώς αντίστροφα. Ο καθένας από εμάς κάνει μια επιλογή βασισμένη σε
διάφορα κριτήρια που μπορεί να ποικίλουν, από την ποδοσφαιρική ομάδα που
υποστηρίζει, μέχρι ταυτίσεις με σχηματισμούς-μηχανισμούς πλήρως
ασύνειδες. Ο κόσμος ψηφίζει σε μεγάλο βαθμό αυτούς που γουστάρει
περισσότερο και στη συνέχεια ντύνει αυτή του την επιλογή με
λογικά/λογικοφανή επιχειρήματα [1]. Προφανώς, η συγκεκριμένη ιδεολογική
λειτουργία είναι εξαιρετικά πιο σύνθετη. Εντούτοις, η αντιστροφή της
ματιάς που επιχειρείται εδώ είναι σημαντική για την συνέχεια. Αν δεν
δούμε ως στοιχείο της κατάστασης αυτή την αντιστροφή, τα αποτελέσματα
παραμένουν κυριολεκτικά παράλογα.
Μέσα στην παλιά φαντασίωση Ι
Γιατί, λοιπόν, ο κόσμος γουστάρει ακόμα
τους τοπικούς μηχανισμούς του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ; Γιατί πολύ περισσότερο
γουστάρει τον παλιό, καλό πασoκικό παραγοντισμό; Ειδικά στην επαρχία
φάνηκε ότι οι χαιρετούρες τον υποψηφίων, τα μοιράσματα “δαγκωτών”
ψηφοδελτίων, οι κλασικές υποσχέσεις, οι συμπεριφορές εκλογικών
εκπροσώπων που θυμίζουν φοιτητικές εκλογές κ.ο.κ, είχαν λείψει από
αρκετό κόσμο. Στην απάντηση αυτή θα πρέπει να είμαστε σαφείς: Ένα (πολύ)
μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας φαντασιώνεται ως λύση των
προβλημάτων που έχουν προκύψει τα τελευταία χρόνια (και της ριζικής μη
ικανοποίησης που νιώθουμε) μια επιστροφή στις δεκαετίες ’90 και 2000.
Για να είμαστε ακόμα πιο ακριβείς, επιθυμούμε να ζούμε όπως ζούσαμε και
τότε. Το δεύτερο πληθυντικό εννοεί εδώ σαφώς ότι κι εμείς οι ίδιοι
αδυνατούμε να απεγκλωβιστούμε ριζικά από την φαντασίωση αυτή. Εντούτοις
είναι πλέον σαφές ότι η συνθήκη αυτή μας περιορίζει δραστικά τη
δυνατότητά μας να αλλάξουμε ριζικά τους συσχετισμούς. Όχι μόνο γιατί, με
αυτούς τους όρους, μια κυβέρνηση της Αριστεράς θα υποχρεωθεί να
απωλέσει τα ριζοσπαστικά χαρακτηριστικά της. Αλλά και γιατί, αργά ή
γρήγορα, θα βρεθεί κάποιος άλλος που θα κατορθώσει να δώσει ένα
διαφορετικό όραμα για το μέλλον, σπάζοντας την υπάρχουσα, φθαρμένη εν
πολλοίς φαντασίωση. Θα βρεθεί δηλαδή άλλος ηγεμόνας.
Μέσα στην παλιά φαντασίωση ΙΙ
Μπαίνοντας όμως πιο βαθιά στην αδυναμία
μας να απεγκλωβιστούμε από την κυρίαρχη φαντασίωση, θα δούμε και κάτι
πιο προβληματικό για το μέλλον του εγχειρήματος του ΣΥΡΙΖΑ. Η αδυναμία
μας να απεγκλωβιστούμε από την κυρίαρχη φαντασίωση μας οδηγεί στο να
υιοθετούμε μια ορισμένη παραλλαγή της. Τείνουμε να περιορίζουμε την
αιτία των προβλημάτων των ανθρώπων σήμερα σε ένα μεμονωμένο, εξωτερικό
της κοινωνίας, στοιχείο ή πρόσωπο: Φταίνε οι δανειστές, οι διεθνείς
τοκογλύφοι, ο Σαμαράς, ο Βενιζέλος, ο Γιωργάκης και ο Κουβέλης, φταίει,
όλο και περισσότερο πλέον, η Μέρκελ. Ακόμα και το μνημόνιο έχει συνδεθεί
τόσο πολύ με το πατριωτικό αίσθημα, που λειτουργεί με έναν αντίστοιχο
τρόπο.
Το πρόβλημα με αυτόν τον πολιτικό λόγο,
όταν δεν καταστρέφεις τελικά την κυρίαρχη φαντασίωση, όταν δηλαδή
αφήνεις τα διάφορα στοιχεία του να λειτουργούν στο πλαίσιό της, είναι
ότι δημιουργεί μια υπόρητη υπόσχεση: την υπόσχεση ότι, όταν
ξεμπερδέψουμε με το εξωτερικό αυτό στοιχείο, η ισορροπία θα επανέλθει
μόνη της, η ριζική μη ικανοποίηση που βιώνουμε όλοι και όλες τα
τελευταία χρόνια θα εξαφανιστεί. Να, λοιπόν, ένας λόγος που η λογική της
ανάθεσης έχει τόσο εντυπωσιακά ενισχυθεί το τελευταίο διάστημα. Ή,
ακόμα, γιατί πάμε καλά στα κεντρικοπολιτικά, αλλά όχι τόσο στα τοπικά.
Το πρόβλημα είναι ότι ακόμα κι αν διώξουμε τον Σαμαρά και τον Βενιζέλο
και συγκρουστούμε, όπως υποσχόμαστε, με την Μέρκελ, τους δανειστές
κ.ο.κ., ο κόσμος θα εξακολουθήσει να μην είναι ικανοποιημένος (δεν
λύνονται τόσο απλά τα προβλήματα) και την δυσαρέσκειά του αυτή θα πρέπει
τότε να την διαχειριστούμε εμείς. Προφανώς, ακόμα κι έτσι μπορεί να τα
καταφέρουμε. Όμως έτσι θα είναι σίγουρα πολύ πιο δύσκολο. Γιατί λοιπόν
να δημιουργούμε περισσότερα προβλήματα στους εαυτούς μας;
Εικόνες μιας νέας ζωής
Η προσπάθεια να αρθρωθεί μια νέα, ριζικά
αντιθετική προς την κυρίαρχη, φαντασίωση δεν είναι για την ριζοσπαστική
Αριστερά, και ειδικά για τον ΣΥΡΙΖΑ, μια υπόθεση μακρινη. Εικόνες ενός
άλλου μέλλοντος συναντάμε καθημερινά όλο και περισσότερο στις γειτονίες
ολόκληρης της Ελλάδας σε εγχειρήματα που προκύπτουν εν πολλοίς από τον
κόσμο της ριζοσπαστικής Αριστεράς (και όχι φυσικά μόνο του ΣΥΡΙΖΑ).
Στέκια αλληλεγγύης και πολιτισμού, συλλογικές κουζίνες, κοινωνικά
ιατρεία και παντοπωλεία, συνεταιρισμοί κάθε είδους, δομές “χωρίς
μεσάζοντες”, κοινωνικά ωδεία και φροντιστήρια, καταλήψεις με κοινωνική
παρέμβαση κλπ αποτελούν ήδη μια σταθερή και διαρκώς ενισχυόμενη παρουσία
στην καθημερινή ζωή των ανθρώπων σε μικρές και μεγάλες πόλεις. Τα
εγχειρήματα αυτά αποτελούν κυριολεκτικά εικόνες μια ριζικά διαφορετικής
καινούριας ζωής. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι τα περισσότερα από τα καλά
αποτελέσματα του ΣΥΡΙΖΑ στις δημοτικές εκλογές ήρθαν ακριβώς σε
περιοχές που κινήθηκαν πιο ζωηρά σε μια τέτοια κατεύθυνση.
Σε αντίστοιχη κατεύθυνση κινούνται και
οι βασικοί πολιτικοί άξονες του ΣΥΡΙΖΑ: Αναδιανομή του πλούτου,
κατάργηση των μνημονίων και των εφαρμοστικών νόμων,
κοινωνικοποίηση/εθνικοποίηση/κρατικοποίηση του τραπεζικού συστήματος,
εκδημοκρατισμός των θεσμών και αποκέντρωση της κρατικής εξουσίας,
διεύρυνση της δημόσιας σφαίρας, σύγκρουση με την καταναλωτική κουλτούρα
κλπ. Αυτός ο πολιτικός λόγος κατόρθωσε να αναδείξει τον ΣΥΡΙΖΑ σε κύριο
εκφραστή/πολλαπλασιαστή της κοινωνικής δυσαρέσκειας, συνδέοντάς την με
τη δυνατότητα να προχωρήσουμε σε μια διαφορετική κατεύθυνση. Το ίδιο το
αίτημα για κυβέρνηση της Αριστεράς λειτούργησε, άλλωστε, συμπυκνώνοντας
τα παραπάνω, κυριολεκτικά σαν φαντασίωση.
Ένας πρώτος κύκλος κλείνει
Ένας πρώτος κύκλος αντιπαράθεσης με την
κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ ως αντιπολίτευση μοιάζει να κλείνει. Οι
διαιρετικές τομές μνημόνιο / αντιμνημόνιο, εθνική κυριαρχία / ξένοι
τοκογλύφοι, ελληνικός λαός / Μέρκελ μοιάζουν να έχουν εξαντλήσει την
βενζίνη που είχαν στο ρεζερβουάρ τους και να βάζουν ταβάνι στις
δυνατότητες του ΣΥΡΙΖΑ, κρατώντας τον εγκλωβισμένο σε μια παλιά λογική. Ο
ΣΥΡΙΖΑ προφανώς και δεν κινείται αποκλειστικά εντός αυτού του ορίζοντα
κι ακριβώς για αυτό τον λόγο ο ΣΥΡΙΖΑ έχει όλο το μέλλον μπροστά του. Η
μόνιμη παρουσία στα τοπικά δρώμενα των αυτοδιοικητικών μας σχημάτων
πρέπει να είναι ένα στοιχείο το οποίο θα κρατήσουμε από αυτή την
εκλογική μάχη. Η από τα κάτω δημοκρατική λειτουργία τους, η δημιουργία
και η ενίσχυση αυτοοργανωμένων, συνεταιριστικών και αλληλέγγυων
παραδειγμάτων και κινημάτων αντίστασης και η εκπροσώπησή τους στο πεδίο
τον δημοτικών δομών είναι τα στοιχεία εκείνα που θα μας βοηθήσουν να
κάνουμε κυριολεκτικά ένα άλμα προς τα εμπρός, και να γίνουμε η ηγεμονική
πολιτική δύναμη που θα αλλάξει ακόμα περισσότερο τα δεδομένα σε
ολόκληρη την Ευρώπη. Ο αγώνας που δίνουμε είναι χωρίς επιστροφή.
_______________
_______________
Σημείωση
[1] Δεν υπαινίσσομαι, ειδικά σε ό,τι
αφορά τη Χρυσή Αυγή, ότι “οι μάζες πόθησαν το φασισμό” γενικώς. Στις
απόψεις αυτές έχει ασκηθεί εξαντλητική κριτική, βλ. Νίκος Πουλαντζάς,
Ραλφ Μίλιμπαντ και Ζαν Πιερ Φάυ, Προβλήματα του σύγχρονου κράτους και του φασιστικού φαινομένου, Θεμέλιο, Αθήνα 1981 , σσ.: 161 κ.ε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου